Στην εποχή της µετανεωτερικότητας, επικρατούσα ιδεολογική αρχή είναι η woke ατζέντα, σύµφωνα µε την οποία αµφισβητείται κάθε αντικειµενική αλήθεια, όπως και κάθε τι το οποίο θεωρείται δεδοµένο, στερεότυπο και χαρακτηρίζεται ως παραδοσιακό, και αυτό γιατί ως αλήθεια εκλαµβάνεται κάθε ιδέα ή άποψη µε την οποία υπηρετούνται οι πολιτικά και κοινωνικά ισχυροί και δυνατοί, ενώ καταβάλλεται προσπάθεια, στο πλαίσιο της κοινωνίας, να επιβληθεί η κάθε µορφής ιδεολογία µε οποιοδήποτε τρόπο και µέσο, ακόµη και νοµοθετικά, προκειµένου να αποκτήσει ένα θεσµικό επικάλυµµα.

Στην εποχή της woke ατζέντας, της κουλτούρας της αποδόµησης, έχουµε και την εµφάνιση του «ατόµου του συµφέροντος» και του «ατόµου της επιθυµίας», ως έκφραση απόλυτης εκδοχής της έννοιας της αυτονοµίας και της υπερβολής, η οποία εκδηλώνεται ως «δικαιωµατισµός», ο οποίος οδηγεί σε έναν ολοκληρωτισµό και σε µία ασυδοσία, εξαιτίας µιας λανθασµένης κατανόησης και εφαρµογής των ανθρωπίνων δικαιωµάτων και µιας απολυτοποίησής τους ως ατοµικών.

Η woke ατζέντα θεωρεί ότι µε το περιεχόµενο αυτό αποκαθιστά κάθε µορφή «αδικίας», δίνοντας µάλιστα φωνή στους «αδικηµένους», στους «χαµένους» και στους «περιθωριοποιηµένους» της κοινωνίας, µε αποτέλεσµα να δηµιουργείται ένα «θολό» τοπίο άρσης δήθεν κοινωνικών ανισοτήτων και µια κοινωνία πλουραλιστικού «κοινωνιολογισµού». Με την αµφισβήτηση της αντικειµενικής αλήθειας επίσης στοιχειοθετείται κάθε φορά ένα απολυτοποιηµένο αφήγηµα, το οποίο εµφανίζει και έναν δήθεν «φαινοµενολογικό δυναµισµό», µε επάλληλους µονολόγους, µε σκοπό την αρπαγή αντικειµενικών κριτηρίων, ώστε να µην µπορούν να αξιολογηθούν αντικειµενικά οι θέσεις και οι απόψεις της woke ατζέντας και να µη δηµιουργηθούν και παραχθούν εποικοδοµητικές προτάσεις ζωής και πολιτισµού.

Με τις δύο αξιωµατικές αρχές της woke ατζέντας -«καµία άποψη δεν είναι η σωστή άποψη» και «καθένας µπορεί να λέει ό,τι νοµίζει»- αποδυναµώνεται ο πλουραλισµός στη σκέψη και απολυτοποιείται η άποψη εκείνη η οποία εξυπηρετεί συγκεκριµένες αρχές. Τίποτα δεν είναι δεδοµένο, ζητούµενο ή προσδοκώµενο. Τα πάντα τείνουν στην ικανοποίηση µιας επιθυµίας ως δικαιωµατιστική απαίτηση. Τα πάντα κατανοούνται µε τρόπο καταχρηστικό και χάνεται ο προσδιορισµός του δικαιώµατος σε σχέση προς τον άνθρωπο, ενώ εµπεδώνεται µόνο ατοµικιστικά.

Έτσι η κοινωνία αποδοµείται και αναζητεί «παρελάσεις υπερηφάνειας» για να εκφράσει την καταξίωσή της, οι θρησκείες µετατρέπονται σε κινήµατα, τα οποία εργαλειοποιούνται προκειµένου να επιβληθούν πολιτικά στους λαούς, µέσω ενός τύπου «πολιτικού ισλάµ», «χριστιανικού εθνικισµού» ή «θρησκοληπτικού φονταµενταλισµού», ο άνθρωπος αφενός γίνεται «τεχνάνθρωπος» και όργανο σε κάθε µηχανή αναζήτησης, κοινωνικής δικτύωσης ή της Τεχνητής Νοηµοσύνης και αφετέρου ταυτοποιείται µε έναν αλγόριθµο και καθίσταται κατευθυνόµενο κοινωνικά res, µε χαρακτηριστική διεκδίκηση για παράδειγµα το κοινωνικό του «φύλο» και όχι το βιολογικό! Ο άνθρωπος τελικά παύει να είναι παράγοντας προόδου και πολιτισµού γι’ αυτό και αποµονωµένος και αποξενωµένος «διεκδικεί» κάθε µορφή πολυεπίπεδης βίας.

Η woke ατζέντα προοιωνίζεται το τέλος της ανθρωπότητας, η οποία χαρακτηριζόταν από την αλληλεγγύη, την κοινωνική δικαιοσύνη και τις σχέσεις ελευθερίας, για τις οποίες ο άνθρωπος µέχρι τώρα είχε αγωνιστεί για να τις εγκαθιδρύσει. Προβάλλει ένα νέο κοινωνικό µοντέλο, απρόσωπο και απάνθρωπο, όπου πλέον το κατευθυνόµενο «εγώ» απαξιώνει τις ανθρώπινες σχέσεις εν ονόµατι της επιθυµίας και αποτρέπει από τον πραγµατικό διάλογο, την τέχνη και τη δηµιουργικότητα. Στώµεν λοιπόν καλώς. Οι καιροί ου µενετοί.

*Δημοσιεύθηκε στην «Κυριακάτικη Απογευματινή» την 1η/09/2024