Την ώρα που οι επικεφαλής του ΥΠΕΝ και της ΕΥ∆ΑΠ έχουν ξεδιπλώσει ένα επενδυτικό πλάνο άνω των 7 δισ. ευρώ προκειµένου να µην πούµε το νερό νεράκι, ο Αρειος Πάγος µε εγκύκλιο της εισαγγελέως του ανώτατου δικαστηρίου, Γεωργίας Αδειλίνη, ζητά από τις εισαγγελικές Αρχές να προχωρούν στις αναγκαίες ποινικές διώξεις όταν διαπιστώνεται κάποια παρανοµία. Στην παρέµβασή της η ανώτατη εισαγγελική λειτουργός περιγράφει αξιόποινες πράξεις που συνδέονται µε παράνοµες γεωτρήσεις, αλλά και µε την ανεξέλεγκτη λήψη ύδατος από νόµιµες γεωτρήσεις. Ωστόσο, οι πρόσφατες εξαγγελίες του ΥΠΕΝ περί αυξήσεως στα τιµολόγια νερού µε κλιµακωτές χρεώσεις φαίνεται να έχουν προκαλέσει έντονες συζητήσεις.


«Το πρόβληµα της λειψυδρίας δεν είναι θέµα διοικητικής µεταρρύθµισης»

Ο δήµαρχος Ρεθύµνου και πρόεδρος της Ενωσης ∆ηµοτικών Επιχειρήσεων Υδρευσης - Αποχέτευσης, Γιώργος Μαρινάκης, αναφέρει στα «Π»: «Το πρόβληµα της λειψυδρίας δεν είναι θέµα διοικητικής µεταρρύθµισης. Πρέπει να ακτινογραφήσουµε το πρόβληµα κατά περιοχές, καθώς αλλού είναι θέµα έλλειψης φυσικού πόρου και αλλού είναι θέµα κακής διαχείρισης. Το πόσιµο νερό αποτελεί το 12% µε 13% του συνολικού πόρου και το µεγάλο θέµα είναι το αρδευτικό, το οποίο ανέρχεται σε 85% και το αφήνουµε εκτός οποιασδήποτε εποπτείας και ρύθµισης. Εκτιµώ ότι η ρυθµιστική Αρχή -παρά τις αντιρρήσεις µας, η κυβέρνηση την επέβαλε- είναι η µόνη αρµόδια για να δώσει µια συγκροτηµένη πρόταση. Οµως, εδώ απουσιάζουν όλα τα στοιχεία της µεταρρύθµισης. Απουσιάζει το επιχειρησιακό σχέδιο, η µελέτη διαπίστωσης των προβληµάτων. Προσπαθούν ευκαιριακά, µε διάφορες αποσπασµατικές πληροφορίες, να συγκροτήσουν αιτιολογίες για τις όποιες ενέργειες κάνουν». «Αυτό είναι λάθος, καθώς χρειάζεται επιχειρησιακή µελέτη, πόρους και ανθρώπους. Ολα αυτά δεν τα βλέπουµε. Από τη στιγµή που λέµε ότι βρισκόµαστε σε ένα κράτος το οποίο διαβουλεύεται τους νόµους του, καλό είναι να µας δώσουν ένα κείµενο, στο οποίο θα απαντήσουµε για τα ζητήµατα στα οποία είτε συµφωνούµε είτε διαφωνούµε», συµπληρώνει ο κ. Μαρινάκης. «Είναι αδιανόητο να έχει ψηφιστεί ένας νόµος και να παροπλίζεται η ανεξάρτητη Αρχή, τα µέλη της οποίας έχουν περιοδεύσει σε όλη την Ελλάδα και γνωρίζουν τα ζητήµατα και είναι σε θέση να εισηγηθούν και να τεκµηριώσουν τι µπορεί να γίνει. Τότε θα δουν και το υπουργείο και οι πάροχοι του νερού πού συµφωνούν και πού διαφωνούν. Αυτό που έχουµε καταλάβει είναι ότι προσπαθεί να νοµοθετήσει η ΕΥ∆ΑΠ, και µάλιστα προτείνει λύσεις που είναι αντισυνταγµατικές. Πώς γίνεται µια εταιρεία του Χρηµατιστηρίου να διαχειριστεί δηµόσια υπόθεση, όπως είναι το νερό, που ανήκει είτε ως εγκατάσταση είτε ως λειτουργία στους δήµους ή στις ∆ΕΥΑ, χωρίς τη συναίνεση των ∆ΕΥΑ ή των δήµων;», αναρωτιέται.

Το πόσιµο νερό αποτελεί το 12% µε 13% του συνολικού πόρου και το µεγάλο θέµα είναι το αρδευτικό

«Το αρδεύσιµο νερό στην Ελλάδα είναι εκτός ελέγχου και εποπτείας»

«Τα προβλήµατα µε τη λειψυδρία υπάρχουν, αλλά τα διαχειριζόµαστε µε όποια σύνεση µπορούµε. Εκείνο που θέλω να πω είναι ότι, πέρα από τα µέτρα, τις υποδοµές και τις ρυθµίσεις, πρέπει οι συµπολίτες µας να κατανοήσουν ότι το πρόβληµα υπάρχει και θα οξύνεται µέρα µε τη µέρα. Ενα µεγάλο ζήτηµα οφείλεται στην κακή µας νοοτροπία. Υπάρχει µεγάλη κατανάλωση στην άρδευση, κάτι το οποίο δεν είναι θέµα φυσικού πόρου τον οποίο εξαντλούµε. Το χειρότερο είναι ότι µε την υπεράρδευση εξασθενίζουµε τα εδάφη µας και µεταφέρουµε τα νιτρικά και τα φυτοφάρµακα στο υπέδαφος και στον υδροφόρο ορίζοντα. Αρα κάνουµε και το υπάρχον νερό ακατάλληλο. ∆εν ασχολούµαστε µε την ουσία του προβλήµατος και µου θυµίζει αυτό που έλεγαν παλαιότερα στα χωριά της Κρήτης. ∆ηλαδή ότι ''χτυπάµε το σαµάρι, αλλά δεν µπορούµε να χτυπήσουµε τον γαϊδουράκο''», τονίζει. «Το πρόβληµα είναι ότι αυτήν τη στιγµή το αρδεύσιµο νερό στην Ελλάδα είναι εκτός ελέγχου και εποπτείας. Χρειάζεται καθοδήγηση των πολιτών, επιχειρησιακό σχέδιο και έργα. Εκτιµώ ότι χωρίς να δαπανήσουµε ούτε ένα ευρώ, µόνο µε µία ρύθµιση, θα µπορούσαµε να εξασφαλίσουµε υπερδιπλάσιο πόσιµο νερό», καταλήγει ο δήµαρχος Ρεθύµνου.


«Η διαχείριση του αγροτικού νερού στη χώρα µας αποτελεί µεγάλη πληγή»

Εντωµεταξύ, η λειψυδρία έχει προκαλέσει προβλήµατα και στον αγροτικό τοµέα. Οπως εξηγεί η υδρολόγος δρ Ελισάβετ Φελώνη: «Εχουν προκληθεί σηµαντικές µειώσεις στην παραγωγή. Στη Νάξο, η παραγωγή της πατάτας, ενός προϊόντος µε Προστατευόµενη Ονοµασία Προέλευσης (ΠΟΠ), µειώθηκε δραµατικά, από 6.000 τόνους το 2022 σε µόλις 1.800 τόνους φέτος. Αυτή η κατακόρυφη πτώση αποδίδεται κυρίως στην παρατεταµένη ανοµβρία, την έλλειψη επαρκών υδροδοτικών υποδοµών και την καθυστέρηση της περάτωσης έργων που στηρίζουν τον τοµέα, όπως το παράδειγµα του φράγµατος Τζικαλαρίου».

«Στη Θεσσαλία, οι παραγωγοί αναγκάστηκαν να µειώσουν την άρδευση, µε αποτέλεσµα σηµαντική µείωση της παραγωγής σε καλαµπόκι, βαµβάκι και βιοµηχανική ντοµάτα. Ειδικά στην Κρήτη, η κατάσταση είναι εξαιρετικά ανησυχητική, καθώς αποτελεί µια από τις πλέον ευάλωτες κλιµατικά περιοχές µε βάση τα διαθέσιµα σενάρια για το µέλλον. Τα περιορισµένα αποθέµατα των επιφανειακών ταµιευτήρων από την αρχή του καλοκαιριού και τα αυξηµένα επίπεδα άντλησης υπόγειων υδάτων έχουν οδηγήσει σε προβλήµατα εξάντλησης και βλάβες σε εξοπλισµούς άντλησης, µε εµφανείς τις αρνητικές επιπτώσεις για τη φετινή αγροτική παραγωγή. Η κατάσταση είναι εξίσου κρίσιµη και στη Βόρεια Ελλάδα, µε την περιοχή του Κάτω Νευροκοπίου να βλέπει τη συνολική έκταση καλλιέργειας πατάτας να µειώνεται κατά 25% λόγω της έλλειψης νερού. Τα αποθέµατα στο φράγµα των Λευκογείων είναι στο 1/4 σε σχέση µε άλλες χρονιές και, λόγω των υδροκλιµατικών συνθηκών, επηρεάζεται και η ποιότητα των αγαθών. Οι ακραίες συνθήκες της φετινής χρονιάς επηρέασαν και την παραγωγή σύκων Καλαµάτας, καθώς οι αγρότες της Μεσσηνίας κάνουν λόγο για µείωση της παραγωγής κατά 70%-80% σε σχέση µε προηγούµενα έτη. Η ξηρασία έχει επηρεάσει και άλλες περιοχές της χώρας, οδηγώντας σε µειωµένη απόδοση των καλλιεργειών και αύξηση των τιµών των προϊόντων», υποστηρίζει ακόµα.

Και η κ. Φελώνη καταλήγει: «Η διαχείριση του αγροτικού νερού στη χώρα µας αποτελεί µεγάλη πληγή. Η φετινή λειψυδρία αναδεικνύει τη συστηµατική καθυστέρηση στην υιοθέτηση βέλτιστων διεθνών πρακτικών, όπως οι νέες µέθοδοι άρδευσης και οι τεχνολογίες έξυπνης γεωργίας, καθώς και στην εκτενή αξιοποίηση του ανακυκλωµένου νερού για την άρδευση καλλιεργειών. Απαιτούνται άµεσες και συντονισµένες δράσεις για να διασφαλιστεί η βιωσιµότητα του αγροτικού τοµέα και να προστατευτεί η παραγωγική δυναµική της χώρας µας».

Πέτρος Βαρελίδης: Προς µια ολιστική προσέγγιση στη διαχείριση των υδάτων

Πρέπει να αντιµετωπίσουµε τα χρόνια προβλήµατα στη διαχείριση του νερού, λαµβάνοντας υπόψη την άνιση χωρική και εποχική κατανοµή του κυρίως στα νησιά του Ν. Αιγαίου, στη Θεσσαλία, στην Ανατολική Πελοπόννησο και σε υπολεκάνες περιοχών της χώρας, όπως της Ανατολικής Κρήτης. Ταυτόχρονα, πρέπει να συνυπολογίσουµε τον αστάθµητο παράγοντα της κλιµατικής αλλαγής και να προετοιµαστούµε για ένα δυσµενές σενάριο, που θα περιλαµβάνει µεγαλύτερες περιόδους ξηρασίας, λιγότερα χιόνια τον χειµώνα και πιο δυνατές, ξαφνικές καταιγίδες. Σήµερα, το 85% του νερού χρησιµοποιείται για άρδευση, συχνά από τα ίδια επιφανειακά υδατικά σώµατα ή από διαφορετικές µεν γεωτρήσεις, αλλά από κοινούς υπόγειους υδροφορείς. Πολλοί, δε, πάροχοι υπηρεσιών ύδρευσης παρέχουν και νερό άρδευσης µέσα από το ίδιο δίκτυο. Υπάρχει, εποµένως, ανάγκη συνολικής αντιµετώπισης ύδρευσης και άρδευσης, αλλά και των πληµµυρικών συµβάντων.

Πρόσθετη σηµαντική δυσκολία στη χάραξη πολιτικής συνιστά η έλλειψη επαρκών αξιόπιστων ποσοτικών και ποιοτικών, καθώς και οικονοµικών δεδοµένων από τους παρόχους. Μεταξύ άλλων, δεν υπάρχει συστηµατική παρακολούθηση της συνολικής κατανάλωσης, ούτε και της συνολικής υδροληψίας. Εποµένως, οι απώλειες είναι άγνωστες και υπάρχουν υψηλά ποσοστά µη τιµολογούµενου νερού (σε αρκετές περιπτώσεις πάνω από 60%).

Πρέπει να βελτιώσουµε τον τρόπο διακυβέρνησης του νερού, που σήµερα είναι εξαιρετικά κατακερµατισµένη

Λόγω του επείγοντος χαρακτήρα του προβλήµατος, πέρα από τα βραχυπρόθεσµα και µεσοπρόθεσµα έργα που δροµολογούνται στις περιοχές που παρουσιάζουν τη µεγαλύτερη λειψυδρία (ανισορροπία διαθέσιµων υδάτων και ζήτησης), µεταξύ των οποίων και τα έργα που ανακοίνωσε η ΕΥ∆ΑΠ, θα πρέπει να µεριµνήσουµε για τη βέλτιστη αξιοποίηση των υφιστάµενων υποδοµών.

Για τον σκοπό αυτό πρέπει να βελτιώσουµε τον τρόπο διακυβέρνησης του νερού, που σήµερα είναι εξαιρετικά κατακερµατισµένη.

Αναφορικά µε την άρδευση, όπου δραστηριοποιούνται εκατοντάδες πάροχοι (κυρίως ΤΟΕΒ), συστήσαµε «πιλοτικά» τον Ο∆ΥΘ, εντάσσοντας και τους 55 ΤΟΕΒ της Θεσσαλίας, προκειµένου να διασφαλιστεί µια ενιαία ορθολογική διαχείριση του αρδευτικού νερού και η σωστή συντήρηση και λειτουργία του αρδευτικού δικτύου.

Αναφορικά µε την ύδρευση, όπου έχουµε υπερβολικά πολλούς παρόχους, πάνω από 280, αρκετοί από τους οποίους δυσκολεύονται λόγω µεγέθους να ανταποκριθούν στις υποχρεώσεις τους σε ό,τι αφορά τόσο την ποσότητα όσο και την ποιότητα του πόσιµου νερού, προχωράµε στην κατάθεση νοµοσχεδίου για τη συνένωση των ∆ΕΥΑ και των δηµοτικών υπηρεσιών ύδρευσης της ηπειρωτικής χώρας σε επίπεδο νοµού, επεκτείνουµε την αρµοδιότητα της ΕΥ∆ΑΠ και της ΕΥΑΘ στους γειτονικούς νοµούς και αναθέτουµε στην ΕΥ∆ΑΠ Νήσων να επικουρεί τα νησιά που χρειάζονται υποστήριξη για την υλοποίηση των αναγκαίων έργων και τη βελτίωση της εισπραξιµότητας.

*Γενικός Γραμματέας Φυσικού Περιβάλλοντος και Υδάτων

*Δημοσιεύθηκε στα «Παραπολιτικά»