Την πεποίθησή του πως θα έπρεπε να υπάρχει ενημέρωση των πολιτών προκειμένου να απομακρυνθούν από το Μάτι εξέφρασε στην κατάθεσή του στο Τριμελές Εφετείο Πλημμελημάτων Αθηνών ο πυροσβέστης Ανδρέας Δημητρίου, ο οποίος στη φονική πυρκαγιά έχασε το έξι μηνών παιδί του και τη σύζυγό του, Μαργαρίτα.

Ο μάρτυρας καταθέτοντας στο δικαστήριο είπε πως εάν είχαν ενημερωθεί εγκαίρως οι κάτοικοι και συγκεκριμένα όταν η φωτιά πέρασε από το Λύρειο Ίδρυμα στις πέντε το απόγευμα, θα μπορούσαν να έχουν φύγει από τον Νέο Βουτζά και το Μάτι.

Ο μάρτυρας κατέθεσε πως εκείνος δεν είδε κανένα πυροσβεστικό εναέριο μέσο στην περιοχή και απάντησε στη «βροχή» ερωτήσεων που δέχθηκε από το δικαστήριο σχετικά με το ότι ήταν πολλοί οι λόγοι που οδήγησαν τη φωτιά μέσα σε κατοικημένη περιοχή με το τραγικό αποτέλεσμα των 104 νεκρών. «Η λάθος εκτίμηση της Αστυνομίας να εκτρέπει την κυκλοφορία μέσα από το Μάτι, η μη επάρκεια των πυροσβεστικών δυνάμεων, η μη ενημέρωση των πολιτών, όλα αυτά μαζί συντέλεσαν στο να γίνει αυτό που έγινε. Θα έπρεπε όλα αυτά να λειτουργήσουν σωστά και να έχουν ένα αποτέλεσμα.

Από τη στιγμή που άρχισε το ένα να μη δουλεύει σωστά, συμπαρέσυρε και τα υπόλοιπα και έφτασε στο αποτέλεσμα με τους 104 νεκρούς και τους εγκαυματίες που μέχρι σήμερα υποφέρουν», είπε ο μάρτυρας, καταθέτοντας για όσα οδήγησαν στην εθνική τραγωδία του 2018, εξηγώντας πως εκείνη την ημέρα δεν λειτούργησε τίποτα και όλα πήγαν στραβά.

Μάτι: Θα έπρεπε να είχαν ενημερωθεί οι πολίτες με οποιονδήποτε πρόσφορο τρόπο

Όσο αφορά τη δυνατότητα εκκένωσης της περιοχής, ο πυροσβέστης εξήγησε πως «θα έπρεπε να είχαν ενημερωθεί οι πολίτες με οποιονδήποτε πρόσφορο τρόπο» και τόνισε πως «μέχρι το 2018 δεν ήταν ξεκάθαρο σε εμένα σαν πυραγός πώς δίνεται η διαδικασία εκκένωσης. Μετά έμαθα ότι υπάρχει συγκεκριμένος τρόπος για το πώς διαχέεται η πληροφορία και για το πώς γίνεται, δηλαδή πρώτα η εισήγηση από τον επικεφαλής του πεδίου και στη συνέχεια ενημερώνουν τα όργανα μέσω 112 ή ενεργούν». Πρόσθεσε δε ότι «εκείνη την ημέρα το φαινόμενο ήταν πολύ δυναμικό και έντονο.

Η οποιαδήποτε ενέργεια θα έπρεπε να γίνει άμεσα με σωστό σχεδιασμό, να γίνει από την αρχή έγκαιρα στην έναρξη της πυρκαγιάς με ακρίβεια. Όταν η φωτιά είχε πιάσει τη Μαραθώνος, δεν υπήρχε πια αυτή η επιλογή.. (..) Όταν η φωτιά πέρασε από το Λύρειο Ίδρυμα γύρω στις 17:00 ήταν κομβικής σημασίας να ενημερώσουν τους πολίτες. Υπήρχε αρκετός χρόνος για να φύγουν ακόμα και οι κάτοικοι του Νέου Βουτζά».

Ο μάρτυρας νωρίτερα περιέγραψε πως λόγω της γενικής επιφυλακής εκείνος την ώρα που η φωτιά κατέβαινε προς το Μάτι και το σπίτι του βρισκόταν στην υπηρεσία του στη Νέα Μάκρη. Κάλεσε τη σύζυγό του που ήταν στο σπίτι με το βρέφος και της είπε να φύγει.

«Εφησύχασα γιατί πίστευα ότι θα πάρει το παιδί και θα ήταν όλα καλά. Μετά έμαθα ότι δεν είχε ρεύμα και δεν μπορούσε να ανοίξει την γκαραζόπορτα, γι' αυτό υποθέτω έφυγε πεζή. Η παραλία ήταν η μοναδική έξοδος», είπε και στη συνέχεια εξήγησε πως δυο φορές επιχείρησε να μπει με το αυτοκίνητό του στο Μάτι σε μια προσπάθεια να βρει την οικογένειά του. Τα κατάφερε τη δεύτερη.

«Η Μαργαρίτα ήταν καθισμένη στην παραλία με τα μάτια κλειστά και βλέπω τον μπέμπη στα χέρια του ενός κυρίου που προσπαθούσε να δώσει πρώτες βοήθειες. Θεώρησα άμεσο να τους βάλω στο αυτοκίνητο για να τους πάω στο ΕΚΑΒ.

Στην προσπάθειά μου να βγούμε από το σημείο βλέπω ένα εθελοντικό όχημα και τους παρακάλεσα να βάλουν το παιδί μέσα να πάνε στο νοσοκομείο… Επειδή κατάλαβα ότι η Μαργαρίτα πονούσε, την άφησα να βρω το αυτοκίνητο, μέχρι να γυρίσω την είχε παραλάβει ασθενοφόρο. Ήταν η τελευταία φορά που την είδα. Πήγα στο Παίδων. Από τα πρόσωπά τους καταλάβαινα πως κάτι δεν πάει καλά. Με ενημέρωσαν ότι ο μικρός δεν τα κατάφερε. Μετά πήγα στον Ευαγγελισμό στη Μαργαρίτα. Επέστρεψα στο σπίτι πολύ αργότερα και ήταν σε ένα μεγάλο ποσοστό καμένο. Η Μαργαρίτα νοσηλεύθηκε για άλλες 11 ημέρες, 3 Αυγούστου δεν τα κατάφερε», ανέφερε ο πυροσβέστης. Η δίκη συνεχίζεται αύριο.