«Ημέρα ντροπής για την Ελλάδα» είναι η 31η Μαΐου, Παγκόσμια Ημέρα Κατά του Καπνίσματος, σύμφωνα με τον Καθηγητή Κοινωνικής και Προληπτικής Ιατρικής κ. Γιάννη Τούντα.

Σύμφωνα με στοιχεία που αναφέρει, το 38% των Ελλήνων καπνίζει κατέχοντας την πρώτη θέση μαζί με τη Βουλγαρία ανάμεσα σε όλες τις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Οι δε Έλληνες καπνιστές είναι πιο θεριακλήδες σε όλο τον κόσμο, με 20,5 τσιγάρα ημερησίως, όταν σε άλλες χώρες η κατανάλωση κυμαίνεται από 5,8 έως 17,5 τσιγάρα ημερησίως, σύμφωνα με τα στοιχεία της Πανευρωπαϊκής Μελέτης EUREST-PLUS στην οποία συμμετέχει η Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών. Είναι, επίσης, η μόνη χώρα όπου δεν εφαρμόζονται τα μέτρα απαγόρευσης του καπνίσματος σε δημόσιους χώρους, σε ποσοστό 87% στα μπαρ (Ισπανία 8%), σε 70% στα εστιατόρια (Αγγλία 5%) και σε 41% στους χώρους εργασίας, όταν στη Ρουμανία και στην Πολωνία δεν ξεπερνούν το 24%, στη Γερμανία το 12% και στην Ολλανδία το 6%.

«Το αποτέλεσμα είναι τραγικό», σχολιάζει ο κ. Τούντας, αφού περισσότεροι από 16.000 Έλληνες καπνιστές πεθαίνουν κάθε χρόνο και περισσότεροι από 1.000 μη καπνιστές εξαιτίας του παθητικού καπνίσματος στους κλειστούς χώρους. Οι δε δαπάνες για την ιατροφαρμακευτική περίθαλψη όσων αρρωσταίνουν εξαιτίας του καπνίσματος είναι περίπου 3,4 δισ. ευρώ το χρόνο.

Ο κ. Τούντας επιρρίπτει ευθύνες για την κατάσταση που επικρατεί πρωτίστως στην κυβέρνηση και την εκάστοτε ηγεσία του υπουργείου Υγείας, αλλά και στις αρχές και διοικήσεις των ΟΤΑ, των Νοσοκομείων και των επιχειρήσεων, οι οποίες δεν επιδεικνύουν την αναγκαία πολιτική βούληση.

«Ευθύνες όμως έχουν και οι Έλληνες πολίτες, καπνιστές και μη-καπνιστές, οι οποίοι επικροτούν τα αντικαπνιστικά μέτρα μας μόνο σε ποσοστό 72%, ποσοστό που αποτελεί το χαμηλότερο στην Ε.Ε. Οι δε καπνιστές μόνο σε ποσοστό 29% θεωρούν ότι η ελληνική κοινωνία αποδοκιμάζει το κάπνισμα, όταν σε άλλες δυτικοευρωπαϊκές χώρες το αντίστοιχο ποσοστό κυμαίνεται από 49%-78%»,σημειώνει.
Πάραυτα, σχεδόν τέσσερεις στους δέκα καπνιστές δηλώνουν ότι θέλουν να διακόψουν άμεσα το κάπνισμα αλλά σε αυτούς οι υπηρεσίες που προσφέρει ο δημόσιος τομέας είναι ανεπαρκέστατες.