Διατήρηση του μειωμένου ΦΠΑ στα νησιά ζητά ο δήμαρχος Λέσβου ...
Με επιστολή του προς τον πρωθυπουργό
Με επιστολή του στον πρωθυπουργό, Αλέξη Τσίπρα και στον υπουργό Οικονομικών, Ευκλείδη Τσακαλώτο, ο δήμαρχος Λέσβου, Σπύρος Γαληνός, και με την ιδιότητα του προέδρου της περιφερειακής Ένωσης Δήμων Β. Αιγαίου, αναφέρεται «στο ιδιαίτερα κρίσιμο και εθνικής σημασίας ζήτημα της επικείμενης αύξησης των συντελεστών ΦΠΑ για τα νησιά».
Όπως τονίζει ο κ. Γαληνός, «βρισκόμαστε σε μια ιδιαίτερα δύσκολη περίοδο για τα περισσότερα ακριτικά νησιά, λόγω της διαχείρισης των προσφυγικών/μεταναστευτικών ροών αλλά και λόγω της δύσκολης οικονομικής συγκυρίας, κατά την οποία όλοι οι νησιώτες αγωνίζονται να επιβιώσουν και να ανταπεξέλθουν στο ήδη αυξημένο κόστος ζωής που συνεπάγεται η νησιωτικότητα».
Όπως λέει ο κ. Γαληνός, «πέραν όμως των ήδη γνωστών συνεπειών στον οικονομικό τομέα, με την πρόσφατη επίσκεψη του Τούρκου Προέδρου στην Ελλάδα, έγιναν κάτι παραπάνω από εμφανείς και οι εθνικοί λόγοι για τους οποίους τα νησιά μας είναι ένας χώρος στον οποίο πρέπει πάση θυσία να διατηρηθεί και να ενισχυθεί η οικονομική δραστηριότητα. Με τον κ. Ρ. Τ. Ερντογάν να διεκδικεί έως και την αναθεώρηση της συνθήκης της Λοζάνης αλλά και κάθε είδους άλλη διεκδίκηση, γίνεται αντιληπτό ότι είναι στρατηγικής σημασίας να προστατευθούν και να ενισχυθούν με κάθε τρόπο οι τοπικές νησιωτικές κοινωνίες».
Στην επιστολή του αυτή ο κ. Γαληνός αναφέρεται επίσης, στο ότι «ήδη είναι αυξημένος ο πληθυσμός των κατοίκων των νησιών που επισκέπτεται τουρκικές πόλεις για να πραγματοποιήσει φθηνές αγορές προϊόντων, ειδών πρώτης ανάγκης και υπηρεσιών. Σε μια ενδεχόμενη αύξηση των συντελεστών ΦΠΑ, θα υπερδιπλασιαστεί, προκαλώντας ανυπολόγιστες ζημίες στις ήδη δοκιμαζόμενες τοπικές οικονομίες, απειλώντας με λουκέτο πολλές επιχειρήσεις υπό το καθεστώς αυτού του αθέμιτου ανταγωνισμού. Η οικονομική ανάπτυξη στα νησιά μας σημαίνει ανάπτυξη για ολόκληρη την Ελλάδα αλλά κυρίως σημαίνει ζωντανή και δυνατή ακριτική Ελλάδα».
Ο δήμαρχος Λέσβου καταλήγει με μια έκκληση προς τον πρωθυπουργό: «Κύριε Πρωθυπουργέ. Για τους παραπάνω λόγους μείζονος εθνικής σημασίας ζητάμε την διατήρηση των μειωμένων συντελεστών ΦΠΑ ή έστω την παράτασή διατήρησής τους έως ότου παρθεί μια δίκαιη και ορθολογική απόφαση σχετικά με το θέμα».
Συγκέντρωση διαμαρτυρίας όλων των νησιωτών
Στο μεταξύ ανακοινώθηκε ότι θα πραγματοποιηθεί συγκέντρωση διαμαρτυρίας όλων των νησιωτών της Αττικής και αντιπροσωπειών από όλα τα νησιά, στις 18 Δεκεμβρίου στις 3 μετά το μεσημέρι, στο Σύνταγμα, με αιτήματα:
- Από την κυβέρνηση, την διατήρηση των μειωμένων συντελεστών ΦΠΑ στα νησιά.
- Από τα πολιτικά κόμματα, την πραγματοποίηση συνάντησης για να στηρίξουν έμπρακτα την διατήρηση των μειωμένων συντελεστών ΦΠΑ στα νησιά.
- Και από τους βουλευτές που εκλέγονται στο Αιγαίο, να καταψηφίσουν τον προϋπολογισμό του 2018 στην περίπτωση κατάργησης του μειωμένου ΦΠΑ στα νησιά.
Τη συγκέντρωση διοργανώνει η Συντονιστική Επιτροπή των φορέων των νησιών.
«Η “νησιωτικότητα” δεν είναι για την Ελλάδα ένας απλός προσδιορισμός με γεωγραφική και μόνο έννοια. Είναι το κυρίαρχο στοιχείο της ταυτότητας και του χαρακτήρα της, με όρους ιστορικούς, πολιτισμικούς, κοινωνικούς και οικονομικούς, που συνοδεύεται με προβλήματα που γεννάει η απόσταση, η απομόνωση και η δυσκολία των συγκοινωνιών.
Το ειδικό φορολογικό καθεστώς για τα νησιά υιοθετήθηκε προκειμένου να αντισταθμιστούν οι αρνητικές συνέπειες της “νησιωτικότητας” και ιδιαίτερα το αυξημένο κόστος διαβίωσης και δραστηριοποίησης στις νησιωτικές περιοχές. Συνεπώς, κάθε μέτρο που έρχεται να εξισορροπήσει αντικειμενικές δυσκολίες, δεν μπορεί να αντιμετωπίζεται ως “ευνοϊκή φορολογική ρύθμιση” και ασφαλώς δεν μπορεί, ανάλογα με τις συγκυρίες, να τίθεται σε αμφισβήτηση» σημειώνεται στη σχετική ανακοίνωση η οποία καταλήγει:
«Η κατάργηση του μειωμένου ΦΠΑ θα επιβαρύνει ακόμη περισσότερο την καθημερινή ζωή στα νησιά μας. Θα πλήξει την τοπική οικονομία και προσθετικά, θα αποτελέσει ένα μεγάλο εμπόδιο για τον τουρισμό μας. Συνολικά θα αποτελέσει καθοριστικής σημασίας επιβαρυντικό παράγοντα στην προσπάθεια παραγωγικής ανασυγκρότησης και ανάκτησης της ανταγωνιστικότητάς μας».