Οι Έλληνες στερούνται βασικά αγαθά
Ένας στους τρεις διαβιώνει σε συνθήκες σκληρής φτώχειας.
Την τρίτη θέση στην Ευρώπη, σε ό,τι αφορά τη φτώχεια και τον κοινωνικό αποκλεισµό, κατέχει η Ελλάδα. Η χώρα µας βρίσκεται ειδικά σε αυτούς τους τοµείς κάτω από τη Βουλγαρία και τη Ρουµανία. Το οξύµωρο είναι ότι τα στοιχεία του ΟΟΣΑ για το 2016 κατατάσσουν τη χώρα µας όγδοη σε ό,τι αφορά τις κοινωνικές δαπάνες και µάλιστα σε θέση υψηλότερη από αυτή της Γερµανίας.
Σύµφωνα µε τον καθηγητή Κοινωνικής Πολιτικής και Οικονοµικών της Υγείας στο Πανεπιστήµιο Αθηνών και τ. πρόεδρο του Εθνικού Κέντρου Κοινωνικών Ερευνών (ΕΚΚΕ) Γιάννη Υφαντόπουλο, «παρότι οι κοινωνικές δαπάνες στην Ελλάδα, σε ποσοστό του ΑΕΠ, ήταν υψηλότερες από τον µέσο όρο των χωρών του ΟΟΣΑ, οι κοινωνικές παροχές δεν φθάνουν αποτελεσµατικά σε αυτούς που πραγµατικά τις έχουν ανάγκη».
Τις διαπιστώσεις του καθηγητή, οι οποίες είναι αποτέλεσµα µελετών, έρχονται να επιβεβαιώσουν τα πρόσφατα στοιχεία της Eurostat για τις συνθήκες διαβίωσης των Ελλήνων.
Σύµφωνα µε αυτά, το 2016 ο ένας στους τρεις πολίτες (36%) στερήθηκε ακόµη και βασικά κοινωνικά αγαθά. Όπως αναφέρει η Eurostat, την περασµένη χρονιά, το 16% του πληθυσµού της Ευρωπαϊκής Ενωσης, δηλαδή 75 εκατοµµύρια άτοµα, στερήθηκε υλικά αγαθά και κοινωνικές παροχές.
Το υψηλότερο ποσοστό καταγράφηκε στη Ρουµανία (50%) και τη Βουλγαρία (48%). Ακολούθησαν η Ελλάδα (36%), η Ουγγαρία (32%) και η Λιθουανία (29%).
Όπως εξηγεί ο καθηγητής, λόγω της µείωσης των εισοδηµάτων των νοικοκυριών και των κοινωνικών δαπανών, οι δείκτες φτώχειας και κοινωνικού αποκλεισµού έχουν αυξηθεί, τα κοινωνικά προβλήµατα έχουν επιδεινωθεί και οι χαµηλότερες κοινωνικοοικονοµικές οµάδες της χώρας µας πλήττονται περισσότερο από την κρίση. Η συνεχιζόµενη κρίση τείνει να εξελιχθεί σε σύγχρονη «κρυφή επιδηµία», µε σοβαρές επιπτώσεις στην οικονοµία, την κοινωνία και τα υγειονοµικά συστήµατα.
ΚΟΙΝΩΝΙΚΕΣ ΔΑΠΑΝΕΣ
Μολονότι η χώρα µας βρίσκεται στην τρίτη θέση σε ό,τι αφορά τη φτώχεια και τον κοινωνικό αποκλεισµό, οι κοινωνικές δαπάνες σε ποσοστό του ΑΕΠ ήταν υψηλότερες από τον µέσο όρο των χωρών του ΟΟΣΑ τα προηγούµενα χρόνια. Στοιχεία του ΟΟΣΑ για το 2016 παρουσιάζουν τη χώρα µας στην όγδοη θέση, καθώς διαθέτει το 27% του ΑΕΠ για το κοινωνικό κράτος, ποσοστό που είναι υψηλότερο από αυτό της Γερµανίας (25,3%), της Αγγλίας (21,5%) και του µέσου όρου των χωρών του ΟΟΣΑ (21%). Στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ για τον Μάιο του 2016 έδειξαν ότι 588.000 εργαζόµενοι απασχολούνται στην Ελλάδα µε µέσες µηνιαίες αποδοχές που ανέρχονται σε 394 ευρώ µεικτά, δηλαδή 331 ευρώ τον µήνα µετά τον φόρο και τις ασφαλιστικές εισφορές.
Οι αµοιβές αυτές είναι κάτω από το όριο της φτώχειας, το οποίο βάσει των εκτιµήσεων της ΕΛΣΤΑΤ φθάνει στα 376 ευρώ τον µήνα. Οι χαµηλές αµοιβές συνδέονται και µε την ανεργία, η οποία αυξήθηκε τα τελευταία χρόνια από 7,7% το 2008 στο 25% το 2016. Επίσης, η ανεργία των νέων έφθασε το 2013 στο 50%, για να προσαρµοστεί σε χαµηλότερα επίπεδα και να φθάσει στο 41%. Ωστόσο, εξακολουθεί να είναι η υψηλότερη ανάµεσα στις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ ΥΓΕΙΑΣ
«Η ανεργία αφαιρεί χρόνια παραγωγικής ζωής, ιδιαίτερα από τους νέους. Η ανεργία επίσης προκαλεί στρες, άγχος και κατάθλιψη», σηµειώνει ο κ. Υφαντόπουλος. Οι µελέτες καταγράφουν αύξηση του άγχους στις νέες ηλικίες λόγω της γενικότερης οικονοµικής δυσπραγίας και απογοήτευση των νέων από το εκπαιδευτικό σύστηµα και τις υποδοµές. «Έρευνες που έχουν εκπονηθεί διεθνώς και στην Ελλάδα για την αποτελεσµατικότητα του ευρωπαϊκού κοινωνικού µοντέλου», συνεχίζει ο κ. Υφαντόπουλος, «έδειξαν ότι υπάρχει ένας φαύλος κύκλος χρόνιας ασθένειας, υποσιτισµού, αλκοολισµού, ελλιπούς εκπαίδευσης, ανειδίκευτης εργασίας, ανεργίας και περιορισµένης πρόσβασης σε κοινωνικές υπηρεσίες.
Στην Ευρωπαϊκή Κοινωνική Έρευνα, που εκπονείται σε 28 χώρες, τέθηκε η ερώτηση κατά πόσο οι κοινωνικές παροχές µπορούν να συµβάλουν στην πρόληψη της "εκτεταµένης" φτώχειας. Πάνω από το 54,1% των ερωτηθέντων απάντησε θετικά. Επίσης, υπάρχουν "πατροπαράδοτες" µορφές νοικοκυριών που βρίσκονται σε "χρόνια φτώχεια" και αντιπροσωπεύονται από χρόνια ανέργους, αγροτικά νοικοκυριά και ηλικιωµένους, µε πολύ χαµηλά εισοδήµατα, που επιβιώνουν σε κατάσταση κοινωνικού αποκλεισµού».
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Παραπολιτικά», Σάββατο 16 Δεκεμβρίου 2017