Xρήστος Σπανός στην Ontime: Τα τελευταία έξι χρόνια κάνω ψυχοθεραπεία - Έχασα τον πατέρα μου μέσα σε δύο μήνες
Συνέντευξη στην Ontime
Ο Χρήστος Σπανός, είναι από τους ηθοποιούς εκείνους που «κεντάνε» σε όποιο ρόλο και αν αναλάβουν
Αν και έχουν περάσει 23 χρόνια από τότε που ο Χρήστος Σπανός έγινε δημοφιλής, ως Ερμής στην τηλεοπτική σειρά «Άκρως Οικογενειακόν», φαίνεται λες κι έχει ξεγελάσει το χρόνο και παραμένει «αιώνιος έφηβος».
Τώρα πλέον, όμως, όπως του γράφουν χαριτωμένα οι followers του, έγινε σεφ! Κι αυτό γιατί, παρόλο που έχει παίξει σημαντικούς και διαφορετικούς ρόλους στο θέατρο με επιτυχία, έχει ήδη αγαπηθεί από το κοινό στο νέο του ρόλο, αυτόν του σεφ Βλαδίμηρου στην κουζίνα του «Grand Hotel» του AΝΤ1. Έτσι, δεν τον φωνάζουν πλέον «Ερμή» στο δρόμο, αλλά του λένε «γεια σου, σεφ!».
Είναι από τους ηθοποιούς εκείνους που «κεντάνε» σε όποιο ρόλο και αν αναλάβουν, αφήνοντας τη δική τους σφραγίδα. Απλός και αυθόρμητος, με αφοπλιστική σπιρτάδα και ευαισθησία, μίλησε στην «ΟΝ time» για όλα.
Όσο και αν δεν μου φαινόταν, γιατί έχω φιζίκ που μικροδείχνω, ήμουν 26 χρόνων, όταν έπαιζα τον έφηβο γιο του Γιάννη Μπέζου στο «Άκρως Οικογενειακόν». Η τηλεόραση μπήκε στη ζωή μου ενώ στο θέατρο είχα ήδη παίξει στο Εθνικό, στους «Αχαρνείς», με τον Γιώργο Μιχαλακόπουλο. Ήταν σπουδαίος ηθοποιός και άνθρωπος. Τον εκτιμούσα απεριόριστα. Σου άνοιγε «πόρτες» στο μυαλό και σε οδηγούσε σε μονοπάτια πάρα πολύ όμορφα και δημιουργικά. Αυτό που μου είχε πει και το κρατάω σαν πολύτιμο φυλακτό ήταν: «Να έχεις πάντα στο μυαλό σου την αλήθεια. Ο ηθοποιός πρέπει να έχει αλήθεια. Με όποιο κείμενο κι αν καταπιάνεσαι, πρέπει ο στόχος σου να είναι η αλήθεια». Μόνο αγάπη έπαιρνα και παίρνω από τον κόσμο, ούτε με φόβισε η δημοσιότητα ούτε αρνητικά συναισθήματα ένιωσα ποτέ.
Τι θυμάσαι από τη συνεργασία σου με τον Γιάννη Μπέζο στο «Άκρως Οικογενειακόν» και από την εποχή που παιζόταν η σειρά;
Ο Γιάννης Μπέζος ουσιαστικά με σύστησε στο κοινό. Είχα περάσει από ακρόαση. Ο Γιάννης είναι ένας άνθρωπος που εκτιμώ βαθύτατα και τότε τον έβλεπα -ακόμα και σήμερα- πόσω μάλλον στο ξεκίνημά μου, σαν μέντορα. Ένα από τα πολλά προτερήματά του είναι ότι σου δημιουργεί ένα πλαίσιο ασφάλειας. Θυμάμαι ότι τότε όλοι νόμιζαν πως πάω ακόμα σχολείο, γιατί μικροδείχνω. Σήμερα, υπάρχουν τα social media, τότε τη δημοσιότητα την καταλάβαινες όταν κυκλοφορούσες στο δρόμο και σε πλησίαζε ο κόσμος. Με πλησίαζαν με πολλή αγάπη και συμπάθεια. Το πιο αστείο περιστατικό που θυμάμαι, το οποίο έχει σχέση με τον Ερμή, την ηλικία και την οικογένειά μου, είναι όταν γεννήθηκε η κόρη μου, που δεν πίστευε κανένας ότι είμαι ο μπαμπάς της (γέλια.) Η κόρη μου γεννήθηκε όταν ήμουν 28 χρόνων – μόλις είχε τελειώσει το «Άκρως Οικογενειακόν» και όλοι νόμιζαν ότι ήμουν έφηβος.
Αυτό το φιζίκ πιστεύεις ότι αργότερα σου στέρησε ρόλους;
Πιστεύω ότι η εμφάνιση και γενικότερα η εικόνα είναι καθοριστική στη δουλειά μας. Δηλαδή, έτσι κι αλλιώς συμβαίνει αυτό, ειδικά στην Ελλάδα, δεν μπορούν εύκολα πολλοί σκηνοθέτες να σε φανταστούν σε κάτι άλλο, συνήθως ζητάνε και παίρνουν από εσένα αυτό που βλέπουν. Θυμάμαι ότι, μόλις τελείωσε το «Άκρως Οικογενειακόν», είχα για την επομένη δεκαετία συνεχώς προτάσεις να κάνω τους γιους και τις αρνήθηκα όλες.
Είχες στο νου σου από νωρίς ότι ήθελες πολύ να παντρευτείς και να αποκτήσεις παιδί;
Όχι. Δεν είχα στο μυαλό μου καθόλου το γάμο, ούτε το παιδί. Αλλά κάποια στιγμή ερωτεύτηκα παράφορα και συνειδητοποίησα ότι είμαι με μια γυναίκα με την οποία θέλω να κάνω οικογένεια. Η δική μας δουλειά έχει μεγάλη ανασφάλεια, αστάθεια, άγχος και όχι και τόσο ειλικρινείς συμπεριφορές. Οπότε εγώ ήθελα να φτιάξω το δικό μου πυρήνα και, από τη στιγμή που βρήκα τη Μελίνα (σ.σ.: Παιονίδου), που μοιραζόμασταν τα ίδια συναισθήματα, θέλαμε πολύ να κάνουμε ένα παιδί και είπαμε: «Είμαστε ερωτευμένοι, ευτυχισμένοι, θα το κάνουμε τώρα. Δεν ξέρουμε αύριο πώς θα είμαστε». Κι αυτό δεν ήταν μια παρορμητική σκέψη, μια τρέλα του έρωτα, ήταν συνειδητή απόφαση με ό,τι εμπεριέχει αυτό.
Ποιο είναι το δικό σας μυστικό με τη σύζυγό σου, τη μουσικό-μαέστρο Μελίνα Παιονίδου, που σας έχει κρατήσει παντρεμένους και αγαπημένους εδώ και 22 χρόνια;
Εμείς όταν τα φτιάξαμε, ακόμα και όταν γεννήθηκε η κόρη μας, δεν λέγαμε ότι θα είμαστε για πάντα μαζί. Λέγαμε: «Τώρα είμαστε μαζί και είμαστε καλά». Κι αυτό φαίνεται ότι λειτούργησε πολύ θετικά. Στην αρχή ήταν έρωτας, ο οποίος ήταν πολύ έντονος. Μετά τον έρωτα, που δεν κρατάει πολύ, όλο αυτό το έντονο -και μάλιστα, κατά τη γνώμη μου, ευτυχώς που δεν κρατάει, γιατί δεν σε αφήνει να κάνεις τίποτα, είσαι κολλημένος εκεί-, έρχεται κάτι πολύ δυνατό, που λέγεται αγάπη. Αυτό το συναίσθημα, καθώς πέρναγε ο χρόνος, μεγάλωνε, δεν μίκραινε, ούτε μιζέριαζε. Επίσης, «μεγαλώναμε» και οι δύο παράλληλα, δηλαδή εξελισσόμασταν προς την ίδια μεριά, δεν πήγαινε ο ένας δεξιά και ο άλλος αριστερά. Είχαμε ίδια αισθητική στα πράγματα, μπορεί να ήμασταν διαφορετικοί σαν χαρακτήρες, αλλά είχαμε κοινή οπτική από τα πιο απλά πράγματα μέχρι τα πιο μεγάλα. Είχαμε -και έχουμε- πάντα κοινούς ηθικούς κώδικες. Αυτά όλα στη διάρκεια του χρόνου μεγαλώνανε και νομίζω ότι αυτό μας κράτησε ενωμένους και αγαπημένους.
Η 22χρονη κόρη σας, η Μαρίνα, η οποία σου μοιάζει πολύ, είναι τραγουδοποιός. Πώς ένιωσες όταν σου είπε ότι θα πάει να τραγουδήσει στον κόσμο στον πεζόδρομο της Διονυσίου Αρεοπαγίτου και αρχικά ήταν street singer; Είσαι υπερπροστατευτικός πατέρας;
Είμαι υπερπροστατευτικός μέχρι εκεί που δεν πάει άλλο! Και γενικά, αυτό είναι κάτι που με χαρακτηρίζει και με τους φίλους μου και με όποιον άνθρωπο αγαπάω… Θέλω να μη στεναχωρηθεί, να μην κλάψει, είμαι εκεί στα δύσκολα. Θα πω «ό,τι χρειαστείς, είμαι εδώ» και το κάνω πράξη. Όχι μόνο στα λόγια. Μάλιστα, πολλές φορές οι φίλοι μου έχουν πει: «Μην είσαι τόσο δοτικός» και τους απαντάω: «Δεν γίνεται. Είναι… εργοστασιακή ρύθμιση» (γέλια). Δεν μπορώ να λειτουργήσω διαφορετικά. Η Μαρίνα γεννήθηκε σ’ ένα σπίτι όπου πάντα υπήρχε ένα πιάνο, λόγω της δουλειάς της μητέρας της. Τη θυμάμαι να σκαρφαλώνει πολύ μικρούλα στο καθισματάκι και τα πόδια της να είναι στον αέρα και να «γρατζουνάει» συνέχεια το πιάνο. Ξεκίνησε μαθήματα πιάνου τεσσάρων χρόνων, οπότε το «η Μαρίνα παίζει πιάνο» ήταν για μένα μια πολύ οικεία εικόνα. Μετά, αυτό έγινε μελέτη, έκανε σπουδές, μεγαλώνοντας έγραφε κάποια μικρά τραγουδάκια μόνη της, είχε αρμόνιο κι έπαιζε στο δωμάτιό της, μετά έμαθε και κιθάρα, οπότε ήταν μια συνηθισμένη εικόνα της Μαρίνας. Βεβαίως, δεν σου κρύβω πως εκείνο το πρωινό που ξύπνησε και μου είπε: «Μπαμπά, εγώ θέλω να πάω στην Αρεοπαγίτου να τραγουδήσω», σοκαρίστηκα. Εκεί ξύπνησε ο υπερπροστατευτικός πατέρας, γιατί σκέφτηκα: «Τώρα, πώς θα γίνει αυτό; Στο δρόμο με τους περαστικούς, με τους αγνώστους; Κι αν κάτι συμβεί;». Εκεί πήγε αμέσως το μυαλό μου και όχι ότι ξαφνικά θα γίνει street singer. Oύτε καν το σκέφτηκα αυτό, γιατί η Μαρίνα ήταν καλλιτέχνις από μωρό παιδί. Έτσι, όταν μας είπε τι χρειάζεται, πήγαμε, τα αγοράσαμε και βγήκε να τραγουδήσει. Φυσικά και ήμουν εκεί, σε μια άκρη, να την προσέχω. Να βλέπω ποιος περνάει, τι γίνεται (γέλια). Κι ευτυχώς, όλα πήγαν πολύ καλά και τώρα πλέον έχει ανοίξει το δικό της δρόμο σε αυτό που αγαπάει και κάνει μεγάλη επιτυχία στα live της. Μάλιστα, συνεργαζόμαστε, καθώς έχω την καλλιτεχνική επιμέλεια των εμφανίσεών της. Μοιράζεται μαζί μου τις ανησυχίες της, τα σχέδιά της, ζητάει τη γνώμη μου. Πιστεύω ότι οι γονείς πρέπει να είμαστε δίπλα στα παιδιά μας ό,τι κι αν κάνουν και να είμαστε μόνο υποστηρικτικοί.
Φέτος είσαι ο φοβερός σεφ Βλαδίμηρος στην τηλεοπτική σειρά «Grand Hotel» του ΑΝΤ1 και κάνεις απίθανο δίδυμο με τη μαγείρισσα Σουμέλα (Ελένη Καρακάση), που έχετε γίνει και viral στα social media.
Ήδη με φωνάζουν «σεφ» στο δρόμο και μου έχουν ζητήσει και συνταγή! (γέλια) Επίσης, μεταξύ άλλων, αρκετοί έχουν γράψει στα social: «Ο Ερμής μεγάλωσε κι έγινε σεφ!». Μου αρέσει που τους αγγίζει και αυτός ο ρόλος μου. Ο Βλαδίμηρος είναι μια περίεργη προσωπικότητα, είναι στοχοπροσηλωμένος με τη μαγειρική, με την κουζίνα, του αρέσει να είναι όλα σε τάξη, είναι λίγο ψυχαναγκαστικός. Μην ξεχνάμε ότι είναι ένας σεφ γαλλοαναθρεμμένος, νευριάζει εύκολα, αλλά έχει και μεσογειακό attitude – τουλάχιστον, εγώ αυτό προσπαθώ να βγάλω. Μέχρι στιγμής δεν έχει δείξει ότι κάτι κρύβει, αλλά σε μια καθημερινή σειρά δεν ξέρεις ποτέ τι θα γράψουν οι σεναριογράφοι. Με την Ελένη Καρακάση, που παίζει τη Σουμέλα, γνωριζόμαστε πολλά χρόνια, αλλά δεν είχε τύχει να δουλέψουμε μαζί. Χαρήκαμε πολύ που ήρθε αυτή η συγκυρία και είμαστε μαζί. Γελάμε πάρα πολύ, γιατί έχουμε το ίδιο σκανδαλιάρικο χιούμορ πάνω στο γύρισμα. Είναι μια πολύ ωραία σειρά εποχής, διαδραματίζεται το 1925 σε ένα μεγάλο ξενοδοχείο. Μου αρέσουν οι σειρές εποχής και δεν σου κρύβω ότι στις πλατφόρμες έχω δει σχεδόν όλες αυτές τις σειρές.
Έχασες τον πατέρα σου το 2020 ξαφνικά, μέσα στον κορονοϊό. Αυτή ήταν η δυσκολότερη στιγμή της ζωής σου;
Ακριβώς. Ήταν μεγάλο σοκ για μένα. Δεν τον έχασα από κορονοϊό. Τον πήγα να κάνει μια ορθοπεδική επέμβαση και τελικά εντοπίστηκε καρκίνος σε προχωρημένο στάδιο. Έφυγε μέσα σε ένα δίμηνο. Δεν θα ξεχάσω, βεβαίως, και την εικόνα την ημέρα της κηδείας του. Λόγω της πανδημίας, ήμασταν μετρημένα εννέα άτομα κι έξω από την εκκλησία είχε έρθει κόσμος, γιατί ήταν πολύ αγαπητός στη γειτονιά. Ήταν διπλά δύσκολο, γιατί ήδη ζούσαμε σαν κοινωνία με κάτι πολύ μαύρο. Η απώλεια του γονιού σε «μετατοπίζει» σαν άνθρωπο, σε αλλάζει, είναι πολύ δύσκολο. Η πιο μεγάλη «μετατόπιση» με την απώλεια αυτή ήταν ότι ξαφνικά συνειδητοποιείς ότι η ζωή είναι μικρή -πολύ πιο μικρή απ’ ό,τι νομίζουμε- και ότι μπορεί να ανατραπεί από τη μία μέρα στην άλλη.
Έχεις κάνει ψυχοθεραπεία;
Ναι. Τα τελευταία έξι χρόνια κάνω ψυχοθεραπεία και με έχει βοηθήσει πάρα πολύ και θεωρώ ότι ήταν ένα δώρο αυτό που έκανα και συνεχίζω να κάνω στον εαυτό μου. Μάλιστα, δεν σου κρύβω ότι λίγο μετά αφότου ξεκίνησα ψυχοθεραπεία, είπα στον εαυτό μου: «Γιατί τόσα χρόνια δεν είχες κάνει;». Βοηθάει πάρα πολύ και μας απενοχοποιεί από πολλά πράγματα. Μας καθαρίζει τη σκέψη, γιατί πολλές φορές η καθημερινότητα θολώνει κάποια πράγματα. Εγώ με την ψυχοθεραπεία συγχώρησα πάρα πολλά πράγματα και είμαι πια πιο ουσιαστικά επικοινωνιακός με τους ανθρώπους.
Δημοσιεύτηκε στην Ontime
Τώρα πλέον, όμως, όπως του γράφουν χαριτωμένα οι followers του, έγινε σεφ! Κι αυτό γιατί, παρόλο που έχει παίξει σημαντικούς και διαφορετικούς ρόλους στο θέατρο με επιτυχία, έχει ήδη αγαπηθεί από το κοινό στο νέο του ρόλο, αυτόν του σεφ Βλαδίμηρου στην κουζίνα του «Grand Hotel» του AΝΤ1. Έτσι, δεν τον φωνάζουν πλέον «Ερμή» στο δρόμο, αλλά του λένε «γεια σου, σεφ!».
Είναι από τους ηθοποιούς εκείνους που «κεντάνε» σε όποιο ρόλο και αν αναλάβουν, αφήνοντας τη δική τους σφραγίδα. Απλός και αυθόρμητος, με αφοπλιστική σπιρτάδα και ευαισθησία, μίλησε στην «ΟΝ time» για όλα.
Χρήστος Σπανός: Η συνέντευξή του στην Ontime
Η μεγάλη δημοσιότητα ήρθε στη ζωή σου όταν υποδύθηκες το γιo του Γιάννη Μπέζου, τον Ερμή, στο «Άκρως Οικογενειακόν», όταν ακόμα φοιτούσες στo δεύτερο έτος της δραματικής σχολής του Εθνικού Θεάτρου. Πώς ένιωσες; Σε φόβισε;Όσο και αν δεν μου φαινόταν, γιατί έχω φιζίκ που μικροδείχνω, ήμουν 26 χρόνων, όταν έπαιζα τον έφηβο γιο του Γιάννη Μπέζου στο «Άκρως Οικογενειακόν». Η τηλεόραση μπήκε στη ζωή μου ενώ στο θέατρο είχα ήδη παίξει στο Εθνικό, στους «Αχαρνείς», με τον Γιώργο Μιχαλακόπουλο. Ήταν σπουδαίος ηθοποιός και άνθρωπος. Τον εκτιμούσα απεριόριστα. Σου άνοιγε «πόρτες» στο μυαλό και σε οδηγούσε σε μονοπάτια πάρα πολύ όμορφα και δημιουργικά. Αυτό που μου είχε πει και το κρατάω σαν πολύτιμο φυλακτό ήταν: «Να έχεις πάντα στο μυαλό σου την αλήθεια. Ο ηθοποιός πρέπει να έχει αλήθεια. Με όποιο κείμενο κι αν καταπιάνεσαι, πρέπει ο στόχος σου να είναι η αλήθεια». Μόνο αγάπη έπαιρνα και παίρνω από τον κόσμο, ούτε με φόβισε η δημοσιότητα ούτε αρνητικά συναισθήματα ένιωσα ποτέ.
Τι θυμάσαι από τη συνεργασία σου με τον Γιάννη Μπέζο στο «Άκρως Οικογενειακόν» και από την εποχή που παιζόταν η σειρά;
Ο Γιάννης Μπέζος ουσιαστικά με σύστησε στο κοινό. Είχα περάσει από ακρόαση. Ο Γιάννης είναι ένας άνθρωπος που εκτιμώ βαθύτατα και τότε τον έβλεπα -ακόμα και σήμερα- πόσω μάλλον στο ξεκίνημά μου, σαν μέντορα. Ένα από τα πολλά προτερήματά του είναι ότι σου δημιουργεί ένα πλαίσιο ασφάλειας. Θυμάμαι ότι τότε όλοι νόμιζαν πως πάω ακόμα σχολείο, γιατί μικροδείχνω. Σήμερα, υπάρχουν τα social media, τότε τη δημοσιότητα την καταλάβαινες όταν κυκλοφορούσες στο δρόμο και σε πλησίαζε ο κόσμος. Με πλησίαζαν με πολλή αγάπη και συμπάθεια. Το πιο αστείο περιστατικό που θυμάμαι, το οποίο έχει σχέση με τον Ερμή, την ηλικία και την οικογένειά μου, είναι όταν γεννήθηκε η κόρη μου, που δεν πίστευε κανένας ότι είμαι ο μπαμπάς της (γέλια.) Η κόρη μου γεννήθηκε όταν ήμουν 28 χρόνων – μόλις είχε τελειώσει το «Άκρως Οικογενειακόν» και όλοι νόμιζαν ότι ήμουν έφηβος.
Αυτό το φιζίκ πιστεύεις ότι αργότερα σου στέρησε ρόλους;
Πιστεύω ότι η εμφάνιση και γενικότερα η εικόνα είναι καθοριστική στη δουλειά μας. Δηλαδή, έτσι κι αλλιώς συμβαίνει αυτό, ειδικά στην Ελλάδα, δεν μπορούν εύκολα πολλοί σκηνοθέτες να σε φανταστούν σε κάτι άλλο, συνήθως ζητάνε και παίρνουν από εσένα αυτό που βλέπουν. Θυμάμαι ότι, μόλις τελείωσε το «Άκρως Οικογενειακόν», είχα για την επομένη δεκαετία συνεχώς προτάσεις να κάνω τους γιους και τις αρνήθηκα όλες.
Είχες στο νου σου από νωρίς ότι ήθελες πολύ να παντρευτείς και να αποκτήσεις παιδί;
Όχι. Δεν είχα στο μυαλό μου καθόλου το γάμο, ούτε το παιδί. Αλλά κάποια στιγμή ερωτεύτηκα παράφορα και συνειδητοποίησα ότι είμαι με μια γυναίκα με την οποία θέλω να κάνω οικογένεια. Η δική μας δουλειά έχει μεγάλη ανασφάλεια, αστάθεια, άγχος και όχι και τόσο ειλικρινείς συμπεριφορές. Οπότε εγώ ήθελα να φτιάξω το δικό μου πυρήνα και, από τη στιγμή που βρήκα τη Μελίνα (σ.σ.: Παιονίδου), που μοιραζόμασταν τα ίδια συναισθήματα, θέλαμε πολύ να κάνουμε ένα παιδί και είπαμε: «Είμαστε ερωτευμένοι, ευτυχισμένοι, θα το κάνουμε τώρα. Δεν ξέρουμε αύριο πώς θα είμαστε». Κι αυτό δεν ήταν μια παρορμητική σκέψη, μια τρέλα του έρωτα, ήταν συνειδητή απόφαση με ό,τι εμπεριέχει αυτό.
Ποιο είναι το δικό σας μυστικό με τη σύζυγό σου, τη μουσικό-μαέστρο Μελίνα Παιονίδου, που σας έχει κρατήσει παντρεμένους και αγαπημένους εδώ και 22 χρόνια;
Εμείς όταν τα φτιάξαμε, ακόμα και όταν γεννήθηκε η κόρη μας, δεν λέγαμε ότι θα είμαστε για πάντα μαζί. Λέγαμε: «Τώρα είμαστε μαζί και είμαστε καλά». Κι αυτό φαίνεται ότι λειτούργησε πολύ θετικά. Στην αρχή ήταν έρωτας, ο οποίος ήταν πολύ έντονος. Μετά τον έρωτα, που δεν κρατάει πολύ, όλο αυτό το έντονο -και μάλιστα, κατά τη γνώμη μου, ευτυχώς που δεν κρατάει, γιατί δεν σε αφήνει να κάνεις τίποτα, είσαι κολλημένος εκεί-, έρχεται κάτι πολύ δυνατό, που λέγεται αγάπη. Αυτό το συναίσθημα, καθώς πέρναγε ο χρόνος, μεγάλωνε, δεν μίκραινε, ούτε μιζέριαζε. Επίσης, «μεγαλώναμε» και οι δύο παράλληλα, δηλαδή εξελισσόμασταν προς την ίδια μεριά, δεν πήγαινε ο ένας δεξιά και ο άλλος αριστερά. Είχαμε ίδια αισθητική στα πράγματα, μπορεί να ήμασταν διαφορετικοί σαν χαρακτήρες, αλλά είχαμε κοινή οπτική από τα πιο απλά πράγματα μέχρι τα πιο μεγάλα. Είχαμε -και έχουμε- πάντα κοινούς ηθικούς κώδικες. Αυτά όλα στη διάρκεια του χρόνου μεγαλώνανε και νομίζω ότι αυτό μας κράτησε ενωμένους και αγαπημένους.
Η 22χρονη κόρη σας, η Μαρίνα, η οποία σου μοιάζει πολύ, είναι τραγουδοποιός. Πώς ένιωσες όταν σου είπε ότι θα πάει να τραγουδήσει στον κόσμο στον πεζόδρομο της Διονυσίου Αρεοπαγίτου και αρχικά ήταν street singer; Είσαι υπερπροστατευτικός πατέρας;
Είμαι υπερπροστατευτικός μέχρι εκεί που δεν πάει άλλο! Και γενικά, αυτό είναι κάτι που με χαρακτηρίζει και με τους φίλους μου και με όποιον άνθρωπο αγαπάω… Θέλω να μη στεναχωρηθεί, να μην κλάψει, είμαι εκεί στα δύσκολα. Θα πω «ό,τι χρειαστείς, είμαι εδώ» και το κάνω πράξη. Όχι μόνο στα λόγια. Μάλιστα, πολλές φορές οι φίλοι μου έχουν πει: «Μην είσαι τόσο δοτικός» και τους απαντάω: «Δεν γίνεται. Είναι… εργοστασιακή ρύθμιση» (γέλια). Δεν μπορώ να λειτουργήσω διαφορετικά. Η Μαρίνα γεννήθηκε σ’ ένα σπίτι όπου πάντα υπήρχε ένα πιάνο, λόγω της δουλειάς της μητέρας της. Τη θυμάμαι να σκαρφαλώνει πολύ μικρούλα στο καθισματάκι και τα πόδια της να είναι στον αέρα και να «γρατζουνάει» συνέχεια το πιάνο. Ξεκίνησε μαθήματα πιάνου τεσσάρων χρόνων, οπότε το «η Μαρίνα παίζει πιάνο» ήταν για μένα μια πολύ οικεία εικόνα. Μετά, αυτό έγινε μελέτη, έκανε σπουδές, μεγαλώνοντας έγραφε κάποια μικρά τραγουδάκια μόνη της, είχε αρμόνιο κι έπαιζε στο δωμάτιό της, μετά έμαθε και κιθάρα, οπότε ήταν μια συνηθισμένη εικόνα της Μαρίνας. Βεβαίως, δεν σου κρύβω πως εκείνο το πρωινό που ξύπνησε και μου είπε: «Μπαμπά, εγώ θέλω να πάω στην Αρεοπαγίτου να τραγουδήσω», σοκαρίστηκα. Εκεί ξύπνησε ο υπερπροστατευτικός πατέρας, γιατί σκέφτηκα: «Τώρα, πώς θα γίνει αυτό; Στο δρόμο με τους περαστικούς, με τους αγνώστους; Κι αν κάτι συμβεί;». Εκεί πήγε αμέσως το μυαλό μου και όχι ότι ξαφνικά θα γίνει street singer. Oύτε καν το σκέφτηκα αυτό, γιατί η Μαρίνα ήταν καλλιτέχνις από μωρό παιδί. Έτσι, όταν μας είπε τι χρειάζεται, πήγαμε, τα αγοράσαμε και βγήκε να τραγουδήσει. Φυσικά και ήμουν εκεί, σε μια άκρη, να την προσέχω. Να βλέπω ποιος περνάει, τι γίνεται (γέλια). Κι ευτυχώς, όλα πήγαν πολύ καλά και τώρα πλέον έχει ανοίξει το δικό της δρόμο σε αυτό που αγαπάει και κάνει μεγάλη επιτυχία στα live της. Μάλιστα, συνεργαζόμαστε, καθώς έχω την καλλιτεχνική επιμέλεια των εμφανίσεών της. Μοιράζεται μαζί μου τις ανησυχίες της, τα σχέδιά της, ζητάει τη γνώμη μου. Πιστεύω ότι οι γονείς πρέπει να είμαστε δίπλα στα παιδιά μας ό,τι κι αν κάνουν και να είμαστε μόνο υποστηρικτικοί.
Φέτος είσαι ο φοβερός σεφ Βλαδίμηρος στην τηλεοπτική σειρά «Grand Hotel» του ΑΝΤ1 και κάνεις απίθανο δίδυμο με τη μαγείρισσα Σουμέλα (Ελένη Καρακάση), που έχετε γίνει και viral στα social media.
Ήδη με φωνάζουν «σεφ» στο δρόμο και μου έχουν ζητήσει και συνταγή! (γέλια) Επίσης, μεταξύ άλλων, αρκετοί έχουν γράψει στα social: «Ο Ερμής μεγάλωσε κι έγινε σεφ!». Μου αρέσει που τους αγγίζει και αυτός ο ρόλος μου. Ο Βλαδίμηρος είναι μια περίεργη προσωπικότητα, είναι στοχοπροσηλωμένος με τη μαγειρική, με την κουζίνα, του αρέσει να είναι όλα σε τάξη, είναι λίγο ψυχαναγκαστικός. Μην ξεχνάμε ότι είναι ένας σεφ γαλλοαναθρεμμένος, νευριάζει εύκολα, αλλά έχει και μεσογειακό attitude – τουλάχιστον, εγώ αυτό προσπαθώ να βγάλω. Μέχρι στιγμής δεν έχει δείξει ότι κάτι κρύβει, αλλά σε μια καθημερινή σειρά δεν ξέρεις ποτέ τι θα γράψουν οι σεναριογράφοι. Με την Ελένη Καρακάση, που παίζει τη Σουμέλα, γνωριζόμαστε πολλά χρόνια, αλλά δεν είχε τύχει να δουλέψουμε μαζί. Χαρήκαμε πολύ που ήρθε αυτή η συγκυρία και είμαστε μαζί. Γελάμε πάρα πολύ, γιατί έχουμε το ίδιο σκανδαλιάρικο χιούμορ πάνω στο γύρισμα. Είναι μια πολύ ωραία σειρά εποχής, διαδραματίζεται το 1925 σε ένα μεγάλο ξενοδοχείο. Μου αρέσουν οι σειρές εποχής και δεν σου κρύβω ότι στις πλατφόρμες έχω δει σχεδόν όλες αυτές τις σειρές.
Έχασες τον πατέρα σου το 2020 ξαφνικά, μέσα στον κορονοϊό. Αυτή ήταν η δυσκολότερη στιγμή της ζωής σου;
Ακριβώς. Ήταν μεγάλο σοκ για μένα. Δεν τον έχασα από κορονοϊό. Τον πήγα να κάνει μια ορθοπεδική επέμβαση και τελικά εντοπίστηκε καρκίνος σε προχωρημένο στάδιο. Έφυγε μέσα σε ένα δίμηνο. Δεν θα ξεχάσω, βεβαίως, και την εικόνα την ημέρα της κηδείας του. Λόγω της πανδημίας, ήμασταν μετρημένα εννέα άτομα κι έξω από την εκκλησία είχε έρθει κόσμος, γιατί ήταν πολύ αγαπητός στη γειτονιά. Ήταν διπλά δύσκολο, γιατί ήδη ζούσαμε σαν κοινωνία με κάτι πολύ μαύρο. Η απώλεια του γονιού σε «μετατοπίζει» σαν άνθρωπο, σε αλλάζει, είναι πολύ δύσκολο. Η πιο μεγάλη «μετατόπιση» με την απώλεια αυτή ήταν ότι ξαφνικά συνειδητοποιείς ότι η ζωή είναι μικρή -πολύ πιο μικρή απ’ ό,τι νομίζουμε- και ότι μπορεί να ανατραπεί από τη μία μέρα στην άλλη.
Έχεις κάνει ψυχοθεραπεία;
Ναι. Τα τελευταία έξι χρόνια κάνω ψυχοθεραπεία και με έχει βοηθήσει πάρα πολύ και θεωρώ ότι ήταν ένα δώρο αυτό που έκανα και συνεχίζω να κάνω στον εαυτό μου. Μάλιστα, δεν σου κρύβω ότι λίγο μετά αφότου ξεκίνησα ψυχοθεραπεία, είπα στον εαυτό μου: «Γιατί τόσα χρόνια δεν είχες κάνει;». Βοηθάει πάρα πολύ και μας απενοχοποιεί από πολλά πράγματα. Μας καθαρίζει τη σκέψη, γιατί πολλές φορές η καθημερινότητα θολώνει κάποια πράγματα. Εγώ με την ψυχοθεραπεία συγχώρησα πάρα πολλά πράγματα και είμαι πια πιο ουσιαστικά επικοινωνιακός με τους ανθρώπους.
Δημοσιεύτηκε στην Ontime