Πανεπιστημιακοί: Η κυβέρνηση απαξίωσε για άλλη μια φορά τους Καθηγητές
Έντονες αντιδράσεις από τρεις ομοσπονδίες εργαζομένων στην ανώτατη εκπαίδευση
Η κυβέρνηση απαξίωσε για άλλη μια φορά τους Καθηγητές Πανεπιστημίου προκαλώντας οργή και αγανάκτηση, αφού ο καθ’ ύλην αρμόδιος Υπουργός Οικονομικών καθηγητής κ. Ευκλείδης Τσακαλώτος δεν καταδέχθηκε να είναι παρών στην προγραμματισμένη παράσταση στο γραφείο του, καταγγέλλει η ΠΟΣΔΕΠ επισημαίνοντας συγκεκριμένα: «Η Κυβέρνηση όχι μόνο αρνήθηκε να εφαρμόσει την απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας για τις αντισυνταγματικές περικοπές στις αποδοχές των Καθηγητών Πανεπιστημίου που είχαν γίνει το 2012, αλλά επιπλέον νομοθέτησε νέες αντισυνταγματικές μειώσεις στις αποδοχές των Καθηγητών και παράλληλα εξουθενώνει φορολογικά όλους τους Πανεπιστημιακούς».
Οι πανεπιστημιακοί καθηγητές υπογραμμίζουν ακόμα: «Η επίθεση της Κυβέρνησης απέναντι στα Πανεπιστήμια είναι ολομέτωπη: επεκτείνεται και στο θεσμικό πλαίσιο λειτουργίας των Πανεπιστημίων, διαλύει τα Μεταπτυχιακά Προγράμματα, αυξάνει τη γραφειοκρατία στους ΕΛΚΕ και την διαχείριση των ερευνητικών προγραμμάτων επιβάλλοντας σε ολους τους Πανεπιστημιακούς να υποβάλλουν δήλωση πόθεν έσχες. Η υποκρισία της Κυβέρνησης δεν έχει όρια. Η υπομονή και οι αντοχές μας εξαντλήθηκαν».
Αντιδράσεις από ΠΟΣΔΕΠ - ΟΣΕΠ/ΤΕΙ και ΕΕΕ για τις προωθούμενες αλλαγές στα πανεπιστήμια
Την έντονη δυσαρέσκειά τους εξέφρασαν χτες, σε συνέντευξη Τύπου που παραχώρησαν, οι τρεις ομοσπονδίες εργαζομένων στην ανώτατη εκπαίδευση (ΠΟΣΔΕΠ, ΟΣΕΠ/ΤΕΙ, ΕΕΕ) σχετικά με τις προωθούμενες από το υπουργείο αλλαγές στο θεσμικό πλαίσιο λειτουργίας των πανεπιστημίων.
Οι εκπρόσωποι των ομοσπονδιών χαρακτήρισαν «καίρια για την επιβίωση του εκπαιδευτικού και ερευνητικού προσωπικού και τη λειτουργία της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης», τα ζητήματα του μισθολογίου, αλλά και το θεσμικό πλαίσιο που διέπει τους Ειδικούς Λογαριασμούς Κονδυλίων Έρευνας (ΕΛΚΕ).
«Η επίθεση της κυβέρνησης απέναντι στα πανεπιστήμια είναι ολομέτωπη: επεκτείνεται και στο θεσμικό πλαίσιο λειτουργίας των πανεπιστημίων, διαλύει τα μεταπτυχιακά προγράμματα, αυξάνει τη γραφειοκρατία στους ΕΛΚΕ και τη διαχείριση των ερευνητικών προγραμμάτων», ανέφερε ο πρόεδρος της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Συλλόγων Διδακτικού και Ερευνητικού Προσωπικού (ΠΟΣΔΕΠ), Στάθης Ευσταθόπουλος και πρόσθεσε ότι «η κυβέρνηση, αντί να επιτίθεται στην εκπαίδευση, θα έπρεπε να την χρησιμοποιεί ως πολιορκητικό κριό έναντι στην κρίση».
Ειδικότερα, ο κ. Ευσταθόπουλος χαρακτήρισε «κακή εξέλιξη» την ένταξη των ΕΛΚΕ στους φορείς της δημόσιας κυβέρνησης, επισήμανε ότι τα έσοδα των ΕΛΚΕ δεν είναι κρατικά χρήματα και εξέφρασε το φόβο για οικονομική κατάρρευση των πανεπιστημίων.
Την επιφύλαξη για το αποτέλεσμα που θα επιφέρουν οι αλλαγές στο θεσμικό πλαίσιο των ΕΛΚΕ, εξέφρασε και η πρόεδρος της Ένωσης Ελλήνων Ερευνητών, Μαρία Κωσταντίνου. Μάλιστα, η κ. Κωσταντίνου σχολίασε λέγοντας ότι, αν και η κυβέρνηση προτάσσει ότι προωθεί τη δημιουργία του Ενιαίου Χώρου Έρευνας και Ανώτατης Εκπαίδευσης, «η κατεύθυνση των παρεμβάσεών της κινείται σε αντίθετη πορεία». Μάλιστα, προέβλεψε ότι οι διατάξεις για τη διαχείριση των ερευνητικών κονδυλίων «θα αποθαρρύνουν πλήρως τους ερευνητές από τη διεκδίκηση κονδυλίων, ελληνικών ή ευρωπαϊκών».
Εξάλλου, συνδέοντας το θεσμικό πλαίσιο που διέπει τον χώρο της έρευνας με τις μισθολογικές συνθήκες των ερευνητών (υπάρχει διαχωρισμός με το μισθολόγιο των καθηγητών, επειδή, «δεν έχουν το ίδιο αντικείμενο»), ανέφερε ότι το «brain drain» δεν αφορά μόνο τους νέους, καθώς φεύγουν στο εξωτερικό και ερευνητές σε υψηλές βαθμίδες.
Από την πλευρά της ΟΣΕΠ-ΤΕΙ (Ομοσπονδία Συλλόγων Εκπαιδευτικού Προσωπικού ΤΕΙ), ο πρόεδρος Απόστολος Κοκκόσης ανέφερε ότι μέσω του νομοσχεδίου, η Πολιτεία δημιουργεί επιπλέον γραφειοκρατικές διαδικασίες «επί το χείρον», που δημιουργούν «προσχώματα στην εκπαιδευτική λειτουργία των ιδρυμάτων».
Όσον αφορά στο μισθολογικό, ο κ. Ευσταθόπουλος υπογράμμισε ότι «η Παιδεία δεν είναι δαπάνη, είναι επένδυση» και ότι οι καθηγητές και οι ερευνητές έχουν δικαίωμα σε καλύτερες οικονομικές συνθήκες, τη στιγμή που σε ευρωπαϊκές χώρες, με αντίστοιχους οικονομικούς ρυθμούς ανάπτυξης, οι απολαβές και οι συνθήκες εργασίας των συναδέλφων είναι πολύ καλύτερες.