Έχει τον… αέρα αλλά και την εμφάνιση «αιώνιας έφηβης»! Η Κατερίνα Τσάβαλου… ξεγελάει το χρόνο με το φιζίκ της και αφήνει το παιδί το οποίο κρύβει μέσα της να «παίζει» συνεχώς, διατηρώντας έτσι μια απίστευτη σπιρτάδα και νεανικότητα. Αν και έχει κλείσει πολλά χρόνια στην υποκριτική, με ρόλους που τη χαρακτήρισαν κυρίως στην τηλεόραση και της χάρισαν δημοσιότητα, αλλά και στο θέατρο και στον κινηματογράφο, συνεχώς ανακαλύπτει νέα δημιουργικά πράγματα για να ανανεώνεται, καθώς η δουλειά της είναι το πάθος της.

Για όλα μίλησε η Κατερίνα Τσάβαλου στην «ΟΝ time»: Για την πρώτη φορά που, μαθήτρια δημοτικού ακόμα, έπαιξε στο θέατρο, τους ψυχαναγκασμούς και τους πανικούς της, που την οδήγησαν σε ψυχολόγο, την πίστη της στον Θεό και το θαύμα, το μυστικό της «αιώνιας» νιότης της, τη μητρότητα και το διαζύγιο, το τατουάζ το οποίο δεν θέλει να σβήσει, το #ΜeToo, τις κακοποιητικές συμπεριφορές στο θέατρο και τη μυστηριώδη «Crazyland», που όταν μπεις, δύσκολα βγαίνεις…

Πού γεννήθηκες και πώς ήταν τα παιδικά σου χρόνια;

Γεννήθηκα και μεγάλωσα στην Αθήνα, στον Νέο Κόσμο. Έχω άλλα τρία μεγαλύτερα αδέλφια, τον Αλέξανδρο, την Ουρανία και την Αθανασία. Ήταν γειτονιά, παίξαμε πολύ κρυφτό στο δρόμο. Ανέμελα χρόνια. Ήμασταν ευτυχισμένα παιδιά. Ο πατέρας μου ονομάζεται Μιλτιάδης και δούλευε στην Ολυμπιακή. Η μητέρα μου Ειρήνη δούλευε νοσοκόμα, αλλά έμεινε σπίτι γιατί ήμασταν πολύτεκνη οικογένεια. Πήρα και παίρνω πολλή αγάπη και από τους γονείς μου και από τα αδέλφια μου. Είμαστε δεμένη οικογένεια. Ήμουν ένα πολύ αυθόρμητο, χαρούμενο παιδάκι, έκανα πλάκες, μου άρεσε να πειράζω τους άλλους και έκανα μιμήσεις. Από μικρή ήθελα να γίνω ηθοποιός. Και είμαι ευγνώμων που κάνω αυτό που ήθελα από παιδί. Δεν ήθελα τίποτε άλλο. Η μητέρα μου μας πήγαινε στο θέατρο και μου άρεσε πολύ.

Πότε έπαιξες για πρώτη φορά στο θέατρο;

Η πρώτη φορά που πάτησα το πόδι μου στο σανίδι ήταν στην έκτη δημοτικού. Διάβασα ότι γινόταν μια οντισιόν με τον Βασίλη Τσιβιλίκα και τη Μαριάννα Τόλη στο θέατρο «Διάνα», για το μιούζικαλ «Δύο σταγόνες και μισή» του Νιλ Σάιμον. Και είπα στη μαμά μου: «Θέλω να με πας». Με πήραν και με πήγαινε ο αδελφός μου ο Αλέξανδρος στις πρόβες, όπου παίζαμε εναλλάξ με ένα άλλο κορίτσι. Έτσι γνώρισα από μικρή τη μαγεία του θεάτρου αλλά και τις δυσκολίες του. Επίσης, έκανα και πρωταθλητισμό στη ρυθμική γυμναστική και χορό και μπαλέτο, πέρασα και από την Κρατική Σχολή Χορού, αλλά μετά σταμάτησα γιατί ήθελα να γίνω ηθοποιός. Παρ’ όλα αυτά έκανα και ένα χρόνο σπουδές διοίκησης επιχειρήσεων και γραμματέων, ενώ παράλληλα παρακολουθούσα μαθήματα στο Θεατρικό Εργαστήρι του Κώστα Καζάκου. Στη συνέχεια πήγα στη Δραματική Σχολή «Ίασμος» του Βασίλη Διαμαντόπουλου και τελικά πήρα το πτυχίο μου, γιατί τότε δεν σε αφήνανε να δουλεύεις όσο ήσουν στη σχολή κι εγώ έκανα γυρίσματα με την Μπέττυ Λιβανού, από τη Δραματική Σχολή Μαίρης Βογιατζή-Τράγκα. Όταν ήμουν στο Θεατρικό Εργαστήρι του Κώστα Καζάκου, έπαιξα σε τρία επεισόδια στο «Λόγω Τιμής» της Μιρέλλας Παπαϊκονόμου, που ήταν από τις μεγάλες τηλεοπτικές επιτυχίες. Ο πρώτος πρωταγωνιστικός τηλεοπτικός μου ρόλος ήταν στο «Γλυκόξινο κρασί» με την Μπέττυ Λιβανού, η οποία είναι μέχρι σήμερα πολύ καλή φίλη μου -τη θεωρώ δεύτερη μητέρα μου-, γιατί παίξαμε και στο θέατρο μαζί και με βοήθησε. Τρία χρόνια αργότερα βγήκα ως επαγγελματίας στο θέατρο με το έργο «Boys Don’t Cry» -την παράσταση «Τίνα Μπράντον»- με τον Αιμίλιο Χειλάκη και τη Βάνα Πεφάνη.

Πώς ένιωσες όταν ξαφνικά, λόγω της τηλεόρασης, μπήκε η δημοσιότητα στη ζωή σου;

Ήμουν πάντα πολύ προσγειωμένη. Ένιωθα ήρεμη και κουλ επειδή έχω μεγαλώσει έτσι. Δεν έπαθα καμία «φρίκη» με τη δημοσιότητα. Ήξερα πάντα πως αυτή η δουλειά έχει και τα πάνω της και τα κάτω της, δηλαδή, εγώ δεν θεωρώ ότι είναι κάτι το φοβερό να σε αναγνωρίζουν κάποιοι. Από την αρχή το είχα απομυθοποιήσει όλο αυτό στο μυαλό μου, οπότε όλα κύλησαν ομαλά. Ήθελα απλά να κάνω καλά τη δουλειά μου, να περνάει στον κόσμο αυτό που κάνω γιατί, κακά τα ψέματα, τη δουλειά αυτή την κάνουμε για τον κόσμο, ναι μεν μας αρέσει, αλλά άμα δεν την επικοινωνείς, τι να το κάνεις; Οπότε μέσα σε αυτό το «παιχνίδι» είναι και το να ’ρθει να σου μιλήσει κάποιος. Βεβαίως μου έχει τύχει να είμαι σε κηδεία και να έρχεται ο άλλος να μου ζητάει να βγάλουμε selfie, καθώς όταν είσαι αναγνωρίσιμος, όλα είναι μέσα στο πρόγραμμα. Τι να κάνουμε; Συμβαίνουν κι αυτά. Προσπαθώ να αντιδρώ με χιούμορ κι αν είμαι πολύ στεναχωρημένη για κάτι, το λέω: «Βρε φίλε, είμαι πολύ άσχημα τώρα». Γιατί με βλέπει ο άλλος που είμαι στην κηδεία και κλαίω, αλλά δεν το καταλαβαίνει.

Έχεις παραδεχτεί ότι είσαι ψυχαναγκαστική, αγχώδης, κυκλοθυμική και τελειομανής.

Ψυχαναγκαστική και αγχώδης είμαι πολύ. Κυκλοθυμική γίνομαι όλο και περισσότερο όσο μεγαλώνω και τελειομανής. Ψυχαναγκασμός είναι κι αυτό. Όταν είμαι λυπημένη ή πολύ στεναχωρημένη, μπορεί να γυρίσω και δέκα φορές πίσω για να δω αν έχω κλείσει το θερμοσίφωνα ή το μάτι της κουζίνας και να κάθομαι να το κοιτάω δεν ξέρω κι εγώ για πόση ώρα! Επίσης, δεν μπορώ να κοιμηθώ το βράδυ αν έχει έστω κι ένα πιάτο στο νεροχύτη και διάφορα άλλα τέτοια. Είναι πολύ δύσκολο όλο αυτό, αλλά ευτυχώς με έχει βοηθήσει η ψυχοθεραπεία που έκανα για πολλά χρόνια. Τουλάχιστον, ξέρω από πού προέρχεται, πότε το παθαίνω και πώς να το διαχειρίζομαι, αλλά δεν αλλάζει. Δεν μου έχει φύγει -δεν γίνεται αυτό-, αλλά τουλάχιστον ξέρω πώς να το διαχειρίζομαι. Προσωπικά, πιστεύω ότι με την ψυχοθεραπεία ο άνθρωπος δεν αλλάζει, αλλά μαθαίνει να διαχειρίζεται αυτό που τον ταλαιπωρεί, μαθαίνει το «πώς» και τα «γιατί» του προβλήματος.

Πότε κατάλαβες ότι κάτι σου συμβαίνει κι αποφάσισες να πας σε ψυχολόγο;

Όταν πριν από δεκαπέντε χρόνια περίπου, με έπιαναν κρίσεις πανικού, πάθαινα ταχυκαρδία, πεταγόμουν το βράδυ από το κρεβάτι με ταχυπαλμία λες και είχα τρέξει μαραθώνιο, μούδιαζε όλο μου το σώμα! Τόσο πολύ υπέφερα. Οι κρίσεις πανικού ουσιαστικά δεν είναι τίποτα άμα τις ελέγξεις με τη βοήθεια ειδικού. Είναι βαθύτεροι φόβοι σου που τους ενεργοποιεί κάτι στον παρόντα χρόνο. Αυτά δεν είναι δικά μου λόγια αλλά του ψυχολόγου μου, όπως μου το είπε για να καταλάβω τι μου συμβαίνει. Αλλά όταν ξεκινάς να το ψάχνεις, μετά ανοίγει το… Κουτί της Πανδώρας και βγαίνουν διάφορα. Θεωρώ ότι η ψυχοθεραπεία ήταν δώρο στον εαυτό μου. Και τώρα άμα ζοριστώ, το καταλαβαίνω και πάω πάλι και κάνω ψυχοθεραπεία. Δεν το αφήνω.

Πιστεύεις στον Θεό;

Πιστεύω πάρα πολύ στον Θεό. Δυστυχώς, τώρα πια έχει καταντήσει να το λες και κάποιοι να σε θεωρούν γραφικό. Εγώ έχω βαθιά πίστη. Το έχω ανάγκη αυτό. Φυσικά, δεν διαφωνώ με κάποιον που δεν πιστεύει, δεν μπαίνω σε τέτοιες συζητήσεις γιατί ο κάθε άνθρωπος έχει τα δικά του πιστεύω και γνωρίζει τι τον βοηθάει εκείνον πραγματικά. Ο Θεός με έχει βοηθήσει και με βοηθάει πολύ. Κάθε μέρα κάνω την προσευχή μου και τον ευχαριστώ.

Υπήρξε κάποια στιγμή στη ζωή σου που βίωσες θαύμα;

Ναι, υπήρξε, αλλά είχα πίστη πριν να συμβεί. Δεν θέλω να μοιραστώ αυτή τη στιγμή δημόσια. Είναι κάτι πολύ δικό μου, αλλά για μένα ήταν θαύμα του Θεού. Αυτό μεγάλωσε ακόμα περισσότερο την πίστη μου, παρόλο που κάποιοι άνθρωποι οι οποίοι εκπροσωπούν την Εκκλησία δεν μου αρέσουν με αυτά που λένε ή που κάνουν. Δεν είναι όμως όλοι στο ίδιο τσουβάλι. Την προστασία του Θεού και της Παναγίας -στην οποία πιστεύω πολύ- δεν μπορώ να την περιγράψω με λόγια, νομίζω ότι μικραίνω τη μεγαλοσύνη τους τώρα που προσπαθώ να το περιγράψω αυτό που νιώθω.

Κάνεις ή έχεις κάνει κάτι για να διατηρηθείς νέα και όμορφη;

Μόνο μεσοθεραπεία στο πρόσωπο, που είναι κάτι μη επεμβατικό. Είναι κάτι απλό για να υπάρχει φρεσκάδα στο δέρμα. Πρέπει να προσέχεις το δέρμα όσο μεγαλώνεις και δεν είμαι κατά στο να κάνεις κάποια πλαστική αισθητική επέμβαση, αν κι εγώ φοβάμαι πάρα πολύ. Εμένα αυτό που δεν μου αρέσει είναι που πάνε και κάνουν υαλουρονικό στα χείλη -κι από μικρές κοπέλες που βλέπω- και παραμορφώνονται. Δεν μου αρέσει αισθητικά γιατί αλλοιώνεται η εικόνα σου. Έτσι κι αλλιώς μεγαλώνουμε και φαίνεται. Τι να κάνουμε; Δεν το αποφεύγει κανένας αυτό. Βεβαίως, οι ηθοποιοί παίζουμε και με την εικόνα μας, αλλά όχι να είμαστε «τσιμεντωμένοι» και να μην κουνιέται τίποτα! Είναι ωραίο να μεγαλώνεις φυσικά.

Αν και είσαι 26 χρόνια στο θέατρο, υπάρχει σε σένα ένας… αέρας κοριτσίστικος, σαν να μην έχεις μεγαλώσει. Ο τρόπος που κινείσαι, η εικόνα σου, το πώς ντύνεσαι και μιλάς… Έχεις παραμείνει μια «αιώνια έφηβη», αν μπορώ να το πω έτσι. Πόσο αυτό το φιζίκ σου σε έχει βοηθήσει ή σου στέρησε ρόλους;

Το ’χω αυτό (γέλια). Στη ζωή μου έχω μια φλόγα. Το εσωτερικό μου παιδί το έχω ανάγκη, να κάνει πλάκες, να έχει όρεξη για ζωή, ευγνωμοσύνη για τη ζωή. Το εσωτερικό μου παιδί κάνει συνέχεια πάρτι κι αυτό με βοηθάει πολύ. Μου αρέσει να το διατηρώ μέσα μου, να έχει την αφέλειά του και να παίζει, όπως κάνουν τα παιδιά. Στη δουλειά είναι λίγο περίεργο αυτό, γιατί δεν ξέρουν πολλές φορές πού να με κατατάξουν, αλλά αν μπει κάποιος στο διαδίκτυο αναφέρεται η ηλικία μου. Νομίζω ότι αυτό είναι κάπως περιοριστικό, αλλά μπορεί να μην είναι κιόλας. Δεν ξέρω… Στο θέατρο έχω παίξει πολλούς διαφορετικούς ρόλους, σε αντίθεση με την τηλεόραση. Τώρα θέλω πολύ να μου έρθει ένας ωραίος τηλεοπτικός ρόλος -ακόμα και κάτι πολύ κόντρα σε μένα-, γιατί έχω πολλά χρόνια να κάνω κάτι. Έπαιξα μόνο σε ένα γκεστ στο «Κάτω Παρτάλι» και στο «Καφέ της Χαράς», αλλά όχι κάτι άλλο.

Πόσο σε άλλαξε η μητρότητα; Η κόρη σου Μαριμέλη φέτος πάει στην πρώτη δημοτικού. Ή

Ήμουν πολύ έτοιμη για να γίνω μητέρα. Ανέκαθεν ήθελα να κάνω οικογένεια, αλλά δεν μπήκα ποτέ στο τριπάκι «μεγαλώνω, τι θα κάνω;». Έλεγα «αν είναι να έρθει, θα έρθει». Και ήρθε πολύ όμορφα, την ώρα που έπρεπε, γιατί όλα γίνονται για κάποιο λόγο. Εμείς εκείνη τη στιγμή δεν καταλαβαίνουμε το γιατί, αλλά όταν περνάει ο καιρός και κάνεις μια αναδρομή στη ζωή σου, το καταλαβαίνεις. Είναι η καλύτερη εμπειρία στη ζωή μου το ότι με αξίωσε ο Θεός να γίνω μάνα. Είναι δύσκολο, συνεχώς είσαι σε αναμέτρηση με τον εαυτό σου για το αν θα τα καταφέρεις, αναρωτιέσαι τι κάνεις σωστά και τι λάθος, αλλά είναι και μια αγάπη απέραντη, που σε αποζημιώνει για όλες τις δυσκολίες. Η δυσκολία και η αγάπη πάνε μαζί στη μητρότητα, γιατί η ευθύνη είναι μεγάλη και πρέπει πραγματικά να τα καταφέρεις όσο μπορείς να δίνεις το 100% στο παιδί σου. Έτσι μαθαίνεις κι εσύ περισσότερο τον εαυτό σου, βλέπεις τον κόσμο με άλλα μάτια, και μέσα από τα μάτια του παιδιού, είναι μοναδικό όλο αυτό. Υπέροχο. Μεγάλη ευτυχία. Είναι ό,τι καλύτερο έχω κάνει στη ζωή μου. Έχω πολλές φοβίες, αλλά με το παιδί παραδόξως έγινα πολύ ψύχραιμη. Όλες αυτές οι φοβίες που είχα έφυγαν ως διά μαγείας. Δεν τις έχω πια. Και είναι φοβερό, γιατί νόμιζα ότι θα είμαι πολύ τρελαμένη ως μητέρα και συνεχώς από πίσω της, αλλά τελικά -να κάνω το σταυρό μου- είμαι πολύ ψύχραιμη και ήρεμη.

Οι ψυχαναγκασμοί σου υπάρχουν ακόμα;

Βεβαιότατα. Φεύγουν αυτοί; Άλλες φορές είναι σε έξαρση, άλλες φορές είναι πιο χαλαρά τα πράγματα.

Με τον έρωτα πώς τα πήγες;

Πώς τα πήγα με τον έρωτα; (γέλια). Τώρα δεν μπορώ να μιλήσω καθόλου για κάτι τέτοιο γιατί, επειδή χώρισα, είναι κάτι που δεν μπορώ να σκεφτώ. Παρ’ όλα αυτά η κόρη μας είναι παιδί μεγάλης αγάπης, είμαστε και οι δυο μας επικεντρωμένοι στο παιδί μας, κι αυτό είναι πάνω απ’ όλα. Έγινε όπως έπρεπε να γίνει, ένας χωρισμός είναι πάντα δύσκολος, πόσω μάλλον ένα διαζύγιο, αλλά κι εγώ και ο Δημήτρης (σ.σ.: Στεργίου) έχουμε πραγματικά ως προτεραιότητα το παιδί μας. Πέρασε ήρεμα όλο αυτό και οι δημοσιογράφοι, αν και το ήξεραν, με σεβάστηκαν και δεν το έγραψαν και τους ευχαριστώ.

Έχεις κάνει ένα τατουάζ με το αρχικό του ονόματος του πρώην συζύγου σου. Το έσβησες ή το έχεις διατηρήσει;

Όχι, κι ούτε πρόκειται να το σβήσω, γιατί είναι ο μπαμπάς της κόρης μου και θα είναι πάντα εκεί, κι είναι το μοναδικό γράμμα που έχω ως τατουάζ, ενώ έχω πολλά άλλα τατουάζ. Γιατί να το σβήσω; Τιμή μου είναι. Δεν μετανιώνω για κάτι. Δεν μπορείς να πετάς το παρελθόν σου, ούτε να «σιχτιρίζεις» για το παρελθόν σου. Λες «Δόξα τω Θεώ» και προχωράς παρακάτω με την ευκολία ή τη δυσκολία -δεν έχει να κάνει-, γιατί οι σχέσεις των ανθρώπων δεν είναι πάντα οι ίδιες. Κάποιες τελειώνουν, κάποιες διατηρούνται, αλλά αυτό είναι κάτι που πέρασε και θα είναι στη ζωή μου πάντα, γι’ αυτό και το έκανα με αγάπη. Γιατί να το πετάξω;

Είσαι σε μια φάση που λέμε «προχωράω και ο έρωτας ξανάρχεται»;

Ούτε καν. Μου φαίνεται απίθανο, αλήθεια, δεν είμαι σε αυτή τη φάση, δεν ξέρω… Βασικά, δεν πάει καν το μυαλό μου εκεί.

Ήρθες σε δύσκολη θέση όταν έγινε γνωστή η είδηση του χωρισμού των κουμπάρων σου, της Μαρίας Κορινθίου και του Γιάννη Αϊβάζη; Σε πίεζαν οι δημοσιογράφοι να μιλήσεις γι’ αυτό;

Με πήραν οι δημοσιογράφοι, αλλά φυσικά δεν έκανα καμία δήλωση. Δεν θέλω να μιλάω -είτε ήξερα, είτε δεν ήξερα- για ευαίσθητα θέματα άλλων. Εξάλλου, με τον Γιάννη και τη Μαρία έχουμε τη σχέση που είχαμε πριν, δεν έχει αλλάξει κάτι. Είναι και νονοί της κόρης μου, τους αγαπώ το ίδιο, οπότε αυτό δεν πρόκειται να αλλάξει ποτέ. Δεν είναι ωραίο να ασχολούμαστε με τις ζωές των άλλων, ούτε θα ήταν σωστό να μιλήσω εγώ για άλλους ανθρώπους, όποιοι κι αν είναι. Είμαι διακριτική. Έχω κλείσει εδώ και χρόνια το Facebook μου και το Twitter γιατί δεν μπορούσα αυτή την «ανθρωποφαγία». Και τώρα δεν την μπορώ που είμαι στο Instagram και στο TikTok, τόσο όσο είμαι. Δηλαδή, δεν θα κάτσω να μιλήσω γιατί τώρα έχει γίνει η «μάχη» του πληκτρολογίου που δεν μ’ αρέσει. Η αλήθεια είναι ότι «έφαγα» κι εγώ λίγο μπούλινγκ από followers όταν είχα πάρει λίγα κιλά στην εγκυμοσύνη, και μου έγραφαν πώς πάχυνα έτσι. Στην αρχή στεναχωριόμουν, γιατί εγώ δεν είχα ασχοληθεί ποτέ με το αν κάποιος έχει παραπάνω κιλά ή λιγότερα. Μου έγραφαν διάφορες βλακείες για τα κιλά που πήρα, απάντησα μία φορά και μετά σκέφτηκα «τι νόημα έχει όλο αυτό»; Ο καθένας έχει τα θέματά του. Εγώ κοιτάω τα δικά μου και δεν ασχολούμαι, δεν απαντάω.

Τα τελευταία χρόνια «έσκασε» το #ΜeToo και στη χώρα μας και ήρθαν στο φως και στη Δικαιοσύνη κάποιες περιπτώσεις καταγγελιών σεξουαλικών αδικημάτων. Όντας μέσα στο χώρο τόσα χρόνια, πίστευες ότι υπήρχε όλο αυτό;

Υπήρχε όλο αυτό, κάποια τα ξέραμε, κάποια δεν τα γνωρίζαμε, τα είχαμε ακούσει. Όμως και στην προηγούμενη γενιά των ηθοποιών συνέβαιναν, όπου τότε πολλές φορές ο σκηνοθέτης σού πετούσε το παπούτσι του πάνω στη σκηνή ή σου πέταγε ένα τασάκι. Υπήρχε βία και μιλούσαν πολύ άσχημα, το έχω ζήσει αυτό. Θεωρούσαμε ότι, αν οι σκηνοθέτες δεν σ’ το κάνουν αυτό, δεν κάνεις τέχνη. Έτυχαν πολλοί που μας έβριζαν τότε, εγώ έχω ζήσει καταστάσεις τέτοιες με όλο το θίασο κι όχι μόνο σε μένα προσωπικά. Θεωρούσαμε ότι έτσι έπρεπε να γίνει, να είναι ο άλλος αγενής, να κάνει διάφορα. Όσο για το #MeToo, είναι ένα βήμα πολύ ισχυρότερο -όλα είναι ισχυρά-, αλλά εκεί πάμε και σε άλλα μονοπάτια. Εγώ δεν έχω ζήσει κάτι ανάλογο, πέρα από κάποιες παρενοχλήσεις. Εύχομαι, τώρα, σε αυτές τις γενιές να είναι καλύτερα τα πράγματα. Δεν ξέρω τι μπορεί να γίνει. Δεν είμαι ούτε απαισιόδοξη αλλά ούτε κι αισιόδοξη. Απλά, εύχομαι τα πράγματα να γίνουν καλύτερα, γιατί κάνουμε μια δουλειά που πραγματικά είναι ωραία, γιατί λες «πάω να παίξω» δεν λες «πάω να δουλέψω». Κι από την άλλη υπάρχει και η ανασφάλεια, ότι δύο φορές το χρόνο ψάχνουμε για δουλειά. Οπότε γιατί, όσο δουλεύεις, να μην περνάς καλά; Εκεί καταλήγω.

Δηλαδή, βίωσες έντονη κακοποιητική συμπεριφορά στο θέατρο;

Πολύ! Στη δική μας γενιά των ηθοποιών ήταν κάτι φυσιολογικό, οπότε φαντάσου και για την προηγούμενη γενιά, δηλαδή, αν ο άλλος δεν σε έκανε σκουπίδι, δεν ησύχαζε. Εμείς τα ζήσαμε αυτά.

Σεξουαλική παρενόχληση στο θέατρο έχεις βιώσει;

Έχω βιώσει, αλλά δεν μίλησα γι’ αυτό. Το είχα λύσει τότε, οπότε δεν υπάρχει λόγος να το λέω τώρα.

Νιώθεις ότι με όλα αυτά που βγήκαν στο φως «καθάρισε» το θέατρο;

Δεν ξέρω αν «καθάρισε», αλλά νομίζω ότι έγινε μια αρχή. Στην Ελλάδα, επειδή ξεχνάμε, δεν ξέρω τι θα γίνει… Εύχομαι τα πράγματα να γίνουν καλύτερα.

Τώρα, στο θέατρο, στο έργο «Crazyland» του Ιάκωβου Μυλωνά -που παίζει και το σκηνοθετεί κιόλας- και ανεβαίνει κάθε Σάββατο και Κυριακή στο «Secret Room» του «Αλκμήνη» στο Γκάζι, υποδύεσαι τη μητέρα για πρώτη φορά. Είναι κάτι διαφορετικό.

Ναι. Μα όλη αυτή η δουλειά είναι κάτι διαφορετικό. Μια πολύ ωραία παράσταση, Μια παρανοϊκή κωμωδία μυστηρίου, όπως την ονομάζει ο συγγραφέας της, ο σκηνοθέτης μας Ιάκωβος Μυλωνάς, ο οποίος πρωταγωνιστεί στο έργο «Crazyland» μαζί με εμένα και τη Ζαχαρένια Πίνη, όπου τίποτα δεν είναι δεδομένο ή όπως φαίνεται. Το έργο έχει πολλές εκπλήξεις. Ένα βράδυ που γίνεται κατακλυσμός, η Άννα, μια νοσηλεύτρια, σχολάει από την ψυχιατρική κλινική όπου δουλεύει κι ετοιμάζεται να γυρίσει σπίτι της. Τότε εμφανίζονται στο γραφείο της η μητέρα της Λεό και ο έρωτας της ζωής της, ο Άλεξ. Μόνο που η Άννα… δεν τους αναγνωρίζει! Τι συμβαίνει; Έπειτα από αλλεπάλληλες ανατροπές και αποκαλύψεις, με ένα… υποχθόνιο χιούμορ, έρχεται επί σκηνής η λύση του μυστηρίου.

Επειδή υποδύεσαι μια μαμά με μεγάλη κόρη και εσύ φαίνεσαι μικρή, υπάρχει μεταμόρφωση για να μεγαλώσεις ηλικιακά;

Όχι. Το έργο είναι τόσο… τρελό -δεν μπορώ να πω περισσότερα-, που το τελευταίο που θα σκεφτεί ο θεατής είναι αν εγώ φαίνομαι μικρή για μητέρα της. Με τον Ιάκωβο Μυλωνά έχω ξαναδουλέψει, τον εκτιμώ και τον αγαπώ πολύ. Η «Crazyland» που δημιούργησε είναι φανταστική. Έχει και πολλά μεταφυσικά στοιχεία. Αυτός που θα μπει μέσα στην «Crazyland» θα πει «ουάουου», αλλά μετά πρέπει να δει και πώς θα βγει... (γέλια).

Δημοσιεύθηκε στην Ontime