Θύμα βίας ένας στους τρεις εργαζόμενους - Σοκάρουν τα στοιχεία της Ανεξάρτητης Αρχής Επιθεώρησης Εργασίας
Τι αφορούν οι καταγγελίες
"Ομερτά" καλύπτει τα εκατοντάδες περιστατικά σωματικής ή σεξουαλικής παρενόχλησης στον χώρο εργασίας

Αβάσταχτη καθηµερινότητα για πολλούς εργαζοµένους, κυρίως στον ιδιωτικό τοµέα, αποτελεί στην Ελλάδα του 2025 η ηθική ή ψυχολογική παρενόχληση στον χώρο εργασίας, όταν αυτή είναι συστηµατική και επαναλαµβανόµενη (γνωστό ως mobbing), αλλά και η σεξουαλική παρενόχληση. Πρόκειται για φαινόµενα που τείνουν να καλύπτονται από µια ιδιότυπη «οµερτά» κι αυτό γιατί, παρά την ένταση και τη συχνότητά τους, η σιωπή εξακολουθεί να κυριαρχεί, αφήνοντας τα θύµατα εκτεθειµένα και απροστάτευτα. Θύµα οποιασδήποτε µορφής παρενόχλησης µπορεί να είναι κάθε εργαζόµενος, ανεξαρτήτως φύλου, ηλικίας ή µορφωτικού επιπέδου, ενώ δράστης µπορεί να είναι εργοδότης ή προϊστάµενος του θύµατος, συνάδελφος ή συνεργάτης του. Ενα µικρό µόνο µέρος της πραγµατικής διάστασης του προβλήµατος αποτυπώνουν τα στοιχεία της ετήσιας έκθεσης του αρµόδιου τµήµατος της Ανεξάρτητης Αρχής Επιθεώρησης Εργασίας για το 2024. Συγκεκριµένα, σύµφωνα µε την έκθεση, που δηµοσιεύθηκε πριν από λίγες ηµέρες, οι καταγγελίες περιστατικών βίας και παρενόχλησης στον εργασιακό χώρο καταγράφουν ετήσια αύξηση της τάξης του 39%. Η συντριπτική πλειονότητα (88%) των καταγγελιών αφορά σε περιστατικά βίας (λεκτικής και σωµατικής) και παρενόχλησης (ηθικής και ψυχολογικής), ενώ µόλις το 12% σε σεξουαλική παρενόχληση, επιβεβαιώνοντας τη διαχρονική τάση υποδήλωσης αυτών των περιστατικών εξαιτίας της ιδιαιτερότητας και της δυσκολίας ως προς την απόδειξή τους.
Ωστόσο, συγκρίνοντας τα παραπάνω στοιχεία µε αυτά της πρώτης εθνικής έκθεσης της ΓΣΕΕ και της Γραµµατείας Ισότητας της Συνοµοσπονδίας, που συντάχθηκε σε συνεργασία µε το Ιδρυµα Friedrich Ebert Stift ung (FES) για το φαινόµενο της σεξουαλικής παρενόχλησης και της βίας στην εργασία και δηµοσιεύθηκε τον ∆εκέµβριο του 2024, αποδεικνύεται πως υπάρχει ασυµµετρία µεταξύ των καταγγελιών που φτάνουν τελικά στις αρµόδιες Αρχές και της πραγµατικότητας. Ενδεικτικό αυτής της αναντιστοιχίας είναι πως, σύµφωνα µε τα στοιχεία της έκθεσης της ΓΣΕΕ, 1 στους 3 εργαζοµένους στην Ελλάδα, δηλαδή το 31,4%, έχει βιώσει σεξουαλική παρενόχληση στον εργασιακό του χώρο, µε 3 στα 4 θύµατα (75,3%) να είναι γυναίκες. Μάλιστα, όπως επισηµαίνεται, οι περισσότεροι εργαζόµενοι που έχουν υποστεί σεξουαλική παρενόχληση (77,1%) εργάζονται στον ιδιωτικό τοµέα, ενώ το πιο λυπηρό στοιχείο είναι πως µόνο το 1,6% των θυµάτων προχωρά σε επίσηµη καταγγελία. Οι λόγοι αυτής της σιωπής; Κυρίως ο φόβος για τις επιπτώσεις στην εργασία (37%), η έλλειψη εµπιστοσύνης στους θεσµούς (27,2%), αλλά και η αίσθηση µαταιότητας (51,1%).
Πώς, όµως, θα αλλάξει, αυτή η κουλτούρα της υποδήλωσης και της συγκάλυψης περιστατικών σεξουαλικής παρενόχλησης στον χώρο εργασίας; «Σε πρώτη φάση, πρέπει η Πολιτεία να συνεργαστεί µε όλους τους φορείς και τα συνδικάτα που µπορούν να βοηθήσουν στην καταπολέµηση του φαινοµένου. Επίσης, είναι αναγκαίο να σπάσει το ταµπού τού "δεν καταγγέλλω, γιατί θα χάσω τη δουλειά µου" και να νιώσει ξανά ο κόσµος πως είναι ασφαλής και µε δικαιώµατα που κανείς δεν µπορεί να καταπατήσει µε το "έτσι θέλω". Με λίγα λόγια, υπάρχει ανάγκη για καθολική αλλαγή κουλτούρας. Παράλληλα, το γεγονός πως παλιά υπεύθυνο για θέµατα βίας και παρενόχλησης στο εργασιακό περιβάλλον ήταν αποκλειστικά το υπουργείο Εργασίας, ενώ τώρα έχει ορισµένες αρµοδιότητες και το υπουργείο Κοινωνικής Συνοχής και Οικογένειας, δεν συµβάλλει στην επίλυση του προβλήµατος, γιατί δεν υπάρχει επαρκής συνεργασία, για να αναπτυχθεί µια συγκεκριµένη κοινωνική κουλτούρα, που θα βασίζεται στον σεβασµό και την αξιοπρέπεια. Τέλος, σηµαντική είναι και η επαναφορά των συλλογικών συµβάσεων εργασίας, που περιλαµβάνουν διατάξεις που καλύπτουν τη σεξουαλική παρενόχληση από όποιον κι αν προέρχεται», υπογραµµίζει η κ. Γούλα.
Σηµαντικό βήµα για τη θωράκιση των εργαζοµένων είναι η θέσπιση του Νόµου 4808/2021, που είναι γνωστός και ως «Νόµος για την προστασία των εργαζοµένων από τη βία και την παρενόχληση στον χώρο εργασίας». Ο συγκεκριµένος νόµος, µεταξύ άλλων, υποχρεώνει τους εργοδότες να λαµβάνουν µέτρα για την πρόληψη και την αντιµετώπιση τέτοιων περιστατικών, ενώ προβλέπονται κυρώσεις και πρόστιµα. Οσον αφορά τα θύµατα βίας και παρενόχλησης, προβλέπει πως έχουν δικαίωµα να λάβουν ακόµα και άδεια χωρίς απώλεια αποδοχών, εφόσον υπάρχει σοβαρός κίνδυνος για τη ζωή, την υγεία ή την ασφάλειά τους.
*Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Παραπολιτικά»
Ωστόσο, συγκρίνοντας τα παραπάνω στοιχεία µε αυτά της πρώτης εθνικής έκθεσης της ΓΣΕΕ και της Γραµµατείας Ισότητας της Συνοµοσπονδίας, που συντάχθηκε σε συνεργασία µε το Ιδρυµα Friedrich Ebert Stift ung (FES) για το φαινόµενο της σεξουαλικής παρενόχλησης και της βίας στην εργασία και δηµοσιεύθηκε τον ∆εκέµβριο του 2024, αποδεικνύεται πως υπάρχει ασυµµετρία µεταξύ των καταγγελιών που φτάνουν τελικά στις αρµόδιες Αρχές και της πραγµατικότητας. Ενδεικτικό αυτής της αναντιστοιχίας είναι πως, σύµφωνα µε τα στοιχεία της έκθεσης της ΓΣΕΕ, 1 στους 3 εργαζοµένους στην Ελλάδα, δηλαδή το 31,4%, έχει βιώσει σεξουαλική παρενόχληση στον εργασιακό του χώρο, µε 3 στα 4 θύµατα (75,3%) να είναι γυναίκες. Μάλιστα, όπως επισηµαίνεται, οι περισσότεροι εργαζόµενοι που έχουν υποστεί σεξουαλική παρενόχληση (77,1%) εργάζονται στον ιδιωτικό τοµέα, ενώ το πιο λυπηρό στοιχείο είναι πως µόνο το 1,6% των θυµάτων προχωρά σε επίσηµη καταγγελία. Οι λόγοι αυτής της σιωπής; Κυρίως ο φόβος για τις επιπτώσεις στην εργασία (37%), η έλλειψη εµπιστοσύνης στους θεσµούς (27,2%), αλλά και η αίσθηση µαταιότητας (51,1%).
Περενόχληση στον χώρο εργασίας: Η σιωπή και ο φόβος
Όπως υπογραµµίζει και η ∆ώρα Γούλα, επικεφαλής της Γραµµατείας Ισότητας και Ατοµικών-Κοινωνικών ∆ικαιωµάτων της ΓΣΕΕ, µιλώντας στα «ΠΑΡΑΠΟΛΙΤΙΚΑ», «η κατάσταση που πράγµατι επικρατεί στη χώρα µας σε σχέση µε τη σεξουαλική παρενόχληση στον χώρο εργασίας, όπως αποτυπώνεται και στην έκθεση της ΓΣΕΕ, είναι πολύ πιο τραγική σε σχέση µε τις καταγγελίες που περιλαµβάνονται στην ετήσια έκθεση της Επιθεώρησης Εργασίας, γεγονός που επιβεβαιώνει πως τα θύµατα διστάζουν να απευθυνθούν στις αρµόδιες Αρχές για να καταγγείλουν τη βία που έχουν υποστεί. Κι αυτό γιατί θεωρούν πως δεν θα αλλάξει κάτι από τη δική τους καταγγελία ή φοβούνται πως θα χάσουν τη δουλειά τους ή δεν θα καταφέρουν να ανελιχθούν επαγγελµατικά».Πώς, όµως, θα αλλάξει, αυτή η κουλτούρα της υποδήλωσης και της συγκάλυψης περιστατικών σεξουαλικής παρενόχλησης στον χώρο εργασίας; «Σε πρώτη φάση, πρέπει η Πολιτεία να συνεργαστεί µε όλους τους φορείς και τα συνδικάτα που µπορούν να βοηθήσουν στην καταπολέµηση του φαινοµένου. Επίσης, είναι αναγκαίο να σπάσει το ταµπού τού "δεν καταγγέλλω, γιατί θα χάσω τη δουλειά µου" και να νιώσει ξανά ο κόσµος πως είναι ασφαλής και µε δικαιώµατα που κανείς δεν µπορεί να καταπατήσει µε το "έτσι θέλω". Με λίγα λόγια, υπάρχει ανάγκη για καθολική αλλαγή κουλτούρας. Παράλληλα, το γεγονός πως παλιά υπεύθυνο για θέµατα βίας και παρενόχλησης στο εργασιακό περιβάλλον ήταν αποκλειστικά το υπουργείο Εργασίας, ενώ τώρα έχει ορισµένες αρµοδιότητες και το υπουργείο Κοινωνικής Συνοχής και Οικογένειας, δεν συµβάλλει στην επίλυση του προβλήµατος, γιατί δεν υπάρχει επαρκής συνεργασία, για να αναπτυχθεί µια συγκεκριµένη κοινωνική κουλτούρα, που θα βασίζεται στον σεβασµό και την αξιοπρέπεια. Τέλος, σηµαντική είναι και η επαναφορά των συλλογικών συµβάσεων εργασίας, που περιλαµβάνουν διατάξεις που καλύπτουν τη σεξουαλική παρενόχληση από όποιον κι αν προέρχεται», υπογραµµίζει η κ. Γούλα.
Σηµαντικό βήµα για τη θωράκιση των εργαζοµένων είναι η θέσπιση του Νόµου 4808/2021, που είναι γνωστός και ως «Νόµος για την προστασία των εργαζοµένων από τη βία και την παρενόχληση στον χώρο εργασίας». Ο συγκεκριµένος νόµος, µεταξύ άλλων, υποχρεώνει τους εργοδότες να λαµβάνουν µέτρα για την πρόληψη και την αντιµετώπιση τέτοιων περιστατικών, ενώ προβλέπονται κυρώσεις και πρόστιµα. Οσον αφορά τα θύµατα βίας και παρενόχλησης, προβλέπει πως έχουν δικαίωµα να λάβουν ακόµα και άδεια χωρίς απώλεια αποδοχών, εφόσον υπάρχει σοβαρός κίνδυνος για τη ζωή, την υγεία ή την ασφάλειά τους.
*Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Παραπολιτικά»