Νίκος Ψαρράς στην Ontime: Ο γιος μου με έχει κάνει πολύ πιο ευσυγκίνητο, με προβληματίζει πολύ σε τι κόσμο θα μεγαλώσει ο Πάνος
Μίλησε για όλα στην Οntime
Ο Νίκος Ψαρράς είναι αριστοκρατικός, γοητευτικός, αλλά έχει παίξει πολλά "κακά" παιδιά
Είναι ένας σπάνιος δανδής, που ξέρει να… μεταμορφώνεται αριστοτεχνικά στους ρόλους του. Ο Νίκος Ψαρράς είναι αριστοκρατικός, γοητευτικός, αλλά έχει παίξει πολλά «κακά» παιδιά. Απλός, ειλικρινής, με χιούμορ, ευγενής, καλό παιδί, «ζυμωμένος» με τις αξίες των παλαιών Ελλήνων θεατρίνων, αλλά αποπνέοντας και χολιγουντιανό αέρα, καθώς «φλέρταρε» και με διεθνή καριέρα, γιατί διαθέτει όλα τα προσόντα. Κλείνει τριάντα χρόνια γεμάτα επιτυχίες ως ηθοποιός, έχοντας παίξει σπουδαίους ρόλους στο σανίδι, ενώ έχει ξεχωρίσει και στην τηλεόραση, απ’ όπου κέρδισε γρήγορα μεγάλη δημοσιότητα και συνεχίζει να την απολαμβάνει, όπως και την απέραντη αγάπη του κόσμου τώρα με τον συμπαθή Κανέλλο στη «Μάγισσα» του ΑΝΤ1.
Ο Νίκος Ψαρράς μίλησε για όλα στην «ΟΝ time»: Για τις «Σκηνές από ένα γάμο» όπου πρωταγωνιστεί, αλλά και τη δική του ευτυχισμένη οικογένεια, τη συνεργασία του με τη σκηνοθέτιδα σύζυγό του Έλενα Καρακούλη, καθώς και τον εννιάχρονο γιο τους Πάνο, που άλλαξε τη ζωή τους. Ακόμα υποστήριξε με πάθος τη ρηξικέλευθη, πολυσυζητημένη «Μήδεια» του Φρανκ Κάστορφ, στην οποία πρωταγωνίστησε, και τη σύγχρονη όψη της τραγωδίας στο αρχαίο θέατρο της Επιδαύρου. Επίσης, μας μίλησε για τον Λεωνίδα Κακούρη, αλλά και τη δική του στιγμή που χρειάστηκε να απομακρυνθεί από τη δουλειά του, την εξέλιξη του ελληνικού #ΜeToo, την «πληγή» του, το μεγάλο φόβο του, τις πλαστικές αισθητικές επεμβάσεις, αλλά και το νομοσχέδιο για τους γάμους των ομόφυλων ζευγαριών και την απόκτηση παιδιών.
Έχεις παίξει πολλά «κακά» παιδιά. Τώρα στη «Μάγισσα» στον ΑΝΤ1, ο Κανέλλος φαίνεται ότι είναι το «καλό» παιδί της οικογένειας Λάσκαρη. Νιώθεις ότι μπορεί να κρύβει κάποια άλλα μυστικά, που θα το ανατρέψουν αυτό στην πορεία;
Ο Κανέλλος είναι ένας θετικός χαρακτήρας από θέση και άποψη, κι έτσι θα συνεχίσει να είναι. Πιο πολύ ασχολείται με τις ζωές των άλλων και με όλα αυτά τα αδιανόητα που συμβαίνουν γύρω του παρά με τη δική του. Όμως το ξέρει αυτό. Έχει αφήσει όλα αυτά που ήθελε ο ίδιος, ξέροντας ότι δεν μπορεί να έχει τη Δαμιανή (Κατερίνα Λέχου), η οποία είναι ο μεγάλος του έρωτας, οπότε έχει αφοσιωθεί περισσότερο στη συντήρηση του πύργου, στο να είναι καλά τα ανίψια του, να κλείνει εμπορικές συμφωνίες, κι αυτή είναι η ευτυχία του.
*Διαβάστε εδώ: Η γυμνή αλήθεια της "Μάγισσας" - Ποια είναι η Ελλη Τρίγγου που πρωταγωνιστεί στη γνωστή τηλεοπτική
Έχει όμως μια μοναχικότητα. Αναρωτιέμαι, στο τέλος της σεζόν θα τον δούμε να έχει ένα ταίρι ή θα μείνει σε αυτό τον έρωτα, το μεγάλο και ανεκπλήρωτο, που νιώθει για τη Δαμιανή;
Δεν αγγίζουμε καθόλου τέτοια θέματα. Γίνονται άλλα, πολύ πιο σημαντικά, οπότε αυτά όλα είναι σε δεύτερη και τρίτη μοίρα. Είναι όμως ένας θετικός χαρακτήρας και θα μείνει έτσι μέχρι το τέλος.
Φέτος τον Ιούνιο κλείνεις τριάντα χρόνια ως ηθοποιός. Έχοντας αυτή τη μεγάλη εμπειρία, πίστευες ότι μια τηλεοπτική σειρά εποχής (1817-18) με πειρατές, με τόσο αίμα, θα άγγιζε το κοινό και θα γινόταν επιτυχία;
Ναι, γιατί υπάρχει σασπένς. Βεβαίως, υπάρχει όλος ο κοινωνικός περίγυρος, τα ήθη και τα έθιμα εκείνης της εποχής, αλλά υπάρχουν φοβερές ανατροπές, πολλές ταυτόχρονες ιστορίες, γιατί και οι σεναριογράφοι Μελίνα Τσαμπάνη και Πέτρος Καλκόβαλης είναι «μαέστροι» σε αυτό. Εγώ γι’ αυτό νομίζω ότι αγγίζει τον κόσμο. Στην αρχή είχα ακούσει από δικούς μου ανθρώπους ότι υπήρχαν πολλές πληροφορίες και λίγο ζορίζονταν να καταλάβουν ποιος είναι ποιος, τι κάνει κ.λπ. Πολύ σύντομα όμως το ξεπέρασαν αυτό το στάδιο. Δεν το φοβήθηκα ούτε στιγμή. Είχα δει τι έκαναν συγγραφικά οι δυο τους στις «Άγριες Μέλισσες» -και βεβαίως ο Λευτέρης Χαρίτος ως επικεφαλής σκηνοθέτης-, και ήμουν από την πρώτη στιγμή σίγουρος για την επιτυχία και πολύ ήρεμος. Δηλαδή, είπα «όχι» σε άλλα πράγματα και περίμενα να αποφασιστεί ότι θα ξεκινήσουμε. Αλλά νομίζω ότι όλοι δικαιωθήκαμε, γιατί αυτή την τόσο μεγάλη επιτυχία δεν την περίμενα μόνο εγώ. Κι είμαι πολύ χαρούμενος γι’ αυτό. Τα γυρίσματα θα τα τελειώσουμε μέσα στον Φεβρουάριο.
Όπου πηγαίνεις, είτε στο θέατρο είτε στην τηλεόραση, κάνεις επιτυχία. Ποιο είναι το μυστικό σου;
Πιστεύω ότι ένα κομμάτι του «ταλέντου» -σε εισαγωγικά- είναι οι επιλογές που κάνεις. Δηλαδή, από τα τρία, τέσσερα πράγματα που θα σου προτείνουν, θα πρέπει να ξέρεις και τι σου πάει ή, όταν πιστεύουν ότι κάτι δεν σου πάει, αν θες να ρισκάρεις, για να αποδείξεις ότι σου πάει. Για μένα όμως το μέλημα ήταν πάντα όχι τι ρόλο θα παίξω -είτε στο θέατρο είτε στην τηλεόραση- αλλά με ποιους. Αυτό είναι το πρώτο που κοιτάω. Δηλαδή, με ποιους κάνεις μια παράσταση ή με ποιους κάνεις ένα σίριαλ. Ποιος σε σκηνοθετεί. Ποιους και ποιες συναδέλφους θα έχεις. Γιατί οι ρόλοι και οι συνεργασίες -και σ’ το λέω αυτό έπειτα από τριάντα χρόνια σε αυτή τη δουλειά- είναι η αφορμή για πολύ ωραίες συναντήσεις. Κι αυτές είναι που μένουν. Συναντήσεις με τους ρόλους σου και κυρίως με τους/τις συναδέλφους σου.
Γι’ αυτό είπες «ναι» για να συμμετάσχεις στη συνέχεια του «Maestro» του Χριστόφορου Παπακαλιάτη;
Είναι μόνο ένα guest. Το έκανα γιατί o Χριστόφορος είναι φίλος πολλά χρόνια και θέλαμε να συναντηθούμε, κι επειδή γοητεύτηκα. Όταν με πήρε τηλέφωνο, μου είπε: «Είναι κάτι πολύ μικρό, αλλά όταν το έγραφα, εσένα είχα στο μυαλό μου και θέλω να το κάνεις εσύ!». Του είπα αμέσως «θα το κάνω». Και πολύ το χάρηκα. Εγώ δεν είχα ποτέ «πρωταγωνιστιλίκια», ούτε με ενδιαφέρουν. Ήμουν σε μια παράσταση πέρσι το καλοκαίρι στην Επίδαυρο, στη «Μήδεια» του Φρανκ Κάστορφ, με άλλους επτά συναδέλφους που, όταν ξεκινήσαμε την πρώτη πρόβα, δεν ήξερε κανείς μας τι θα παίξει. Το ανακαλύπταμε μέρα με τη μέρα. Μας ενδιέφερε ότι ήμασταν όλοι μαζί κι ότι είχαμε έναν Φρανκ Κάστορφ που μας καθοδηγούσε.
Το ότι η συγκεκριμένη παράσταση του ρηξικέλευθου Γερμανού σκηνοθέτη Φρανκ Κάστορφ συζητήθηκε και θετικά αλλά και αρνητικά από αρκετούς -και μάλιστα από καλούς παλιούς συναδέλφους σου- για το νεωτερισμό της, πώς σε έκανε να νιώσεις; Γιατί ήταν κάτι πρωτοποριακό, διαφορετικό. Μάλιστα, από κάποιους ειπώθηκε ότι κάτι τέτοιο δεν έπρεπε να ανέβει στο αρχαίο θέατρο της Επιδαύρου.
Δεν έφτασε ποτέ κάτι τέτοιο στ’ αυτιά μου. Ειλικρινά, το ακούω πρώτη φορά. Εμείς αυτό που εισπράξαμε ήταν μια τεράστια επιτυχία και από τους θεατές και από τους συναδέλφους μας που ήρθαν και μας είδαν. Τώρα για το τι πρέπει να ανεβαίνει ή όχι στην Επίδαυρο και για το πώς πρέπει να είναι οι παραστάσεις, αυτό είναι μια τεράστια κουβέντα. Για κάθε παράσταση που ανεβαίνει στην Επίδαυρο, ο σκηνοθέτης παίρνει ένα πολύ μεγάλο ρίσκο: να αγγίξει ένα κείμενο που κανείς μας δεν ξέρει πώς παιζόταν όταν πρωτογράφτηκε. Και τι σημαίνει ότι κάπως πρέπει να παίζονται οι παραστάσεις στην Επίδαυρο; Όταν αναφέρουν το μεγάλο σκηνοθέτη Δημήτρη Ροντήρη, θεωρούν ότι έκανε αναβίωση του αρχαίου δράματος όπως γινόταν όταν γράφτηκαν οι τραγωδίες; Πλανώνται οικτρά. Γερμανικό εξπρεσιονισμό έκανε ο Ροντήρης, γιατί αυτό είχε σπουδάσει στο Βερολίνο κοντά στον Μαξ Ράινχαρντ. Άρα, τι σημαίνει; Τι θέλουμε στην Επίδαυρο; Το να βάλεις σανδάλια και χλαμύδες και να βγεις να κλαις, αντιμετωπίζοντας αυτό το κείμενο σαν ένα ψυχολογικό δράμα, είναι το πιο εύκολο. Αλλά είναι και το πιο ευτελές. Αδικείς το μεγαλείο του κειμένου. Αυτοί οι άνθρωποι βάλλονται με το θείο. Προσπαθούν να ξεπεράσουν την ανθρώπινη φύση τους. Όλοι έχουμε μια αγωνία, κάθε φορά που αγγίζουμε αυτά τα κείμενα, πώς θα πούμε αυτά τα λόγια, γιατί είναι λόγια δύσκολα, είναι άνθρωποι-θηρία αυτοί που παίζουμε, είναι άνθρωποι ημίθεοι, κανείς δεν ξέρει πώς κινούνται και πώς φέρονται. Βεβαίως, ο στόχος είναι οι θεατές, οποιαδήποτε παράσταση κι αν κάνεις, είτε είναι αρχαίο δράμα είτε πιο σύγχρονο έργο. Οι θεατές να ταξιδέψουν, να φύγουν αλλιώτικοι από το θέατρο, απ’ ό,τι ήρθαν. Όταν αυτό συμβαίνει, η δουλειά μας έχει πετύχει. Αυτό εισπράξαμε το καλοκαίρι με τη «Μήδεια» του Φρανκ Κάστορφ, πολύ μεγάλη αποδοχή, χειροκρότημα, καταπληκτικές κριτικές, που μιλούν για παράσταση-σταθμό στην Επίδαυρο. Κι αν σε κάποιους δεν άρεσε, καλά κάνανε. Δεν μπορούμε να αρέσουμε σε όλους, οτιδήποτε και να κάνουμε.
Κάνοντας τις επιλογές σου εδώ και σχεδόν τριάντα χρόνια, είπες πολλά «όχι» τόσο στο θέατρο όσο και στην τηλεόραση;
Όλοι μας λέμε πολλά «όχι», αλλά δεν είναι ωραίο να μιλάς για τα «όχι» που έχεις πει. Υπάρχουν «όχι» που είπα για διάφορους λόγους, είτε γιατί δεν προλάβαινα, είτε γιατί δεν το πίστεψα, κι έγιναν τεράστιες επιτυχίες. Αλλά καλό είναι να μιλάμε για τα «ναι» που έχουμε πει, γιατί τα «όχι» τα δικά μας γίνανε «ναι» σε κάποιους άλλους, και γεύτηκαν την επιτυχία ή την αποτυχία.
Από τότε που ξέσπασε το ελληνικό #MeToo στο θέατρο, εδώ και αρκετό καιρό, ήσουν από τους πρώτους που βγήκες μπροστά και υποστήριξες συναδέλφισσές σου που έχουν καταγγείλει κακοποιητικές συμπεριφορές. Έχεις δουλέψει με ιερά τέρατα, σκηνοθέτες διεθνούς φήμης, αλλά και με σπουδαίους Έλληνες σκηνοθέτες. Έχεις βιώσει κακοποιητική συμπεριφορά στο σανίδι;
Ναι. Εγώ όταν ξεκίνησα τη δουλειά, ήμασταν όλοι οι ηθοποιοί σούζα, γιατί έτσι έπρεπε να ’μαστε. Γιατί έτσι μας διδάξανε στις δραματικές σχολές. Ξέραμε ότι ο σκηνοθέτης είναι ο απόλυτος αρχηγός, ότι όλοι πρέπει να είμαστε σούζα και να τον ακολουθούμε. Αυτό με το πέρασμα του χρόνου έχει αλλάξει. Αυτό δεν υπάρχει στη νέα γενιά των ηθοποιών, δεν το έχουν δει, δεν το ξέρουν και δεν το δέχονται. Και πολύ καλά κάνουν. Το θέατρο είναι ομαδική δουλειά. Δεν γίνεται να είσαι μόνος σου ή να είσαι τρομαγμένος. Τρομαγμένος δεν μπορεί να είσαι πουθενά καλός. Ό,τι δουλειά και να κάνεις. Πρέπει να είσαι χαλαρός και ήρεμος για να δημιουργείς. Στη δική μας τη δουλειά, δε, επειδή παίζεις με το νευρικό σου σύστημα και με την ψυχή σου, είναι πολύ πιο επώδυνο, ψυχοφθόρο.
Σεξουαλική παρενόχληση έχεις δεχτεί στη δουλειά σου;
Όχι, γιατί πάντα το αντιμετώπιζα με χιούμορ. Άλλωστε, κινήθηκα σε θεατρικές ομάδες όπου δεν υπήρχε αυτό.
Απ’ όλο αυτό που έγινε με το ελληνικό #ΜeToo και την εξέλιξη που είχε πιστεύεις ότι ωφελήθηκε το θέατρο;
Θα δείξει.
Χειρίζεσαι υπέροχα τα social media. Σου στέλνουν γυναίκες και άνδρες ερωτικά μηνύματα ή ακόμα και ερωτικές φωτογραφίες;
Όχι. Παλιότερα μπορεί, αλλά ποτέ δεν τα έπαιρνα στα σοβαρά. Πάντα είχα την αίσθηση ότι αυτά τα στέλνουν φίλοι μου για να μου κάνουν πλάκα (γέλια). Αυτό είχα πάντα στο μυαλό μου.
Μου είπες ότι είναι ένα πολύ ψυχοφθόρο επάγγελμα. Έχει γίνει πολύς λόγος στα θεατρικά παρασκήνια, αλλά και στα ΜΜΕ, για την παραίτηση του Λεωνίδα Κακούρη από το Εθνικό Θέατρο και το ρόλο του Βασιλιά Ληρ. Πόσο ευάλωτος μπορεί να είναι ένας ηθοποιός; Σου έχει συμβεί ποτέ να νιώσεις τότε άσχημα, τόσο πιεσμένος, που να είπες «δεν μπορώ να συνεχίσω, φεύγω»;
Ναι, το έχω νιώσει. Έχω φτάσει κάποιες φορές -όχι πολλές- στο σημείο να πω ότι ξεπέρασα τα όριά μου! Δεν έφυγα. Δεν ξέρω τι ακριβώς έχει συμβεί με τον Λεωνίδα, εγώ λίγο τον ξέρω, τον γνώρισα στις «Άγριες Μέλισσες», είναι ένα πολύ θετικό παιδί και χαρούμενο, σοβαρός επαγγελματίας, και ξέρω ότι αγάπησε πολύ το ρόλο που θα ’κανε. Δεν ξέρω τι συνέβη, οπότε δεν μπορώ να έχω γνώμη. Προφανώς, ο συνάδελφος για δικούς του λόγους θεώρησε ότι πρέπει να κάνει μια παύση κι αυτό είναι σεβαστό. Οι ηθοποιοί δεν είμαστε πολυμηχανήματα, όπου ό,τι συμβαίνει γύρω μας δεν το αφουγκραζόμαστε και μπορούμε να συνεχίσουμε ακάθεκτοι. Αυτό είναι στον άνθρωπο. Εγώ πέρσι τον Φεβρουάριο, που πέθανε ο πατέρας μου, δεν είχα θέατρο, αλλά έκανα γυρίσματα και τα σταμάτησα. Έφυγα για λίγο και πήγα να τον θρηνήσω, να τον κηδέψω, πήρα τρεις μέρες άδεια γιατί του άξιζε! Δεν είμαι από αυτούς τους ηθοποιούς που λένε πως το σανίδι είναι τόσο ιερό που, ό,τι και να σου συμβαίνει, πρέπει να ανέβεις επάνω και να παίξεις. Όχι. Δεν πρέπει να ανέβεις, αν δεν μπορείς. Δεν πρέπει γιατί κατ’ αρχάς θα πρέπει να σέβεσαι τους θεατές που είναι κάτω κι έχουν πληρώσει ένα εισιτήριο. Πρέπει να σε δουν στα καλύτερά σου. Κι όχι στα χειρότερά σου. Ούτε εγώ θα ήθελα να δω ένα συνάδελφο να είναι κομμάτια πάνω στη σκηνή, επειδή κήδεψε πριν από δύο ώρες ένα πολύ αγαπημένο του πρόσωπο, αλλά πρέπει να παίξει. Για πολλούς από εμάς, αυτό μπορεί να είναι και ψυχοθεραπεία, να πει κάποιος ότι εγώ θέλω να παίξω, γιατί αυτές οι δύο ώρες θα είναι η ανάσα μου. Υπάρχουν όμως άνθρωποι που δεν το αντέχουν. Είναι σεβαστό.
Στο θέατρο είναι πολύ πιο δύσκολο να μην παίξεις αν συμβεί κάτι. Δεν έχεις αντιμετωπίσει μια τέτοια κατάσταση, που να μην μπορέσεις να ανέβεις στη σκηνή;
Εγώ δεν θα μπορούσα να παίξω. Είμαι από αυτούς που θα πουν «θέλω ησυχία». Δεν είμαι άνθρωπος που θα άντεχα να ξεπεράσω μια οδύνη και να παίζω. Θα ’θελα την ησυχία μου.
Θεωρείς ότι ο θάνατος του πατέρα σου ήταν το πιο γερό «ταρακούνημα» μέχρι τώρα στη ζωή σου;
Ναι, ήταν από τα πιο ισχυρά. Ήταν ο πιο κοντινός μου άνθρωπος που έχει «φύγει» και νομίζω ότι είναι ένα τραύμα που όλοι το περνάμε, είναι μια πληγή που αιμορραγεί και θέλει πολύ χρόνο για να επουλωθεί. Αλλά έπειτα από τρεις μέρες επέστρεψα κανονικά στις υποχρεώσεις μου και συνέχισα τη δουλειά μου, γιατί έτσι είναι η ζωή. Η ζωή συνεχίζεται. Και να σου πω και κάτι; Αυτό είναι το φυσικό, όσο επώδυνο και να ’ναι, τα παιδιά να κηδεύουμε τους γονείς μας. Όταν γίνεται το αντίθετο είναι αβάσταχτο.
Πρωταγωνιστείς και σε μια θεατρική δουλειά που έχει γίνει επιτυχία από πέρσι, τις «Σκηνές από ένα γάμο» του Ίνγκμαρ Μπέργκμαν, με συμπρωταγωνίστρια τη Μαρίνα Ασλάνογλου.
Ναι και είμαι ευτυχής. Μέχρι και αύριο παίζουμε στο Σύγχρονο Θέατρο κι ύστερα θα πάμε περιοδεία. Στις 9, 10 και 11 Φεβρουαρίου θα είμαστε στην Πάτρα, στο «Πάνθεον». Παίζουμε μαζί με τη Μαρίνα Ασλάνογλου στην παράσταση, σε σκηνοθεσία Έλενας Καρακούλη, η οποία έσκισε στον Πειραιά το δίμηνο που παίχτηκε, κι ευτυχώς είχαμε προνοήσει να έχει συνέχεια στο Σύγχρονο Θέατρο. Η Μαρίνα Ασλάνογλου είναι ένα υπέροχο πλάσμα. Πρόκειται για ένα σπαρακτικό κείμενο του Μπέργκμαν, όπου παρακολουθείς ένα φαινομενικά τέλειο ζευγάρι -τον Γιόχαν και τη Μαριάνε- πώς είναι τα πρώτα δέκα χρόνια του γάμου του και πώς τα επόμενα δέκα.
Δείχνει πως μέσα σε μία εικοσαετία όλα έχουν αλλάξει από εκείνη την ευτυχισμένη περίοδο του γάμου τους. Νιώθω ότι, αν δεν «ενηλικιωθείς» μαζί με το σύντροφό σου στο γάμο, αν ο ένας μείνει πίσω, χαλάει και η σχέση.
Ναι, δεν είναι μόνο θέμα «ενηλικίωσης» και των δύο μέσα στη σχέση, είναι πολλοί παράγοντες που μας βοηθάνε στο να προχωρήσουμε μια σχέση. Αυτοί οι άνθρωποι που υποδυόμαστε εμείς ψάχνουν όλη τους τη ζωή την αγάπη, είτε μεταξύ τους είτε με άλλους ανθρώπους, και στο τέλος βρίσκονται μόνοι. Κι εκεί που θα γιόρταζαν τα είκοσι χρόνια του γάμου τους, αναρωτιούνται και οι δύο με δάκρυα στα μάτια αν χάσανε κάτι σημαντικό κι αν οι άνθρωποι μπορούν να είναι ειλικρινείς. Αυτό είναι το μεγάλο τους βάσανο.
Έχεις έναν ωραίο γάμο με τη σκηνοθέτιδα Έλενα Καρακούλη, είστε ευτυχισμένοι με το γιο σας, πιστεύεις ότι σε ένα γάμο μπορεί να υπάρξει απόλυτη ειλικρίνεια;
Εγώ πιστεύω πως, όταν αρχίζουν τα μυστικά σε ένα γάμο, αρχίζει και η αντίστροφη μέτρηση. Και οι χαρακτήρες στον Μπέργκμαν έχουν μυστικά και οι δυο τους. Γι’ αυτό και δεν μπορούν να συνεχίσουν. Κάποια στιγμή τα μυστικά γίνονται ένα τεράστιο βουνό, το οποίο πέφτει και σε πλακώνει!
Πώς είναι να δουλεύεις με τη σύζυγό σου;
Είναι πολύ δύσκολο, αλλά να σου πω την αλήθεια είναι πολύ γοητευτικό, γιατί πέρα από τις δυσκολίες που υπάρχουν, παρακολουθώ όλη τη δημιουργία μιας παράστασης από τα «γεννοφάσκια» της. Κι όταν αυτό σου δίνεται, είναι πάρα πολύ ωραίο. Αλλά το δύσκολο είναι ότι η πρόβα δεν τελειώνει ποτέ, όταν είσαι με τη σύντροφό σου.
Υπήρξες πολύ μεγάλος γόης, γυναικοκατακτητής, κι ακόμα είσαι ένας πολύ ωραίος άνδρας. Σε απασχολεί ο χρόνος που περνάει, όχι μόνο γιατί μεγαλώνεις, αλλά γιατί αλλάζουν και οι ανάγκες σου; Τι θέλεις πολύ να κάνεις;
Με το χρόνο συμφιλιωνόμαστε, γιατί ο χρόνος περνάει. Δεν μπορείς να τον σταματήσεις, και στη δική μου δουλειά καλά κάνεις και συμφιλιώνεσαι με το πέρασμα του χρόνου -όπως εγώ-, γιατί με το πέρας του χρόνου έρχονται και πολύ ωραία πράγματα, εμπειρίες κ.ά. Όσον αφορά τώρα το δεύτερο, θέλω πολύ να ταξιδέψουμε, να πάμε Αργεντινή. Αυτά είναι που με εξιτάρουν και με κρατούν σε εγρήγορση, κάνοντάς με να ονειρεύομαι. Ο σκηνοθέτης πάντα έχει ένα όραμα, και η δική μας δουλειά είναι να δούμε ποιο είναι αυτό το όραμα, ποιο είναι αυτό το σύμπαν που σκέφτεται και να το φέρουμε εις πέρας. Οπότε, βεβαίως, πρέπει να ακούς το σκηνοθέτη. Ο καθένας επιβάλλεται με τον τρόπο του. Δεν χρειάζεται να φωνάζεις ή να γίνεσαι βίαιος για να επιβληθείς κάπου.
Έχεις σκεφτεί να κάνεις αισθητική χειρουργική επέμβαση για να διατηρήσεις την ωραία εικόνα σου;
Όχι, γιατί αυτό για τη δική μου δουλειά είναι θάνατος. Είναι καταδίκη. Δεν μπορείς να κάνεις τέτοια «πειράγματα», γιατί τα εκφραστικά σου μέσα αμέσως θα μειωθούν. Δεν είμαι υπέρ.
Γνωρίζοντάς σε πολλά χρόνια, μόνο μια ήρεμη δύναμη θα μπορούσε να σε παρασύρει κοντά της, γιατί ξέρω ότι ο Νίκος ήταν ένας γόης -χωρίς «καλάμι», κι αυτό οφείλω να το πω-, ατίθασος… Έβγαινες πολύ έξω, διασκέδαζες, είχες κατακτήσεις κι ένα τεράστιο φαν κλαμπ γυναικών, ήσουν πολύ μέσα στη σόουμπιζ, και κάποια στιγμή ήρθε η Έλενα και μαζεύτηκες. Νιώθεις ότι άλλαξες; Υπάρχει το πριν από την Έλενα και το μετά; Το προ γάμου και το μετά γάμον;
Όχι (γέλια). Δεν άλλαξα, αλλά να σου πω ότι χαίρομαι που μου θυμίζεις ότι κάποτε υπήρξα γόης (γέλια). Αυτές οι εμπειρίες τότε ένα στόχο είχαν: να είμαι έτοιμος όταν θα έρθει η Έλενα. Και ήμουν. Όταν ήρθε η Έλενα, είχαν «φροντίσει» οι προηγούμενες σχέσεις να με ετοιμάσουν σωστά.
Τι είναι αυτό, το πρώτο που θα σκεφτείς, που σε εντυπωσιάζει και σε «κουμπώνει» στην Έλενα; Είναι αυτό που λέμε: τα αντίθετα έλκονται;
Έχει την τρέλα ενός παιδιού και είναι παρορμητική. Εμένα αυτό μου αρέσει πολύ, γιατί με κινητοποιεί σε πολλά πράγματα. Επίσης, με εντυπωσιάζει το μυαλό της, η σκέψη της. Δεν είναι ένα πλάσμα που περνάει απαρατήρητο.
Όλες αυτές οι ατελείωτες ώρες που συζητάτε για το θέατρο, ακόμα και στο σπίτι, το ότι είστε συνέχεια μαζί, δεν φθείρει τη σχέση; Δεν φέρνει μονοτονία, βαρεμάρα;
Όχι. Αν το έφερνε, δεν θα το επαναλαμβάναμε. Θα προστατεύαμε τη σχέση μας. Αλλά το πρόβλημα είναι πως, όταν περνάς καλά και δουλεύεις θαυμάσια με τον άνθρωπό σου, δυσκολεύεσαι να φύγεις και να πας αλλού. Φέτος είναι η τέταρτη παράσταση που κάνουμε μαζί. Αν βλέπαμε από την πρώτη ότι είναι ζόρικα τα πράγματα, δεν θα το επαναλαμβάναμε. Θα το διαχωρίζαμε. Μετράει πολύ περισσότερο η προσωπική μας σχέση. Είμαστε έντεκα χρόνια μαζί και το καλοκαίρι που μας πέρασε γιορτάσαμε δέκα χρόνια γάμου.
Κι έχει πάει όλο τόσο καλά; Δεν είχατε ποτέ κάποια… φουρτούνα… λίγο «κύμα» στη σχέση σας; Υπήρξαν τριγμοί ή όλα έχουν πάει πρίμα;
Τρικυμίες και κύματα, όχι, δεν είχαμε, αλλά οι δυσκολίες της καθημερινότητας υπάρχουν σε όλους τους ανθρώπους. Το θέμα είναι πώς τις αντιμετωπίζεις και πώς τις ξεπερνάς. Εμείς όλα αυτά τα χρόνια έχουμε καταφέρει να τα βλέπουμε όλα με χιούμορ, οπότε είναι πολύ πιο ανώδυνα αυτά που συμβαίνουν μεταξύ μας περισσότερο με τους ανθρώπους γύρω μας. Μεταξύ μας είμαστε μια χαρά.
Κι έχετε και το παιδάκι σας, τον εννιάχρονο Πάνο.
Το λατρεμένο μας παιδί. Πηγαίνει στην τρίτη δημοτικού, είναι ένα δυναμικό παιδί, με πολύ χιούμορ, έξυπνο, με φοβερή λατρεία στον αθλητισμό. Αγαπάει το ποδόσφαιρο, κάνει κουνγκ-φου, προσέχει τη διατροφή του, τη φωνή του. Κι είναι πολύ ωραίο όλο αυτό.
Πόσο πιστεύεις ότι άλλαξες όταν έγινες γονιός;
Νομίζω ότι αυτό συμβαίνει σε όλους τους γονείς: Σταματάς να είσαι εγωιστής. Καταλαβαίνεις ότι ο κόσμος δεν κινείται γύρω σου, αλλά γύρω από ένα πλάσμα το οποίο έχει προέλθει από εσένα και έχει φοβερή ανάγκη να του μάθεις τον κόσμο. Φυσικά με άλλαξε. Όλοι αλλάζουμε όταν γινόμαστε γονείς. Και στη δουλειά με άλλαξε. Ο Πάνος με έχει κάνει πολύ πιο ευσυγκίνητο. Αυτό που με προβληματίζει πολύ είναι σε τι κόσμο θα μεγαλώσει ο Πάνος, με μια γη η οποία καταστρέφεται, με τους φυσικούς πόρους να τελειώνουν, να «ξεζουμίζουμε» κάθε χρόνο τη γη για να φάμε εκατομμύρια αγελάδες και κρέατα. Πιο πολύ αυτό είναι που με αγχώνει και με φοβίζει για το μέλλον του. Η γενιά του Πάνου πληρώνει αμαρτίες της δικής μας γενιάς και των γονιών μας.
Τον τελευταίο καιρό γίνεται πολύς λόγος για το νομοσχέδιο και τη νομιμοποίηση των γάμων ομόφυλων ζευγαριών και την απόκτηση παιδιών. Ποια είναι η γνώμη σου;
Οι άνθρωποι αγαπιούνται και ερωτεύονται. Το δικαίωμά τους να κάνουν οικογένεια είναι αναφαίρετο. Εγώ πιστεύω ότι δεν είναι θέμα φύλου αλλά ανθρώπων το πώς μεγαλώνουν μια οικογένεια. Πιο πολύ πίσω από αυτό το νομοσχέδιο κρύβεται η ανάγκη αυτών των ανθρώπων να έχουν δικαιώματα ο ένας από τον άλλο. Υπάρχουν πολλές περιπτώσεις ομόφυλων ζευγαριών που πέρασαν μια ολόκληρη ζωή μαζί, κι όταν ο ένας από τους δύο «έφυγε», ο άλλος δεν μπορούσε να πάρει ούτε τα ρούχα του μέσα από το σπίτι τους! Νομίζω ότι αυτό είναι απάνθρωπο. Κάτσε, βεβαίως, να δούμε και τι είναι αυτό το νομοσχέδιο και κατά πόσο διασφαλίζει νομικά την άνεση αυτών των ανθρώπων να κινηθούν.
Ποια είναι η ευχή σου για το 2024;
Πάνω απ’ όλα να είμαστε υγιείς χαρούμενοι, να ονειρευόμαστε και να αφήσουμε την γκρίνια και τη μιζέρια μακριά.
*Δημοσιεύθηκε στην Ontime
Ο Νίκος Ψαρράς μίλησε για όλα στην «ΟΝ time»: Για τις «Σκηνές από ένα γάμο» όπου πρωταγωνιστεί, αλλά και τη δική του ευτυχισμένη οικογένεια, τη συνεργασία του με τη σκηνοθέτιδα σύζυγό του Έλενα Καρακούλη, καθώς και τον εννιάχρονο γιο τους Πάνο, που άλλαξε τη ζωή τους. Ακόμα υποστήριξε με πάθος τη ρηξικέλευθη, πολυσυζητημένη «Μήδεια» του Φρανκ Κάστορφ, στην οποία πρωταγωνίστησε, και τη σύγχρονη όψη της τραγωδίας στο αρχαίο θέατρο της Επιδαύρου. Επίσης, μας μίλησε για τον Λεωνίδα Κακούρη, αλλά και τη δική του στιγμή που χρειάστηκε να απομακρυνθεί από τη δουλειά του, την εξέλιξη του ελληνικού #ΜeToo, την «πληγή» του, το μεγάλο φόβο του, τις πλαστικές αισθητικές επεμβάσεις, αλλά και το νομοσχέδιο για τους γάμους των ομόφυλων ζευγαριών και την απόκτηση παιδιών.
Έχεις παίξει πολλά «κακά» παιδιά. Τώρα στη «Μάγισσα» στον ΑΝΤ1, ο Κανέλλος φαίνεται ότι είναι το «καλό» παιδί της οικογένειας Λάσκαρη. Νιώθεις ότι μπορεί να κρύβει κάποια άλλα μυστικά, που θα το ανατρέψουν αυτό στην πορεία;
Ο Κανέλλος είναι ένας θετικός χαρακτήρας από θέση και άποψη, κι έτσι θα συνεχίσει να είναι. Πιο πολύ ασχολείται με τις ζωές των άλλων και με όλα αυτά τα αδιανόητα που συμβαίνουν γύρω του παρά με τη δική του. Όμως το ξέρει αυτό. Έχει αφήσει όλα αυτά που ήθελε ο ίδιος, ξέροντας ότι δεν μπορεί να έχει τη Δαμιανή (Κατερίνα Λέχου), η οποία είναι ο μεγάλος του έρωτας, οπότε έχει αφοσιωθεί περισσότερο στη συντήρηση του πύργου, στο να είναι καλά τα ανίψια του, να κλείνει εμπορικές συμφωνίες, κι αυτή είναι η ευτυχία του.
*Διαβάστε εδώ: Η γυμνή αλήθεια της "Μάγισσας" - Ποια είναι η Ελλη Τρίγγου που πρωταγωνιστεί στη γνωστή τηλεοπτική
Έχει όμως μια μοναχικότητα. Αναρωτιέμαι, στο τέλος της σεζόν θα τον δούμε να έχει ένα ταίρι ή θα μείνει σε αυτό τον έρωτα, το μεγάλο και ανεκπλήρωτο, που νιώθει για τη Δαμιανή;
Δεν αγγίζουμε καθόλου τέτοια θέματα. Γίνονται άλλα, πολύ πιο σημαντικά, οπότε αυτά όλα είναι σε δεύτερη και τρίτη μοίρα. Είναι όμως ένας θετικός χαρακτήρας και θα μείνει έτσι μέχρι το τέλος.
Φέτος τον Ιούνιο κλείνεις τριάντα χρόνια ως ηθοποιός. Έχοντας αυτή τη μεγάλη εμπειρία, πίστευες ότι μια τηλεοπτική σειρά εποχής (1817-18) με πειρατές, με τόσο αίμα, θα άγγιζε το κοινό και θα γινόταν επιτυχία;
Ναι, γιατί υπάρχει σασπένς. Βεβαίως, υπάρχει όλος ο κοινωνικός περίγυρος, τα ήθη και τα έθιμα εκείνης της εποχής, αλλά υπάρχουν φοβερές ανατροπές, πολλές ταυτόχρονες ιστορίες, γιατί και οι σεναριογράφοι Μελίνα Τσαμπάνη και Πέτρος Καλκόβαλης είναι «μαέστροι» σε αυτό. Εγώ γι’ αυτό νομίζω ότι αγγίζει τον κόσμο. Στην αρχή είχα ακούσει από δικούς μου ανθρώπους ότι υπήρχαν πολλές πληροφορίες και λίγο ζορίζονταν να καταλάβουν ποιος είναι ποιος, τι κάνει κ.λπ. Πολύ σύντομα όμως το ξεπέρασαν αυτό το στάδιο. Δεν το φοβήθηκα ούτε στιγμή. Είχα δει τι έκαναν συγγραφικά οι δυο τους στις «Άγριες Μέλισσες» -και βεβαίως ο Λευτέρης Χαρίτος ως επικεφαλής σκηνοθέτης-, και ήμουν από την πρώτη στιγμή σίγουρος για την επιτυχία και πολύ ήρεμος. Δηλαδή, είπα «όχι» σε άλλα πράγματα και περίμενα να αποφασιστεί ότι θα ξεκινήσουμε. Αλλά νομίζω ότι όλοι δικαιωθήκαμε, γιατί αυτή την τόσο μεγάλη επιτυχία δεν την περίμενα μόνο εγώ. Κι είμαι πολύ χαρούμενος γι’ αυτό. Τα γυρίσματα θα τα τελειώσουμε μέσα στον Φεβρουάριο.
Όπου πηγαίνεις, είτε στο θέατρο είτε στην τηλεόραση, κάνεις επιτυχία. Ποιο είναι το μυστικό σου;
Πιστεύω ότι ένα κομμάτι του «ταλέντου» -σε εισαγωγικά- είναι οι επιλογές που κάνεις. Δηλαδή, από τα τρία, τέσσερα πράγματα που θα σου προτείνουν, θα πρέπει να ξέρεις και τι σου πάει ή, όταν πιστεύουν ότι κάτι δεν σου πάει, αν θες να ρισκάρεις, για να αποδείξεις ότι σου πάει. Για μένα όμως το μέλημα ήταν πάντα όχι τι ρόλο θα παίξω -είτε στο θέατρο είτε στην τηλεόραση- αλλά με ποιους. Αυτό είναι το πρώτο που κοιτάω. Δηλαδή, με ποιους κάνεις μια παράσταση ή με ποιους κάνεις ένα σίριαλ. Ποιος σε σκηνοθετεί. Ποιους και ποιες συναδέλφους θα έχεις. Γιατί οι ρόλοι και οι συνεργασίες -και σ’ το λέω αυτό έπειτα από τριάντα χρόνια σε αυτή τη δουλειά- είναι η αφορμή για πολύ ωραίες συναντήσεις. Κι αυτές είναι που μένουν. Συναντήσεις με τους ρόλους σου και κυρίως με τους/τις συναδέλφους σου.
Γι’ αυτό είπες «ναι» για να συμμετάσχεις στη συνέχεια του «Maestro» του Χριστόφορου Παπακαλιάτη;
Είναι μόνο ένα guest. Το έκανα γιατί o Χριστόφορος είναι φίλος πολλά χρόνια και θέλαμε να συναντηθούμε, κι επειδή γοητεύτηκα. Όταν με πήρε τηλέφωνο, μου είπε: «Είναι κάτι πολύ μικρό, αλλά όταν το έγραφα, εσένα είχα στο μυαλό μου και θέλω να το κάνεις εσύ!». Του είπα αμέσως «θα το κάνω». Και πολύ το χάρηκα. Εγώ δεν είχα ποτέ «πρωταγωνιστιλίκια», ούτε με ενδιαφέρουν. Ήμουν σε μια παράσταση πέρσι το καλοκαίρι στην Επίδαυρο, στη «Μήδεια» του Φρανκ Κάστορφ, με άλλους επτά συναδέλφους που, όταν ξεκινήσαμε την πρώτη πρόβα, δεν ήξερε κανείς μας τι θα παίξει. Το ανακαλύπταμε μέρα με τη μέρα. Μας ενδιέφερε ότι ήμασταν όλοι μαζί κι ότι είχαμε έναν Φρανκ Κάστορφ που μας καθοδηγούσε.
Το ότι η συγκεκριμένη παράσταση του ρηξικέλευθου Γερμανού σκηνοθέτη Φρανκ Κάστορφ συζητήθηκε και θετικά αλλά και αρνητικά από αρκετούς -και μάλιστα από καλούς παλιούς συναδέλφους σου- για το νεωτερισμό της, πώς σε έκανε να νιώσεις; Γιατί ήταν κάτι πρωτοποριακό, διαφορετικό. Μάλιστα, από κάποιους ειπώθηκε ότι κάτι τέτοιο δεν έπρεπε να ανέβει στο αρχαίο θέατρο της Επιδαύρου.
Δεν έφτασε ποτέ κάτι τέτοιο στ’ αυτιά μου. Ειλικρινά, το ακούω πρώτη φορά. Εμείς αυτό που εισπράξαμε ήταν μια τεράστια επιτυχία και από τους θεατές και από τους συναδέλφους μας που ήρθαν και μας είδαν. Τώρα για το τι πρέπει να ανεβαίνει ή όχι στην Επίδαυρο και για το πώς πρέπει να είναι οι παραστάσεις, αυτό είναι μια τεράστια κουβέντα. Για κάθε παράσταση που ανεβαίνει στην Επίδαυρο, ο σκηνοθέτης παίρνει ένα πολύ μεγάλο ρίσκο: να αγγίξει ένα κείμενο που κανείς μας δεν ξέρει πώς παιζόταν όταν πρωτογράφτηκε. Και τι σημαίνει ότι κάπως πρέπει να παίζονται οι παραστάσεις στην Επίδαυρο; Όταν αναφέρουν το μεγάλο σκηνοθέτη Δημήτρη Ροντήρη, θεωρούν ότι έκανε αναβίωση του αρχαίου δράματος όπως γινόταν όταν γράφτηκαν οι τραγωδίες; Πλανώνται οικτρά. Γερμανικό εξπρεσιονισμό έκανε ο Ροντήρης, γιατί αυτό είχε σπουδάσει στο Βερολίνο κοντά στον Μαξ Ράινχαρντ. Άρα, τι σημαίνει; Τι θέλουμε στην Επίδαυρο; Το να βάλεις σανδάλια και χλαμύδες και να βγεις να κλαις, αντιμετωπίζοντας αυτό το κείμενο σαν ένα ψυχολογικό δράμα, είναι το πιο εύκολο. Αλλά είναι και το πιο ευτελές. Αδικείς το μεγαλείο του κειμένου. Αυτοί οι άνθρωποι βάλλονται με το θείο. Προσπαθούν να ξεπεράσουν την ανθρώπινη φύση τους. Όλοι έχουμε μια αγωνία, κάθε φορά που αγγίζουμε αυτά τα κείμενα, πώς θα πούμε αυτά τα λόγια, γιατί είναι λόγια δύσκολα, είναι άνθρωποι-θηρία αυτοί που παίζουμε, είναι άνθρωποι ημίθεοι, κανείς δεν ξέρει πώς κινούνται και πώς φέρονται. Βεβαίως, ο στόχος είναι οι θεατές, οποιαδήποτε παράσταση κι αν κάνεις, είτε είναι αρχαίο δράμα είτε πιο σύγχρονο έργο. Οι θεατές να ταξιδέψουν, να φύγουν αλλιώτικοι από το θέατρο, απ’ ό,τι ήρθαν. Όταν αυτό συμβαίνει, η δουλειά μας έχει πετύχει. Αυτό εισπράξαμε το καλοκαίρι με τη «Μήδεια» του Φρανκ Κάστορφ, πολύ μεγάλη αποδοχή, χειροκρότημα, καταπληκτικές κριτικές, που μιλούν για παράσταση-σταθμό στην Επίδαυρο. Κι αν σε κάποιους δεν άρεσε, καλά κάνανε. Δεν μπορούμε να αρέσουμε σε όλους, οτιδήποτε και να κάνουμε.
Κάνοντας τις επιλογές σου εδώ και σχεδόν τριάντα χρόνια, είπες πολλά «όχι» τόσο στο θέατρο όσο και στην τηλεόραση;
Όλοι μας λέμε πολλά «όχι», αλλά δεν είναι ωραίο να μιλάς για τα «όχι» που έχεις πει. Υπάρχουν «όχι» που είπα για διάφορους λόγους, είτε γιατί δεν προλάβαινα, είτε γιατί δεν το πίστεψα, κι έγιναν τεράστιες επιτυχίες. Αλλά καλό είναι να μιλάμε για τα «ναι» που έχουμε πει, γιατί τα «όχι» τα δικά μας γίνανε «ναι» σε κάποιους άλλους, και γεύτηκαν την επιτυχία ή την αποτυχία.
Από τότε που ξέσπασε το ελληνικό #MeToo στο θέατρο, εδώ και αρκετό καιρό, ήσουν από τους πρώτους που βγήκες μπροστά και υποστήριξες συναδέλφισσές σου που έχουν καταγγείλει κακοποιητικές συμπεριφορές. Έχεις δουλέψει με ιερά τέρατα, σκηνοθέτες διεθνούς φήμης, αλλά και με σπουδαίους Έλληνες σκηνοθέτες. Έχεις βιώσει κακοποιητική συμπεριφορά στο σανίδι;
Ναι. Εγώ όταν ξεκίνησα τη δουλειά, ήμασταν όλοι οι ηθοποιοί σούζα, γιατί έτσι έπρεπε να ’μαστε. Γιατί έτσι μας διδάξανε στις δραματικές σχολές. Ξέραμε ότι ο σκηνοθέτης είναι ο απόλυτος αρχηγός, ότι όλοι πρέπει να είμαστε σούζα και να τον ακολουθούμε. Αυτό με το πέρασμα του χρόνου έχει αλλάξει. Αυτό δεν υπάρχει στη νέα γενιά των ηθοποιών, δεν το έχουν δει, δεν το ξέρουν και δεν το δέχονται. Και πολύ καλά κάνουν. Το θέατρο είναι ομαδική δουλειά. Δεν γίνεται να είσαι μόνος σου ή να είσαι τρομαγμένος. Τρομαγμένος δεν μπορεί να είσαι πουθενά καλός. Ό,τι δουλειά και να κάνεις. Πρέπει να είσαι χαλαρός και ήρεμος για να δημιουργείς. Στη δική μας τη δουλειά, δε, επειδή παίζεις με το νευρικό σου σύστημα και με την ψυχή σου, είναι πολύ πιο επώδυνο, ψυχοφθόρο.
Σεξουαλική παρενόχληση έχεις δεχτεί στη δουλειά σου;
Όχι, γιατί πάντα το αντιμετώπιζα με χιούμορ. Άλλωστε, κινήθηκα σε θεατρικές ομάδες όπου δεν υπήρχε αυτό.
Απ’ όλο αυτό που έγινε με το ελληνικό #ΜeToo και την εξέλιξη που είχε πιστεύεις ότι ωφελήθηκε το θέατρο;
Θα δείξει.
Χειρίζεσαι υπέροχα τα social media. Σου στέλνουν γυναίκες και άνδρες ερωτικά μηνύματα ή ακόμα και ερωτικές φωτογραφίες;
Όχι. Παλιότερα μπορεί, αλλά ποτέ δεν τα έπαιρνα στα σοβαρά. Πάντα είχα την αίσθηση ότι αυτά τα στέλνουν φίλοι μου για να μου κάνουν πλάκα (γέλια). Αυτό είχα πάντα στο μυαλό μου.
Μου είπες ότι είναι ένα πολύ ψυχοφθόρο επάγγελμα. Έχει γίνει πολύς λόγος στα θεατρικά παρασκήνια, αλλά και στα ΜΜΕ, για την παραίτηση του Λεωνίδα Κακούρη από το Εθνικό Θέατρο και το ρόλο του Βασιλιά Ληρ. Πόσο ευάλωτος μπορεί να είναι ένας ηθοποιός; Σου έχει συμβεί ποτέ να νιώσεις τότε άσχημα, τόσο πιεσμένος, που να είπες «δεν μπορώ να συνεχίσω, φεύγω»;
Ναι, το έχω νιώσει. Έχω φτάσει κάποιες φορές -όχι πολλές- στο σημείο να πω ότι ξεπέρασα τα όριά μου! Δεν έφυγα. Δεν ξέρω τι ακριβώς έχει συμβεί με τον Λεωνίδα, εγώ λίγο τον ξέρω, τον γνώρισα στις «Άγριες Μέλισσες», είναι ένα πολύ θετικό παιδί και χαρούμενο, σοβαρός επαγγελματίας, και ξέρω ότι αγάπησε πολύ το ρόλο που θα ’κανε. Δεν ξέρω τι συνέβη, οπότε δεν μπορώ να έχω γνώμη. Προφανώς, ο συνάδελφος για δικούς του λόγους θεώρησε ότι πρέπει να κάνει μια παύση κι αυτό είναι σεβαστό. Οι ηθοποιοί δεν είμαστε πολυμηχανήματα, όπου ό,τι συμβαίνει γύρω μας δεν το αφουγκραζόμαστε και μπορούμε να συνεχίσουμε ακάθεκτοι. Αυτό είναι στον άνθρωπο. Εγώ πέρσι τον Φεβρουάριο, που πέθανε ο πατέρας μου, δεν είχα θέατρο, αλλά έκανα γυρίσματα και τα σταμάτησα. Έφυγα για λίγο και πήγα να τον θρηνήσω, να τον κηδέψω, πήρα τρεις μέρες άδεια γιατί του άξιζε! Δεν είμαι από αυτούς τους ηθοποιούς που λένε πως το σανίδι είναι τόσο ιερό που, ό,τι και να σου συμβαίνει, πρέπει να ανέβεις επάνω και να παίξεις. Όχι. Δεν πρέπει να ανέβεις, αν δεν μπορείς. Δεν πρέπει γιατί κατ’ αρχάς θα πρέπει να σέβεσαι τους θεατές που είναι κάτω κι έχουν πληρώσει ένα εισιτήριο. Πρέπει να σε δουν στα καλύτερά σου. Κι όχι στα χειρότερά σου. Ούτε εγώ θα ήθελα να δω ένα συνάδελφο να είναι κομμάτια πάνω στη σκηνή, επειδή κήδεψε πριν από δύο ώρες ένα πολύ αγαπημένο του πρόσωπο, αλλά πρέπει να παίξει. Για πολλούς από εμάς, αυτό μπορεί να είναι και ψυχοθεραπεία, να πει κάποιος ότι εγώ θέλω να παίξω, γιατί αυτές οι δύο ώρες θα είναι η ανάσα μου. Υπάρχουν όμως άνθρωποι που δεν το αντέχουν. Είναι σεβαστό.
Στο θέατρο είναι πολύ πιο δύσκολο να μην παίξεις αν συμβεί κάτι. Δεν έχεις αντιμετωπίσει μια τέτοια κατάσταση, που να μην μπορέσεις να ανέβεις στη σκηνή;
Εγώ δεν θα μπορούσα να παίξω. Είμαι από αυτούς που θα πουν «θέλω ησυχία». Δεν είμαι άνθρωπος που θα άντεχα να ξεπεράσω μια οδύνη και να παίζω. Θα ’θελα την ησυχία μου.
Θεωρείς ότι ο θάνατος του πατέρα σου ήταν το πιο γερό «ταρακούνημα» μέχρι τώρα στη ζωή σου;
Ναι, ήταν από τα πιο ισχυρά. Ήταν ο πιο κοντινός μου άνθρωπος που έχει «φύγει» και νομίζω ότι είναι ένα τραύμα που όλοι το περνάμε, είναι μια πληγή που αιμορραγεί και θέλει πολύ χρόνο για να επουλωθεί. Αλλά έπειτα από τρεις μέρες επέστρεψα κανονικά στις υποχρεώσεις μου και συνέχισα τη δουλειά μου, γιατί έτσι είναι η ζωή. Η ζωή συνεχίζεται. Και να σου πω και κάτι; Αυτό είναι το φυσικό, όσο επώδυνο και να ’ναι, τα παιδιά να κηδεύουμε τους γονείς μας. Όταν γίνεται το αντίθετο είναι αβάσταχτο.
Πρωταγωνιστείς και σε μια θεατρική δουλειά που έχει γίνει επιτυχία από πέρσι, τις «Σκηνές από ένα γάμο» του Ίνγκμαρ Μπέργκμαν, με συμπρωταγωνίστρια τη Μαρίνα Ασλάνογλου.
Ναι και είμαι ευτυχής. Μέχρι και αύριο παίζουμε στο Σύγχρονο Θέατρο κι ύστερα θα πάμε περιοδεία. Στις 9, 10 και 11 Φεβρουαρίου θα είμαστε στην Πάτρα, στο «Πάνθεον». Παίζουμε μαζί με τη Μαρίνα Ασλάνογλου στην παράσταση, σε σκηνοθεσία Έλενας Καρακούλη, η οποία έσκισε στον Πειραιά το δίμηνο που παίχτηκε, κι ευτυχώς είχαμε προνοήσει να έχει συνέχεια στο Σύγχρονο Θέατρο. Η Μαρίνα Ασλάνογλου είναι ένα υπέροχο πλάσμα. Πρόκειται για ένα σπαρακτικό κείμενο του Μπέργκμαν, όπου παρακολουθείς ένα φαινομενικά τέλειο ζευγάρι -τον Γιόχαν και τη Μαριάνε- πώς είναι τα πρώτα δέκα χρόνια του γάμου του και πώς τα επόμενα δέκα.
Δείχνει πως μέσα σε μία εικοσαετία όλα έχουν αλλάξει από εκείνη την ευτυχισμένη περίοδο του γάμου τους. Νιώθω ότι, αν δεν «ενηλικιωθείς» μαζί με το σύντροφό σου στο γάμο, αν ο ένας μείνει πίσω, χαλάει και η σχέση.
Ναι, δεν είναι μόνο θέμα «ενηλικίωσης» και των δύο μέσα στη σχέση, είναι πολλοί παράγοντες που μας βοηθάνε στο να προχωρήσουμε μια σχέση. Αυτοί οι άνθρωποι που υποδυόμαστε εμείς ψάχνουν όλη τους τη ζωή την αγάπη, είτε μεταξύ τους είτε με άλλους ανθρώπους, και στο τέλος βρίσκονται μόνοι. Κι εκεί που θα γιόρταζαν τα είκοσι χρόνια του γάμου τους, αναρωτιούνται και οι δύο με δάκρυα στα μάτια αν χάσανε κάτι σημαντικό κι αν οι άνθρωποι μπορούν να είναι ειλικρινείς. Αυτό είναι το μεγάλο τους βάσανο.
Έχεις έναν ωραίο γάμο με τη σκηνοθέτιδα Έλενα Καρακούλη, είστε ευτυχισμένοι με το γιο σας, πιστεύεις ότι σε ένα γάμο μπορεί να υπάρξει απόλυτη ειλικρίνεια;
Εγώ πιστεύω πως, όταν αρχίζουν τα μυστικά σε ένα γάμο, αρχίζει και η αντίστροφη μέτρηση. Και οι χαρακτήρες στον Μπέργκμαν έχουν μυστικά και οι δυο τους. Γι’ αυτό και δεν μπορούν να συνεχίσουν. Κάποια στιγμή τα μυστικά γίνονται ένα τεράστιο βουνό, το οποίο πέφτει και σε πλακώνει!
Πώς είναι να δουλεύεις με τη σύζυγό σου;
Είναι πολύ δύσκολο, αλλά να σου πω την αλήθεια είναι πολύ γοητευτικό, γιατί πέρα από τις δυσκολίες που υπάρχουν, παρακολουθώ όλη τη δημιουργία μιας παράστασης από τα «γεννοφάσκια» της. Κι όταν αυτό σου δίνεται, είναι πάρα πολύ ωραίο. Αλλά το δύσκολο είναι ότι η πρόβα δεν τελειώνει ποτέ, όταν είσαι με τη σύντροφό σου.
Υπήρξες πολύ μεγάλος γόης, γυναικοκατακτητής, κι ακόμα είσαι ένας πολύ ωραίος άνδρας. Σε απασχολεί ο χρόνος που περνάει, όχι μόνο γιατί μεγαλώνεις, αλλά γιατί αλλάζουν και οι ανάγκες σου; Τι θέλεις πολύ να κάνεις;
Με το χρόνο συμφιλιωνόμαστε, γιατί ο χρόνος περνάει. Δεν μπορείς να τον σταματήσεις, και στη δική μου δουλειά καλά κάνεις και συμφιλιώνεσαι με το πέρασμα του χρόνου -όπως εγώ-, γιατί με το πέρας του χρόνου έρχονται και πολύ ωραία πράγματα, εμπειρίες κ.ά. Όσον αφορά τώρα το δεύτερο, θέλω πολύ να ταξιδέψουμε, να πάμε Αργεντινή. Αυτά είναι που με εξιτάρουν και με κρατούν σε εγρήγορση, κάνοντάς με να ονειρεύομαι. Ο σκηνοθέτης πάντα έχει ένα όραμα, και η δική μας δουλειά είναι να δούμε ποιο είναι αυτό το όραμα, ποιο είναι αυτό το σύμπαν που σκέφτεται και να το φέρουμε εις πέρας. Οπότε, βεβαίως, πρέπει να ακούς το σκηνοθέτη. Ο καθένας επιβάλλεται με τον τρόπο του. Δεν χρειάζεται να φωνάζεις ή να γίνεσαι βίαιος για να επιβληθείς κάπου.
Έχεις σκεφτεί να κάνεις αισθητική χειρουργική επέμβαση για να διατηρήσεις την ωραία εικόνα σου;
Όχι, γιατί αυτό για τη δική μου δουλειά είναι θάνατος. Είναι καταδίκη. Δεν μπορείς να κάνεις τέτοια «πειράγματα», γιατί τα εκφραστικά σου μέσα αμέσως θα μειωθούν. Δεν είμαι υπέρ.
Γνωρίζοντάς σε πολλά χρόνια, μόνο μια ήρεμη δύναμη θα μπορούσε να σε παρασύρει κοντά της, γιατί ξέρω ότι ο Νίκος ήταν ένας γόης -χωρίς «καλάμι», κι αυτό οφείλω να το πω-, ατίθασος… Έβγαινες πολύ έξω, διασκέδαζες, είχες κατακτήσεις κι ένα τεράστιο φαν κλαμπ γυναικών, ήσουν πολύ μέσα στη σόουμπιζ, και κάποια στιγμή ήρθε η Έλενα και μαζεύτηκες. Νιώθεις ότι άλλαξες; Υπάρχει το πριν από την Έλενα και το μετά; Το προ γάμου και το μετά γάμον;
Όχι (γέλια). Δεν άλλαξα, αλλά να σου πω ότι χαίρομαι που μου θυμίζεις ότι κάποτε υπήρξα γόης (γέλια). Αυτές οι εμπειρίες τότε ένα στόχο είχαν: να είμαι έτοιμος όταν θα έρθει η Έλενα. Και ήμουν. Όταν ήρθε η Έλενα, είχαν «φροντίσει» οι προηγούμενες σχέσεις να με ετοιμάσουν σωστά.
Τι είναι αυτό, το πρώτο που θα σκεφτείς, που σε εντυπωσιάζει και σε «κουμπώνει» στην Έλενα; Είναι αυτό που λέμε: τα αντίθετα έλκονται;
Έχει την τρέλα ενός παιδιού και είναι παρορμητική. Εμένα αυτό μου αρέσει πολύ, γιατί με κινητοποιεί σε πολλά πράγματα. Επίσης, με εντυπωσιάζει το μυαλό της, η σκέψη της. Δεν είναι ένα πλάσμα που περνάει απαρατήρητο.
Όλες αυτές οι ατελείωτες ώρες που συζητάτε για το θέατρο, ακόμα και στο σπίτι, το ότι είστε συνέχεια μαζί, δεν φθείρει τη σχέση; Δεν φέρνει μονοτονία, βαρεμάρα;
Όχι. Αν το έφερνε, δεν θα το επαναλαμβάναμε. Θα προστατεύαμε τη σχέση μας. Αλλά το πρόβλημα είναι πως, όταν περνάς καλά και δουλεύεις θαυμάσια με τον άνθρωπό σου, δυσκολεύεσαι να φύγεις και να πας αλλού. Φέτος είναι η τέταρτη παράσταση που κάνουμε μαζί. Αν βλέπαμε από την πρώτη ότι είναι ζόρικα τα πράγματα, δεν θα το επαναλαμβάναμε. Θα το διαχωρίζαμε. Μετράει πολύ περισσότερο η προσωπική μας σχέση. Είμαστε έντεκα χρόνια μαζί και το καλοκαίρι που μας πέρασε γιορτάσαμε δέκα χρόνια γάμου.
Κι έχει πάει όλο τόσο καλά; Δεν είχατε ποτέ κάποια… φουρτούνα… λίγο «κύμα» στη σχέση σας; Υπήρξαν τριγμοί ή όλα έχουν πάει πρίμα;
Τρικυμίες και κύματα, όχι, δεν είχαμε, αλλά οι δυσκολίες της καθημερινότητας υπάρχουν σε όλους τους ανθρώπους. Το θέμα είναι πώς τις αντιμετωπίζεις και πώς τις ξεπερνάς. Εμείς όλα αυτά τα χρόνια έχουμε καταφέρει να τα βλέπουμε όλα με χιούμορ, οπότε είναι πολύ πιο ανώδυνα αυτά που συμβαίνουν μεταξύ μας περισσότερο με τους ανθρώπους γύρω μας. Μεταξύ μας είμαστε μια χαρά.
Κι έχετε και το παιδάκι σας, τον εννιάχρονο Πάνο.
Το λατρεμένο μας παιδί. Πηγαίνει στην τρίτη δημοτικού, είναι ένα δυναμικό παιδί, με πολύ χιούμορ, έξυπνο, με φοβερή λατρεία στον αθλητισμό. Αγαπάει το ποδόσφαιρο, κάνει κουνγκ-φου, προσέχει τη διατροφή του, τη φωνή του. Κι είναι πολύ ωραίο όλο αυτό.
Πόσο πιστεύεις ότι άλλαξες όταν έγινες γονιός;
Νομίζω ότι αυτό συμβαίνει σε όλους τους γονείς: Σταματάς να είσαι εγωιστής. Καταλαβαίνεις ότι ο κόσμος δεν κινείται γύρω σου, αλλά γύρω από ένα πλάσμα το οποίο έχει προέλθει από εσένα και έχει φοβερή ανάγκη να του μάθεις τον κόσμο. Φυσικά με άλλαξε. Όλοι αλλάζουμε όταν γινόμαστε γονείς. Και στη δουλειά με άλλαξε. Ο Πάνος με έχει κάνει πολύ πιο ευσυγκίνητο. Αυτό που με προβληματίζει πολύ είναι σε τι κόσμο θα μεγαλώσει ο Πάνος, με μια γη η οποία καταστρέφεται, με τους φυσικούς πόρους να τελειώνουν, να «ξεζουμίζουμε» κάθε χρόνο τη γη για να φάμε εκατομμύρια αγελάδες και κρέατα. Πιο πολύ αυτό είναι που με αγχώνει και με φοβίζει για το μέλλον του. Η γενιά του Πάνου πληρώνει αμαρτίες της δικής μας γενιάς και των γονιών μας.
Τον τελευταίο καιρό γίνεται πολύς λόγος για το νομοσχέδιο και τη νομιμοποίηση των γάμων ομόφυλων ζευγαριών και την απόκτηση παιδιών. Ποια είναι η γνώμη σου;
Οι άνθρωποι αγαπιούνται και ερωτεύονται. Το δικαίωμά τους να κάνουν οικογένεια είναι αναφαίρετο. Εγώ πιστεύω ότι δεν είναι θέμα φύλου αλλά ανθρώπων το πώς μεγαλώνουν μια οικογένεια. Πιο πολύ πίσω από αυτό το νομοσχέδιο κρύβεται η ανάγκη αυτών των ανθρώπων να έχουν δικαιώματα ο ένας από τον άλλο. Υπάρχουν πολλές περιπτώσεις ομόφυλων ζευγαριών που πέρασαν μια ολόκληρη ζωή μαζί, κι όταν ο ένας από τους δύο «έφυγε», ο άλλος δεν μπορούσε να πάρει ούτε τα ρούχα του μέσα από το σπίτι τους! Νομίζω ότι αυτό είναι απάνθρωπο. Κάτσε, βεβαίως, να δούμε και τι είναι αυτό το νομοσχέδιο και κατά πόσο διασφαλίζει νομικά την άνεση αυτών των ανθρώπων να κινηθούν.
Ποια είναι η ευχή σου για το 2024;
Πάνω απ’ όλα να είμαστε υγιείς χαρούμενοι, να ονειρευόμαστε και να αφήσουμε την γκρίνια και τη μιζέρια μακριά.
*Δημοσιεύθηκε στην Ontime