Αναβιώνει στις 12 Μαρτίου η υπόθεση του 57χρονου ουρολόγου Τρύφωνα Λαλούντα από την Αγία Βαρβάρα που δολοφονήθηκε με άγριο τρόπο από τον 69χρονο πεθερό του και τη σύζυγό του στην είσοδο της οικογενειακής πολυκατοικίας, καθώς στις 12 Μαρτίου το ζευγάρι θα καθίσει στο εδώλιο του κατηγορουμένου στο Μικτό Ορκωτό Δικαστήριο Αθηνών.

Το έγκλημα που είχε σοκάρει το πανελλήνιο τόσο για την αγριότητά του όσο και για τη κυνικότητα των δύο φερόμενων δραστών είχε σημειωθεί στις 24 Φεβρουαρίου του 2024, στον προαύλιο χώρο της οικογενειακής πολυκατοικίας.

*Διαβάστε ακόμα: Παλαιό Φάληρο: Συνελήφθη 39χρονος Τούρκος για τη δολοφονία του ιδιοκτήτη πρακτορείου - Είχε ζητήσει άσυλο



Βούλευμα-καταπέλτης για την άγρια δολοφονία στην Αγία Βαρβάρα

Καταπέλτης για τους δύο κατηγορούμενους είναι το βούλευμα του Συμβουλίου Πλημμελειοδικών Αθηνών που τους παραπέμπει σε δίκη.

«Στην Αγία Βαρβάρα με πρόθεση και ευρισκόμενος σε ήρεμη ψυχική κατάσταση, έχοντας αποφασίσει να σκοτώσει τον γαμπρό του, τον ανέμενε να γυρίσει στην οικία του, έχοντας γεμίσει και οπλίσει το κυνηγετικό όπλο του. Όταν το θύμα έφθασε στον προαύλιο χώρο της οικίας του, ενεργώντας με ανθρωποκτόνο πρόθεση, πυροβόλησε αυτόν, εξ επαφής, δύο φορές, στο κεφάλι και το στήθος. Εκ των ανωτέρω ενεργειών του κατηγορουμένου, επήλθε ακαριαία ο θάνατος του γαμπρού του», αναφέρεται, μεταξύ άλλων, στο βούλευμα για τον 69χρονο πεθερό.


"Ρίξ’ του, ρίξ’ του"

«Η πεθερά του θανόντος, στον ανωτέρω τόπο και χρόνο, με πρόθεση προσέφερε απλή συνδρομή στον συγκατηγορούμενο σύζυγό της, υπό τη μορφή της ψυχικής συνδρομής, πριν από την τέλεση και κατά την τέλεση του εγκλήματος, αποδεχόμενη την ενέργεια του συζύγου της και προτρέποντάς τον να πυροβολήσει και να σκοτώσει το θύμα, απευθύνοντάς του τη φράση "ρίξ’ του, ρίξ’ του", η οποία ενίσχυσε την ήδη προειλημμένη απόφαση του άνδρα της να σκοτώσει τον γαμπρό τους».



"Προμελετημένο έγκλημα"

«Από τις καταθέσεις των παιδιών των κατηγορουμένων, προέκυψε ότι ο 69χρονος είχε προσχεδιάσει με κάθε λεπτομέρεια τη θανάτωση του γαμπρού του για να πετύχει τον σκοπό του. Ειδικότερα προέκυψε ότι ενώ φύλασσε την κυνηγετική του καραμπίνα, αποκλειστικώς, στην οικία που διατηρούσε στο χωριό του στη Σπάρτη για τα αγριογούρουνα και ουδέποτε την είχε μεταφέρει στην οικία του, στην Αττική, τη μετέφερε στις 13/02/2024, δηλαδή μία βδομάδα περίπου πριν από τη δολοφονία του γαμπρού του, στο πλαίσιο του εγκληματικού του σχεδίου».

Παρεμβατικοί και χειριστικοί με τα παιδιά τους και τις οικογένειές τους ήταν οι δύο κατηγορούμενοι, σύμφωνα με το βούλευμα. «Αυτό οφείλετο στο ότι οι κατηγορούμενοι δεν αποδέχονταν το όποιο νέο μέλος εισερχόταν στη ζωή των παιδιών τους, σύντροφο ή σύζυγο, αντιμετωπίζοντας αυτό σαν ξένο, δημιουργώντας συνεχώς εντάσεις και διαπληκτισμούς χωρίς να έχουν προκληθεί από οποιονδήποτε. Ιδιαίτερη δε ήταν η εμμονή τους προς τον θανόντα γαμπρό τους, τον οποίο ουδέποτε αποδέχθηκαν, γεγονός που ανάγκασε την κόρη τους και τα εγγόνια τους να αποστασιοποιηθούν. Η αποστασιοποίηση αυτή θύμωσε ακόμη περισσότερο τους κατηγορούμενους, οι οποίοι θεωρούσαν υπεύθυνο της κατάστασης τον γαμπρό τους.

Μη αποδεχόμενοι την αποκλειστική τους υπαιτιότητα για το πώς είχαν διαμορφωθεί οι σχέσεις τους με τα παιδιά τους και τα εγγόνια τους, άρχισαν από το 2015 να καταγγέλλουν ψευδώς τον θανόντα ότι κακοποιούσε ψυχολογικά και σωματικά τα εγγόνια τους, με αποτέλεσμα να διαταχθεί από τον εισαγγελέα Ανηλίκων Αθηνών η παιδοψυχιατρική εκτίμηση των παιδιών, τα οποία, εξεταζόμενα από ιατρούς και παιδοψυχολόγους, διέψευσαν τις καταγγελίες περί κακοποίησής τους από τον πατέρα τους».