Του Αλέξη Μίχα

Αν σε κάτι πάσχει η εγχώρια βιοτεχνία θεάµατος είναι η δυσκολία να αναδείξει νέα πρόσωπα που θα κάνουν γκελ στο κοινό. Είναι κοινό µυστικό πως οι «όροι» του παιχνιδιού έχουν αλλάξει τόσο πολύ την τελευταία εικοσαετία, αναφορικά µε την προβολή, αλλά πολύ περισσότερο µε την καθιέρωση καινούργιων καλλιτεχνών, που η περίφηµη ρήση του Αντι Γουόρχολ -για τα περίφηµα 15 λεπτά δηµοσιότητας που αναλογούν στον καθένα- τείνει να γίνει απαράβατος κανόνας. Εξαίρεση στη σεζόν που διανύουµε είναι η Κορίννα Ντουλλάαρτ, η νεαρή πρωταγωνίστρια στην κινηµατογραφικών προδιαγραφών σειρά «Milky Way» του Βασίλη Κεκάτου, στο Mega.

Η ηθοποιός, µε τον πλέον ανεπιτήδευτο τρόπο ερµηνείας της στο σίριαλ, φρόντισε να µας υπενθυµίσει πως στο σκοτεινό (στα περισσότερα σηµεία του) σύµπαν της εγχώριας τηλεόρασης υπάρχουν φωτεινές εξαιρέσεις ταλέντων, που δεν χρειάζονται σηµατοδότες και σειρήνες αυτοαναφορικότητας, σκανδάλων και ποµπωδών δηλώσεων για να επιβεβαιωθούν καλλιτεχνικά ή έστω απλά να επιβιώσουν. 

Διαβάστε επίσης: Κορίννα Ντουλλάαρτ – Milky Way: "Η δική μου πραγματικότητα δεν μου άρεσε, γι’ αυτό αποφάσισα να γίνω ηθοποιός"

Το τηλεοπτικό ντεμπούτο της Κορίννας Ντουλλάαρτ

Στο τηλεοπτικό της ντεµπούτο κλήθηκε να ερµηνεύσει -και το έκανε επιτυχώς- έναν δύσκολο ρόλο που πραγµατεύεται θέµατα όπως η ξαφνική µητρότητα σε εφηβική ηλικία, που ταράζει τα κλειστοφοβικά νερά µιας κλειστής κοινωνίας, αλλά και η νεανική παραβατικότητα. Απόφοιτη του Θεάτρου Τέχνης, είχε την πρώτη της επαφή µε τον βραβευµένο στο Φεστιβάλ των Κανών, Βασίλη Κεκάτο, κατά τη διάρκεια των πτυχιακών της εξετάσεων. Η πρώτη συνεργασία έγινε σε σποτ του ταλαντούχου σκηνοθέτη για το 60ό Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης, αλλά αυτή επισκιάστηκε από την πανδηµία του κορονοϊού, όπως βέβαια και κάθε άλλη καλλιτεχνική δραστηριότητα σε όλο τον πλανήτη. Οταν στη συνέχεια ο Βασίλης Κεκάτος τής πρότεινε τον πρωταγωνιστικό ρόλο στο «Milky Way» η ηθοποιός αρχικά µε δισταγµό, αλλά στη συνέχεια µε ενθουσιασµό, πήρε τα κείµενα και άρχισε να µελετά τον ρόλο της έφηβης Μαρίας. «Η Μαρία αισθάνεται παγιδευµένη και αυτό νοµίζω ότι το έχουµε νιώσει σχεδόν όλα τα κορίτσια στη ζωή µας», έλεγε παλαιότερα, δηλώνοντας ταυτόχρονα ανέτοιµη για τη διαχείριση της ξαφνικής αναγνωρισιµότητας, για τον απλούστατο λόγο πως η ίδια θεωρεί ότι το επάγγελµα που έχει επιλέξει ν’ ακολουθήσει δεν πρέπει να αντιµετωπίζεται ως κάτι το ξεχωριστό, όσον αφορά το κοµµάτι της δηµοσιότητας.

Από το αεροπλάνο, στο θέατρο

Μισή Ολλανδέζα, η Κορίννα γεννήθηκε και µεγάλωσε κυρίως στην Ελλάδα, ενώ τα παιδικά της χρόνια δεν ήταν εύκολα. Οπως η ίδια έχει αποκαλύψει, τα παιδιά γίνονται πολλές φορές σκληρά κάνοντας bullying σε οτιδήποτε θεωρούν πως είναι διαφορετικό από τα ίδια. Από την άλλη, χαρακτηρίζει τον εαυτό της µάλλον µοναχικό και κλειστό άτοµο, αλλά και λίγο αγοροκόριτσο. Αυτό ακριβώς, όπως έχει επισηµάνει, δυσκόλευε την επικοινωνία µε τις συνοµήλικές της. Ποια ήταν η διέξοδός της; Η µουσική και η ζωγραφική. Η τελική πορεία προς την υποκριτική ήταν σίγουρα περιπετειώδης. Με ακούσµατα πανκ, αλλά έφεση στην όπερα, η Κορίννα αποφασίζει στην τελευταία τάξη του Λυκείου πως δεν θέλει να δώσει Πανελλήνιες Εξετάσεις. Πηγαίνει στο Αµστερνταµ και εκεί αποφασίζει να δώσει εισαγωγικές εξετάσεις για σπουδές στο λυρικό τραγούδι, στο Κονσερβατόριο του Αµστερνταµ (CVA). Πρόκειται για τη µεγαλύτερη ακαδηµία µουσικής στην Ολλανδία, που προσφέρει δυνατότητες εξειδίκευσης σε προγράµµατα στην κλασική µουσική, την τζαζ, την ποπ, την πρώιµη µουσική και την όπερα, όπως επίσης και στη γενικότερη µουσική εκπαίδευση. Τα καταφέρνει µεν, αλλά λίγη ώρα πριν από την πτήση προς την ολλανδική πρωτεύουσα -και ενώ βρίσκεται ήδη στο αεροσκάφος- κατεβαίνει προφασιζόµενη µια δικαιολογία της στιγµής. Λίγα λεπτά αργότερα δηλώνει στον πατέρα της, τη γιαγιά της και την καλύτερή της φίλη, που τη συνόδευσαν στο αεροδρόµιο, πως θέλει ν’ ασχοληθεί µε το θέατρο, κάτι που αρχικά έβρισκε αντίθετη τη µητέρα της. «Η ηθοποιία ήταν ένας τρόπος να ξεφύγεις από τη δική σου πραγµατικότητα, να αποδράσεις κατά κάποιον τρόπο και να ζήσεις διαφορετικές ζωές µέσα από άλλους χαρακτήρες. Το είχα µεγάλη ανάγκη αυτό», θα αναφέρει χαρακτηριστικά γι’ αυτή την απόφασή της. Ο δρόµος στη ∆ραµατική Σχολή σίγουρα δεν ήταν στρωµένος µε ροδοπέταλα για εκείνη. «Αντίθετα, είχα σπαρµένα αγκάθια έντονου ανταγωνισµού που µου δηµιούργησαν αρχικά συναισθήµατα ανασφάλειας και φόβου», θα εξηγήσει. Το άνοιγµα του µονοπατιού προς τον «γαλαξία» του Βασίλη Κεκάτου τής έδειξε τον δρόµο προς τη συνέχεια. Που µόνο ελπιδοφόρα προµηνύεται...

 

Δημοσιεύθηκε στην Απογευματινή της Κυριακής