Θα σας δώσω μια πολύ απλή, γρήγορη, γευστική και λαϊκή συνταγή, την οποία μαγειρεύουν ευρέως στην Πελοπόννησο. Χρησιμοποιούμε χυλοπίτες «σπιτικές» (τις κάνουν οι νοικοκυρές στο σπίτι τους ή σε χωριάτικα εργαστήρια, ευρύτατα διαδεδομένα σε όλη την Πελοπόννησο), λουκάνικα χωριάτικα επίσης και μυζήθρα ντόπια, την οποία εύκολα επίσης βρίσκεις στα χωριά της Πελοποννήσου!

ΕΚΤΕΛΕΣΗ:

Βήμα 1ο: Κόβουμε τα χωριάτικα λουκάνικα σε μικρά κομμάτια και τα τηγανίζουμε σε λάδι ελιάς.
Όταν τηγανιστούν, τα βγάζουμε και τα τοποθετούμε σε μια πιατέλα.

Βήμα 2ο: Στο μεταξύ έχουμε φροντίσει σε αλατισμένο νερά να έχουμε βράσει και τις χυλοπίτες μας.
Τις βρασμένες χυλοπίτες μας τις σουρώνουμε και τις βάζουμε σε μια μεγάλη πιατέλα ή ένα ρηχό ταψάκι και τις περιλούζουμε (τους περιχύνουμε) με το καυτό λάδι μέσα στο οποίο έχουμε τηγανίσει τα λουκάνικά μας.
Στο λάδι έχουν προστεθεί και τα υγρά από τα λουκάνικα, άρα έχει αυγατίσει. Σε περίπτωση, όμως, που δεν επαρκεί για να περιλούσουμε όλες τις χυλοπίτες μας, προσθέτουμε λίγο ακόμα λαδάκι ή λίγο βούτυρο.
Στο μεταξύ, έχουμε τρίψει πολύ ψιλή τη μυζήθρα μας.

Βήμα 3ο: Στην πιατέλα ή το ρηχό ταψάκι που είχαμε βάλει τα τηγανισμένα λουκάνικα, προσθέτουμε και τις βρασμένες και σουρωμένες χυλοπίτες μας, και τις ανακατεύουμε με τα λουκάνικα.
Στη συνέχεια, περιχύνουμε το καυτό λαδάκι σε όλη την επιφάνεια. Πριν κρυώσει το λάδι, πασπαλίζουμε την επιφάνεια με την ψιλοτριμμένη μυζήθρα μας.
Θα δούμε να καψαλίζεται η μυζήθρα στο καυτό λάδι (εξού και καψαλισμένη μυζήθρα), να κάνει μια εύγεστη και πικάντική κρούστα στο επάνω μέρος και να περιχύνεται επίσης στο εσωτερικό δημιουργώντας μια εύγευστη κόλλα ανάμεσα στις χυλοπίτες.
Το πιάτο μας είναι έτοιμο.

Μαζί με ένα καλό κρασί, θα ξαφνιάσει την παρέα μας και θα δημιουργήσει ένα ωραίο κλίμα στις κρύες βραδιές του χειμώνα.

Καλή σας όρεξη!

Υ.Γ.: Στο ερώτημα «πώς η νόνα, από χωριό τσι Κέρκυρας η "κακομοίρα" (όπως λέμε στα χωριά μας) μαγείρευε ιταλικές μακαρονάδες ή γαλλικές τάρτες, και διάφορα άλλα», απαντώ: Το εγχείρημα για συγγραφή του σχετικού βιβλίου με «Συνταγές τσι νόνας...», είναι εντελώς ερασιτεχνικό. Μ' αρέσει να μαγειρεύω στο σπίτι ή την παρέα και οι φίλοι μου με προέτρεψαν να εκδώσω τις εν λόγω συνταγές!
Η νόνα (γιαγιά), λοιπόν, φίλοι μου απλά είναι η πρωταγωνίστρια του βιβλίου κι επειδή είμαι από χωριό της βόρειας Κέρκυρας, δεν θα μπορούσε να μην έχει και τον πρώτο ρόλο με «τσι συνταγές τσι κερκυραϊκής υπαίθρου και τσι χώρας».

Ωστόσο, η εν λόγω νόνα μπορεί να είναι Ιταλίδα, Γαλλίδα, από την Πελοπόννησο, τη Μακεδονία ή τη Σάμο, ή να υποδυθεί τον ανάλογο ρόλο, καθώς οι συνταγές που εκδίδω είναι προσωπικές εμπειρίες από τα μέρη που βρέθηκα κι έζησα επί μακρόν είτε σαν φοιτητής ή φαντάρος ή εργαζόμενος, κι όχι μόνον από το χωριό μου, τις Λούτσες Κερκύρας, το οποίο υπεραγαπώ, στο οποίο γεννήθηκα και πέρασα τα πρώτα χρόνια μου μέχρι και το δημοτικό σχολείο.

Επιπλέον, σας γνωστοποιώ ότι οι «Συνταγές τσι νόνας...», δεν είναι απλά ρετσέτες μαγειρικής. Συνοδεύονται με πολλά λαογραφικά στοιχεία που συνδέουν το παρουσιαζόμενο πιάτο με την εποχή, τα ήθη και έθιμα, τις ανάγκες, το κλίμα, την οικονομία, τον πολιτισμό και την θρησκεία των κατοίκων που το πρωτομαγείρεψαν.


Πηγή: tasty-day.gr