Κωδικές ονομασίες και «χρωματικούς προσδιορισμούς» χρησιμοποιούσαν για τα διάφορα είδη ναρκωτικών που διακινούσαν και τα έσοδα που εισέπρατταν τα μέλη της «οικογενειακής επιχείρησης» που είχε στηθεί και λειτουργούσε επί αρκετό καιρό στη Λαμία.

Μητέρα, γιος και η έγκυος σύντροφός του, με τη βοήθεια τριών ακόμα ατόμων, προμηθεύονταν τα ναρκωτικά από την Αθήνα και στη συνέχεια τα διακινούσαν σε πιάτσες τοξικομανών στη Λαμία και τις γύρω περιοχές.

Ανάλογα με το κόστος της συναλλαγής, η συμμορία χρησιμοποιούσε συγκεκριμένες κωδικές λέξεις για να μη γίνονται αντιληπτοί, όπως πίστευαν, από ενδεχόμενες τηλεφωνικές παρακολουθήσεις της Αστυνομίας. «Κόκκινα», «μπλε», «πορτοκαλί» και «πράσινα» ήταν τα χρηματικά ποσά, ενώ «αυγό» ή «ανταλλακτικό» τα είδη των ναρκωτικών.

Η… οικογενειακή επιχείρηση διέθετε ένα μικρό «σούπερ μάρκετ» ναρκωτικών ουσιών. Σε ειδικά διαμορφωμένο χώρο στο σπίτι τους βρέθηκαν μια εγκατάσταση υδροπονικής καλλιέργειας κάνναβης, 46,6 γραμμ. κοκαΐνης, 105,3 γραμμ. ακατέργαστης κάνναβης, 22,7 γραμμ. κατεργασμένης κάνναβης, σπόροι κάνναβης και αυτοσχέδια τσιγάρα κάνναβης, 38 ναρκωτικά δισκία και 5,9 γραμμ. παραισθησιογόνων μανιταριών, καθώς και μεγάλος αριθμός φυσιγγίων, όπλων και πυροκροτητών.

Η 58χρονη μητέρα και ο 32χρονος γιος της, που φέρεται να είναι ο «εγκέφαλος» της σπείρας, κρίθηκαν προφυλακιστέοι, όπως εξάλλου και δύο φίλοι-συνεργοί του 32χρονου. Αντιθέτως, ελεύθερες αφέθηκαν η έγκυος σύντροφος του φερόμενου ως αρχηγού και μια ακόμα γυναίκα, η οποία φαίνεται πως ήταν ο άνθρωπος που έπαιρνε χρήματα από την 58χρονη, πήγαινε στην Αθήνα, προμηθευόταν τα ναρκωτικά και τα μετέφερε στη σπείρα.

*Διαβάστε ακόμα: Aττική: Η σχέση κυκλώματος που "ξεδόντιασε" το ελληνικό FBI με τον περιβόητο "θείο" ή "Modi"



Λαμία: Πώς έφτασε η Αστυνομία στο κύκλωμα διακίνησης ναρκωτικών 

Οι αστυνομικοί στη Λαμία έψαχναν αρκετό καιρό την οικογενειακή συμμορία, προσπαθώντας να αποκρυπτογραφήσουν τις συνομιλίες και τις κινήσεις τους. Οι χειρόγραφες σημειώσεις που εντοπίστηκαν στην κατοχή του 32χρονου, και οι οποίες φέρεται να περιέχουν στοιχεία για αγοραπωλησίες ναρκωτικών, προμήθειες ουσιών και κάποια τηλέφωνα που πιθανόν ανήκουν σε αγοραστές, βρίσκονται υπό διερεύνηση από τους αστυνομικούς. Οι συμμορίες που διακινούν ουσίες χρησιμοποιούν ως επί το πλείστον «κωδικούς» για να επικοινωνούν μεταξύ τους ή με τους πελάτες, με τις ονομασίες συνήθως να μην είναι και τόσο δύσκολες στην αποκρυπτογράφηση.

Στη συγκεκριμένη σπείρα, οι κατηγορούμενοι δεν χρησιμοποιούσαν προγράμματα κρυπτογράφησης, με αποτέλεσμα πολλές συνομιλίες τους να έχουν καταγραφεί από τους αστυνομικούς που χειρίζονται μέχρι και σήμερα την υπόθεση.