Ο Αλέξανδρος Μπουρδούμης είναι ο Γουίλι Γουόνκα στο λατρεμένο μιούζικαλ «Ο Τσάρλι και το εργοστάσιο σοκολάτας», που βασίζεται στο μυθιστόρημα του Ρόαλντ Νταλ και φυσικά είδαμε στον κινηματογράφο με τη σφραγίδα του Νο1 κινηματογραφικού «παραμυθά» της εποχής μας, του τεράστιου Τιμ Μπάρτον.

Ο δικός μας «Τζόνι Ντεπ» λοιπόν -ο σούπερ σταρ ενσάρκωσε, ως γνωστόν, με ασύλληπτη επιτυχία στη μεγάλη οθόνη τον Γουίλι Γουόνκα- φιλοξενείται στο Embassy Theater, τον νέο θεατρικό χώρο που άνοιξε στον πρώην ιστορικό κινηματογράφο του Κολωνακίου. Ο ταλαντούχος ηθοποιός μεταμορφώνεται απολαυστικά στον εκκεντρικό Γουίλι στο θρυλικό μιούζικαλ που έχει συγκινήσει και ενθουσιάσει παράλληλα εκατομμύρια θεατών σε ολόκληρο τον κόσμο. Ήρθε πρώτη φορά στην Ελλάδα σε απόδοση-σκηνοθεσία Γιώργου Βάλαρη και μας προ(σ)καλεί να το απολαύσουμε.

Ο Αλέξανδρος Μπουρδούμης, μιλώντας σχετικά στην «ΑΠΟΓΕΥΜΑΤΙΝΗ», τονίζει: «Είναι μια παράσταση ενός πολύ μεγάλου μιούζικαλ. Δεν πρόκειται για παιδική παράσταση, ούτε ο σκοπός των ανθρώπων που την έφτιαξαν είναι αυτός. Αν διαβάσετε το βιβλίο, είναι ακόμα πιο σκοτεινό… Συστήνεται για πρώτη φορά σε ένα ολοκαίνουργιο θέατρο στο Κολωνάκι, ένας νέος χώρος πολιτισμού θα έλεγα, γιατί συνεχίζει τη μακρά ιστορία ενός ιστορικού κινηματογράφου». Προσθέτει για την παράσταση και τη δουλειά του: «Είναι πολύ δύσκολος ο ρόλος από πολλές απόψεις. Έχουμε να κάνουμε με ένα κορυφαίο καλλιτεχνικό επίτευγμα. Είναι μεγάλη μου χαρά και τιμή που μου ανατέθηκε ένας τόσο σπουδαίος ρόλος, γιατί είναι πολύ δύσκολος. Κάθε μέρα αναμετρώμαι μαζί του και κάθε μέρα ανακαλύπτω κάτι καινούργιο…». Μας μιλάει όμως και για την πραγματοποίηση ενός μεγάλου ονείρου του μέσω του θεατρικού. «Είχα δει την παράσταση στο Λονδίνο. Μαζεύω τα προγράμματα και χαζεύοντάς το είδα πώς φτιάχτηκε το μιούζικαλ από την πρώτη μέρα. Χρειάστηκαν τέσσερα χρόνια για να ολοκληρωθεί. Δεν είχα διαβάσει το μυθιστόρημα και μαγεύτηκα. Δεν πίστευα αυτό που έβλεπα μπροστά μου και λέω μέσα μου, γιατί ήμουν μόνος μου: “Φαντάζεσαι να γίνει ποτέ στην Ελλάδα και να παίξω τον Γουίλι;”. Τώρα, έπειτα από δέκα χρόνια, μάλλον το… άκουσε ο Βάλαρης», χαριτολογεί.

Ο δικηγόρος

Τηλεοπτικά εισβάλλει και στο καστ της δημοφιλούς δραματικής σειράς του Mega «Το ναυάγιο» ως Παύλος Ξενάτος. Είναι δίκαιος και δυναμικός άντρας που αναλαμβάνει την υπεράσπιση των θυμάτων του ναυαγίου.

«Πρόκειται για πολύ ενδιαφέροντα ήρωα, δικηγόρο της εποχής εκείνης, που αναλαμβάνει να υπερασπιστεί τα θύματα που διασώθηκαν. Είναι ήρωας με όλη τη σημασία της λέξης, καθώς θα έρθει αντιμέτωπος με πολλές αντιξοότητες. Ανυπομονώ και για τις σκηνές με τον αντίπαλο δικηγόρο, τον Γεράσιμο Σκιαδαρέση. Θα έχουμε μεγάλη κόντρα, οι εξελίξεις έχουν σασπένς», εξηγεί. Πώς χαρακτηρίζει τη μαζική επιστροφή στη μυθοπλασία στην εγχώρια TV; «Σίγουρα δεν μπορεί όλες οι σειρές που προβάλλονται να είναι του ιδίου επιπέδου. Το ζητούμενο είναι αν υπάρχει ανοιχτή αγορά και να είναι πρωταγωνίστρια στην τηλεόραση η μυθοπλασία. Δεν ξέρω όμως κατά πόσο μπορούν να αντέξουν όλα τα σίριαλ», υποστηρίζει.

Σε ό,τι αφορά τις επιλογές του, δεν αισθάνεται πως απέρριψε κάτι και εκ των υστέρων το μετάνιωσε. Αυτό που θυμάται όταν γυρίζει στα πρώτα του βήματα είναι κάποια «όχι». «Νεότερος έκανα πολλά κάστινγκ, βρέθηκα συχνά στην πηγή και δεν ήπια νερό! Το συναίσθημα της απόρριψης, να βλέπω μια σειρά που παίχτηκε και ήθελα να είμαι μέρος της αλλά δεν τα κατάφερα, με έκανε να πεισμώσω και να δουλέψω γερά για το επόμενο κάστινγκ. Αυτό ποτέ δεν σταματά, γιατί ακόμα και τώρα μπορεί να σου συμβεί αυτό. Δεν σου λένε πάντα “πάρε αυτό και πήγαινε να το παίξεις”. Όταν για παράδειγμα έκανα κάστινγκ για την ταινία του Κώστα Γαβρά, είχα μεγάλη αγωνία», υπογραμμίζει. Τέλος, σχολιάζει τη φράση του συναδέλφου και φίλου του Πάνου Βλάχου στους ρεπόρτερ «είναι πολύ όμορφη στιγμή για μένα, ελπίζω να μην τη λερώσετε», που είπε χωρίς κάποια αφορμή, καθώς δεν είχαν ξεκινήσει οι ερωτήσεις (στην πρεμιέρα της σειράς «17 κλωστές»). «Είναι πολύ φίλος μου ο Πάνος, εδώ και πολλά χρόνια μάλιστα. Τον αγαπώ και τον σέβομαι, πρόκειται για έναν από τους καλύτερους ηθοποιούς. Δεν άκουσα ακριβώς τι είπε. Διάβασα, αλλά δεν ξέρω πώς ειπώθηκε. Ωστόσο καταλαβαίνω το πνεύμα του. Φοβούμενος, φαντάζομαι, ότι οι δημοσιογράφοι πολλές φορές την τρίχα την κάνουν τριχιά, ενδεχομένως θέλησε να ζητήσει κατανόηση. Δεν έχω κάτι άλλο να σχολιάσω, γιατί δεν έχω δει ακόμα το απόσπασμα», εξηγεί.

 

Δημοσιεύθηκε στην Απογευματινή