"Περί -υπό κατάργηση- ιδιόγραφης διαθήκης...", άρθρο της Χρυσαυγής Ατσιδάκου
Τα τέσσερα θετικά
Τρία είναι τα είδη διαθηκών που προβλέπονται στην Ελλάδα μέχρι και αυτή τη στιγμή: η δημόσια, η μυστική και η ιδιόγραφη διαθήκη
Τις τελευταίες ημέρες και αμέσως μετά τις κυβερνητικές ανακοινώσεις για τις επικείμενες αλλαγές στο κληρονομικό δίκαιο, για πρώτη φορά μετά από σχεδόν 80 χρόνια, έντονο είναι το ενδιαφέρον των πολιτών, για το τι μέλλει γενέσθαι σε σχέση με τις – ιδιαιτέρως αγαπητές μέχρι σήμερα στην πράξη- ιδιόγραφες διαθήκες.
Και εμείς με τη σειρά μας, οι υπηρετούντες καθημερινά μεταξύ άλλων και την εφαρμογή του κληρονομικού δικαίου, αναμένουμε με συγκεκριμένες καθένας προσδοκίες και σκέψεις, την περεταίρω εξειδίκευση των επικείμενων αλλαγών και προσαρμογή τους στις ανάγκες της κοινωνίας, ενώ παράλληλα θέτουμε εαυτούς στη διάθεση της πολιτείας, ώστε να συνδράμουμε έμπρακτα προς αυτή την κατεύθυνση, αξιοποιώντας την σχετική εμπειρία και διαρκή τριβή μας με τα εν λόγω ζητήματα.
Ας πάρουμε τα πράγματα με τη σειρά όμως.
Ας δούμε πρώτα τι ισχύει σε γενικές γραμμές μέχρι και σήμερα για τις τακτικές διαθήκες στη χώρα μας σύμφωνα με τον Αστικό Κώδικά ως προς τα είδη και τη μορφή τους (υπάρχουν και οι έκτακτες διαθήκες να θυμίσουμε, όπως π.χ. αυτή σε πλοίο)
Τρία είναι τα είδη διαθηκών που προβλέπονται στην Ελλάδα μέχρι και αυτή τη στιγμή: η δημόσια, η μυστική και η ιδιόγραφη διαθήκη.
Με τη δημόσια διαθήκη ο διαθέτης δηλώνει προφορικά ενώπιον του συμβολαιογράφου και μαρτύρων ποια είναι η τελευταία βούλησή του, λέει δηλαδή με δικά του λόγια τι θέλει να περιέχει η διαθήκη του και ο συμβολαιογράφος τη συντάσσει. Στη συνέχεια υπογράφεται από τον ίδιο τον διαθέτη, τον συμβολαιογράφο και τους μάρτυρες οι οποίοι υποχρεωτικά είναι παρόντες σε όλη τη διαδικασία και ορκίζονται να τηρήσουν μυστικούς τους όρους της διαθήκης. Η δημόσια διαθήκη φυλάσσεται στο αρχείο του συμβολαιογράφου μέχρι το θάνατο του διαθέτη.
Στη μυστική διαθήκη, όχι τόσο γνωστή και συχνή στην πράξη, ο διαθέτης εγχειρίζει στον συμβολαιογράφο το έγγραφο της διαθήκης δηλώνοντας προφορικά ότι αυτό είναι η διαθήκη του, παρουσία μαρτύρων και παράλληλα συντάσσεται συμβολαιογραφική πράξη εγχείρισης εγγράφου, η οποία επίσης φυλάσσεται στα συμβολαιογραφικά αρχεία μέχρι το θάνατο του διαθέτη.
Η ιδιόγραφη διαθήκη, τέλος, γράφεται εξ’ ολοκλήρου και υπογράφεται από τον ίδιο τον διαθέτη και είτε κατατίθεται σε συμβολαιογράφο, ο οποίος συντάσσει πράξη κατάθεσης ιδιόγραφης διαθήκης, είτε την κρατά ο διαθέτης σπίτι του ή όπου αλλού επιθυμεί και τη βρίσκουν οι κληρονόμοι του μετά το θάνατό του.
Κάθε διαθήκη, οποιαδήποτε μορφή και αν έχει, μετά το θάνατο του διαθέτη πρέπει να δημοσιευθεί από το αρμόδιο πρωτοδικείο πλέον - και όχι ειρηνοδικείο, μετά τις αλλαγές στον δικαστικό χάρτη-, προκειμένου οι κληρονόμοι του να μπορέσουν να προχωρήσουν στην λεγόμενη αποδοχή της επαχθείσας εκ διαθήκης σε αυτούς περιουσίας - κληρονομιάς. Πολλά ακόμη μπορούμε να αναφέρουμε για τα χαρακτηριστικά των διαθηκών, όμως σκοπός του παρόντος είναι η προσπάθεια κατανόησης της σκοπούμενης κατάργησης της ιδιόγραφης διαθήκης, η οποία τα τελευταία χρόνια είναι ιδιαίτερα διαδεδομένη στην πράξη, λόγω του ότι είναι ανέξοδη σε σχέση με τις άλλες μορφές και του ότι δεν απαιτεί ιδιαίτερο τύπο. Πχ κάθομαι στο σαλόνι του σπιτιού μου, γράφω σε μία κόλλα χαρτί με λίγα και δικά μου λόγια το τι θέλω να γίνει με την περιουσία μου μετά τον θάνατό μου και αφού ολοκληρώσω την βάζω σε ένα φάκελο και την παραδίδω στα παιδιά μου.
Ας δούμε στη συνέχεια τι εκτιμώ ότι επιχειρείται να κερδηθεί με την κατάργηση των ιδιογράφων διαθηκών. Ένας αστερίσκος εδώ είναι, ότι δεν γνωρίζουμε ακόμα αν καταργείται και η ιδιόγραφη που κατατίθεται σε συμβολαιογράφο.
Στα θετικά του να συντάσσεται η διαθήκη μόνο ενώπιον συμβολαιογράφου διαπιστώνουμε τα εξής:
1) ότι θα ελέγχεται πλέον πάντοτε η δικαιοπρακτική ικανότητα του διαθέτη από τον άμισθο δημόσιο λειτουργό, δλδ τον συμβολαιογράφο επιφορτισμένο δια νόμου με αυτή την υποχρέωση. Και πολύ σωστά, όταν σε κάθε δικαιοπραξία η δικαιοπρακτική ικανότητα αποτελεί sine qua non, δεν μπορεί μια τόσο σημαντική δικαιοπραξία όπως αυτή της διατύπωσης της τελευταίας βούλησης να αφήνεται στην τύχη ως προς το αν ο διαθέτης είχε «σώας τας φρένας» όταν την έγραφε …
2) ότι δεν θα υπάρχει αμφιβολία ότι το περιεχόμενο της διαθήκης είναι και η πραγματική τελευταία επιθυμία του εκάστοτε διαθέτη. Δεν είναι λίγες οι φορές που γεννώνται αμφιβολίες για το αν μια ιδιόγραφη διαθήκη όντως γράφτηκε από το πρόσωπο που φέρεται να την υπογράφει ή για το αν το πρόσωπο αυτό όταν την έγραφε βρισκόταν υπό καθεστώς πλάνης, απάτης ή απειλής. Συνέπεια των ανωτέρω, δικαστήρια επί δικαστηρίων και αμφίβολο το αν τελικά θα λάμψει η αλήθεια και το δίκαιο.
3) ότι το έγγραφο της διαθήκης στο αρχείο του συμβολαιογράφου είναι ασφαλές και επίσης μπορεί να βρεθεί από τους κληρονόμους ακόμα και αν ο διαθέτης δεν είπε ποτέ και σε κανέναν για αυτό. Δεν είναι λίγες οι φορές που ιδιόγραφες διαθήκες χάνονται στα σπίτια, που οι διαθέτες ξεχνούν πού τις έβαλαν ή ακόμα και το ότι τις έγραψαν. Όταν το έγγραφο κατατεθεί, δεν χάνεται και οι τιμώμενοι μπορούν, είτε ερχόμενοι σε επαφή με τον συμβολαιογράφο που εμπιστευόταν ο διαθέτης, είτε απευθυνόμενοι στον Συμβολαιογραφικό Σύλλογο της κατοικίας του διαθέτη, να αναζητήσουν και να βρουν τη διαθήκη αν αυτή τελικά έχει συνταχθεί και κατατεθεί.
4) ότι όταν η σύνταξη της διαθήκης γίνεται ενώπιον συμβολαιογράφου, τότε προλαβαίνει ο τελευταίος όρους ανίσχυρους ή που αντικείμενους στο δίκαιό μας. Προλαβαίνει ακόμα ασάφειες και συντακτικά λάθη που πιθανόν να οδηγήσουν μετά τη δημοσίευση της, σε ανάγκη ερμηνείας της μέσω της δικαστικής οδού ή ακόμα χειρότερα σε κατανομή της περιουσίας με τρόπο που τελικά δεν ανταποκρίνεται στην πραγματική βούληση του προσώπου.
Στο επιχείρημα ότι η ιδιόγραφη διαθήκη είναι για κάποιους ανθρώπους η μόνη επιλογή, επειδή δεν μπορούν να μετακινηθούν και να φθάσουν σε ένα συμβολαιογραφικό γραφείο λόγω π.χ. σωματικής αδυναμίας, η απάντηση είναι ότι ο συμβολαιογράφος λογικά θα έχει και στο μέλλον – όπως έχει μέχρι και σήμερα - τη δυνατότητα να μεταβεί εκτός γραφείου είτε σε οικία, είτε σε νοσοκομείο, είτε σε οίκο ευγηρίας, όπου θα συναντήσει το ενδιαφερόμενο πρόσωπο ώστε να διατυπωθεί ενώπιόν του και να διαφυλαχθεί η τελευταία του βούληση.
Το μεγαλύτερο διακύβευμα, όταν εμπεδωμένες δικαιακές σταθερές, όπως το κληρονομικό δίκαιο, αναμορφώνονται και - καλώς - προσαρμόζονται στις επιταγές του σήμερα, είναι το νόμιμο, το ηθικό, αλλά και το κοινωνικά αποδεκτό, σε σχέση με την ελεύθερη βούληση του ανθρώπου από τη μία πλευρά και τους δεσμούς αίματος από την άλλη.
Και εμείς με τη σειρά μας, οι υπηρετούντες καθημερινά μεταξύ άλλων και την εφαρμογή του κληρονομικού δικαίου, αναμένουμε με συγκεκριμένες καθένας προσδοκίες και σκέψεις, την περεταίρω εξειδίκευση των επικείμενων αλλαγών και προσαρμογή τους στις ανάγκες της κοινωνίας, ενώ παράλληλα θέτουμε εαυτούς στη διάθεση της πολιτείας, ώστε να συνδράμουμε έμπρακτα προς αυτή την κατεύθυνση, αξιοποιώντας την σχετική εμπειρία και διαρκή τριβή μας με τα εν λόγω ζητήματα.
Ας πάρουμε τα πράγματα με τη σειρά όμως.
Ας δούμε πρώτα τι ισχύει σε γενικές γραμμές μέχρι και σήμερα για τις τακτικές διαθήκες στη χώρα μας σύμφωνα με τον Αστικό Κώδικά ως προς τα είδη και τη μορφή τους (υπάρχουν και οι έκτακτες διαθήκες να θυμίσουμε, όπως π.χ. αυτή σε πλοίο)
Τρία είναι τα είδη διαθηκών που προβλέπονται στην Ελλάδα μέχρι και αυτή τη στιγμή: η δημόσια, η μυστική και η ιδιόγραφη διαθήκη.
Με τη δημόσια διαθήκη ο διαθέτης δηλώνει προφορικά ενώπιον του συμβολαιογράφου και μαρτύρων ποια είναι η τελευταία βούλησή του, λέει δηλαδή με δικά του λόγια τι θέλει να περιέχει η διαθήκη του και ο συμβολαιογράφος τη συντάσσει. Στη συνέχεια υπογράφεται από τον ίδιο τον διαθέτη, τον συμβολαιογράφο και τους μάρτυρες οι οποίοι υποχρεωτικά είναι παρόντες σε όλη τη διαδικασία και ορκίζονται να τηρήσουν μυστικούς τους όρους της διαθήκης. Η δημόσια διαθήκη φυλάσσεται στο αρχείο του συμβολαιογράφου μέχρι το θάνατο του διαθέτη.
Στη μυστική διαθήκη, όχι τόσο γνωστή και συχνή στην πράξη, ο διαθέτης εγχειρίζει στον συμβολαιογράφο το έγγραφο της διαθήκης δηλώνοντας προφορικά ότι αυτό είναι η διαθήκη του, παρουσία μαρτύρων και παράλληλα συντάσσεται συμβολαιογραφική πράξη εγχείρισης εγγράφου, η οποία επίσης φυλάσσεται στα συμβολαιογραφικά αρχεία μέχρι το θάνατο του διαθέτη.
Η ιδιόγραφη διαθήκη, τέλος, γράφεται εξ’ ολοκλήρου και υπογράφεται από τον ίδιο τον διαθέτη και είτε κατατίθεται σε συμβολαιογράφο, ο οποίος συντάσσει πράξη κατάθεσης ιδιόγραφης διαθήκης, είτε την κρατά ο διαθέτης σπίτι του ή όπου αλλού επιθυμεί και τη βρίσκουν οι κληρονόμοι του μετά το θάνατό του.
Κάθε διαθήκη, οποιαδήποτε μορφή και αν έχει, μετά το θάνατο του διαθέτη πρέπει να δημοσιευθεί από το αρμόδιο πρωτοδικείο πλέον - και όχι ειρηνοδικείο, μετά τις αλλαγές στον δικαστικό χάρτη-, προκειμένου οι κληρονόμοι του να μπορέσουν να προχωρήσουν στην λεγόμενη αποδοχή της επαχθείσας εκ διαθήκης σε αυτούς περιουσίας - κληρονομιάς. Πολλά ακόμη μπορούμε να αναφέρουμε για τα χαρακτηριστικά των διαθηκών, όμως σκοπός του παρόντος είναι η προσπάθεια κατανόησης της σκοπούμενης κατάργησης της ιδιόγραφης διαθήκης, η οποία τα τελευταία χρόνια είναι ιδιαίτερα διαδεδομένη στην πράξη, λόγω του ότι είναι ανέξοδη σε σχέση με τις άλλες μορφές και του ότι δεν απαιτεί ιδιαίτερο τύπο. Πχ κάθομαι στο σαλόνι του σπιτιού μου, γράφω σε μία κόλλα χαρτί με λίγα και δικά μου λόγια το τι θέλω να γίνει με την περιουσία μου μετά τον θάνατό μου και αφού ολοκληρώσω την βάζω σε ένα φάκελο και την παραδίδω στα παιδιά μου.
Ας δούμε στη συνέχεια τι εκτιμώ ότι επιχειρείται να κερδηθεί με την κατάργηση των ιδιογράφων διαθηκών. Ένας αστερίσκος εδώ είναι, ότι δεν γνωρίζουμε ακόμα αν καταργείται και η ιδιόγραφη που κατατίθεται σε συμβολαιογράφο.
Στα θετικά του να συντάσσεται η διαθήκη μόνο ενώπιον συμβολαιογράφου διαπιστώνουμε τα εξής:
1) ότι θα ελέγχεται πλέον πάντοτε η δικαιοπρακτική ικανότητα του διαθέτη από τον άμισθο δημόσιο λειτουργό, δλδ τον συμβολαιογράφο επιφορτισμένο δια νόμου με αυτή την υποχρέωση. Και πολύ σωστά, όταν σε κάθε δικαιοπραξία η δικαιοπρακτική ικανότητα αποτελεί sine qua non, δεν μπορεί μια τόσο σημαντική δικαιοπραξία όπως αυτή της διατύπωσης της τελευταίας βούλησης να αφήνεται στην τύχη ως προς το αν ο διαθέτης είχε «σώας τας φρένας» όταν την έγραφε …
2) ότι δεν θα υπάρχει αμφιβολία ότι το περιεχόμενο της διαθήκης είναι και η πραγματική τελευταία επιθυμία του εκάστοτε διαθέτη. Δεν είναι λίγες οι φορές που γεννώνται αμφιβολίες για το αν μια ιδιόγραφη διαθήκη όντως γράφτηκε από το πρόσωπο που φέρεται να την υπογράφει ή για το αν το πρόσωπο αυτό όταν την έγραφε βρισκόταν υπό καθεστώς πλάνης, απάτης ή απειλής. Συνέπεια των ανωτέρω, δικαστήρια επί δικαστηρίων και αμφίβολο το αν τελικά θα λάμψει η αλήθεια και το δίκαιο.
3) ότι το έγγραφο της διαθήκης στο αρχείο του συμβολαιογράφου είναι ασφαλές και επίσης μπορεί να βρεθεί από τους κληρονόμους ακόμα και αν ο διαθέτης δεν είπε ποτέ και σε κανέναν για αυτό. Δεν είναι λίγες οι φορές που ιδιόγραφες διαθήκες χάνονται στα σπίτια, που οι διαθέτες ξεχνούν πού τις έβαλαν ή ακόμα και το ότι τις έγραψαν. Όταν το έγγραφο κατατεθεί, δεν χάνεται και οι τιμώμενοι μπορούν, είτε ερχόμενοι σε επαφή με τον συμβολαιογράφο που εμπιστευόταν ο διαθέτης, είτε απευθυνόμενοι στον Συμβολαιογραφικό Σύλλογο της κατοικίας του διαθέτη, να αναζητήσουν και να βρουν τη διαθήκη αν αυτή τελικά έχει συνταχθεί και κατατεθεί.
4) ότι όταν η σύνταξη της διαθήκης γίνεται ενώπιον συμβολαιογράφου, τότε προλαβαίνει ο τελευταίος όρους ανίσχυρους ή που αντικείμενους στο δίκαιό μας. Προλαβαίνει ακόμα ασάφειες και συντακτικά λάθη που πιθανόν να οδηγήσουν μετά τη δημοσίευση της, σε ανάγκη ερμηνείας της μέσω της δικαστικής οδού ή ακόμα χειρότερα σε κατανομή της περιουσίας με τρόπο που τελικά δεν ανταποκρίνεται στην πραγματική βούληση του προσώπου.
Στο επιχείρημα ότι η ιδιόγραφη διαθήκη είναι για κάποιους ανθρώπους η μόνη επιλογή, επειδή δεν μπορούν να μετακινηθούν και να φθάσουν σε ένα συμβολαιογραφικό γραφείο λόγω π.χ. σωματικής αδυναμίας, η απάντηση είναι ότι ο συμβολαιογράφος λογικά θα έχει και στο μέλλον – όπως έχει μέχρι και σήμερα - τη δυνατότητα να μεταβεί εκτός γραφείου είτε σε οικία, είτε σε νοσοκομείο, είτε σε οίκο ευγηρίας, όπου θα συναντήσει το ενδιαφερόμενο πρόσωπο ώστε να διατυπωθεί ενώπιόν του και να διαφυλαχθεί η τελευταία του βούληση.
Το μεγαλύτερο διακύβευμα, όταν εμπεδωμένες δικαιακές σταθερές, όπως το κληρονομικό δίκαιο, αναμορφώνονται και - καλώς - προσαρμόζονται στις επιταγές του σήμερα, είναι το νόμιμο, το ηθικό, αλλά και το κοινωνικά αποδεκτό, σε σχέση με την ελεύθερη βούληση του ανθρώπου από τη μία πλευρά και τους δεσμούς αίματος από την άλλη.