Είναι Αύγουστος του 2011 και ένας πολύ γνωστός ηθοποιός και σκηνοθέτης του θεάτρου επιβιβάζεται στο αεροπλάνο για μια πτήση από την Αθήνα με προορισμό το Λονδίνο. Οταν οι αεροσυνοδοί μοιράζουν τις εφημερίδες, ανοίγει «Τα Νέα» και πηγαίνει κατευθείαν στις σελίδες του πολιτισμού για να διαβάσει την κριτική του Κώστα Γεωργουσόπουλου, που δημοσιεύεται μια φορά κάθε δεκαπέντε μέρες.

Μερικά λεπτά αργότερα του «πέφτει το σαγόνι κάτω», διαβάζοντας τα αποθεωτικά σχόλια του ανθρώπου που έχει γράψει ιστορία με τις κόντρες τόσο με ηθοποιούς όσο και με σκηνοθέτες, των οποίων τις παραστάσεις «έθαψε», για την επιθεώρηση που ανέβαζε ο Μάρκος Σεφερλής εκείνη την περίοδο στο «Δελφινάριο». Ο Γεωργουσόπουλος υμνεί τον Σεφερλή, αποκαλώντας τον «υποκριτικό θηρίο», «μέγα αυτοσχεδιαστή» και συγγραφέα, στέλνοντας έτσι στο «πυρ το εξώτερον» τους λεγόμενους διανοούμενους του ελληνικού θεάτρου και τη γνώμη τους για τον Μάρκο.

Η κριτική του συζητιόταν για εβδομάδες σε έναν χώρο όπου ο Μάρκος Σεφερλής επέλεξε εδώ και σχεδόν δύο δεκαετίες να κινείται αυτόνομα και να έχει τον πρώτο και τον τελευταίο λόγο σε ό,τι ανεβάζει. Κι αυτό είναι ίσως ένα μεγάλο του λάθος, αφού ακολουθεί μια μανιέρα την οποία γνωρίζει πολύ καλά και δεν κάνει σχεδόν τίποτε άλλο στο θέατρο, με ό,τι αυτό συνεπάγεται. Η υποδοχή που του επεφύλαξε το κοινό την Τρίτη το βράδυ στο Ηρώδειο ήταν πολύ ζεστή, μετά την τελευταία του κόντρα με παρουσιαστές και μηνύματα που έλεγε ότι θα δημοσιοποιήσει, η οποία εκτονώθηκε με παρέμβαση στελεχών του Σκάι, που του είπαν να ρίξει τους τόνους.

Μάρκος Σεφερλής: Ο ταλαντούχος που δεν τολμά

Το ταλέντο του Μάρκου είναι αδιαμφισβήτητο, όπως και οι έντονες αντιδράσεις του όταν νιώθει ότι βάλλεται, ίσως επειδή δεν αφήνει ποτέ τίποτε να πέσει κάτω. Οσο χαρισματικός και να είναι, όμως, θα πρέπει κάποια στιγμή να αναλάβει πρωταγωνιστικό ρόλο σε ένα άλλο έργο, το οποίο θα τον βγάλει από τη συνήθεια ετών που λέγεται επιθεώρηση και θα «δοκιμάσει» τις υποκριτικές του ικανότητες. Αυτές που προς το παρόν αναλώνονται σε εύπεπτα νούμερα και χοντρά αστεία, αλλά και σε μια σάτιρα, που ενίοτε φαντάζει παρωχημένη για την political correct εποχή μας.

Στο μακρινό 1992, την εποχή που ο Σεφερλής έκανε τα πρώτα του βήματα, ο αείμνηστος Στάθης Ψάλτης, ένα από τα πιο εμπορικά ονόματα του κινηματογράφου και της επιθεώρησης τότε, τόλμησε να ερμηνεύσει κάτι εντελώς διαφορετικό από τη γνωστή μανιέρα. Επέλεξε να πρωταγωνιστήσει στο θεατρικό έργο του Νικολάι Γκόγκολ «Το ημερολόγιο ενός τρελού» με σκηνοθέτη τον Γιώργο Κιμούλη, ό,τι πιο δύσκολο ερμηνευτικά για έναν ηθοποιό που είχε ταυτιστεί με το εύκολο και ενίοτε φθηνό χιούμορ. Η παράσταση ήταν εκπληκτική, απέσπασε διθυραμβικές κριτικές και ήταν μια αποστομωτική απάντηση σε όσους έλεγαν ότι ο Ψάλτης ήταν μόνο για κωμωδίες της σειράς. Ο,τι λένε και τώρα δηλαδή για τον χαρισματικό Μάρκο, που δεν τολμά προς το παρόν να αφήσει την πεπατημένη της επιθεώρησης για κάτι άλλο, που θα κλείσει τα στόματα των επικριτών και των καλοθελητών.


*Δημοσιεύτηκε στην «Κυριακάτικη Απογευματινή»