Όλγα Δαμάνη: Ήταν επιλογή μου η μοναξιά, αλλά κάποιες φορές είναι και τιμωρία - Δεν τόλμησα πολλά πράγματα κι αυτό το κουβαλάω
«Όταν ήμουν γεμάτη κέφι και ζωντάνια, δεν μου δόθηκαν οι ευκαιρίες», επισήμανε
Τηλεοπτική συνέντευξη παραχώρησε η Όλγα Δαμάνη, η τηλεοπτική «γιαγιά Ρηνιώ» του Σασμού, στην εκπομπή «Καλύτερα δε γίνεται με τη Ναταλία Γερμανού.
Η ηθοποιός μίλησε αναφέρθηκε, αρχικά, στα πρώτα της βήματα στον χώρο της υποκριτικής.
«Κλείνω 50 χρόνια στο θέατρο. Άλλα δύσκολα, άλλα πάρα πολύ ωραία. Θα ήταν αχαριστία να μη νιώθω τυχερή, είχα καταπληκτικούς δασκάλους και γνώρισα κάποιους υπέροχους ανθρώπους. Στην αρχή ήμουν ντροπαλή και πολύ μαζεμένη, μου πήρε πολλά χρόνια να συνειδητοποιήσω πόσο ελεύθερος νιώθεις πάνω στη σκηνή. Δεν ήξερα και δεν μου άρεσε κιόλας να κάνω τίποτα άλλο. Όταν γνώρισα τον Κατράκη, ήμουν δαχτυλογράφος σε ένα δικηγορικό γραφείο, αυτό ήταν», είπε χαρακτηριστικά.
Στη συνέχεια, πρόσθεσε πως έχει πολλά απωθημένα, επειδή «δεν άνοιξε τα φτερά της, όταν έπρεπε».
«Δεν τόλμησα πολλά πράγματα κι αυτό το κουβαλάω, δεν τόλμησα να ανοίξω λίγο νωρίτερα τα φτερά μου, να σταθώ στα πόδια μου, να φάω τα μούτρα μου. Όταν ήμουν γεμάτη κέφι και ζωντάνια, δεν μου δόθηκαν οι ευκαιρίες. Έχω κάνει πολλά λάθη και προσωπικά και άλλα που αφορούσαν τη δουλειά», δήλωσε.
Οι πιο πολλοί την έχουν γνωρίσει από τον ρόλο της «γιαγιάς» που υποδυόταν συνήθως. Αν και είχε όμως, μεγάλη επιτυχία, η ίδια εξηγεί πως την κούρασε.
«Ήταν μια πρόκληση στην αρχή. Μετά δεν μου άρεσε που γινόταν αυτό πολύ συχνά. Ο ηθοποιός θέλει να δοκιμάζει διαφορετικά πράγματα», αναφέρει.
«Ήταν επιλογή μου η μοναξιά, αλλά κάποιες φορές είναι και τιμωρία. Η δουλειά δεν μου επέτρεπε να έχω πολλά πολλά», αναφέρει για την προσωπική της ζωή.
Για τον ρόλο της στον Σασμό, η Όλγα Δαμάνη είπε: «Στη συγκεκριμένη δουλειά, είμαι τυχερή με τους συναδέλφους που έχω και το εκτιμώ, αυτό μετράει περισσότερο. Θέλω να πω ένα μεγάλο ευχαριστώ στον κόσμο για την αγάπη του, πολλές φορές μου έστελναν γκοφρέτες ως εκδήλωση αγάπης».
Τέλος, αποκάλυψε τις αγαπημένες της σκηνές από τον Σασμό. Όπως είπε, οι πιο δύσκολες είναι και οι πιο αγαπημένες.
«Η απώλεια του εγγονού, το κλίμα του πολέμου από την άλλη οικογένεια, που δεν σταματάει ποτέ και δεν σ' αφήνει να ησυχάσεις. Η γιαγιά είναι ευαίσθητη, το μεγαλείο της είναι η παραδοχή του λάθους της. Είναι τραγικός ο ρόλος της», είπε κλείνοντας.
Η ηθοποιός μίλησε αναφέρθηκε, αρχικά, στα πρώτα της βήματα στον χώρο της υποκριτικής.
«Κλείνω 50 χρόνια στο θέατρο. Άλλα δύσκολα, άλλα πάρα πολύ ωραία. Θα ήταν αχαριστία να μη νιώθω τυχερή, είχα καταπληκτικούς δασκάλους και γνώρισα κάποιους υπέροχους ανθρώπους. Στην αρχή ήμουν ντροπαλή και πολύ μαζεμένη, μου πήρε πολλά χρόνια να συνειδητοποιήσω πόσο ελεύθερος νιώθεις πάνω στη σκηνή. Δεν ήξερα και δεν μου άρεσε κιόλας να κάνω τίποτα άλλο. Όταν γνώρισα τον Κατράκη, ήμουν δαχτυλογράφος σε ένα δικηγορικό γραφείο, αυτό ήταν», είπε χαρακτηριστικά.
Στη συνέχεια, πρόσθεσε πως έχει πολλά απωθημένα, επειδή «δεν άνοιξε τα φτερά της, όταν έπρεπε».
«Δεν τόλμησα πολλά πράγματα κι αυτό το κουβαλάω, δεν τόλμησα να ανοίξω λίγο νωρίτερα τα φτερά μου, να σταθώ στα πόδια μου, να φάω τα μούτρα μου. Όταν ήμουν γεμάτη κέφι και ζωντάνια, δεν μου δόθηκαν οι ευκαιρίες. Έχω κάνει πολλά λάθη και προσωπικά και άλλα που αφορούσαν τη δουλειά», δήλωσε.
Οι πιο πολλοί την έχουν γνωρίσει από τον ρόλο της «γιαγιάς» που υποδυόταν συνήθως. Αν και είχε όμως, μεγάλη επιτυχία, η ίδια εξηγεί πως την κούρασε.
«Ήταν μια πρόκληση στην αρχή. Μετά δεν μου άρεσε που γινόταν αυτό πολύ συχνά. Ο ηθοποιός θέλει να δοκιμάζει διαφορετικά πράγματα», αναφέρει.
«Ήταν επιλογή μου η μοναξιά, αλλά κάποιες φορές είναι και τιμωρία. Η δουλειά δεν μου επέτρεπε να έχω πολλά πολλά», αναφέρει για την προσωπική της ζωή.
Για τον ρόλο της στον Σασμό, η Όλγα Δαμάνη είπε: «Στη συγκεκριμένη δουλειά, είμαι τυχερή με τους συναδέλφους που έχω και το εκτιμώ, αυτό μετράει περισσότερο. Θέλω να πω ένα μεγάλο ευχαριστώ στον κόσμο για την αγάπη του, πολλές φορές μου έστελναν γκοφρέτες ως εκδήλωση αγάπης».
Τέλος, αποκάλυψε τις αγαπημένες της σκηνές από τον Σασμό. Όπως είπε, οι πιο δύσκολες είναι και οι πιο αγαπημένες.
«Η απώλεια του εγγονού, το κλίμα του πολέμου από την άλλη οικογένεια, που δεν σταματάει ποτέ και δεν σ' αφήνει να ησυχάσεις. Η γιαγιά είναι ευαίσθητη, το μεγαλείο της είναι η παραδοχή του λάθους της. Είναι τραγικός ο ρόλος της», είπε κλείνοντας.