Πρόεδρος: Αναμένουμε την ΠΓΔΜ να προχωρήσει τις συνταγματικές αλλαγές
Οι αναφορές Παυλόπουλου στη συνάντηση με τον Γερμανό ομόλογό του
Στην Αθήνα βρίσκεται ο Πρόεδρος της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας Φρανκ Βάλτερ Στάινμαϊερ. Εγκάρδια ήταν η υποδοχή από τον Προκόπη Παυλόπουλου και τη σύζυγό του προς τον Γερμανό ομόλογό του και τη σύζυγό του, έξω από το Προεδρικό Μέγαρο.
Νωρίτερα ο κ. Στάινμαϊερ είχε καταθέσει στέφανο στο Μνημείο του Άγνωστου Στρατιώτη. Εκ μέρους της ελληνικής κυβέρνησης τον υποδέχθηκε η υπουργός Εργασίας, Έφη Αχτσιόγλου.
Στην προσφώνησή του ο κ. Παυλόπουλος εξήρε τη συμβολή του Γερμανού ομολόγου του στα χρόνια της μνημονιακής περιόδου. Τόνισε την κρίσιμη συγκυρία -λόγω και των Ευρωεκλογών που θα γίνουν τον Μάιο- και την ανάγκη η ΕΕ «να φθάσει ως την τελική της ενοποίηση, πολλώ μάλλον όταν ο ρόλος της είναι πλανητικός» με έμφαση στον πυλώνα της κοινής Εξωτερικής Πολιτικής και της Πολιτικής Ασφάλειας, αλλά και της αλληλεγγύης.
Ο κ. Παυλόπουλος έκανε ιδιαίτερη αναφορά στα εθνικά θέματα, το Κυπριακό και τη στάση της Τουρκίας:
«Ως προς το Κυπριακό -και με την αυτονόητη βεβαίως διευκρίνιση ότι αυτό αποτελεί διεθνές και, κυρίως, ευρωπαϊκό ζήτημα- επιδιώκουμε, το συντομότερο δυνατό, την δίκαιη και βιώσιμη λύση του. Όμως η Κυπριακή Δημοκρατία, ως πλήρες μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, δεν είναι νοητή με περιορισμένη κυριαρχία, την οποία θα προκαλούσαν στρατεύματα κατοχής και αναχρονιστικές εγγυήσεις τρίτων. Τούτο είναι αντίθετο προς κάθε έννοια Διεθνούς και Ευρωπαϊκού Δικαίου, ιδίως δε αντίθετο προς τις διατάξεις του άρθρου 4 παρ. 2 της Συνθήκης της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Επιπλέον δε, θα δημιουργούσε ένα επικίνδυνο ως και καταστροφικό προηγούμενο για την κυριαρχία κάθε κράτους-μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Ως προς τις Eλληνοτουρκικές σχέσεις, επαναλαμβάνω, για πολλοστή φορά, ότι επιδιώκουμε σχέσεις φιλίας και καλής γειτονίας και ευνοούμε την ευρωπαϊκή προοπτική της Τουρκίας. Τούτο, όμως, προϋποθέτει εκ μέρους της Τουρκίας ειλικρινή σεβασμό του Ευρωπαϊκού Κεκτημένου -αναπόσπαστο μέρος του οποίου είναι και το πρόγραμμα «NATURA 2000»- και του συνόλου του Διεθνούς Δικαίου. Άρα και οι διατάξεις της Συνθήκης της Λωζάνης και της Συνθήκης των Παρισίων του 1947-οι οποίες είναι απολύτως σαφείς και πλήρεις και δεν αφήνουν κανένα περιθώριο για γκρίζες ζώνες-πρέπει να γίνονται απ’ όλους πλήρως σεβαστές. Πολλώ μάλλον όταν η αμφισβήτησή τους οδηγεί σε αμφισβήτηση των συνόρων όχι μόνο της Ελλάδας αλλά και της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Επιπλέον, ιδίως ως προς την ΑΟΖ, η Τουρκία οφείλει να σέβεται το Δίκαιο της Θάλασσας, όπως ισχύει με βάση την Συνθήκη του Montego Bay του 1982. Το οποίο την δεσμεύει, μολονότι δεν έχει προσχωρήσει σ’ αυτό, διότι, κατά τη νομολογία του Διεθνούς Δικαστηρίου της Χάγης, παράγει πλέον γενικώς παραδεδεγμένους κανόνες του Διεθνούς Δικαίου.»
Το μήνυμα προς ΠΓΔΜ
Ως προς την ΠΓΔΜ, ο Πρόεδρος ξεκαθάρισε ότι η Ελλάδα επιδιώκει σχέσεις φιλίας, καλής γειτονίας και εμπράκτως αποδεικνύει ότι ευνοεί την προοπτική της στο ΝΑΤΟ και στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
Ξεκαθάρισε όμως ότι: «Η επίλυση του ζητήματος του ονόματος σύμφωνα με την Ιστορία και με το Διεθνές Δίκαιο. Για να γίνει αυτό -όπως καταστήσαμε σαφές και είναι θέση αποδεκτή και από την Ευρωπαϊκή Ένωση και από το ΝΑΤΟ– πρέπει η γειτονική μας χώρα να επιφέρει και τις αναγκαίες αλλαγές στην έννομη τάξη της, πρωτίστως δε στο Σύνταγμά της. Και πράγματι, ανέλαβαν αυτή, την υποχρέωση. Κατόπιν τούτου, περιμένουμε την εκπλήρωσή της. Μόνον όταν τελειώσει οριστικά όλη αυτή η διαδικασία και αφού διαπιστωθεί ότι η συνταγματική αναθεώρηση εμπεριέχει όλες τις εγγυήσεις, για τις οποίες μίλησα προηγουμένως, τότε είναι δυνατό να υπάρξει πρόσκληση για ένταξη στο ΝΑΤΟ καθώς και οιαδήποτε έναρξη συζητήσεων, σε ό,τι αφορά την ενταξιακή πορεία της ΠΓΔΜ προς την Ευρωπαϊκή Ένωση. Επίσης, μόνο τότε είναι δυνατό να οριστικοποιηθεί και το περιεχόμενο της Συμφωνίας.»