Η ασυμβίβαστη Μυρτώ Αλικάκη περιγράφει άγριες στιγμές της ζωής της - Αποκαλύπτει πώς έσκισε την ετικέτα της σέξι κοπέλας
Δύο «απώλειες» που με σημάδεψαν και το μωράκι που χάθηκε!
To κορίτσι με τα μακριά μαύρα μαλλιά, τον τσαμπουκά στο βλέμμα και το εφηβικό σώμα που προκάλεσε… ταραχές στο συντηρητικό τηλεοπτικό τοπίο μιας ολόκληρης εποχής, η θρυλική «Αναστασία», κατάφερε να κάνει όλα όσα θέλησε στην καριέρα της, όπως τα ονειρεύτηκε εκείνη κι όχι όπως ήθελαν οι άλλοι να τα καθορίσουν.
Αν και πέρασαν τριάντα χρόνια από τότε που η Μυρτώ Αλικάκη ήταν το νεανικό sex symbol, παρέμεινε αιώνια ασυμβίβαστη, «κλεισμένη» σε μια δική της κοριτσίστικη εικόνα, την οποία δεν κατάφερε να… τσαλακώσει ο χρόνος. Το «αιώνιο κορίτσι», όπως την αποκαλούν οι θαυμαστές της λόγω του φιζίκ της,… έσκισε την ετικέτα της σέξι και μοιραίας που ήθελαν να της κολλήσουν μετά το θρίαμβο της «Αναστασίας», κι έγινε ηθοποιός μεγάλων αξιώσεων και απαιτήσεων τόσο στην τηλεόραση όσο και στο θέατρο, όπου έπαιξε σπουδαίους ρόλους.
Σε μια εξομολόγηση ψυχής, η δολοπλόκα ηγουμένη Κασσιανή από το «Μαύρο Ρόδο» μάς μίλησε γι’ αυτό τον πρώτο ρόλο της ως κακιά τηλεοπτική ηρωίδα, που όμως λατρεύει ο κόσμος. Θυμήθηκε την πρώτη εμφάνισή της με τη θρυλική πλέον «Αναστασία» στην τηλεόραση, όπου τη φόβισε το κύμα της τεράστιας δημοσιότητας που πήγε να την πνίξει από τη μία στιγμή στην άλλη και τον τρόπο που βρήκε για να μην τυποποιηθεί σε ρόλους σέξι ενζενί.
Ακόμα αναφέρθηκε στα παιδικά της χρόνια και στην ελευθερία, όπου την έμαθαν οι γονείς της, στο τσαγανό που είχε από μικρή, στον έρωτα, ο οποίος καθόρισε τη ζωή της, στο διαζύγιο που την άλλαξε, αλλά και στα παιδιά της, τα οποία είναι ό,τι πιο σημαντικό έχει.
Δεν δίστασε να μας αποκαλύψει γιατί χρειάστηκε να κάνει ψυχοθεραπεία, γεμίζοντας δάκρυα κάθε φορά που έψαχνε βαθιά στην ψυχή της, αλλά και τις μεγάλες «απώλειες» και τις στιγμές που τη σημάδεψαν. Κι ακόμα μας μίλησε για το ελληνικό MeToo στο θέατρο, τη σχέση της με τα θεία, αλλά και το μυστικό για το πώς έχει καταφέρει να ξεγελάσει το χρόνο και να διατηρεί αυτή την τόσο νεανική εικόνα.
Πού γεννηθήκατε και πώς ήσασταν ως παιδί;
Γεννήθηκα στο Παρίσι, αλλά δεν έχω μνήμες από εκεί, καθώς ήρθαμε στην Ελλάδα όταν ήμουν τριών χρόνων. Είμαι μοναχοπαίδι. Μεγάλωσα στο Χαλάνδρι. Τον πατέρα μου τον έλεγαν Γιώργο και ήταν αρχιτέκτονας. Τη μητέρα μου τη λένε Βίκυ και εργάστηκε ως δημοσιογράφος. Δεν ήμουν άτακτη. Δεν είχα και κανέναν ιδιαίτερο λόγο να είμαι άτακτη, καθώς μεγάλωσα σε ένα περιβάλλον με πολύ μεγάλη ελευθερία, ήμουν αρκετά αγοροκόριτσο, λάτρευα το ποδήλατο και τα πατίνια. Μου άρεσε όμως να κάθομαι και μόνη μου στο δωμάτιό μου και να ζωγραφίζω ή να κάνω κατασκευές. Ήμουν ένα δημιουργικό παιδί. Ένιωθα πάντα ότι θέλω να έχω την ελευθερία μου και δεν το διαπραγματευόμουν αυτό πάρα πολύ. Επίσης, οι γονείς μου με έμαθαν πάντα να διεκδικώ αυτό που θέλω, να έχω όνειρα. Έκανα πολλά πράγματα μόνη μου από μικρή, οπότε έμαθα να επιβιώνω και να είμαι αυτάρκης. Πάντα είχα δυναμικό χαρακτήρα. Όταν θέλω να κάνω κάτι, θα το τολμήσω. Πολύ δύσκολα θα με πτοήσει κάτι. Ήμουν καλή μαθήτρια στο σχολείο.
Σας άρεσε στις σχολικές γιορτές να λέτε ποιήματα και να παίρνετε μέρος σε θεατρικά σκετσάκια;
Ναι, ήμουν μέσα σε όλα. Μου άρεσε να λέω ποιήματα, να συμμετέχω σε θεατρικές παραστάσεις. Ήθελα να γίνω ηθοποιός και ήμουν σχεδόν σίγουρη από τα δεκατέσσερά μου χρόνια.
Όμως, περάσατε στη Γαλλική Φιλολογία.
Ναι, πέρασα στη Γαλλική Φιλολογία γιατί ήμουν αρκετά καλή μαθήτρια. Δεν τελείωσα όμως ποτέ τη Γαλλική Φιλολογία γιατί την ίδια χρονιά πέρασα και στη Δραματική Σχολή του Θεάτρου Τέχνης «Κάρολος Κουν» και ακολούθησα αυτό που ήθελα πραγματικά.
Η δημοσιότητά σας απογειώθηκε παίζοντας στην τηλεόραση την «Αναστασία», που ήταν και η πρώτη σας δουλειά. Κάτι πολύ πρωτοποριακό και τολμηρό για τα ήθη της εποχής.
Ναι. Η «Αναστασία» προβλήθηκε ακριβώς όταν εγώ τελείωσα τη δραματική σχολή, τη σεζόν 1993-94.
Ήταν ένα σίριαλ που τότε συζητήθηκε πολύ για το θέμα του, ένα ερωτικό τρίο, όπου παίζατε ανάμεσα σε πατέρα και γιο, και είχε και γυμνές σκηνές. Πώς το αντιμετωπίσατε τότε όλο αυτό;
Ένα σημαντικό στοιχείο σε σχέση με αυτό που με ρωτάτε είναι πως στη συγκεκριμένη δουλειά οι συντελεστές ήταν πολύ καταξιωμένοι και σοβαροί, η σεναριογράφος Μιρέλλα Παπαοικονόμου, ο σκηνοθέτης Γιώργος Κορδέλλας, ο Μηνάς Χατζησάββας, ο Άλκης Κούρκουλος, για να μιλήσω για τους πολύ βασικούς. Εγώ μπήκα μέσα σε αυτό χωρίς να σκεφτώ πώς θα φανεί στον κόσμο, πώς θα το πάρει. Όπως είπα και νωρίτερα, μεγάλωσα σε ένα περιβάλλον καθόλου σεμνότυφο, σε ένα αρκετά ελεύθερο περιβάλλον, οπότε δεν μου φαινόταν και τόσο παράξενο όλο αυτό που είχα να κάνω. Σίγουρα, όταν η σειρά ξεκίνησε να προβάλλεται και αντιλήφθηκα τι σημαίνει δημοσιότητα, και ιδιαίτερα αυτού του είδους η αναγνωρισιμότητα -που περιείχε ένα σεξουαλικό χαρακτήρα αυτός ο ρόλος-, ήταν αρκετά τρομακτικό για μένα. Κι αυτό γιατί εμένα μου άρεσε να έχω πάντα την ελευθερία μου και την αυτονομία μου και ξαφνικά αισθάνθηκα πρώτον ότι περπατάω στο δρόμο και με αναγνωρίζουν -άρα κατά έναν τρόπο χάνεις την ελευθερία σου-, δεύτερον ότι όλοι οι άνθρωποι του επαγγέλματος περιμένουν κάτι πολύ συγκεκριμένο από εσένα μετά από αυτό. Εμένα μου συνέβη αυθόρμητα, αλλά προσπάθησα να σωθώ απ’ όλο αυτό με το μόνο τρόπο που μπορούσα να αντιληφθώ. Κι αυτός ήταν το να μην είμαι πολύ προσβάσιμη στο κομμάτι των δημοσιογράφων, δηλαδή αφενός κράτησα αρκετά χαμηλό προφίλ ως προς αυτό και αφετέρου, με την πρώτη ευκαιρία που μου δόθηκε, άρχισα να παίζω πράγματα διαφορετικά από την «Αναστασία». Μετά από κάποια χρόνια που είχα καταφέρει να αποδείξω και στον εαυτό μου και στους άλλους ότι δεν είμαι απλώς ένα κοριτσάκι που έβγαλε τα ρούχα του και είναι μια στάρλετ, ηρέμησα και άρχισα να απολαμβάνω το γεγονός ότι είχα αυτή τη σπουδαία τύχη να βγω από την ανωνυμία τόσο γρήγορα. Γιατί κι αυτό είναι πολύ σημαντικό πράγμα στη δουλειά μας.
Νιώσατε -και για πόσον καιρό μετά- ότι αυτός ο ρόλος της Αναστασίας σάς κυνήγησε; Φοβηθήκατε μήπως τυποποιηθείτε σε τέτοιους ρόλους;
Ναι, στην αρχή αισθάνθηκα ότι τώρα όλοι σκέφτονται ότι εγώ αυτό θα κάνω. Είναι πολύ τρομακτικό γενικά, και για έναν άνθρωπο σαν εμένα, που το κομμάτι τού πώς αντιλαμβάνομαι την ελευθερία είναι ένα εύρος επιλογών που μπορεί να έχω, οπότε γι’ αυτό κινήθηκα με το συγκεκριμένο τρόπο, όχι πάντα με απόλυτη ηρεμία, αλλά θεωρώ ότι δεν έχασα την πυξίδα μου και δεν έπαψα ποτέ να θυμάμαι γιατί ήθελα να γίνω ηθοποιός. Αυτό με βοήθησε πάρα πολύ.
Από τον τρόπο που μιλάτε, νιώθω ότι το εισπράξατε και σαν μια ωραία εμπειρία, γιατί σας βοήθησαν έμπειροι επαγγελματίες, όπως ο σπουδαίος Μηνάς Χατζησάββας.
Μα η αλήθεια είναι ότι το περιβάλλον μέσα στο οποίο έγιναν τα γυρίσματα ήταν τόσο υπέροχο και προστατευμένο, δεν είχε τίποτα το τρομακτικό για μένα, το πώς ο κόσμος το αντιλήφθηκε είχε κάτι το τρομακτικό και κυρίως αυτό το κομμάτι της αναγνωρισιμότητας. Σαφέστατα και με βοήθησαν όλοι αυτοί οι άνθρωποι και ένιωθα ότι με περιβάλλουν με αγάπη και φροντίδα.
Υπάρχει κάτι που έχει καταγραφεί στο μυαλό σας το οποίο να ήταν πρωτόγνωρο και περίεργο σε σχέση με τις αντιδράσεις του κόσμου;
Γενικά ήταν μια πολύ έντονη περίοδος, διότι το να περπατάς στο δρόμο και όλοι να ξέρουν ποια είσαι είναι μια τεράστια αλλαγή στη ζωή ενός ανθρώπου. Θυμάμαι, βεβαίως, και πολύ συγκινητικές στιγμές, όπου διάφοροι άνθρωποι εξέφραζαν με πάρα πολύ ωραίο τρόπο το θαυμασμό τους ή την εκτίμησή τους, και βεβαίως μού έρχονται στη μνήμη και περιστατικά όπου άνθρωποι -που συμβαίνει ακόμα και σήμερα- συμπεριφέρονται με έναν τρόπο σαν να τους ανήκεις. Δηλαδή, δεν σέβονται καθόλου τον προσωπικό σου χώρο αν σε συναντήσουν έξω. Πολλές φορές τότε αισθάνθηκα άβολα.
Νιώσατε τότε ότι μπορεί κάπου να ξεφύγατε και να είχατε έπαρση, αυτό που λένε να «καβαλήσατε το καλάμι»;
Δεν θεωρώ ότι ποτέ μου «καβάλησα το καλάμι», να πω «α, είμαι φοβερή και τρομερή», μπορώ όμως να σκεφτώ εκ των υστέρων ότι ίσως κάποιοι άνθρωποι, π.χ. συνάδελφοί σας δημοσιογράφοι, ένιωθαν πως έχω έπαρση, διότι καταλάβαιναν ότι δεν τους έχω καμία ανάγκη. Δηλαδή, σκεφτόμουν πάντα -και με έναν τρόπο το πιστεύω και αποδεικνύεται διαρκώς περίτρανα ως προς το επάγγελμά μου- ότι πάρα πολλοί συνάδελφοί μου έχουν καταφέρει να γίνουν πολύ σπουδαίοι κάνοντας μόνο τη δουλειά τους. Εντάξει, όταν είσαι στην τηλεόραση και πρέπει να παίξεις με κάποιους κανόνες, θα δώσεις και ορισμένες συνεντεύξεις, αλλά δεν θεωρώ ότι αυτό είναι απαραίτητο για να γίνεις κάποιος. Κι αφού μου κάνατε αυτή την ερώτηση, τώρα θα σας το πω, γιατί στη δεκαετία του ’90 οι δημοσιογράφοι είχαν επίσης πολύ συχνά έπαρση και σε αντιμετώπιζαν ως ένα κοριτσάκι που τους οφείλεις κιόλας. Εγώ κάπου εκεί είναι που δεν μασάω με τέτοια.
Δηλαδή, κι από τα πρώτα σας χρόνια κάνατε τις επιλογές σας.
Έκανα τις επιλογές μου, γιατί κάθε άνθρωπος είναι αυτός που είναι και οφείλει να ορίζει τη ζωή του με τον τρόπο που θα είναι ευτυχισμένος. Το να κάνεις ένα σωρό πράγματα που δεν σε εκφράζουν, δεν είσαι εσύ και σε πιέζουν, δεν βρίσκω λόγο να τα κάνεις. Αυτό δεν σημαίνει ότι το συγκεκριμένο θα ισχύει για πάντα. Οι άνθρωποι αλλάζουν, επαναπροσδιορίζουν και ξαναβλέπουν τα πράγματα, αλλάζουν οι επιθυμίες τους, λέω όμως ότι εκείνη τη στιγμή εγώ ένιωθα έτσι.
Ποια νομίζετε ότι ήταν στο θέατρο η πρώτη φορά, μετά την επιτυχία σας με την «Αναστασία», που νιώσατε μια ανακούφιση, ότι «να, κάνω κάτι άλλο και μου αρέσει αυτό, και είμαι περισσότερο μέσα σε αυτό που έχω ονειρευτεί»;
Ομολογώ ότι αυτό το αισθάνθηκα πολύ γρήγορα, γιατί τη χρονιά μετά την «Αναστασία» έπαιξα στο Θέατρο Τέχνης «Κάρολος Κουν» και στο Παιδικό Θέατρο της Ξένιας Καλογεροπούλου, αμέσως έκανα πολύ καλές δουλειές στο θέατρο, αλλά και στην τηλεόραση. Δηλαδή, έκανα τον «Απόντα», το «Η ζωή μας μια βόλτα», έκανα πράγματα και αμέσως ηρέμησα. Μέσα σε δύο τρία χρόνια είχα ηρεμήσει και ένιωσα ότι τα πράγματα πάνε προς τα εκεί που ονειρεύτηκα.
Ο έρωτας έπαιξε σημαντικό ρόλο στη ζωή σας;
Βεβαίως και έπαιξε σημαντικό ρόλο. Δηλαδή, εκτός από τη δουλειά μου, ο έρωτας και τα παιδιά μου είναι το μόνο -δεν υπάρχει κάτι άλλο- που νιώθω ότι με έχει καθορίσει ποτέ τόσο πολύ. Έχω ερωτευθεί πολύ, έχω υπάρξει πάρα πολύ ευτυχισμένη και πολύ δυστυχισμένη, βεβαίως, αλλά στο τέλος της μέρας νιώθω ότι είχα μια πολύ γεμάτη και ουσιώδη ζωή.
Νιώθετε ότι αυτά που ονειρευτήκατε, όποιο στόχο κι αν βάλατε, τα πετύχατε;
Ναι, σε γενικές γραμμές το αισθάνομαι αυτό. Νιώθω πολύ μεγάλη πληρότητα.
Και συνεχίζοντας τα περί έρωτος, κάνατε ένα γάμο με τον Πέτρο Λαγούτη, χωρίσατε, αλλά έχετε δύο υπέροχους γιους. Ήταν αυτό που λέμε ένα «βελούδινο» διαζύγιο; Ήταν τόσο εύκολο;
Κανείς δεν είπε ότι ήταν εύκολο, ούτε ότι ήταν «βελούδινο» από την πρώτη μέρα. Ίσως δεν θα χρησιμοποιήσω καθόλου τη λέξη «βελούδινο», γιατί πραγματικά δεν ήταν καθόλου «βελούδινο», αλλά εξελίχθηκε σε μια νέα μορφή πολύ μεγάλης αγάπης, που για να γίνει θέλει δύο. Θέλει πολλή δουλειά από τον καθένα ξεχωριστά με τον εαυτό του, και να υπάρχει κι ένα κίνητρο, κάτι που να σε ενώνει, και για μας είναι αναμφισβήτητα τα παιδιά μας. Δηλαδή, αυτό ήταν ένα σημαντικό κίνητρο για να προσπαθήσουμε πάρα πολύ.
Έχετε δύο γιους, τον Δημήτρη, 20 χρόνων, και τον 17χρονο Γιωργή. Πώς νιώσατε που ο Δημήτρης θέλησε να ακολουθήσει τα βήματά σας; Μάλιστα, πρόσφατα είχε και μία συμμετοχή στο «Έτερος Εγώ» του Σωτήρη Τσαφούλια.
Ήμασταν και οι δύο πολύ θετικοί, εγώ προσωπικά καταχάρηκα. Ξέρετε τι γίνεται, εγώ λάτρευα αυτό το πράγμα από μικρή, το έκανα, μου λειτούργησε, κατάφερα να ζήσω κάνοντας μια δουλειά που την αγαπώ, ακόμα πηγαίνω κάθε μέρα στη δουλειά μου με κέφι, οπότε δεν μπορώ να φανταστώ για ποιο λόγο να μη θέλω το ίδιο και για το παιδί μου. Δεύτερον, θεωρώ ότι ο γιος μου επέλεξε αυτό το επάγγελμα για πολύ ουσιαστικούς λόγους, άρα δεν μπορώ παρά να είμαι απολύτως θετική. Σπουδάζει στη Δραματική Σχολή του Εθνικού Θεάτρου.
Έχετε παραδεχτεί ότι κάνατε επτά χρόνια ψυχανάλυση. Τι μάθατε και τι αλλάξατε στον εαυτό σας μέσα από αυτή την ψυχοθεραπεία που κάνατε;
Πολύ γενικά θα σας πω ότι μαθαίνεις ποιος είσαι, τι κάνεις, τι σου συμβαίνει. Κατ’ αρχάς αρχίζεις και παρακολουθείς κάποια κοινά μοτίβα που ακολουθείς στη ζωή. Αυτό είναι πολύ σημαντικό για να μάθεις ότι μπορεί εσύ να βλέπεις κάτι έτσι, να πηγαίνεις εσύ κοντά σε κάτι κι όχι αυτό απλά να σου συμβαίνει. Μετά, κάτι άλλο που παρατήρησα είναι ότι κάποιες φορές, όταν συμβαίνουν τα ίδια και τα ίδια και τα επαναλαμβάνεις, κάπου λίγο βαριέσαι και τον εαυτό σου. Και αναρωτιέσαι: «Φτάνει πια αυτό το πράγμα. Μήπως να το αλλάξω;». Κι αυτό είναι μια διαδικασία που βοηθάει.
Το προλάβατε ή φτάσατε κάποια στιγμή στην κατάθλιψη;
Όχι, στην κατάθλιψη δεν έχω φτάσει ποτέ, αλλά έχω νιώσει τρομακτική πίεση.
Και πότε νιώσατε έτοιμη να σταματήσετε;
Όταν επρόκειτο να γεννήσω το δεύτερο γιο μου και είπα στην ψυχοθεραπεύτριά μου ότι πρέπει να σταματήσουμε για ένα διάστημα, τότε μου είπε ότι δεν χρειάζεται να συνεχίσω, ότι έχω κάνει μια πολύ σημαντική διαδρομή. Έτσι κι αλλιώς, όποτε θελήσω να ξαναπάω, είναι πάντα ανοιχτή αυτή η σχέση. Κι έκτοτε, όντως, πήγα μερικές φορές, με κάποια συγκεκριμένη αφορμή και κάποιο θέμα που είχα.
Πάντως, μετά την ψυχοθεραπεία βρήκατε αυτά τα κομμάτια σας που κάπου είχατε χάσει ή θέλατε να ψάξετε;
Η ιδέα δεν είναι ότι πας εκεί για να νιώθεις πάντα καλά. Πας εκεί για να μάθεις να διαχειρίζεσαι κάποια πράγματα κάθε φορά που θα έρχονται στο μέλλον. Είναι σαν να παίρνεις στα χέρια σου ένα κουτί με εργαλεία.
Την περίοδο που κάνατε ψυχοθεραπεία… σκάβοντας μέσα στην ψυχή σας, θυμάστε να υπήρξαν στιγμές που είχατε κλάψει πολύ;
Άπειρες τέτοιες στιγμές.
Να μιλήσουμε και για τα πράγματα που κάνετε καλλιτεχνικά. Συνεχίζεται στο «Αθηνά» το θεατρικό έργο «Τέλειοι Ξένοι» του Πάολο Τζενοβέζε. Μάλιστα, συνεργάζεστε με τον πρώην σύζυγό σας Πέτρο Λαγούτη.
Ναι. Μέχρι την Κυριακή των Βαΐων και μετά θα πάμε για λίγο Θεσσαλονίκη. Είναι η τρίτη ή τέταρτη φορά που συνεργαζόμαστε με τον Πέτρο τα τελευταία χρόνια. Είναι πάρα πολύ ωραία η συνεργασία μας, γιατί εκτιμάμε πάρα πολύ ο ένας τον άλλο και ταιριάζουμε σε πάρα πολλά πράγματα. Έχουμε μια κοινή αισθητική, ακόμα και στον τρόπο που αντιλαμβανόμαστε το τι σημαίνει να κάνει κάποιος αυτή τη δουλειά, δηλαδή στη σοβαρότητα με την οποία την κάνουμε. Είναι ένα πραγματικά πολύ επίκαιρο έργο, γιατί μιλάει για την επίδραση που έχουν τα κινητά, τα social κι όλα αυτά τα πράγματα στη ζωή μας. Μέσα από αυτό προσπαθεί να κάνει μια τομή στις ανθρώπινες σχέσεις, στο πόσο συχνά «κουκουλώνουμε» πράγματα ή μπαίνουμε σε μια συμβατική κατάσταση και δεν βγαίνουμε από αυτήν, φοβούμενοι τι θα πει ο κόσμος, τι θα πουν τα παιδιά… Επίσης, πόσο συχνά λέμε ψέματα και τελικά ζούμε με έναν άνθρωπο που ούτε εκείνος ξέρει ποιοι είμαστε, ούτε εμείς ξέρουμε ποιος είναι, ακριβώς γι’ αυτό και το έργο λέγεται «Τέλειοι Ξένοι». Το έργο έχει καταπληκτικούς χαρακτήρες, και ο θεατής σίγουρα θα βρει έναν ήρωα με τον οποίο θα μπορέσει να ταυτιστεί.
Και να πάμε σε ένα νέο χαρακτήρα, την πρώτη κακιά ηρωίδα που παίζετε στην καριέρα σας, την ηγουμένη Κασσιανή στην επιτυχημένη σειρά του Mega«Μαύρο Ρόδο», που έχει κάνει άνω κάτω τη μονή με τις μηχανορραφίες της.
Κι ακόμα έχει μέλλον. Πλέον, όμως, αρχίζει και έρχεται και το δικό της παρελθόν στο φως, εξαρτήσεις από ναρκωτικά, φυλακή για κλοπές, γιατί ήταν ανακατεμένη με κλεφτρόνια, για να πάρει τη δόση της, πολλά… Πάντως, θα εξακολουθήσει να είναι ηγουμένη στο μοναστήρι. Αργότερα δεν ξέρω… Στην τηλεόραση δεν έχω ξανακάνει αρνητικό χαρακτήρα, κι όταν μου το πρότειναν, ενθουσιάστηκα, γιατί είναι ένας ρόλος που σου δίνει την ευκαιρία να κάνεις πολλά πράγματα. Έτσι κι αλλιώς, οι αρνητικοί χαρακτήρες για εμάς τους ηθοποιούς είναι πάντα πολύ γοητευτικοί. Εμένα όλο αυτό με ενθουσίασε, και η μεταμόρφωση σε μοναχή, που είναι κάτι διαφορετικό.
Ο κόσμος πώς σας αντιμετωπίζει; Υπάρχει κάποιο περίεργο περιστατικό που σας έχει συμβεί λόγω του αρνητικού ρόλου;
Με αντιμετωπίζει με πολλή αγάπη και τον ευχαριστώ. Μόνο θετικά σχόλια έχω εισπράξει. Δεν μπορώ να σκεφτώ κάποιο περίεργο περιστατικό. Το μόνο, ότι ο κόσμος με πλησιάζει και μου λέει πόσο διασκεδάζει με την κακία μου (γέλια).
Η δική σας σχέση με τα θεία πώς είναι;
Εγώ δεν μπορώ να πω ότι έχω σχέση με τα θεία, και δεν μεγάλωσα και σε ένα τέτοιο περιβάλλον. Δεν νιώθω την ανάγκη ούτε να πάω στην εκκλησία, ούτε να λέω ότι πιστεύω. Προφανώς και ενστερνίζομαι πράγματα τα οποία πρεσβεύει ο χριστιανισμός και με καλύπτουν απόλυτα, δηλαδή το κομμάτι της αγάπης είναι κάτι που με αφορά πολύ στη ζωή μου, όπως και της συγχώρεσης. Γενικά, με τις θρησκείες θεωρώ ότι το πρόβλημα είναι ο τρόπος με τον οποίο γίνονται «όπλο» στα χέρια της Εκκλησίας, η οποία -κατά τη γνώμη μου- δεν έχει πάντα τις καλύτερες προθέσεις.
Ποια είναι η πιο δύσκολη «απώλεια» που έχετε βιώσει μέχρι στιγμής στη ζωή σας;
Η πρώτη μεγάλη «απώλεια» που βίωσα και τη θυμάμαι, γιατί ήταν πολύ σημαντική για μένα, συνέβη όταν ήμουν πέντε χρόνων, όταν η μαμά μου ήταν έγκυος και περιμέναμε να έρθει ένα μωράκι, η μαμά μου έφυγε για το μαιευτήριο και γύρισε χωρίς το μωρό. Το περίμενα το αδελφάκι μου, το ήθελα πάρα πολύ, αλλά δυστυχώς και το μωράκι δεν ήρθε και η μαμά μου ήταν στεναχωρημένη για αρκετό καιρό με την «απώλεια» του μωρού που περίμενε με λαχτάρα. Όμως έχω και μεγάλες «απώλειες» στη ζωή μου, πολύ πιο δύσκολες. Αυτές είναι ο θάνατος του πατέρα μου στα είκοσι έξι μου χρόνια, ενώ πιο πριν, στα δεκατέσσερά μου, σκοτώθηκε ο ξάδελφός μου σε ηλικία δεκαεννέα χρόνων.
Είστε πολλά χρόνια στο θέατρο. Το περιμένατε όλο αυτό το «απόστημα» που έσπασε μέσα στον καλλιτεχνικό χώρο, το MeToo με τις καταγγελίες περί σεξουαλικών κακοποιήσεων, με όλα αυτά τα δικαστήρια;
Τόσο ακραίες περιπτώσεις είναι πάρα πολύ λίγες. Εννοείται, καλώς έκαναν και έφτασαν στα δικαστήρια. Τώρα, από κει και πέρα, το υπόλοιπο κομμάτι της σεξουαλικής παρενόχλησης οπωσδήποτε πρέπει να αλλάξει, φυσικά θεωρώ ότι υπάρχει παντού, σε κάθε επαγγελματικό χώρο, όλοι έχουμε ακούσει διάφορες ιστορίες. Πιστεύω πως, όταν αυτό γίνεται απειλητικό για την κατάσταση ενός ατόμου, πρέπει να αντιμετωπίζεται. Γιατί υπάρχουν και περιπτώσεις που είναι πολύ ήπιες και -κατά τη δική μου γνώμη- κάποιος τις τακτοποιεί και μόνος του. Κάποια πράγματα μπορείς να τα λύσεις και μόνη σου, αλλά προφανώς δεν μπορείς να λύσεις μόνη σου ούτε το να σε βιάσουν, ούτε το να σε απολύσουν, ούτε καν να σου κάνουν τη ζωή πατίνι στη δουλειά, επειδή δεν δέχτηκες να κοιμηθείς με το αφεντικό σου. Είχα ακούσει κι εγώ κάποια πράγματα στο χώρο μου, δεν ζω αλλού. Μπορεί να μην είχα ακούσει αυτά που άκουσα από ένα σημείο και μετά, αλλά, ναι, υπήρχε μια αίσθηση ότι υπάρχουν κάποιοι άνθρωποι που ζουν «περίεργα» τη ζωή τους.
Σας έχει συμβεί σεξουαλική παρενόχληση;
Όχι. Ευτυχώς, δεν μου έχει συμβεί κάτι.
Ο χρόνος είναι σαν να σας… χαϊδεύει. Ποιο είναι το μυστικό σας για να διατηρείτε αυτή την τόσο νεανική εικόνα;
Νομίζω ότι είναι θέμα διάθεσης. Σίγουρα με βοηθάει το φιζίκ μου, που το σώμα μου έχει κάτι «κοριτσίστικο», πάντα το είχε. Δεν είμαι μια γυναίκα θηλυκή με καμπύλες, είμαι μικροκαμωμένη, οπότε, όταν με βλέπει κάποιος, του δίνω την εντύπωση ότι είμαι μικρή σε ηλικία. Σίγουρα, έχει να κάνει και με τη διάθεσή μου γιατί είμαι ένας άνθρωπος χαρούμενος και αισιόδοξος, αγαπάω πάρα πολύ τη ζωή, δύσκολα το βάζω κάτω και πολύ δύσκολα πιέζομαι σε βαθμό που να μου χαλάει τη διάθεση, παρόλο που έχω μια φοβερά πιεστική καθημερινότητα. Ξυπνάω στις εξίμισι το πρωί και μέχρι τις 12.00 το βράδυ σπανίως κάθομαι. Είμαι πάρα πολύ ευτυχισμένη. Έχω κάνει όλα όσο ήθελα να πετύχω, έχω τα παιδιά μου, που τα λατρεύω, ανθρώπους που αγαπώ γύρω μου και το επάγγελμά μου είναι πάντα δημιουργικό και ευχάριστο.
Πώς σας βρίσκω αυτό τον καιρό; Μόνη ή με σύντροφο;
Νιώθω πολύ ισορροπημένη.
Αν θελήσω να κλείσω τη Μυρτώ Αλικάκη σε μία φράση, ποια θα είναι η καλύτερη;
Νομίζω ότι είμαι φωτεινή.
Ακόμα και στις δύσκολες μέρες που ζούμε, πιστεύετε ότι υπάρχει πάντα ένα φως εκεί έξω;
Ναι, το πιστεύω πάντα. Το ότι είμαι φωτεινή δεν έχει να κάνει με το ότι δεν υπάρχει το σκοτάδι. Το σκοτάδι υπάρχει πάντα, αλλά είναι η αντιδιαστολή που μας επιτρέπει να αντιλαμβανόμαστε το φως. Αλλιώς, τι αξία θα είχε το φως χωρίς το σκοτάδι;
Κι αν δείτε ότι περνάει ο χρόνος πάνω από αυτό το «αιώνιο κορίτσι», είστε υπέρ ή κατά του να κάνετε κάποια αισθητική επέμβαση;
Κατ’ αρχάς, ο χρόνος περνάει από πάνω μου -όπως και απ’ όλο τον κόσμο- γιατί είμαι πενήντα χρόνων. Κι εγώ βλέπω τις φθορές και στο σώμα μου και στο πρόσωπό μου, αλλά ειδικά στο πρόσωπο μπορώ να σας πω ότι μου αρέσουν. Θεωρώ ότι είναι γοητεία ο χρόνος που περνάει στο πρόσωπο ενός ανθρώπου, είναι η ιστορία του καθενός. Σίγουρα, είμαι τυχερή από άποψη γονιδίων, γιατί μεγαλώνω με ωραίο τρόπο, προσέχω το σώμα μου, γυμνάζομαι, γιατί το θεωρώ πολύ σημαντικό για τη διάθεσή μου, τρώω τα πάντα με μέτρο. Δεν έχω κάνει καμία αισθητική επέμβαση μέχρι στιγμής, ούτε καν ενυδάτωση δέρματος με βιταμίνες. Είμαι κατά της σύγχρονης εμμονής με τη νεότητα και με την πλαστική εικόνα. Εγώ έχω πει στον εαυτό μου ότι δεν θέλω να κάνω καμία αισθητική επέμβαση και υποθέτω πως δεν θα κάνω. Τώρα, τι να σας πω; Άμα πάθω καμιά «τρέλα» στα εξήντα μου, το συζητάμε. Ποτέ μη λες ποτέ. Αλλά νιώθω ότι δεν θα κάνω.
*Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα Ontime του Σαββατοκύριακου 25-26/3