Είναι ευγενής, αριστοκρατικός, σοβαρός, αλλά όχι σοβαροφανής, και δεν χρησιμοποιεί πομπώδεις εκφράσεις για εντυπωσιασμό παρά μόνο φράσεις ψυχής, γιατί είναι χαμηλών τόνων, κι ίσως έτσι έμαθε ο Κώστας Καραφώτης από τα σπουδαία ονόματα με τα οποία έχει συνεργαστεί. Είναι από τις λίγες φορές που ο δημοφιλής τραγουδιστής άνοιξε την καρδιά του και μίλησε στην «ΟΝ time» για την προσωπική του ζωή, το δικό του… «Μυστικό Παράδεισο» που τον κάνει ευτυχισμένο.

Επίσης, αναφέρθηκε στο «Fame Story 2» και στην απότομη δημοσιότητα, στην πρώτη μεγάλη ευκαιρία που του έδωσε ο Αντώνης Βαρδής και τον συγκίνησε, στα σημερινά μουσικά ριάλιτι, τη νύχτα και τις δυσκολίες της, στην ευλογημένη συνεργασία του με τη Μαρινέλλα. Ακόμα, μας μίλησε ενθουσιασμένος για την επικείμενη εμφάνισή του στο μεγάλο αφιέρωμα «Μίμης Πλέσσας - Γενέθλια Εκατό “Τα κινηματογραφικά”» στο «Παλλάς», ενώ εξέφρασε και την επιθυμία του να σεβαστούν τη ζωή του Στέλιου Καζαντζίδη στην ταινία που ετοιμάζεται με πρωταγωνιστή τον Χρήστο Μάστορα στο ρόλο του σπουδαίου Έλληνα λαϊκού ερμηνευτή.

Πώς ήταν τα παιδικά σου χρόνια;

Ευτυχισμένα. Ανέμελα. Γεννήθηκα στα Τρίκαλα Θεσσαλίας, μια από τις πιο όμορφες πόλεις της. Νιώθω πολύ τυχερός γιατί πέρασα ωραία παιδικά χρόνια, είχαμε φίλους, παίζαμε ποδόσφαιρο στις αλάνες. Έχω ζήσει αυτό που λέμε παλιά γειτονιά, με τους ζεστούς ανθρώπους που ενδιαφέρονταν για το διπλανό τους. Τα νοσταλγώ όλα αυτά με πολλή αγάπη.

Μίλησέ μου για τους γονείς σου. Πήρες αγάπη;

Οι γονείς μου, ο Πέτρος και η Σταυρούλα, ζουν στα Τρίκαλα. Δούλευαν και οι δύο. Ο πατέρας μου ήταν και προπονητής ποδοσφαίρου, γιατί του άρεσε πάρα πολύ το άθλημα και ήταν πολύ καλός ποδοσφαιριστής. Έτσι, είχα εικόνες από τον πατέρα μου κι ασχολήθηκα μικρός κι εγώ με το ποδόσφαιρο. Από τη μητέρα μου πήρα την ωραία της φωνή. Έχω και μία αδελφή, τη Γρηγορία -Ρία τη λέμε-, που είναι μικρότερή μου ενάμιση χρόνο. Πήραμε πολλή αγάπη από τους γονείς μας, αξίες και αρχές για να προχωρήσουμε στη ζωή μας.

Πώς ήσουν ως παιδί;

Στο σχολείο ήμουν αρκετά καλός μαθητής, έδωσα για Ιατρική, δεν πέρασα στην Ελλάδα κι έφυγα αμέσως για τη Βουλγαρία. Τελείωσα την Ιατρική τον Νοέμβριο του 2003. Όμως, δεν δούλεψα ποτέ ως γιατρός γιατί τον Μάρτιο του 2004 μπήκα στο «Fame Story 2».

Πώς όμως αποφάσισες να αφήσεις την ιατρική και είπες: «Αγαπώ το τραγούδι και θέλω να προσπαθήσω γι’ αυτό»;

Τη μουσική τη λάτρευα από οκτώ χρόνων, καθώς έπαιζα μπουζούκι, κιθάρα, πιάνο. Ασχολήθηκα με σολφέζ, θεωρία της μουσικής, οπότε στη Βουλγαρία, στον ελεύθερο χρόνο μου ασχολήθηκα ακόμα πιο πολύ μ’ αυτά. Είχα την ευτυχία να δουλέψω εκεί σε κάποια μαγαζάκια ως αρχάριος μουσικός και να βγάζω κι ένα χαρτζιλίκι όσο σπούδαζα, οπότε γυρνώντας στην Ελλάδα είπα: «Εμένα το όνειρό μου είναι αυτό. Θέλω να ασχοληθώ με τη μουσική». Και τελικά τα κατάφερα.

Όταν αποφάσισες να πας τότε στο «Fame Story 2», ήταν γιατί έψαχνες τρόπο να εκφραστείς με το τραγούδι ή για να γίνεις πιο εύκολα γνωστός;

Όταν πήγα στο «Fame Story 2» ήμουν είκοσι πέντε χρόνων. Εγώ το είδα ως μουσική ακαδημία. Αυτές τις λέξεις μάς «πουλούσαν» τότε και μας έλεγαν: «Θα μάθετε πολλά πράγματα για τη μουσική, να τραγουδάτε σωστά, θα είναι πολύ ωραία». Κι εγώ με το που τα άκουσα αυτά ενθουσιάστηκα και δεν υπολόγισα τίποτε άλλο, τις κάμερες, την έκθεση, μπροστά στη δίψα μου να μάθω περισσότερα πράγματα για τη μουσική.

Έχοντας γνώσεις μουσικής, μπαίνοντας μέσα στο «Fame Story 2», αυτά που βρήκες και έζησες εκεί ήταν μέσα σε όλο αυτό που ονειρεύτηκες;

Αρκετά πράγματα πήρα από το «Fame Story 2», όμως αντιμετώπισα και κάποια άλλα, τα οποία δεν ήταν ούτε του χαρακτήρα μου, ούτε ταίριαζαν στον τρόπο που εγώ φανταζόμουν μια μουσική ακαδημία. Μετά κατάλαβα ότι ήταν ριάλιτι, παιχνίδι, ήταν τηλεόραση με συγκεκριμένο τρόπο αντιμετώπισης.

Βγαίνοντας από εκεί, πώς ένιωσες με τη μεγάλη δημοσιότητα; Θυμάμαι ότι τότε γινόταν χαμός για σένα και οι κοπελίτσες παραληρούσαν ήδη απ’ όταν ήσουν μέσα στο παιχνίδι.

Τότε ήταν λογικό γιατί δεν υπήρχαν social media, υπήρχε μόνο η τηλεόραση, ήταν πολύ καλά προστατευμένο όλο αυτό. Εννοώ ότι δεν διασκορπιζόταν η φήμη εύκολα, αν δεν άνοιγες την τηλεόραση, δεν θα με έβλεπες. Γι’ αυτό κι έκανε τότε τέτοια νούμερα τηλεθέασης. Δεν μοιραζόταν ούτε σε Instagram, ούτε σε Facebook, ούτε σε YouTube. Δεν υπήρχαν αυτά. Aν υπήρχε τότε Instagram, θα είχαμε από ένα εκατ. followers ο καθένας από εμάς που βγαίναμε από το «Fame Story». Η δημοσιότητα μου αρέσει και η έκθεση ακόμα πιο πολύ, όταν πρόκειται για τη δουλειά που κάνω. Δηλαδή, να κάνω κάτι όμορφο και να έχω κόσμο που θα ασχοληθεί και θα το προβάλει. Προφανώς όμως -όπως και σε άλλους, γιατί δεν είμαι ο μόνος- δεν μου αρέσει το κομμάτι της προσωπικής ζωής να «βιάζεται». Πιστεύω ότι δεν αφορά κανέναν. Η Ελλάδα δεν ανήκει στην κατηγορία της Αμερικής του Χόλιγουντ και των πολύ μεγάλων αστέρων, που θα ’θελες να δεις τι κάνει ο Ρίτσαρντ Γκιρ στη ζωή του ή ο Τζάστιν Μπίμπερ. Το κακό με την τηλεόραση είναι ότι, επειδή προσπαθούμε να αντιγράψουμε την Αμερική, πήγαμε να γίνουμε κι εμείς κάτι τέτοιο κι αυτό ποτέ δεν μου άρεσε.

Τότε ασχολήθηκαν πολύ με την προσωπική σου ζωή. Αυτό σε «κούμπωσε», σε ενόχλησε, σε φόβισε; Πώς το χειρίστηκες;

Ασχολήθηκαν με αυτό που προώθησαν. Δεν ασχολήθηκαν με κάτι άλλο. Δηλαδή, το φτιάξανε κι ασχολήθηκαν με αυτό. Επειδή ξέρουν ότι ο κόσμος ασχολείται με το κομμάτι αυτό, ρίξανε 90% του βάρους στην τότε σχέση μου και άφησαν το 10% για τα υπόλοιπα.

Όταν βγήκες από το «Fame Story 2» στον καλλιτεχνικό χώρο, πόσο προσπάθησες να βγάλεις από πάνω σου αυτή την «ετικέτα» του ριάλιτι παιχνιδιού, καθώς όλοι ασχολούνταν τότε με το γνωστό ειδύλλιό σου κι όχι με το αν είσαι καλός τραγουδιστής;

Ειλικρινά, δεν χρειάστηκε να παλέψω καθόλου, δεν χρειάστηκε να κάνω κάτι πέρα από αυτό που θα έκανα έτσι κι αλλιώς, είτε αυτό το κάνω στη ζωή μου είτε όχι. Aυτό που έκανα ήταν μόνο η δουλειά μου. Κι επειδή ασχολιόμουν μόνο με τη δουλειά μου, ήρθε ο Αντώνης Βαρδής και μου έκανε τον πρώτο μου δίσκο.

Μίλησέ μου για τον Αντώνη Βαρδή. Δεν μέτρησε καθόλου αρνητικά το ότι βγήκες από ένα μουσικό ριάλιτι;

Ο Αντώνης Βαρδής έχει γράψει ιστορία. Αυτό που ονειρεύεται κάθε άνθρωπος, το να μείνει αξέχαστος, να είναι αιώνιος, ο Αντώνης Βαρδής το κατάφερε με τις μελωδίες και τα τραγούδια του, με όλη αυτή τη σπουδαία παρακαταθήκη που μας άφησε. Γιατί να το μετρήσει αρνητικά; Το «Fame Story» δεν ήταν κάτι κακό. Ήταν η ευκαιρία για κάποιους να κάνουν την αρχή στην πορεία τους. Βασικά, ήταν δίκοπο μαχαίρι. Το να βγεις μια μέρα και να σε ξέρει όλη η Ελλάδα και να μην ξέρεις γιατί συμβαίνει αυτό, είναι κακό. Δηλαδή, ήξεραν τον Καραφώτη, αλλά δεν είχαν ακούσει τραγούδια του. Δεν είχα δισκογραφία. Ήξεραν ότι έχω καλή φωνή γιατί έβλεπαν τα live στο παιχνίδι, αλλά δεν είχα δισκογραφία ή μια μεγάλη επιτυχία που μου έγραψε ο τάδε. Δεν είχα τίποτα. Οπότε με αυτή την αναγνωρισιμότητα εμείς έπρεπε να αποδείξουμε διπλά ότι το αξίζουμε όλο αυτό. Το πρώτο τραγούδι που μου έπαιξε ο Αντώνης Βαρδής στην κιθάρα στο σπίτι του ήταν το «Δήλωση καρδιάς». Σπουδαίο τραγούδι και θυμάμαι πως, όταν τελείωσε, έμεινα για κάποια δευτερόλεπτα σιωπηλός, χωρίς να πιστεύω ότι αυτό το τραγούδι θα το ερμηνεύσω εγώ. Και τότε γύρισε ο Αντώνης Βαρδής και με το πολύ ωραίο χιούμορ του μου είπε: «Τι, δεν σου άρεσε;» (γέλια). Και του απάντησα: «Έχω μείνει άφωνος, δεν το πιστεύω. Δεν ξέρω τι να πω». Ένιωσα ένα πολύ έντονο συναίσθημα, μεγάλο ενθουσιασμό. Ο Αντώνης Βαρδής ήταν αδυναμία μου πριν μπω στο παιχνίδι, από μικρός, όταν άκουγα μουσική. Τον λάτρευα ως μουσικό και τραγουδιστή, κι όταν κατάφερα να βρεθώ σπίτι του και να ακούω το πρώτο μου τραγούδι, ήμουν απίστευτα ενθουσιασμένος. Ήταν φοβερός επαγγελματίας, πολύ σοβαρός στη δουλειά του, πολύ αυστηρός με τη μουσική του, γιατί ήθελε να γίνονται και να ακούγονται τα τραγούδια πολύ όμορφα, καθώς είχε πολύ ξεχωριστή άποψη για τη μουσική και το χρόνο που θα έπρεπε να πάρει το τραγούδι, και θέλω να σου πω ότι στα τραγούδια ήμουν παρών σε όλες τις μείξεις. Δηλαδή, δεν ξέρω πόσες ώρες πέρασα στο στούντιο με τον Αντώνη Βαρδή. Ατελείωτες ώρες.

Σήμερα βλέπεις μουσικά ριάλιτι;

Όχι. Δεν βλέπω τηλεόραση.

Έχει τύχει να σου κάνουν πρόταση να συμμετάσχεις σαν κριτής ή δάσκαλος σε ένα μουσικό σόου ή ριάλιτι;

Είχα κάνει κάποια συζήτηση πολύ παλιά και τελικά δεν έγινε.

Σε ενδιαφέρει να κάνεις κάτι τέτοιο;

Όσο περνάει ο χρόνος, πιο δύσκολα.

Φέτος συμπληρώνεις είκοσι χρόνια στο τραγούδι. Σου έχει συμβεί κάτι δύσκολο πάνω στην πίστα; Συνάδελφοί σου έχουν τραυματιστεί στο πρόσωπο από τα πανέρια με τα λουλούδια. Εσύ;

Δεν έχω πέσει, δεν με έχουν δείρει, δεν έχω μπλέξει σε καβγά (γέλια). Εντάξει, το να σου μπει ένα λουλούδι στο μάτι από τη στιγμή που επιτρέπεται να σου τα ρίχνουν στο πρόσωπο, είναι συνηθισμένο. Το χειρότερο που μπορεί να συμβεί σε έναν τραγουδιστή είναι να μην περνάει κάτω στους θαμώνες αυτό που κάνει, κι όχι να του πέσει το λουλούδι στο μάτι! Γιατί, αν έχεις «κρύο» κόσμο από κάτω, θαμώνες που δεν συμμετέχουν διότι, π.χ., ο άλλος πριν έρθει μάλωσε με τη γυναίκα του και δεν είναι καλά, κι εσύ εκείνη την ώρα δίνεις την ψυχή σου στην ερμηνεία του τραγουδιού, αυτό είναι το χειρότερο που μπορεί να συμβεί. Μου έχει τύχει. Πιο νέος, το αντιμετώπιζα με άγχος, τώρα πια με αγάπη και αλλάζει η διάθεση όλων γρήγορα. Το ρεπερτόριο διαμορφώνεται ανά πάσα στιγμή ανάλογα με τη διάθεση του κόσμου.

Όλα αυτά τα χρόνια που είσαι μέσα στη νύχτα, που κρύβει πολλούς κινδύνους και κακές συνήθειες (τζόγος, ποτό, ναρκωτικές ουσίες κ.ά.), τα είδες αυτά; Τα αντιμετώπισες; Και ποια είναι η άποψή σου;

Θα διαφωνήσω με το ότι η νύχτα τα έχει αυτά, γιατί συμβαίνουν και τη μέρα και κάποιος που θέλει, μπορεί να τα κάνει και τη μέρα. Επειδή, λοιπόν, εγώ δεν τα ήθελα ποτέ αυτά, δεν χρειάστηκε και να τα αντιμετωπίσω. Ήμουν πάρα πολύ μακριά απ’ όλα αυτά.

Αντιμετώπισες στο χώρο σου θέμα κακοποιητικής συμπεριφοράς ή σεξουαλικής παρενόχλησης;

Όχι. Ποτέ.

Στο θεατρικό χώρο με το #ΜeToo βγήκαν κάποια πράγματα στο φως. Στο περιβάλλον των τραγουδιστών δεν έχει βγει κάτι τέτοιο προς τα έξω. Θεωρείς ότι ο χώρος ο δικός σας είναι τόσο αγγελικά πλασμένος;

Όχι, δεν είναι αγγελικά πλασμένος, όταν όμως, π.χ., μια κοπέλα μπαίνει σε έναν τέτοιο χώρο και θέλει να γίνει τραγουδίστρια, αλλά δεν έχει ηθικούς φραγμούς και ίσως κάνει κάτι με κάποιο άτομο του χώρου, αυτό δεν είναι κακοποίηση, αυτό γίνεται με τη συναίνεση των προσώπων που συμμετέχουν, οι οποίοι είναι ενήλικες και οι δύο. Οι συμπεριφορές αυτές στις οποίες αναφέρεσαι είναι ακραίες συμπεριφορές κακοποίησης και μπούλινγκ, κυρίως ψυχικής κακοποίησης, που για μένα αυτό είναι απαράδεκτο και δεν συγχωρείται. Η ψυχική κακοποίηση είναι ό,τι χειρότερο. Δηλαδή, μπορεί να σε κυνηγάει ο άλλος, να σου στέλνει μηνύματα, να σε περιμένει έξω από το σπίτι σου χωρίς να έχει κάνει κάτι, χωρίς να σε έχει αγγίξει. Σε μένα δεν υπήρξε θαυμάστρια που να κάνει κάτι τέτοιο, αλλά όταν βγήκαν τα social media, μπορεί να στέλνανε μηνύματα, να αλλάζανε προφίλ, να αλλάζουνε ονόματα αν δεν απαντάς, αλλά αυτά είναι συνηθισμένα. Υπάρχουν κάποιοι άνθρωποι που δεν έχουν με κάτι άλλο να ασχοληθούν και λένε: «Σε ποιον θα στείλουμε σήμερα; Ας γράψουμε στον τάδε επώνυμο». Δεν με αφορά καθόλου. Μόνο σε περίπτωση που είναι κάτι ποινικά κολάσιμο. Ασχολούμαι μόνο με το να ανεβάζω πράγματα που θέλω κι εκεί τελειώνει η δουλειά με τα social media. Aν θα έπρεπε να απαντάω και να σχολιάζω το καθετί, θα χρειαζόταν να είμαι πάνω από ένα κινητό ή υπολογιστή είκοσι τέσσερις ώρες το εικοσιτετράωρο.

Συνεργάστηκες με πολύ σπουδαία ονόματα, μεταξύ αυτών και με τη Μαρινέλλα, που η σκέψη όλων και η αγάπη μας είναι μαζί της, να ξεπεράσει το σοβαρό θέμα υγείας της. Και είσαι από τους πρώτους που έκαναν ανάρτηση στο Instagram, γράφοντας: «Καμιά φορά… σκέφτομαι πόσο σ’ αγαπώ και πόσο σ’ αγαπάει όλος ο κόσμος! Περαστικά. Είσαι στη σκέψη όλων μας».

Ναι, την αγαπώ πολύ. Με βοήθησε πολύ. Η συνεργασία μου με την κυρία Μαρινέλλα -ποτέ δεν μπόρεσα να την πω μόνο με το όνομά της, από σεβασμό- ήταν μια εκπληκτική εμπειρία. Η πρώτη συνεργασία μας έγινε πολλά χρόνια πριν, επαναλήφθηκε δυο τρεις φορές αργότερα σε κάποια άλλα events και την τελευταία φορά που χρειάστηκε να αντικαταστήσω τον Στέλιο Διονυσίου στο «ΝΟΧ», όπου για άλλη μία φορά, πραγματικά, τη θαύμασα. Φοβερή επαγγελματίας, πολύ δοτική, με πηγαίο χιούμορ, ένα παράδειγμα ζωής και τραγουδιού. Είναι και πολύ προστατευτική, ήθελε και το πρόγραμμά μου να βγει καλό και με βοήθησε κάποιες φορές που αλλάξαμε τα τραγούδια. Ασχολήθηκε πολύ. Νιώθω ευγνώμων και ευλογημένος που δούλεψα μαζί της.

Πιστεύεις ότι υπήρξε περίοδος που καβάλησες το καλάμι;

Είμαι σίγουρος πως όχι. Το «καβαλάω καλάμι» είναι πολύ μεγάλη κουβέντα. Δηλαδή, σημαίνει ότι πρέπει να γίνεις ένας διαφορετικός άνθρωπος και να αλλάξεις τα πιστεύω σου. Το να νιώθεις περισσότερο ότι, εκεί που δεν σε ήξερε κανένας, τώρα έχεις απήχηση σε πολυπληθές κοινό, δεν λέγεται «καβαλάω το καλάμι». «Καβαλάω το καλάμι» σημαίνει να μην είσαι ευγενικός με τον κόσμο και να έχεις τουπέ. Αυτά τα δύο είμαι σίγουρος ότι δεν έχουν γίνει ποτέ. Είμαι πάντα ευγενικός με τον κόσμο και ίσως και πιο καλός όσο περνάνε τα χρόνια.

Χρειάστηκε να πας κάποια στιγμή σε ψυχολόγο γιατί δεν ένιωθες καλά;

Φυσικά και χρειάστηκε, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι, όταν πας στον ψυχολόγο, δεν είσαι καλά. Το πρόβλημα είναι ότι ο κόσμος πιστεύει ότι πας στον ψυχολόγο όταν δεν είσαι καλά, γι’ αυτό και οι πιο πολλοί δεν πάνε. Το θέμα είναι να πας στον ψυχολόγο όχι όταν δεν είσαι καλά, αλλά όταν είσαι καλά, για να μη γίνει αυτό που δεν θέλεις να συμβεί. Πρέπει να πας νωρίς για να μάθεις τον εαυτό σου, να είσαι πιο συνειδητοποιημένος με τα πράγματα που συμβαίνουν στη ζωή, χωρίς να έχεις φόβους.

Ας μιλήσουμε λοιπόν γι’ αυτό το κομμάτι της ευτυχίας σου, όπου πατάς σταθερά, την προσωπική σου ζωή. Είσαι νιόπαντρος. Με μυστικότητα παντρεύτηκες την κούκλα γυμνάστρια Κάτια Μάνου. Γιατί τόση μυστικότητα;

Όχι μυστικότητα, διακριτικότητα. Δεν πήγα σε ένα βουνό να παντρευτώ, αλλά έγινε στο κέντρο της Αθήνας. Το θέμα της διακριτικότητας, ότι δεν ήθελα άνθρωποι -επειδή ήταν κάτι πολύ σημαντικό για μένα- που είναι πέραν του στενού οικογενειακού μου κύκλου να παρευρεθούν, αυτό ήταν. Κατ’ αρχάς, δεν ήθελα ποτέ ανοιχτό γάμο, που λένε «έχω στο γάμο μου πεντακόσια, χίλια άτομα», γελούσα μ’ αυτά και γελάω. Εγώ ήθελα να ξέρω έναν προς έναν αυτούς που ήταν στο γάμο μου. Να μιλήσω με καθέναν ξεχωριστά. Δεν ήθελα να είναι ένας γάμος που κοιτιούνται μεταξύ τους οι καλεσμένοι και λένε: «Εσείς ποιος είστε τώρα;». «Εγώ είμαι το παιδί του τάδε από το σόι» κ.λπ. Γι’ αυτό κάναμε το γάμο στην Αθήνα κι όχι στα Τρίκαλα, γιατί εκεί θα είχαμε πολύ κόσμο, κι εγώ που έχω φύγει πριν από είκοσι επτά χρόνια από την πόλη δεν θα τους ήξερα. Οπότε αποφασίσαμε να το κάνουμε στο κέντρο της Αθήνας, σε μια εκκλησία που μας άρεσε και στους δύο, με πολύ κοντινούς, δικούς μας ανθρώπους και λίγους στενούς φίλους.

Αφιέρωσες στη γυναίκα σου ένα τραγούδι, το πιο καινούριο σου, με τίτλο «Ο κρυφός παράδεισος» και μάλιστα συμμετείχε και στο βιντεοκλίπ.

Ναι, γιατί η Κάτια είναι ο παράδεισός μου, οπότε αποφασίσαμε να είναι σε δυο τρία πλάνα μαζί μου στο βιντεοκλίπ και το χαρήκαμε πολύ.

Ήσουν υπέρ του γάμου, ήθελες να παντρευτείς και να κάνεις οικογένεια; Το είχες έτσι στο μυαλό σου;

Πάντα το ήθελα, απλώς δεν υπήρχε το κατάλληλο πρόσωπο, ώσπου ήρθε η Κάτια.

Τι είναι αυτό το οποίο έχει η γυναίκα σου που σε έπεισε ότι είναι ο δικός σου παράδεισος;

Τι να σου πρωτοπώ; Είναι τόσο πολλά, που μπορούμε να κάνουμε άλλη μία συνέντευξη και να μιλάω μόνο για την Κάτια (γέλια). Αντικειμενικά, είναι ένα πολύ όμορφο κορίτσι, αλλά σίγουρα δεν ήταν μόνο αυτός ο λόγος που την ερωτεύτηκα. Το πρώτο που θαυμάζω στην Κάτια και το έχω κι εγώ είναι η ειλικρίνειά της. Επίσης, την ευθύτητά της, το πόσο υποστηρικτική είναι σε πολλά πράγματα, χωρίς να μου χαϊδεύει τα αυτιά. Είναι γυναίκα, αλλά μπορεί να είναι και μικρό κορίτσι, μπορεί να γίνει πολλά πράγματα, τα οποία εμένα μου αρέσουν πάρα πολύ. Είναι ένας άνθρωπος με τον οποίο συζητάω τα πάντα, συζητάμε πάρα πολύ.

Νιώθεις έτοιμος να γίνεις πατέρας;

Ναι. Το θέλω πολύ.

Μίλησέ μας γι’ αυτή τη μεγάλη μουσική γιορτή που ετοιμάζετε με το σκηνοθέτη, παραγωγό, ηθοποιό Γιώργο Βάλαρη και μια πλειάδα άλλων γνωστών καλλιτεχνών (ηθοποιών και τραγουδιστών) για τα γενέθλια των εκατό χρόνων του κορυφαίου συνθέτη Μίμη Πλέσσα, από τις 10 Οκτωβρίου στο «Παλλάς».

Μία φορά είχα τη μεγάλη τύχη να ερμηνεύσω ένα τραγούδι του, την «Αγία Κυριακή» -σε στίχους Κώστα Βίρβου-, κι εκείνος έπαιζε στο πιάνο, στην εκπομπή του Σπύρου Παπαδόπουλου «Στην υγειά μας, ρε παιδιά» και πραγματικά συγκλονίστηκα. Εκπληκτικός πιανίστας, σπουδαίος μουσικός, τεράστιος συνθέτης, που κατ’ αρχάς έχει τον «Δρόμο», το δίσκο με τις μεγαλύτερες πωλήσεις στην ιστορία της ελληνικής δισκογραφίας. Είναι αστείρευτος ο Μίμης Πλέσσας και μουσικά και σαν άνθρωπος. Είναι ένα πολύ μεγάλο δώρο για μένα αυτή η συνεργασία. Όλα είναι μαγικά μαζί του. Όλοι γνωρίζουμε και λατρεύουμε τα κινηματογραφικά τραγούδια του Μίμη Πλέσσα κι αυτά θα ερμηνεύσουμε μαζί με τον Κώστα Μακεδόνα, ενώ θα υπάρχουν και πολλοί άλλοι προσκεκλημένοι τραγουδιστές και ηθοποιοί σε αυτή τη μεγάλη μουσικοχορευτική βραδιά-αφιέρωμα στον κορυφαίο συνθέτη. Για μένα, το θέμα είναι να έρθει και κόσμος που δεν τον ξέρει, δηλαδή, νέα παιδιά, γιατί θέλουμε μέσα από την αναγνωρισιμότητα και τη δημοφιλία πολλών καλλιτεχνών που συμμετέχουν -και για μένα προσωπικά το στοίχημα αυτό είναι- να μάθουν τον Πλέσσα και οι νεότερες γενιές. Να μπορέσουμε να μεταλαμπαδεύσουμε την ιστορία αυτών των τραγουδιών και του παλιού ελληνικού κινηματογράφου στα νέα παιδιά. Δυστυχώς, οι νέοι δεν ξέρουν πολλά πράγματα και μάλιστα σε κοιτάνε λίγο περίεργα, αλλά δεν φταίνε αυτοί. Αυτό που τους δίνουν, αυτό ξέρουν. Καλό είναι όχι μόνο να δουν την παράσταση, αλλά και το ότι κάποιοι άνθρωποι έχουν την ευκαιρία να πάρουν τα παιδιά τους και να έρθουν μαζί σε αυτή την υπέροχη μουσική γιορτή.

Ο Χρήστος Μάστορας θα υποδυθεί τον Στέλιο Καζαντζίδη σε κινηματογραφική παραγωγή. Πώς το κρίνεις όλο αυτό;

Δεν θα ήθελα να το κρίνω. Θα τονίσω μόνο κάτι αντίστοιχο με αυτό που σου είπα πριν για τον Μίμη Πλέσσα. Αν είναι να μάθουν τα παιδιά τον Στέλιο Καζαντζίδη μέσα από τον Χρήστο Μάστορα, ας τον μάθουν. Ας δούνε πρώτα ποιος ήταν αυτός και μετά ας μάθουν και τον πραγματικό Στέλιο Καζαντζίδη, γιατί πιστεύω ότι αυτή τη στιγμή δεν αφορά τη νέα γενιά. Είναι καλό να μάθουν ποιος ήταν ο μεγαλύτερος λαϊκός τραγουδιστής που πέρασε ποτέ από την Ελλάδα. Το μόνο που θέλω είναι να σεβαστούν τη ζωή του Στέλιου Καζαντζίδη κι αυτό νομίζω ότι θα γίνει. Εγώ την αλήθεια θέλω για τη ζωή του Στέλιου Καζαντζίδη, γιατί έχω υπάρξει κοντά σε πρόσωπα που τον ήξεραν πολύ καλά. Αυτό περιμένω να δω. Την αλήθεια.

Δημοσιεύτηκε στην Ontime