Στη δήλωση του ο Αλέξης Κούγιας εξηγεί του λόγους που οδηγήθηκε σε αυτή την απόφαση αναφέροντας χαρακτηριστικά: «Την 23/12/2016 εκκίνησε η διεξαγωγή του Δικαστηρίου ενώπιον Υμών και έκπληκτος, στην κυριολεξία αποσβολωμένος, άκουσα τον κατηγορούμενο να απαντά στην ερώτηση της κας Προέδρου, για το τι έχει να πει για την υπόθεση αυτή και για την κατηγορία που αντιμετωπίζει, ότι είναι αθώος, ότι δεν την δέχεται, αλλά εκτός αυτού «ΟΤΙ ΔΕΝ ΠΡΟΚΕΙΤΑΙ ΝΑ ΖΗΤΗΣΕΙ ΣΥΓΓΝΩΜΗ ΑΠΟ ΚΑΝΕΝΑ ΔΕΚΑΠΕΝΤΑΧΡΟΝΟ».

Αμέσως μετά, το Δικαστήριο διέκοψε και αμέσως μετά τη διακοπή μετέβην στο χώρο που κρατείτο ο κατηγορούμενος και τον ρώτησα τι είναι αυτό που είπε και γιατί δεν ζήτησε συγγνώμη, όπως είχε κάνει κατ’ επανάληψη στο προηγούμενο Δικαστήριο και στην προανακριτική και ανακριτική του απολογία, και μου απήντησε ότι έτσι ένιωσε μετά την οκτάχρονη ταλαιπωρία που έχει υποστεί και μού απαγόρευσε να ζητήσω κι εγώ συγγνώμη, γιατί το θύμα δεν ήταν ένα συνηθισμένο δεκαπεντάχρονο, αλλά ήταν αντιεξουσιαστής.

Μετά από αυτή την εξέλιξη και επειδή πάντοτε από τότε που βρίσκομαι στα δικαστήρια ο συνήγορος υπεράσπισης πρέπει από τη στιγμή που αναλαμβάνει την υπεράσπιση ενός κατηγορουμένου να ταυτίζεται με αυτόν, αδυνατώ να συνεχίσω την υπεράσπιση του συγκεκριμένου κατηγορουμένου.

Στη δήλωσή του προς το Μικτό Ορκωτό Εφετείο Λαμίας ο κ. Αλέξης Κούγιας αναφέρει αναλυτικά:

«ΠΡΟΣ ΤΟ ΜΙΚΤΟ ΟΡΚΩΤΟ ΕΦΕΤΕΙΟ ΛΑΜΙΑΣ

(δια της κας Προέδρου Εφετών, κας Πάνταινα)

ΔΗΛΩΣΗ

Αλεξίου Κούγια, Δικηγόρου Αθηνών, συνηγόρου υπεράσπισης του κατηγορουμένου Επαμεινώνδα Κορκονέα.

Κυρία Πρόεδρε, κύριοι Εφέτες, κυρίες και κύριοι ένορκοι,

Όπως Σας είναι ήδη γνωστό, ανέλαβα την υπεράσπιση του κατηγορουμένου δύο ημέρες μετά τη σύλληψή του για τη διάπραξη της ανθρωποκτονίας εις βάρος του αειμνήστου, Αλέξανδρου Γρηγορόπουλου.

Τον κατηγορούμενο μού ανέθεσε να υπερασπιστώ η Ομοσπονδία Ειδικών Φρουρών δια του Προέδρου της αστυνομικού, κ. Ντούμα.

Τον κατηγορούμενο υπερασπίστηκα σύμφωνα με τις αρχές του δικηγορικού σώματος με σθένος και αυταπάρνηση και με υψηλού επιπέδου επαγγελματισμό σε όλα τα στάδια της διαδικασίας μέχρι σήμερα.

Όπως Σας είναι γνωστό, μετά από πολύμηνη διαδικασία στο Μικτό Ορκωτό Δικαστήριο Άμφισσας, ο κατηγορούμενος καταδικάστηκε με πλειοψηφία 4 έναντι 3 ψήφων, εκ των οποίων 2 ψήφοι της μειοψηφίας ήταν της Προέδρου Πρωτοδικών και του παλαιοτέρου Πρωτοδίκη της συνθέσεως, ότι διέπραξε το αδίκημα της ανθρωποκτονίας από πρόθεση σε ήρεμη ψυχική κατάσταση χωρίς να του αναγνωριστεί κατά πλειοψηφία 4 έναντι 3 ψήφων κανένα ελαφρυντικό.

Την ανάληψη της υπερασπίσεώς του δέχτηκα παρά το όσα συνέβαιναν στην Αθήνα εκείνες τις ημέρες, διότι μελέτησα την ιατροδικαστική έκθεση, αλλά και τη βαλλιστική εξέταση, και πείστηκα ότι δεν υπερασπίζομαι έναν ψυχρό δολοφόνο, αλλά έναν έντρομο αστυνομικό, ο οποίος πυροβόλησε σε στιγμές πανικού ΨΗΛΑ ΣΤΟΝ ΑΕΡΑ, αφού η εξέταση του βλήματος έδειξε ότι αυτό ήταν λειασμένο (είχε μείνει μισό) από την πρόσκρουση σε οικοδομικό υλικό και, όπως κατέθεσε ο αείμνηστος Προϊστάμενος της ιατροδικαστικής υπηρεσίας Αθηνών, Χρήστος Λευκίδης, η πύλη εισόδου του μισού βλήματος ήταν σε ένα σημείο της ωμοπλάτης και η πορεία του βλήματος ήταν από πάνω προς τα κάτω.

Μεγάλο ρόλο στην απόφασή μου έπαιξε και το σχετικό σχεδιάγραμμα, το οποίο είχε συνταχθεί στην ιατροδικαστική υπηρεσία Αθηνών, το οποίο δεν άφηνε καμία αμφιβολία ότι ο κατηγορούμενος είχε πυροβολήσει ψηλά και το βλήμα είχε προσκρούσει σε οικοδομικό υλικό, είχε εξοστρακιστεί και ακολούθως είχε διαπεράσει το σώμα του αειμνήστου Αλέξανδρου Γρηγορόπουλου και του είχε αφαιρέσει τη ζωή, ΑΡΑ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΤΑΠΕΙΝΗ ΚΡΙΣΗ ΜΟΥ ΕΠΡΟΚΕΙΤΟ ΓΙΑ ΜΙΑ ΚΛΑΣΙΚΗ ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ ΑΝΘΡΩΠΟΚΤΟΝΙΑΣ ΕΞ ΑΜΕΛΕΙΑΣ, ή στην ακραία περίπτωση για μία ανθρωποκτονία από ενδεχόμενο δόλο (την οποία άποψη δέχτηκε και η μειοψηφία της Προέδρου, του παλαιότερου Πρωτοδίκη και του ενόρκου της σύνθεσης του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου).

Με αυτή την υποδομή δέχτηκα την υπεράσπιση του κατηγορουμένου, πιστεύοντας ότι ήταν ένας άτυχος αστυνομικός με τρία παιδιά, 2, 4 και 6 ετών τότε, με μία καταπληκτική σύζυγο και έντιμους γονείς, και πλήρωσα πολύ ακριβό τίμημα για αυτήν την επιλογή μου, αφού ο Δικηγορικός Σύλλογος Αθηνών με παρέπεμψε στο πειθαρχικό συμβούλιο με το ερώτημα της διαγραφής, γιατί τόλμησα να αναφέρω στο υπόμνημά μου ότι τα νεαρά άτομα που είχαν επιτεθεί στον αστυνομικό είχαν «αποκλίνουσα συμπεριφορά» και δύο φορές νεαροί αντιεξουσιαστές κατέστρεψαν το δικηγορικό μου γραφείο στην οδό Σταδίου, αρ. 33, και έκτοτε κανένας φοιτητικός σύλλογος δεν με έχει προσκαλέσει σε διαλέξεις στις νομικές σχολές όλων των Πανεπιστημίων της Ελλάδος, γεγονός το οποίο συνέβαινε ανελλιπώς τα τελευταία είκοσι χρόνια πριν την ανάληψη της συγκεκριμένης υποθέσεως.

Την 23/12/2016 εκκίνησε η διεξαγωγή του Δικαστηρίου ενώπιον Υμών και έκπληκτος, στην κυριολεξία αποσβολωμένος, άκουσα τον κατηγορούμενο να απαντά στην ερώτηση της κας Προέδρου, για το τι έχει να πει για την υπόθεση αυτή και για την κατηγορία που αντιμετωπίζει, ότι είναι αθώος, ότι δεν την δέχεται, αλλά εκτός αυτού «ΟΤΙ ΔΕΝ ΠΡΟΚΕΙΤΑΙ ΝΑ ΖΗΤΗΣΕΙ ΣΥΓΓΝΩΜΗ ΑΠΟ ΚΑΝΕΝΑ ΔΕΚΑΠΕΝΤΑΧΡΟΝΟ».

Αμέσως μετά, το Δικαστήριο διέκοψε και αμέσως μετά τη διακοπή μετέβην στο χώρο που κρατείτο ο κατηγορούμενος και τον ρώτησα τι είναι αυτό που είπε και γιατί δεν ζήτησε συγγνώμη, όπως είχε κάνει κατ’ επανάληψη στο προηγούμενο Δικαστήριο και στην προανακριτική και ανακριτική του απολογία, και μου απήντησε ότι έτσι ένιωσε μετά την οκτάχρονη ταλαιπωρία που έχει υποστεί και μού απαγόρευσε να ζητήσω κι εγώ συγγνώμη, γιατί το θύμα δεν ήταν ένα συνηθισμένο δεκαπεντάχρονο, αλλά ήταν αντιεξουσιαστής.

Μετά από αυτή την εξέλιξη και επειδή πάντοτε από τότε που βρίσκομαι στα δικαστήρια ο συνήγορος υπεράσπισης πρέπει από τη στιγμή που αναλαμβάνει την υπεράσπιση ενός κατηγορουμένου να ταυτίζεται με αυτόν, αδυνατώ να συνεχίσω την υπεράσπιση του συγκεκριμένου κατηγορουμένου.

Πριν πάρω αυτή την απόφαση από τις 23/12/2016 αντιμετώπισα συνειδησιακή σύγκρουση, αφού πίστεψα και ως δικηγόρος και ως άνθρωπος στην διάπραξη του αδικήματος της ανθρωποκτονίας εξ αμελείας.

Ζητώ τέλος συγγνώμη από το Δικαστήριό Σας για την αναστάτωση που Σας προκαλώ.

Αθήνα, 3/2/2017

Μετά τιμής και σεβασμού

Αλέξιος Κούγιας».