Λέσβος: Παγκόσμιο γεωλογικό φαινόμενο η περίπτωση της Βρίσας
Όπως τονίστηκε σε συνεδρίαση ειδικών στο περιφερειακό συμβούλιο του νησιού η Βρίσα δέχτηκε ενέργεια που αντιστοιχεί σε δόνηση 9 R
Με θέμα το μεγάλο πλήγμα που δέχθηκε η Λέσβος την περασμένη Δευτέρα από τον ισχυρό σεισμό των 6,1 Ρίχτερ συνεδρίασε το Περιφερειακό Συμβούλιο Λέσβου. Σε αυτό παρέστησαν και μίλησαν ο πρόεδρος του Οργανισμού Αντισεισμικού Σχεδιασμού και Προστασίας (ΟΑΣΠ) Ευθύμιος Λέκκας, καθηγητές του Πανεπιστημίου Αθηνών και του Πανεπιστημίου Αιγαίου, που έχουν ενεργό ρόλο στην αντιμετώπιση των προβλημάτων από το σεισμό, τόσο της προστασίας των κατοίκων, όσο και της καταστροφής της Βρίσας. Παρέστησαν επίσης και μίλησαν ο Γενικός Γραμματέας Αιγαίου και Νησιωτικής Πολιτικής Γιάννης και ο βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ Γιώργος Πάλλης.
Στη διάρκεια της τοποθέτησης του Ευθύμιου Λέκκα, αλλά και των υπολοίπων ειδικών επιστημόνων έγινε εκτενής αναφορά σε σημαντικά θέματα με πρώτο αυτό της περίπτωσης της Βρίσας που καταστράφηκε και η οποία πλέον θεωρείται παγκόσμιο γεωλογικό φαινόμενο που θα μελετηθεί το επόμενο διάστημα από τους ειδικούς.
Όπως τόνισαν όλοι, είναι εντυπωσιακό το γεγονός ότι η Βρίσα δέχτηκε σεισμική ενέργεια ισχύος που αντιστοιχεί με 9 της αντίστοιχης κλίμακας, ενώ άλλες πολύ κοντινές περιοχές και οικισμοί, δεν δέχθηκαν αντίστοιχη επιβάρυνση.
Αυτή τη στιγμή, ανέφερε ο Ευθ. Λέκκας, ευχόμαστε, όσο και να φαίνεται παράδοξο, να γένει ένας νέος σεισμός της τάξης των 5,5 με 5,6 ρίχτερ, ώστε να βεβαιωθούμε και επισήμως ότι είμαστε σε μια διαδικασία εκτόνωσης. Ο σεισμός αυτός θα είναι πολύ μικρότερος σε σύγκριση με τον αρχικό σεισμό και σε καμία περίπτωση δεν θα προκαλέσει τις ίδιες καταστρεπτικές συνέπειες, γιατί θα είναι τουλάχιστον 20 φορές μικρότερος σε ενέργεια» και πρόσθεσε: Η διαδικασία της σεισμικής εκτόνωσης αναμένεται να διαρκέσει τουλάχιστον δυο μήνες και φυσικά οι αργοπορημένοι σεισμοί, θεωρούνται φυσιολογικό φαινόμενο.
Τέλος καθηγητής τόνισε ότι θα καταβληθεί κάθε δυνατή προσπάθεια, ώστε ο οικισμός να χτιστεί στην ίδια θέση. Μετακίνηση θα γίνει μόνο εάν διαπιστωθεί ότι υπάρχουν ανυπέρβλητα εμπόδια στο υπέδαφος.
Όπως είπε, η διεθνής και πανελλαδική εμπειρία σε περιπτώσεις μετακίνησης οικισμών, δεν είναι ιδιαίτερα ενθαρρυντική, αφού οι κάτοικοι μετά από ένα χρονικό διάστημα επιστρέφουν στους παλιούς οικισμούς, ακόμη κι αν αντιμετωπίζει αυτός προβλήματα κατολισθήσεων, σεισμών κ.λπ.