Χρήστος Λούλης: Υπήρξε μια περίοδος που την είχα ψωνίσει - «Πίστευα πως ο, τι και να έκανα, θα αρέσω»
Πρόκειται για έναν από τους πιο αγαπημένους ηθοποιούς, που το τηλεοπτικό κοινο τον έχει λατρέψει μέσα από τους ρόλους που έχει ενσαρκώσει τόσο στο θέατρο, όσο και στον κινηματογράφο και στην τηλεόραση.
Καλεσμένος στο «Στούνιο4» ήταν ο Χρήστος Λούλης κάνοντας μια συζήτηση εφ’ όλης της ύλης.
Ο Χρήστος Λούλης θα πρωταγωνιστήσει στη νέα τηλεοπτική σειρά εποχής της ΕΡΤ «Βραχιόλι της φωτιάς» που θα μεταφέρει την ιστορία των Εβραίων της Θεσσαλονίκης.
«Είναι η ιστορία μιας ολόκληρης οικογένειας που τους βλέπουμε να μεγαλώνουν, βλέπουμε τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, βλέπουμε το Άουσβιτς. Εγώ υποδύομαι τον βασικό χαρακτήρα το 1962 όπου γίνεται μια επανασύνδεση από το παρελθόν. Η σειρά βασίζεται σε αληθινή ιστορία».
Για το εάν έμαθε κάτι καινούργιου που δεν ήξερε για τους Εβραίους είπε: «Πάντα μαθαίνεις κάτι. Μου άρεσαν πολύ οι κοινότητες, αλλά μου επιβεβαίωσαν αυτό που είχα μάθει από παλαιότερη έρευνα. Πρόκειται για εξαιρετικά ευγενείς ανθρώπους, εργατικούς και δεν διαφέρουν σε τίποτα από έναν Χριστιανό».
Ο ηθοποιός επίσης μίλησε για το ξεκίνημά του στον χώρο της υποκριτικής ενώ, μεταξύ άλλων, σημείωσε πως του είχαν κολλήσει την ταμπέλα του "ζεν πρεμιέ". Ο ίδιος τόνισε πως είναι πολύ δύσκολο το να μην μπεις στο τρυπάκι αυτό, ενώ σημείωσε πως υπήρξε μια περίοδος της ζωής του που το είχε πάρει και πάνω του!
«Tο άκουγα τότε το «ζεν πρεμιέ» και το καταλάβαινα. Εντάξει, καταλάβαινα ότι έχω μια, ας πούμε, εμφάνιση και το άκουγα από άντρες και γυναίκες. Το ήξερα και από πριν ότι αρέσω γενικά και ότι έχω μια εμφάνιση που αρέσει. Το ήξερα. Πάνω στη σκηνή όμως φωτίζεται και χτυπάει την ματαιόδοξία σου και όχι μόνο. Εφόσον την χτυπάει σου κάνει πάρα πολύ μεγάλο κακό στην καλλιτεχνική σου διάσταση. Δηλαδή τελειώνει η καλλιτεχνία, δεν υπάρχει καλλιτεχνία... Άμα είσαι ωραίος και «τώρα βγω και θα με δείτε», εντάξει… Κανένας δεν το κάνει αυτό που να αξίζει. Άμα έχεις δηλαδή λίγο μυαλό. Σε ρουφάει όμως κάποια στιγμή και σε πλακώνει. Εγώ την έπαθα τότε, την ψώνισα».
«Πίστευα πως ότι και να κάνω, μια χαρά, θα αρέσω! Αλλά επειδή είχα την τύχη να συνεργαστώ με πολύ σπουδαίους ανθρώπους, μου έδειχναν κάπου που δεν είναι αυτονόητο και κάτι που ήταν πολύ άγνωστο, άξιο και άρα δύσκολο να το πετύχω. Κατάλαβα ότι είμαι πολύ λίγος σε ικανότητα και ως εκ τούτου κατάλαβα ότι θέλει πάρα πολύ δουλειά και να αφήσω πίσω την όποια ωραία εμφάνιση».
Στην ερώτηση της Νάνσυς Ζαμπέτογλου εάν είχε σκεφτεί να κάνει άλλη δουλειά είπε: «Δεν είναι η δουλειά μου να είμαι ισορροπημένος. Μου φαινόντουσαν όλα τόσο τετράγωνα και για αυτό επέλεξα αυτή τη δουλειά.Βέβαια, και σε αυτή τη δουλειά είμαι πιο τετράγωνος από ποτέ».
Και προσθέτει: «Εγώ δεν ήξερα τι ήθελα να γίνω, δεν είχα καμία κλήση. Δεν είχα πει ποτέ ότι θέλω να γίνω ηθοποιός ή επιχειρηματίας. Οπότε πήγαινα στην εύκολη λύση που ήταν το μαγαζί του πατέρα μου. Μπαίνω σε μια οικονομική σχολή του Πειραιά και πάω εκεί και δεν μου αρέσει, βαριέμαι. Πήγαινα στα γύρω γύρω καφενεία, έπαιζα τάβλι. Ήταν μια αναγκαία φάση εφόσον εμένα αυτό δεν μου άρεσε, έπρεπε να τα μηδενίσω όλα, να τα ακυρώσω. Στο πανεπιστήμιο είχε μια θεατρική ομάδα, δεν είχα καμία σχέση με το θέατρο, και λέω κάπως θα γίνουν τα πράγματα.
Κατάλαβα ότι η υποκριτική πρώτα από όλα ότι με μαγνητίζει και με γοητεύει και μου ανοίγει το κεφάλι γιατί έκανε να σκέφτομαι συνέχεια. Όταν έκανα πρόβες κατάλαβα ότι ήθελα να με κάνει κάθε μέρα».
«Την ερωτεύτηκα σε μια πολύ δύσκολη πρόβα και σαν αντίδραση, σαν επανάσταση, ερωτευτήκαμε. Είναι σαν να κάνεις έρωτα σε νεκροταφείο. Έτσι και εμείς, μας βγήκε σαν αντίδραση ο έρωτας. Είμαστε μαζί 21 χρόνια. Υπάρχει μια μεγάλη σύνδεση ψυχική με τη σύζυγο, γνωρίζουμε τόσο καλά τον άλλον. Η καθημερινότητα που μπορεί να τα κάνει μαλλιά κουβάρια, ένα βλέμμα μια στιγμή σε βγάζει από την καθημερινότητα. Είδα μέσα της κάτι πολύ αγνό που μιλούσε σε κάτι πολύ δικό μου παιδικό. Πέρα από το ότι είναι πολύ όμορφη και μου έπεσε το σαγόνι, αυτό που με κέρδισε είναι αυτό το αγνό πράγμα που έχει».