Έμφυλη βία. Μια θλιβερή πραγματικότητα, που μας βρίσκει καθημερινά. Τα στοιχεία είναι αμείλικτα. Η έμφυλη βία δεν κάνει διακρίσεις. Αφορά όλες τις κοινωνικές ομάδες, όλες τις τάξεις, όλες τις σχέσεις. Υπάρχει, όμως, και μια αθέατη πλευρά. Τα θύματα έμφυλης βίας με αναπηρία. Πίσω από τα στερεότυπα και την «αορατότητα», τα θύματα γυναίκες με αναπηρία βιώνουν ένα είδος βίας που συνδυάζει τον σεξισμό με τον μισαναπηρισμό.

Οι γυναίκες με αναπηρία αντιμετωπίζουν διπλάσιο κίνδυνο ενδοοικογενειακής βίας από ό,τι οι γυναίκες χωρίς αναπηρία ή οι άνδρες με αναπηρία, ενώ, σύμφωνα με τα ευρήματα έκθεσης του Ταμείου των Ηνωμένων Εθνών για τον Πληθυσμό (UNFPA), έχουν έως και 10 φορές μεγαλύτερες πιθανότητες να βιώσουν σεξουαλική βία, λέει στα «ΠΑΡΑΠΟΛΙΤΙΚΑ» η Νατάσα Κεφαλληνού, υπεύθυνη επικοινωνίας του Κέντρου «Διοτίμα», μη κερδοσκοπικής οργάνωσης που παρέχει δωρεάν εξειδικευμένες υπηρεσίες νομικής βοήθειας και δικαστικής εκπροσώπησης σε επιζώσες έμφυλης βίας.



"Αόρατα" θύματα της έμφυλης βίας οι γυναίκες με αναπηρία: Διπλάσιος ο κίνδυνος που αντιμετωπίζουν

Τα είδη έμφυλης βίας που βιώνουν οι γυναίκες με αναπηρία, φυσικά, δεν διαφέρουν από αυτά που βιώνουν οι γυναίκες χωρίς αναπηρία, μας εξηγεί, ωστόσο στις περιπτώσεις ανάπηρων γυναικών υπάρχουν και μι σαναπηρικές προεκτάσεις και μορφές: από τη συναισθηματική υποβάθμιση που συνδέ εται με την αναπηρία ή την εσκεμμένη παραμέληση μέχρι την άρνηση πρόσβασης σε βοηθήματα προσβασιμότητας και επικοινωνίας και τη στέρηση φαρμακευτικής αγωγής ή επιδομάτων και άλλων οικονομικών βοηθημάτων που μπορεί να λαμβάνει μια ανάπηρη γυναίκα. Οι δε κακοποιητές τους, σημειώνει η κ. Κεφαλληνού, έχουν συχνά και ρόλο φροντιστή. Και αυτό έχει ως αποτέλεσμα την αυξημένη εξάρτησή τους από τον κακοποιητή/φροντιστή και τη μεγαλύτερη παραμονή τους στο πλαίσιο της κακοποίησης.

Η ευαλωτότητα των γυναικών με αναπηρία, τα κοινωνικά εμπόδια και οι προκλήσεις που αντιμετωπίζουν στην καθημερινότητά τους καθιστούν την αναζήτηση βοήθειας έναν «Γολγοθά». «Αυτό που καταγράφουμε από την εμπειρία μας στο Κέντρο “Διοτίμα” είναι ότι οι γυναίκες με αναπηρία συστηματικά συναντούν δυσκολίες πρόσβασης στις διαθέσιμες δομές υποστήριξης: έλλειψη διερμηνέων νοηματικής γλώσσας ή/ και προσωπικού εκπαιδευμένου σε θέμα τα προσανατολισμού και κινητικότητας, μη εξειδικευμένο προσωπικό των δομών σε θέματα αναπηρίας και έμφυλης βίας, έλλειψη προσβάσιμων χώρων και προσβάσιμης ενημέρωσης», μας λέει η Νατάσα Κεφαλληνού. Ωστόσο, οι δυσκολίες πρόσβασης διαπλέκονται και με μια σειρά από στερεότυπα και προκαταλήψεις για τις γυναίκες με αναπηρία. «Η κοινωνική κατασκευή των ανάπη ρων γυναικών ως υποδεέστερων, αβοήθητων, αδύναμων, παθητικών είναι ξεκάθαρη», τονίζει η κ. Κεφαλληνού. Είναι χαρακτηριστικό ότι το 29% των ερωτηθέντων ατόμων στην πανελλαδική έρευνα «Εμφυλη βία και γυναίκες με κινητική ή αισθητηριακή αναπηρία», που υλοποίησε η ΔΕΗ σε συνεργασία με το Κέντρο «Διοτίμα» και την εταιρεία ερευνών FocusBari, πιστεύει ότι οι ανάπηρες γυναίκες δεν μπορούν να υπερασπιστούν τον εαυτό τους και το 10% ότι δεν μπορούν να συνειδητοποιήσουν ότι κακοποιούνται. «Τα στερεότυπα αυτά και ο οίκτος που ανα παράγουν ακόμα και επαγγελματίες λειτουργούν σε κάθε περίπτωση ως πρόσκομμα στο να “ακουστούν” οι ανάγκες τους, γεγονός που δημιουργεί συχνά και στις ίδιες αισθήματα ενοχικότητας και χαμηλής αυτοεκτίμησης και αυξάνει την επιφύλαξή τους ότι δεν θα γίνουν πιστευτές, αν καταγγείλουν αυτό που τους συμβαίνει».


Γνωρίζουμε περισσότερα από όσα λέμε ή καταγγέλλουμε

Περισσότερα από 2 στα 5 άτομα δηλώνουν ότι έχουν ακούσει για περιστατικό έμφυλης βίας σε γυναίκα με αναπηρία. Γνωρίζουμε περισσότερα από όσα λέμε ή καταγγέλλουμε; Πάνω από 4 στα 5 ερωτηθέντα άτομα (84%) της έρευνας απαντούν θετικά στην ερώτηση για το πόσο πιθανό είναι να καταγγείλουν ένα περιστατικό έμφυλης βίας σε βάρος γυναίκας με αναπηρία, αν το γνώριζαν. Οταν τα ίδια άτομα ερωτώνται για τους λόγους που κάποιος/α μπορεί να δίσταζε να κάνει μια τέτοια καταγγελία, αναφέρουν ως κύριους λόγους δισταγμού: τη νομική εμπλοκή του ατόμου που θα κάνει την καταγγελία (46%), την ανησυχία για τη μελλοντική τύχη της γυναίκας με αναπηρία (43%), ενώ ένα σημαντικό ποσοστό ατόμων αναφέρουν ότι δεν γνωρίζουν τι πρέπει να κάνουν σε μια τέτοια περίπτωση (30%). «Ενώ το γενικό κοινό παρουσιάζεται ευαισθητοποιημένο, ταυτόχρονα του λείπει η ενημέρωση και η πληροφόρηση, γεγονός που μπορεί να οδηγήσει σε μη ανάληψη δράσης σε περιπτώσεις που μπορεί να κληθεί να υποστηρίξει επιζώσες με αναπηρία», εξηγεί η κ. Κεφαλληνού.
Δημιουργεί συχνά και στις ίδιες αισθήματα ενοχικότητας και χαμηλής αυτοεκτίμησης και αυξάνει την επιφύλαξή τους ότι δεν θα γίνουν πιστευτές, αν καταγγείλουν αυτό που τους συμβαίνει
Μια γυναίκα με αναπηρία, παρά τους δικαιολογημένους φόβους και τα υπαρκτά εμπόδια, μπορεί να ξεφύγει από ένα κακοποιητικό περιβάλλον. Και η ενημέρωση και η ευαισθητοποίηση της κοινωνίας, αλλά και η πρόσβαση σε κατάλληλες υπηρεσίες μπορούν να κάνουν τη διαφορά προκειμένου να της δοθεί μια ασφαλής διέξοδος.

«Αρχικά, είναι αναγκαίο να γίνουν έρευνες με συμμετοχή αυτής της ομάδας γυναικών για να εντοπιστούν τα εμπόδια, οι ανάγκες, οι κακές πρακτικές του συστήματος απόκρισης και των μηχανισμών καταγγελίας και δικαιοσύνης, αλλά και να καταγραφούν συστηματικά οι καλές πρακτικές που ακολουθούν άλλες χώρες. Επιπλέον, όλες οι παρεχόμενες υπηρεσίες πρέπει να γίνουν προσβάσιμες και να δοθεί έμφαση σε προσβάσιμη ενημέρωση των ίδιων των γυναικών για τα δικαιώματά τους. Απαραίτητη κρίνεται η κατάρτιση του ιατρικού προσωπικού, των κοινωνικών λειτουργών, των ψυχολόγων, του προσωπικού των δομών της Γενικής Γραμματείας Οικογενειακής Πολιτικής και Ισότητας των Φύλων και της Αστυνομίας για τις μεθόδους αντιμετώπισης της βίας κατά των γυναικών με αναπηρία», σημειώνει η κ. Κεφαλληνού. Αν και τα ευρήματα είναι αποκαλυπτικά, η έμφυλη βία στις γυναίκες με αναπηρία δεν είναι απλώς στοιχεία. Είναι μια ουσιαστική αδυναμία της κοινωνίας μας, που πρέπει να αντιμετωπίσουμε. Γιατί καμία γυναίκα δεν πρέπει να μένει αβοήθητη. «Γνωρίζεις κάτι, κάνε κάτι». Αυτό είναι το μήνυμα του Κέντρου «Διοτίμα».