Εξήντα οκτώ θάνατοι από μηνιγγιτιδόκοκκο, που αναλογεί σε θνητότητα της τάξης του 6%, καταγράφηκαν κατά την χρονική περίοδο 2004 – 2023 στη χώρα μας. Η μεγαλύτερη θνητότητα καταγράφηκε το έτος 2018 (11,8%) ενώ η μικρότερη τα έτη 2020-2022 (0%). Η μέση ετήσια δηλούμενη θνησιμότητα για την χρονική περίοδο 2004 - 2023 είναι 0,031 θάνατοι ανά 100.000 πληθυσμού.

Σύμφωνα με όσα αναφέρει η παιδίατρος – λοιμωξιολόγος του Εθνικού Οργανισμού Δημοσίας Υγείας (ΕΟΔΥ), Θεανώ Γεωργακοπούλου, στην χρονική περίοδο 2004-2023 δηλώθηκαν, μέσω του συστήματος υποχρεωτικής δήλωσης νοσημάτων στον ΕΟΔΥ, συνολικά 1.133 κρούσματα μηνιγγιτιδοκοκκικής νόσου, με τα κρούσματα να κυμαίνονται μεταξύ 4 και 108 ανά έτος και η μέση ετήσια δηλούμενη επίπτωση να ανέρχεται στα 0,52 κρούσματα ανά 100.000 πληθυσμού.

Η επίπτωση του νοσήματος παρουσίασε σημαντική πτωτική πορεία από το 2013 έως το 2022. Ειδικά την περίοδο της πανδημίας COVID-19 η επίπτωση της νόσου έφτασε στα χαμηλότερά της επίπεδα και αυτό αποδόθηκε στην εφαρμογή περιοριστικών μέτρων (κοινωνική αποστασιοποίηση, χρήση μάσκας, κλείσιμο σχολείων). Το έτος 2023 η επίπτωση της νόσου αυξήθηκε φτάνοντας σε προπανδημικά επίπεδα.

Για την χρονική περίοδο 2004-2023, ο αριθμός των κρουσμάτων μηνιγγιτιδοκοκκικής νόσου με γνωστή ηλικία ήταν 1.132 (υπήρχε 1 κρούσμα με άγνωστη ηλικία). Το νόσημα παρουσίασε υψηλότερη συχνότητα εμφάνισης στην ηλικιακή ομάδα 0-4 ετών, με μέση ετήσια δηλούμενη επίπτωση 4,07 κρούσματα ανά 100.000 πληθυσμού. Η μέση ετήσια δηλούμενη επίπτωση προοδευτικά μειώνεται στις ηλικίες 5-14 ετών (1,01 ανά 100.000 πληθυσμού) και 15-24 ετών (0,91 ανά 100.000 πληθυσμού). Στις ηλικιακές ομάδες άνω των 25 ετών η μέση ετήσια δηλούμενη επίπτωση της μηνιγγιτιδοκοκκικής νόσου είναι ιδιαίτερα μικρή και δεν ξεπερνά τις 0,20 περιπτώσεις ανά 100.000 πληθυσμού.

Κατά την περίοδο 2004-2023, το ποσοστό των εργαστηριακά επιβεβαιωμένων κρουσμάτων μηνιγγιτιδοκοκκικής νόσου ήταν 91,3% (1062/1133). Κατά το παραπάνω χρονικό διάστημα έγινε οροτυπικός έλεγχος στο 78,9% (894/1133) των στελεχών μηνιγγιτιδόκοκκου από τα οποία 794/894 (88,8%) ταυτοποιήθηκαν ότι ανήκουν σε μια από τις πέντε οροομάδες (A, B, C, W135, Y) που ευθύνονται για τη συντριπτική πλειοψηφία των διεισδυτικών λοιμώξεων παγκοσμίως.

Επιπλέον σε ένα (1) δείγμα ταυτοποιήθηκε μηνιγγιτιδόκοκκος οροομάδας Χ (έτος 2014). Στη χώρα μας το 77,1% (689/894) των περιπτώσεων μηνιγγιτιδοκοκκικής μηνιγγίτιδας όπου έγινε προσδιορισμός της οροομάδας οφείλεται στην οροομάδα Β, ενώ 2η σε συχνότητα ταυτοποιήσιμη οροομάδα είναι η C.

Η νόσος και τα συμπτώματά της

O μηνιγγιτιδόκοκκος, ο πνευμονιόκοκκος και ο αιμόφιλος ινφλουέντζας τύπου Β προκαλούν πάνω από το 75% όλων των κρουσμάτων βακτηριακής μηνιγγίτιδας και είναι υπεύθυνοι για το 90% της βακτηριακής μηνιγγίτιδας στα παιδιά.

Στους ενήλικες επικρατεί ο πνευμονιόκοκκος ακολουθούμενος από τον μηνιγγιτιδόκοκκο και έπεται η λιστέρια που εμφανίζει ιδιαίτερα αυξημένη συχνότητα στη νεογνική περίοδο και στους άνω των 50 ετών. Τα λιγότερο συχνά βακτηριακά αίτια όπως ο σταφυλόκοκκος, ο στρεπτόκοκκος ομάδας Β, τα εντεροβακτηριοειδή και η λιστέρια προκαλούν νόσο σε ευαίσθητους πληθυσμούς όπως νεογνά και ανοσοκατασταλμένοι ασθενείς.

Τα κλινικά συμπτώματα ποικίλλουν ανάλογα με την ηλικία. Οι περισσότερες άτυπες εικόνες παρατηρούνται στη νεογνική και βρεφική ηλικία.Η τυπική αρχική κλινική εικόνα της μηνιγγίτιδας από N. meningitidis χαρακτηρίζεται από αιφνίδια έναρξη πυρετού, ναυτία, έμετο, κεφαλαλγία, μειωμένη ικανότητα συγκέντρωσης και μυαλγίες σε ένα κατά τα άλλα υγιή ασθενή.

Τρεις ερωτήσεις – απαντήσεις για την μηνιγγίτιδα

Σε ανάρτησή του στα social media, ο καθηγητής Μικροβιολογίας της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών και μέλος της Επιτροπής Εμπειρογνωμόνων του υπουργείου Υγείας θέτει και απαντά τρία σημαντικά ερωτήματα σχετικά με την μηνιγγίτιδα.

Η ανάρτηση του Αθανάσιου Τσακρή έχει ως εξής:

“Περί μηνιγγίτιδας: Όσα πρέπει να γνωρίζουμε

  1. Σε τι οφείλεται η έξαρση των περιστατικών μηνιγγίτιδας;

Η σταδιακή αύξησή τους τα τελευταία χρόνια αποτελεί ένα από τα χαρακτηριστικά της λεγόμενης μετά Covid περιόδου. Φαίνεται όμως ότι συνδέεται και με την παράλληλη αύξηση των αναπνευστικών ιογενών λοιμώξεων που επίσης παρατηρείται τα χρόνια μετά την πανδημία – και τις τελευταίες εβδομάδες συγκεκριμένα, λόγω εποχής.

  1. Τι σχέση έχει η μηνιγγίτιδα με τις αναπνευστικές λοιμώξεις;

Με δεδομένο ότι η μετάδοσή της γίνεται μέσω της αναπνευστικής οδού, προϋπόθεση για την εκδήλωσή της είναι ο αποικισμός του ρινοφάρυγγα, στο επιθήλιο του οποίου προσκολλάται ο μηνιγγιτιδόκοκκος. Επομένως, η ακεραιότητα και η καλή υγεία του βλεννογόνου του στόματός μας έχουν καθοριστικό ρόλο στην άμυνα του οργανισμού μας. Αν όμως έχει προηγηθεί ιογενής λοίμωξη του ανώτερου αναπνευστικού, η δομή του επιθηλίου ενδέχεται να έχει μεταβληθεί, όπως και ο επιθηλιακός φραγμός να έχει διασπαστεί και έτσι τα μικρόβια να εισέλθουν στην κυκλοφορία του αίματος. Στην περίπτωση αυτή κάποια μικρόβια ενδέχεται να περάσουν τον αιματοεγκεφαλικό φραγμό και να προκληθεί μηνιγγίτιδα.

  1. Πώς μπορεί να προφυλαχθεί κανείς;

Θα πρέπει να έχουμε υπόψη μας ότι μεγάλο ποσοστό των φορέων της μηνιγγίτιδας (25-30%) είναι ασυμπτωματικοί, ενώ η διεισδυτική μορφή της λοίμωξης είναι εξαιρετικά σπάνια. Παρά ταύτα, η εμβολιαστική κάλυψη και η έγκαιρη διάγνωση παραμένουν οι κρίσιμες παράμετροι, τόσο για την πρόληψη της μετάδοσης όσο και για τη σωστή αντιμετώπιση της νόσου”.