Δίκη γηροκομείου Χανίων: "Ήταν προθάλαμος τάφου ηλικιωμένων" - Συγκλονίζει η κόρη ενός εκ των τροφίμων
Συγκλονιστική μαρτυρία
"Δεν θα μπορούσα να ζω γνωρίζοντας ότι πεθαίνουν άνθρωποι με μαρτυρικό τρόπο κι ότι δεν έκανα τίποτα να τους σταματήσω" τόνισε συγκινημένη η γυναίκα
Για όσα της είπαν πρώην εργαζόμενοι για τις συνθήκες που επικρατούσαν στο γηροκομείο Χανίων «Αγία Σκέπη» κατέθεσε στο Τριμελές Εφετείο Κακουργημάτων Αθηνών, για δεύτερη συνεδρίαση, η μάρτυρας, Μαρία Παπαδάκη, η οποία έχασε τον πατέρα της.
Συγκεκριμένα, η μάρτυρας αναφέρθηκε σε όσα της είπε πρώην εργαζόμενος, τα οποία διασταύρωσε και με άλλους πρώην υπαλλήλους, ο οποίος επικοινώνησε μαζί της. Ο συγκεκριμένος μάλιστα είναι και μάρτυρας στη δίκη και θα καταθέσει στις επόμενες συνεδριάσεις.
Μεταξύ πολλών άλλων η μάρτυρας περιέγραψε ότι δεν τους επιτρεπόταν να πάνε στην τουαλέτα λόγω προσωπικού και τους υποχρεώνουν να κάνουν την ανάγκη πάνω τους, ενώ υποσιτίζονται γιατί οι μερίδες ήταν πολύ μικρές. «Μοιράζουν μια μπανάνα στα τρία, κάποιοι παρακαλούσαν τους επισκέπτες για φαγητό» ανέφερε χαρακτηριστικά η μάρτυρας.
Οι αναφορές της μάρτυρος προκάλεσαν την αντίδραση της υπεράσπισης των κατηγορούμενων που ανέφερε ότι πρέπει να διαγραφούν από τα πρακτικά όσα ειπώθηκαν και να κατατεθούν από τον ίδιο το νοσηλευτή- φροντιστή εφόσον προσέλθει στο δικαστήριο. Πάρα την εισαγγελική πρόταση που πρότεινε να γίνει δεκτό το αίτημα, το δικαστήριο το απέρριψε και συνέχισε την εξέταση για το θέμα αυτό.
«Μου είχε προκαλέσει σοκ όταν μου είπαν ότι μέσα σε ένα δεκαήμερο τον Ιούλιο του 2020 είχαν πεθάνει γύρω στα 14 άτομα. Επειδή ο πατέρας μου είχε μπει Ιούνιο σκέφτηκα μήπως αυτό συνδεόταν με τον χαμό του πατέρα μου» κατέθεσε η μάρτυρας,
Η μάρτυρας περιέγραψε, συγκινημένη, επίσης, πως πήρε την απόφαση να προχωρήσει στην καταγγελία. «Για μένα ήταν ένα θέμα πολύ σημαντικό γιατί αφορούσε τον πατέρα μου και όλους τους ηλικιωμένους. Έπρεπε να πάρω μια απόφαση: να το αφήσω γιατί ο άνθρωπος μου είχε φύγει ή να αποκατασταθεί η ψυχή του που ήταν και το σημαντικότερο μου μέλημα. Για μένα ήταν μονόδρομος. Δεν θα μπορούσα να ζω γνωρίζοντας ότι πεθαίνουν άνθρωποι με μαρτυρικό τρόπο κι ότι δεν έκανα τίποτα να τους σταματήσω. Γιατί είχα τις γνώσεις να το κάνω και όφειλα να το κάνω. Πήρα την απόφαση να καταγγείλω όλα αυτά προς διερεύνηση, υποβάλλοντας και ένορκες βεβαιώσει» τόνισε η μάρτυρας.
Συγκεκριμένα, η μάρτυρας αναφέρθηκε σε όσα της είπε πρώην εργαζόμενος, τα οποία διασταύρωσε και με άλλους πρώην υπαλλήλους, ο οποίος επικοινώνησε μαζί της. Ο συγκεκριμένος μάλιστα είναι και μάρτυρας στη δίκη και θα καταθέσει στις επόμενες συνεδριάσεις.
«Ήταν προθάλαμος τάφου ηλικιωμένων»
Η κυρία Παπαδάκη περιέγραψε ότι χώρος του γηροκομείου ήταν προθάλαμος τάφου. «Μου είπε ότι βασανίζονται ηλικιωμένοι, ότι δένονται στα κρεβάτια τους και στις καρέκλες τους και πολύ συχνά αυτές σε σταθερά σημεία, προκειμένου να μην μπορούν να κινούνται στο χώρο» τόνισε η μάρτυρας ενώ πρόσθεσε πως έμαθε ότι στους ηλικιωμένους χορηγούνταν πολύ ισχυρά κατασταλτικά φάρμακα, ώστε είναι σε μηδενική επαφή με το περιβάλλον.Μεταξύ πολλών άλλων η μάρτυρας περιέγραψε ότι δεν τους επιτρεπόταν να πάνε στην τουαλέτα λόγω προσωπικού και τους υποχρεώνουν να κάνουν την ανάγκη πάνω τους, ενώ υποσιτίζονται γιατί οι μερίδες ήταν πολύ μικρές. «Μοιράζουν μια μπανάνα στα τρία, κάποιοι παρακαλούσαν τους επισκέπτες για φαγητό» ανέφερε χαρακτηριστικά η μάρτυρας.
Οι αναφορές της μάρτυρος προκάλεσαν την αντίδραση της υπεράσπισης των κατηγορούμενων που ανέφερε ότι πρέπει να διαγραφούν από τα πρακτικά όσα ειπώθηκαν και να κατατεθούν από τον ίδιο το νοσηλευτή- φροντιστή εφόσον προσέλθει στο δικαστήριο. Πάρα την εισαγγελική πρόταση που πρότεινε να γίνει δεκτό το αίτημα, το δικαστήριο το απέρριψε και συνέχισε την εξέταση για το θέμα αυτό.
«Μου είχε προκαλέσει σοκ όταν μου είπαν ότι μέσα σε ένα δεκαήμερο τον Ιούλιο του 2020 είχαν πεθάνει γύρω στα 14 άτομα. Επειδή ο πατέρας μου είχε μπει Ιούνιο σκέφτηκα μήπως αυτό συνδεόταν με τον χαμό του πατέρα μου» κατέθεσε η μάρτυρας,
Η μάρτυρας περιέγραψε, συγκινημένη, επίσης, πως πήρε την απόφαση να προχωρήσει στην καταγγελία. «Για μένα ήταν ένα θέμα πολύ σημαντικό γιατί αφορούσε τον πατέρα μου και όλους τους ηλικιωμένους. Έπρεπε να πάρω μια απόφαση: να το αφήσω γιατί ο άνθρωπος μου είχε φύγει ή να αποκατασταθεί η ψυχή του που ήταν και το σημαντικότερο μου μέλημα. Για μένα ήταν μονόδρομος. Δεν θα μπορούσα να ζω γνωρίζοντας ότι πεθαίνουν άνθρωποι με μαρτυρικό τρόπο κι ότι δεν έκανα τίποτα να τους σταματήσω. Γιατί είχα τις γνώσεις να το κάνω και όφειλα να το κάνω. Πήρα την απόφαση να καταγγείλω όλα αυτά προς διερεύνηση, υποβάλλοντας και ένορκες βεβαιώσει» τόνισε η μάρτυρας.