Οι ψαράδες 25 αλιευτικών συλλόγων από όλη τη χώρα διαμαρτύρονται για τα νέα μέτρα που επιβάλλει υπουργική απόφαση που ορίζει πως τα αλιευτικά σκάφη θα πρέπει, επιστρέφοντας στο λιμάνι, να ζυγίζουν την «ψαριά» τους από πιστοποιημένες ζυγαριές και στη συνέχεια να χωρίζουν τα ψάρια κατά είδος σε χωριστά ιχθυοκιβώτια. Οι αλιείς θα πρέπει επίσης να μετρούν πόσα ψάρια πιάνουν από κάθε είδος και να καταγράφουν τα ακριβή στοιχεία με λατινικούς χαρακτήρες δημιουργώντας το «Μητρώο Ζύγισης». Όπως ορίζει η υπουργική απόφαση, οι κυβερνήτες αλιευτικών σκαφών θα πρέπει να διατηρούν το «Μητρώο Ζύγισης» και τα στοιχεία αυτά να είναι διαθέσιμα για επιθεωρήσεις - ελέγχους από τις αρμόδιες υπηρεσίες για μία τριετία.

Το πρόστιμο για τη μη τήρηση της νομοθεσίας ορίζεται στα 1.000 ευρώ. Για να εφαρμοστούν επίσης όλα αυτά οι αλιείς θα πρέπει, σύμφωνα με την Καθημερινή, να εγκαταστήσουν στα σκάφη τους σύστημα ηλεκτρονικής παρακολούθησης, το κόστος για το οποίο ξεκινάει από τις 4.000 ευρώ και φτάνει τις 7.000. Η συγκεκριμένη υπουργική απόφαση(65/23344/2024), η οποία τίθεται τώρα σε εφαρμογή, καθορίζει την υιοθέτηση μέτρων βάσει κανονισμών της ευρωπαϊκής νομοθεσίας. Και οι ευρωπαϊκοί αυτοί κανονισμοί επιβάλλεται να εφαρμοστούν από όλα τα κράτη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, που έχουν αλιευτική δραστηριότητα, στο πλαίσιο ανάπτυξης της βιώσιμης αλιείας.

Πρακτικά, η καταμέτρηση των ψαριών που αλιεύονται θα βοηθήσει να υπάρξει μια εικόνα των αντίστοιχων ιχθυαποθεμάτων ανά είδος. Όμως, όπως τονίζουν οι αλιείς και ιδιαίτερα οι μικροί που αποτελούν και την πλειονότητα των επαγγελματιών ψαράδων στην Ελλάδα, πρόκειται για μέτρα που αποφασίστηκαν μέσα από τα γραφεία και δεν έχουν καμία σχέση με την πραγματικότητα της καθημερινότητας στη θάλασσα. «Να τηρούμε αρχεία μέσα στις βάρκες; Μα θα τα φάνε η αλμύρα και η υγρασία», εξηγούν στην εφημερίδα «Καθημερινή». «Από όταν θυμάμαι τον εαυτὸ μου, είμαι στη θάλασσα. Στη βάρκα με τον πατέρα μου είχαμε ένα μισοβάρελο με νερό. Ίσα ίσα που έφτανα να σκαρφαλώνω και να βρέξω το παξιμάδι μου για να το φάω, όταν με έπαιρνε μαζί για ψάρεμα. Εμείς οι ψαράδες, οι περισσότεροι είμαστε αγράμματοι. Μου λένε να γράφω κάθε μέρα πόσα και τι ψάρια πιάνω. Μα αυτό ακριβώς είναι το πρόβλημα. Δεν πιάνουμε πια ψάρια, αλλά δεν μας ακούνε, μόνο αποφασίζουν. Το ένα τέταρτο από αυτά που έχουμε κατά καιρούς πει στους υπουργούς να άκουγαν, τώρα δεν θα είχαμε πρόβλημα», διηγείται ο 64χρονος Νικήτας Μαλαματένιος, ψαράς από την Πάρο. Στην πλειονότητά τους, οι αλιείς είναι μεγαλύτεροι των 40 ετών, ενώ ένα σημαντικό ποσοστό είναι άνω των 65 ετών.

Ο Μιχάλης Λυμπέρης, ψαράς από τη Ρόδο, εξηγεί στο ίδιο ρεπορτάζ ότι δεν υπάρχει καμία πιθανότητα να μπορέσει να είναι σύννομος αν ισχύσει αυτή η υπουργική απόφαση. «Να γράφω κάθε μέρα με λατινικούς χαρακτήρες πόσα και τι ψάρια έπιασα ένα ένα; Μα τότε δεν θα έχω χρόνο για ψάρεμα», λέει χαρακτηριστικά. Η ζωή των ψαράδων δεν είναι και τόσο ρομαντική, όπως ίσως φαντάζεται κάποιος έξω από το επάγγελμα, και σε καμία περίπτωση δεν αφήνει μεγάλο εισόδημα. Τις περισσότερες φορές ένας ψαράς κάνει και άλλες δουλειές για να καταφέρει να τα βγάλει πέρα. «Οι ψαράδες είμαστε κάθε χρόνο και λιγότεροι. Τα τελευταία 10 χρόνια αποσύρθηκαν 2.500 καΐκια. Λες να γινόταν αυτό άμα βγάζαμε χρήματα;», αναρωτιέται ο Μιχάλης Λυμπέρης. 

Μεγάλο πρόβλημα ο ανταγωνισμός από τους ερασιτέχνες ψαράδες

Ο πρόεδρος του Συλλόγου Αλιέων Μαγνησίας Παναγιώτης Περάκης -25 από τα μέλη του συλλόγου με τα καΐκια τους απέκλεισαν την Τετάρτη το λιμάνι του Βόλου- εξηγεί ότι οι ψαράδες δεν έχουν υπαλλήλους για να μπορούν να εφαρμόσουν τέτοια γραφειοκρατία. «Σε περίπτωση που σημειωθεί μια βλάβη στα καταγραφικά όργανα και στον δορυφόρο (σ.σ. μέσω του οποίου θα λειτουργεί το σύστημα καταγραφής), τότε εκείνοι θα πρέπει να χάσουν το μεροκάματο μέχρι και να διορθωθεί η βλάβη». Στη Μαγνησία οι επαγγελματίες αλιείς με βάση τα επίσημα στοιχεία αδειών είναι περίπου 700, αλλά σχεδόν οι μισοί από αυτούς δεν ψαρεύουν. Αντίστοιχα στην ίδια περιοχή οι ερασιτεχνικές άδειες φτάνουν τις 24.000. «Εμείς έχουμε ζυγαριές, ταμειακές μηχανές και τηρούμε τη νομοθεσία», λέει ο κ. Περάκης. Την ίδια στιγμή οι ερασιτέχνες αλιείς ψαρεύουν ό,τι θέλουν, όπως θέλουν και χωρίς να έχουν γνώσεις.

Ο ανταγωνισμός με ερασιτέχνες αλιείς είναι ένα πολύ σημαντικό πρόβλημα για τους επαγγελματίες, οι οποίοι βλέπουν στα δίχτυα τους το αποτέλεσμα της υπεραλίευσης. Η αδυναμία όσων ασχολούνται με την αλιεία να εξασφαλίσουν επαρκές εισόδημα, αλλά και η εποχικότητα της δουλειάς έχουν οδηγήσει στο να μην υπάρχει διάδοχη κατάσταση για τους περισσότερους. «Δεν υπάρχουν νέοι αλιείς. Ζητάμε από ανθρώπους σε μεγάλη ηλικία να εφαρμόσουν διαδικασίες που δεν μπορούν καν να κατανοήσουν», επισημαίνει μέλος του Συλλόγου Αλιέων Κρήτης.Ο αρμόδιος υφυπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης Χρήστος Κέλλας σε συνάντησή του με εκπροσώπους του κλάδου δεσμεύτηκε πως θα κάνει ό,τι μπορεί για να βρεθεί η χρυσή τομή ανάμεσα στην εφαρμογή των ευρωπαϊκών κανονισμών και στις ανάγκες των Ελλήνων ψαράδων.