Γκριζέλντα Μπλάνκο: Η αιματοβαμμένη ζωή της αδίστακτης "μαύρης χήρας" έγινε σειρά στο Netflix
Η «βασίλισσα των καρτέλ»
Η ιστορία της νονάς της κοκαΐνης, Γκριζέλντα Μπλάνκο, που έγινε σειρά στο Netflix
«Ο μόνος άνθρωπος που φοβήθηκα ποτέ ήταν η Γκριζέλντα Μπλάνκο» φέρεται να είχε πει ο Εσκομπάρ, κάτι που προεξοφλεί ότι θα είναι πραγματικά καθηλωτική η σειρά του Netflix για τη ζωή της διαβόητης «νονάς των ναρκωτικών», με πρωταγωνίστρια τη Σοφία Βεργκάρα. Πρόκειται για την πιο διαβολική γυναίκα που πέρασε ποτέ από την ιστορία του υποκόσμου. Αδίστακτη, φιλόδοξη, σκληρή και αδιανόητα κυνική.
Τον πρώτο της φόνο τον έκανε σε ηλικία έντεκα χρόνων και δεν σταμάτησε εκεί. Στη συνέχεια σκότωσε τον πρώτο της άνδρα, με τον οποίο είχε αποκτήσει τρία παιδιά, και της έμεινε το παρατσούκλι «μαύρη χήρα». Μαζί με το δεύτερο σύζυγό της έστησαν μια γιγαντιαία επιχείρηση διακίνησης ναρκωτικών από την Κολομβία στις ΗΠΑ. Γι’ αυτόν το σκοπό προσέλαβε νεαρές γυναίκες, που διακινούσαν λαθραία τα ναρκωτικά μέσα σε σουτιέν και κορσέδες με κρυφές τσέπες. Δολοφόνησε και το δεύτερο σύζυγό της, επειδή φοβόταν πως συνωμοτούσε σε βάρος της.
Έτσι και η Γκριζέλντα Μπλάνκο εξοικειώθηκε με το θάνατο από πολύ μικρή και δεν σεβάστηκε ποτέ την ανθρώπινη ζωή. Μόλις έντεκα χρόνων έκανε τον πρώτο της φόνο.
Οργάνωσε την απαγωγή ενός 10χρονου αγοριού και, όταν η πλούσια οικογένειά του αρνήθηκε να πληρώσει τα λύτρα, το πυροβόλησε και το σκότωσε!
Ένα χρόνο αργότερα, σε ηλικία μόλις δώδεκα ετών, έγινε πόρνη και σύντομα συνάντησε τον πρώτο της σύζυγο, έναν πλαστογράφο με το όνομα Κάρλος Τρουχίλο. Μαζί απέκτησαν τρεις γιους, κι όταν αργότερα χώρισαν, η Γκριζέλντα τον δολοφόνησε εξαιτίας κάποιας… επιχειρηματικής διαφωνίας.
Ο δεύτερος γάμος της ήταν με τον Αλμπέρτο Μπράβο, έμπορο κοκαΐνης. Στα τέλη της δεκαετίας του 1960 μετακόμισαν παράνομα στο Κουίνς της Νέας Υόρκης, όπου δημιούργησαν ένα τεράστιο κύκλωμα λαθρεμπορίου κοκαΐνης. Η Γκριζέλντα και ο Αλμπέρτο, ειδικεύτηκαν, μεταξύ άλλων, στην κατασκευή εσωρούχων εφοδιασμένων με δεκάδες τσέπες, που επέτρεπαν σε μια γυναίκα να μεταφέρει έως και 3,2 κιλά κοκαΐνη σε… ένα μόνο κορσέ.
Η Γκριζέλντα σκέφτηκε ότι οι γυναίκες μπορούσαν να είναι καλύτερα «βαποράκια» από τους άνδρες, καθώς δεν υπήρχαν πολλές πιθανότητες να τις υποψιαστεί η αστυνομία. Μέσα σε σύντομο χρονικό διάστημα, το ζευγάρι κατάφερε να αποδυναμώσει την ιταλική μαφία χάρη στις σχέσεις του με την Κολομβία, μια από τις κύριες πηγές κοκαΐνης στον κόσμο. Πολύ γρήγορα έγιναν πολυεκατομμυριούχοι και άρχισαν να μεταφέρουν στις ΗΠΑ, με δικά τους αεροπλάνα, τεράστιες ποσότητες κοκαΐνης, απασχολώντας περίπου 1.500 εμπόρους για τις επιχειρήσεις διακίνησης και διάθεσής της.
Η Μπλάνκο είχε γίνει η πιο ισχυρή βαρόνη των ναρκωτικών. Ήθελε να την αποκαλούν «νονά» και απολάμβανε τη νέα της ζωή. Συνήθιζε να πίνει το τσάι της σε ένα πορσελάνινο σετ τσαγιού που, όπως υποστήριζε, ανήκε στη βασίλισσα της Μεγάλης Βρετανίας, φορούσε τα μαργαριτάρια της Εβίτας Περόν και με ένα επιχρυσωμένο και στολισμένο με σμαράγδια αυτόματο όπλο MAC10, πυροβολούσε όποιον και ό,τι δεν της άρεσε. Όπως είχε πει κάποτε ένας εισαγγελέας των ΗΠΑ: «Σκότωνε όποιον τη δυσαρεστούσε, επειδή της χρωστούσε χρήματα, διότι στράβωσε με μια μεταφορά ναρκωτικών ή απλώς γιατί δεν της άρεσε ο τρόπος με τον οποίο την κοίταξε. Αυτή ήταν η Γκριζέλντα».
Το 1975, όταν πληροφορήθηκε πως οι Αμερικανοί ήταν έτοιμοι να τη συλλάβουν, ανέβηκε στο ιδιωτικό της τζετ και έφυγε για την Κολομβία. Πίσω της άφησε πλούσιους πελάτες, όπως σταρ του κινηματογράφου και αθλητές, αλλά και ένα ακόμη πτώμα: αυτό του δεύτερου συζύγου της.
Υποψιαζόταν καιρό ότι ο Αλμπέρτο Μπράβο έπαιρνε κρυφά εκατομμύρια από την «οικογενειακή επιχείρηση» και ότι την απατούσε. Μια μέρα τον κάλεσε να μιλήσουν σε ένα πάρκινγκ αυτοκινήτων, τράβηξε ένα πιστόλι που είχε κρύψει στην μπότα της και τον σκότωσε. Σύμφωνα με μία ακόμη εκδοχή, πριν αποχωρήσει, άρπαξε το πολυβόλο του Μπράβο, σκοτώνοντας και τους έξι σωματοφύλακές του…
Τρία χρόνια αργότερα παντρεύτηκε τον τρίτο σύζυγό της Ντάριο Σεπούλβεδα, δολοφόνο. Απέκτησε μαζί του ακόμη ένα παιδί, στο οποίο έδωσε το όνομα Μάικλ Κορλεόνε Μπλάνκο, και μετακόμισε στο Μαϊάμι. Το πώς τα κατάφερε, παρότι καταζητούμενη στις ΗΠΑ, είναι σχεδόν σοκαριστικό: Το πρόσωπο της «νονάς» ήταν τόσο αλλοιωμένο από την πολυετή χρήση κοκαΐνης, που ήταν αδύνατον να ταυτοποιηθεί, με αποτέλεσμα οι Αρχές να μην την αναγνωρίζουν και ως εκ τούτου να μην μπορούν να τη συλλάβουν.
Το Μαϊάμι εκείνη την εποχή ήταν πλημμυρισμένο από ναρκοδολάρια, με αμέτρητες συμμορίες που πάλευαν για τον έλεγχο στο βασίλειο των ναρκωτικών. Εκείνη θριάμβευσε ξανά. Το 1983 ο Σεπούλβεδα την εγκατέλειψε και επέστρεψε στην Κολομβία μαζί με το γιο τους Μάικλ Κορλεόνε Μπλάνκο. Λίγο καιρό αργότερα οι εκτελεστές της Γκριζέλντα τον πυροβόλησαν μέσα στο αυτοκίνητό του αδιαφορώντας για το παιδί που βρισκόταν δίπλα στον πατέρα του…
Το όνομα της Μπλάνκο έχει πάρει μυθικές διαστάσεις στον κόσμο της μαφίας. Την αποκαλούν ο «θηλυκός Εσκομπάρ». Το όνομά της συνδέθηκε με τόνους ναρκωτικών και εκατοντάδες δολοφονίες, ακόμη και μικρών παιδιών.
Δολοφονούσε όπως ανέπνεε, χωρίς την παραμικρή αναστολή ή ενοχή, ενώ συχνά ανάγκαζε άνδρες και γυναίκες να κάνουν σεξ μαζί της υπό την απειλή όπλου. Λέγεται, μάλιστα, πως μία από τις εντολές της στην ομάδα των πληρωμένων δολοφόνων της ήταν: «Όταν σκοτώνετε κάποιον, να παίρνετε πάντα μαζί σας ως τρόπαιο κάποιο μέρος του σώματός του…».
Η Γκριζέλντα Μπλάνκο ήταν ψυχοπαθής. Μπορούσε να σκοτώσει και χωρίς αφορμή. Ήταν εκείνη που πρώτη σκέφτηκε να βάλει εκτελεστές στο πίσω μέρος των μοτοσικλετών, ώστε να πυροβολούν εύκολα και να ξεφεύγουν ακόμη ευκολότερα. Μια τακτική που ακολούθησαν οι εγκληματίες του υποκόσμου σε όλο τον πλανήτη μέχρι και σήμερα.
Υπολογίζεται, δε, ότι τη δεκαετία του ’80 έβγαζε ογδόντα εκατ. ευρώ το μήνα από το λαθρεμπόριο κοκαΐνης για το καρτέλ του Μεντεγίν, του παλιού φίλου της Πάμπλο Εσκομπάρ. Μεγάλη αδυναμία της, ο σκύλος της Χίτλερ και καλοί της φίλοι έμποροι κοκαΐνης και εκτελεστές, οι οποίοι κάθε φορά που την επισκέπτονταν, όφειλαν να ακουμπούν το χέρι τους σε μια χάλκινη προτομή της, που βρισκόταν κρεμασμένη στην είσοδο του αρχοντικού της.
Το 1984, κι ενώ ήταν επικηρυγμένη για 4.000.000 δολάρια, η Γκριζέλντα πήγε στην Καλιφόρνια, όπου έμεινε σε ένα μέτριο προαστιακό μπανγκαλόου. Παρότι ήταν άσος στις μεταμφιέσεις, οι ομοσπονδιακοί πράκτορες την εντόπισαν και τη συνέλαβαν ένα χρόνο αργότερα. Όταν τη βρήκαν, διάβαζε τη Βίβλο, ενώ η οικογένειά της επέμενε ότι είχε μετανοήσει για τις πράξεις της, έχοντας μεταλλαχθεί σε «αναγεννημένη χριστιανή».
Δικάστηκε για τρεις δολοφονίες και πέρασε πάνω από μία δεκαετία στη φυλακή, χωρίς ποτέ να αφήσει τις δουλειές της, αφού διηύθυνε την «επιχείρησή» της μέσω των παιδιών της. Μετά την αποφυλάκισή της το 2004, κι ενώ δύο από τους γιους της είχαν σκοτωθεί από αντιπάλους εμπόρους ναρκωτικών στην Κολομβία, η Γκριζέλντα απελάθηκε από τις ΗΠΑ στη χώρα της ως παράνομη μετανάστρια.
Κατά την επιστροφή της, όλοι στοιχημάτιζαν πως οι εχθροί της θα τη σκότωναν μέσα σε λίγες ημέρες, όμως εκείνη επέζησε για οκτώ ακόμη χρόνια, χωρίς σωματοφύλακες, σε ένα ήσυχο προάστιο του Μεντεγίν.
Τον Σεπτέμβριο του 2012, καθώς έφευγε από ένα τοπικό κρεοπωλείο, ένας μεσήλικας άνδρας κατέβηκε από μια μοτοσικλέτα και την πυροβόλησε δύο φορές στο κεφάλι. Καθώς η Μπλάνκο ψυχορραγούσε, η έγκυος νύφη της εναπόθεσε μια Βίβλο στο στήθος της. Η «νονά» ήταν 69 ετών. Πολλοί αναρωτήθηκαν αν είχε μετατραπεί σε πληροφοριοδότρια. Άλλοι υπέθεσαν ότι έπεσε θύμα «εκδίκησης από το παρελθόν».
Η αιματοβαμμένη ιστορία της Κολομβιανής Γκριζέλντα Μπλάνκο έγινε γνωστή διεθνώς μέσα από τη σειρά ντοκιμαντέρ «Cocaine Cowboys», που κυκλοφόρησε μερικά χρόνια πριν από τη δολοφονία της το 2012.
Το 2018 η Κάθριν Ζέτα-Τζόουνς την υποδύθηκε στην ταινία «Cocaine Godmother», ενώ στα σκαριά βρίσκεται και μια νέα βιογραφική ταινία για τη δράση της με πρωταγωνίστρια την Τζένιφερ Λόπεζ. Η πιο φιλόδοξη παραγωγή, όμως, με θέμα τη ζωή της είναι η σειρά έξι επεισοδίων που έκανε πρεμιέρα στις 25 Ιανουαρίου στο Netflix με τίτλο «Griselda» και πρωταγωνίστρια τη Σοφία Βεργκάρα.
Η σειρά, που αποτελεί προϊόν των δημιουργών του «Narcos», επιχειρεί να παρουσιάσει μια πιο συμπαθητική εικόνα της «νονάς», παρότι πολλοί από αυτούς που τη γνώρισαν δυσκολεύονται να αποδεχτούν μια τέτοια συμπονετική ματιά.
Δημοσιεύθηκε στην Ontime
Τον πρώτο της φόνο τον έκανε σε ηλικία έντεκα χρόνων και δεν σταμάτησε εκεί. Στη συνέχεια σκότωσε τον πρώτο της άνδρα, με τον οποίο είχε αποκτήσει τρία παιδιά, και της έμεινε το παρατσούκλι «μαύρη χήρα». Μαζί με το δεύτερο σύζυγό της έστησαν μια γιγαντιαία επιχείρηση διακίνησης ναρκωτικών από την Κολομβία στις ΗΠΑ. Γι’ αυτόν το σκοπό προσέλαβε νεαρές γυναίκες, που διακινούσαν λαθραία τα ναρκωτικά μέσα σε σουτιέν και κορσέδες με κρυφές τσέπες. Δολοφόνησε και το δεύτερο σύζυγό της, επειδή φοβόταν πως συνωμοτούσε σε βάρος της.
Ποια ήταν η Γκριζέλντα Μπλάνκο
Η Γκριζέλντα Μπλάνκο γεννήθηκε το 1943 σε μια κολομβιανή παραγκούπολη, το Μεντεγίν. Η μητέρα της ήταν πόρνη, αλκοολική και κακοποιούσε άγρια τη μικρή. Δεν γνώριζε ποτέ ποιος ήταν ο πατέρας της, δεν έμαθε ποτέ τι θα πει αγάπη. Ο εμφύλιος που ταλάνιζε την Κολομβία έκανε ακόμα πιο ανυπόφορη την κατάσταση. Και τα παιδιά ήρθαν σε επαφή με το σκληρό πρόσωπο της ζωής από νωρίς. Διασκέδαζαν σκάβοντας λάκκους για να θάψουν τους νεκρούς…Έτσι και η Γκριζέλντα Μπλάνκο εξοικειώθηκε με το θάνατο από πολύ μικρή και δεν σεβάστηκε ποτέ την ανθρώπινη ζωή. Μόλις έντεκα χρόνων έκανε τον πρώτο της φόνο.
Οργάνωσε την απαγωγή ενός 10χρονου αγοριού και, όταν η πλούσια οικογένειά του αρνήθηκε να πληρώσει τα λύτρα, το πυροβόλησε και το σκότωσε!
Ένα χρόνο αργότερα, σε ηλικία μόλις δώδεκα ετών, έγινε πόρνη και σύντομα συνάντησε τον πρώτο της σύζυγο, έναν πλαστογράφο με το όνομα Κάρλος Τρουχίλο. Μαζί απέκτησαν τρεις γιους, κι όταν αργότερα χώρισαν, η Γκριζέλντα τον δολοφόνησε εξαιτίας κάποιας… επιχειρηματικής διαφωνίας.
Ο δεύτερος γάμος της ήταν με τον Αλμπέρτο Μπράβο, έμπορο κοκαΐνης. Στα τέλη της δεκαετίας του 1960 μετακόμισαν παράνομα στο Κουίνς της Νέας Υόρκης, όπου δημιούργησαν ένα τεράστιο κύκλωμα λαθρεμπορίου κοκαΐνης. Η Γκριζέλντα και ο Αλμπέρτο, ειδικεύτηκαν, μεταξύ άλλων, στην κατασκευή εσωρούχων εφοδιασμένων με δεκάδες τσέπες, που επέτρεπαν σε μια γυναίκα να μεταφέρει έως και 3,2 κιλά κοκαΐνη σε… ένα μόνο κορσέ.
Η Γκριζέλντα σκέφτηκε ότι οι γυναίκες μπορούσαν να είναι καλύτερα «βαποράκια» από τους άνδρες, καθώς δεν υπήρχαν πολλές πιθανότητες να τις υποψιαστεί η αστυνομία. Μέσα σε σύντομο χρονικό διάστημα, το ζευγάρι κατάφερε να αποδυναμώσει την ιταλική μαφία χάρη στις σχέσεις του με την Κολομβία, μια από τις κύριες πηγές κοκαΐνης στον κόσμο. Πολύ γρήγορα έγιναν πολυεκατομμυριούχοι και άρχισαν να μεταφέρουν στις ΗΠΑ, με δικά τους αεροπλάνα, τεράστιες ποσότητες κοκαΐνης, απασχολώντας περίπου 1.500 εμπόρους για τις επιχειρήσεις διακίνησης και διάθεσής της.
Η Μπλάνκο είχε γίνει η πιο ισχυρή βαρόνη των ναρκωτικών. Ήθελε να την αποκαλούν «νονά» και απολάμβανε τη νέα της ζωή. Συνήθιζε να πίνει το τσάι της σε ένα πορσελάνινο σετ τσαγιού που, όπως υποστήριζε, ανήκε στη βασίλισσα της Μεγάλης Βρετανίας, φορούσε τα μαργαριτάρια της Εβίτας Περόν και με ένα επιχρυσωμένο και στολισμένο με σμαράγδια αυτόματο όπλο MAC10, πυροβολούσε όποιον και ό,τι δεν της άρεσε. Όπως είχε πει κάποτε ένας εισαγγελέας των ΗΠΑ: «Σκότωνε όποιον τη δυσαρεστούσε, επειδή της χρωστούσε χρήματα, διότι στράβωσε με μια μεταφορά ναρκωτικών ή απλώς γιατί δεν της άρεσε ο τρόπος με τον οποίο την κοίταξε. Αυτή ήταν η Γκριζέλντα».
Το 1975, όταν πληροφορήθηκε πως οι Αμερικανοί ήταν έτοιμοι να τη συλλάβουν, ανέβηκε στο ιδιωτικό της τζετ και έφυγε για την Κολομβία. Πίσω της άφησε πλούσιους πελάτες, όπως σταρ του κινηματογράφου και αθλητές, αλλά και ένα ακόμη πτώμα: αυτό του δεύτερου συζύγου της.
Υποψιαζόταν καιρό ότι ο Αλμπέρτο Μπράβο έπαιρνε κρυφά εκατομμύρια από την «οικογενειακή επιχείρηση» και ότι την απατούσε. Μια μέρα τον κάλεσε να μιλήσουν σε ένα πάρκινγκ αυτοκινήτων, τράβηξε ένα πιστόλι που είχε κρύψει στην μπότα της και τον σκότωσε. Σύμφωνα με μία ακόμη εκδοχή, πριν αποχωρήσει, άρπαξε το πολυβόλο του Μπράβο, σκοτώνοντας και τους έξι σωματοφύλακές του…
Τρία χρόνια αργότερα παντρεύτηκε τον τρίτο σύζυγό της Ντάριο Σεπούλβεδα, δολοφόνο. Απέκτησε μαζί του ακόμη ένα παιδί, στο οποίο έδωσε το όνομα Μάικλ Κορλεόνε Μπλάνκο, και μετακόμισε στο Μαϊάμι. Το πώς τα κατάφερε, παρότι καταζητούμενη στις ΗΠΑ, είναι σχεδόν σοκαριστικό: Το πρόσωπο της «νονάς» ήταν τόσο αλλοιωμένο από την πολυετή χρήση κοκαΐνης, που ήταν αδύνατον να ταυτοποιηθεί, με αποτέλεσμα οι Αρχές να μην την αναγνωρίζουν και ως εκ τούτου να μην μπορούν να τη συλλάβουν.
Το Μαϊάμι εκείνη την εποχή ήταν πλημμυρισμένο από ναρκοδολάρια, με αμέτρητες συμμορίες που πάλευαν για τον έλεγχο στο βασίλειο των ναρκωτικών. Εκείνη θριάμβευσε ξανά. Το 1983 ο Σεπούλβεδα την εγκατέλειψε και επέστρεψε στην Κολομβία μαζί με το γιο τους Μάικλ Κορλεόνε Μπλάνκο. Λίγο καιρό αργότερα οι εκτελεστές της Γκριζέλντα τον πυροβόλησαν μέσα στο αυτοκίνητό του αδιαφορώντας για το παιδί που βρισκόταν δίπλα στον πατέρα του…
Όργια και αίμα
Το όνομα της Μπλάνκο έχει πάρει μυθικές διαστάσεις στον κόσμο της μαφίας. Την αποκαλούν ο «θηλυκός Εσκομπάρ». Το όνομά της συνδέθηκε με τόνους ναρκωτικών και εκατοντάδες δολοφονίες, ακόμη και μικρών παιδιών.Δολοφονούσε όπως ανέπνεε, χωρίς την παραμικρή αναστολή ή ενοχή, ενώ συχνά ανάγκαζε άνδρες και γυναίκες να κάνουν σεξ μαζί της υπό την απειλή όπλου. Λέγεται, μάλιστα, πως μία από τις εντολές της στην ομάδα των πληρωμένων δολοφόνων της ήταν: «Όταν σκοτώνετε κάποιον, να παίρνετε πάντα μαζί σας ως τρόπαιο κάποιο μέρος του σώματός του…».
Η Γκριζέλντα Μπλάνκο ήταν ψυχοπαθής. Μπορούσε να σκοτώσει και χωρίς αφορμή. Ήταν εκείνη που πρώτη σκέφτηκε να βάλει εκτελεστές στο πίσω μέρος των μοτοσικλετών, ώστε να πυροβολούν εύκολα και να ξεφεύγουν ακόμη ευκολότερα. Μια τακτική που ακολούθησαν οι εγκληματίες του υποκόσμου σε όλο τον πλανήτη μέχρι και σήμερα.
Υπολογίζεται, δε, ότι τη δεκαετία του ’80 έβγαζε ογδόντα εκατ. ευρώ το μήνα από το λαθρεμπόριο κοκαΐνης για το καρτέλ του Μεντεγίν, του παλιού φίλου της Πάμπλο Εσκομπάρ. Μεγάλη αδυναμία της, ο σκύλος της Χίτλερ και καλοί της φίλοι έμποροι κοκαΐνης και εκτελεστές, οι οποίοι κάθε φορά που την επισκέπτονταν, όφειλαν να ακουμπούν το χέρι τους σε μια χάλκινη προτομή της, που βρισκόταν κρεμασμένη στην είσοδο του αρχοντικού της.
Το 1984, κι ενώ ήταν επικηρυγμένη για 4.000.000 δολάρια, η Γκριζέλντα πήγε στην Καλιφόρνια, όπου έμεινε σε ένα μέτριο προαστιακό μπανγκαλόου. Παρότι ήταν άσος στις μεταμφιέσεις, οι ομοσπονδιακοί πράκτορες την εντόπισαν και τη συνέλαβαν ένα χρόνο αργότερα. Όταν τη βρήκαν, διάβαζε τη Βίβλο, ενώ η οικογένειά της επέμενε ότι είχε μετανοήσει για τις πράξεις της, έχοντας μεταλλαχθεί σε «αναγεννημένη χριστιανή».
Την εκτέλεσαν
Δικάστηκε για τρεις δολοφονίες και πέρασε πάνω από μία δεκαετία στη φυλακή, χωρίς ποτέ να αφήσει τις δουλειές της, αφού διηύθυνε την «επιχείρησή» της μέσω των παιδιών της. Μετά την αποφυλάκισή της το 2004, κι ενώ δύο από τους γιους της είχαν σκοτωθεί από αντιπάλους εμπόρους ναρκωτικών στην Κολομβία, η Γκριζέλντα απελάθηκε από τις ΗΠΑ στη χώρα της ως παράνομη μετανάστρια.Κατά την επιστροφή της, όλοι στοιχημάτιζαν πως οι εχθροί της θα τη σκότωναν μέσα σε λίγες ημέρες, όμως εκείνη επέζησε για οκτώ ακόμη χρόνια, χωρίς σωματοφύλακες, σε ένα ήσυχο προάστιο του Μεντεγίν.
Τον Σεπτέμβριο του 2012, καθώς έφευγε από ένα τοπικό κρεοπωλείο, ένας μεσήλικας άνδρας κατέβηκε από μια μοτοσικλέτα και την πυροβόλησε δύο φορές στο κεφάλι. Καθώς η Μπλάνκο ψυχορραγούσε, η έγκυος νύφη της εναπόθεσε μια Βίβλο στο στήθος της. Η «νονά» ήταν 69 ετών. Πολλοί αναρωτήθηκαν αν είχε μετατραπεί σε πληροφοριοδότρια. Άλλοι υπέθεσαν ότι έπεσε θύμα «εκδίκησης από το παρελθόν».
Η ζωή της Γκριζέλντα σειρά στο Netflix με τίτλο «Griselda» και πρωταγωνίστρια τη Σοφία Βεργκάρα
Η αιματοβαμμένη ιστορία της Κολομβιανής Γκριζέλντα Μπλάνκο έγινε γνωστή διεθνώς μέσα από τη σειρά ντοκιμαντέρ «Cocaine Cowboys», που κυκλοφόρησε μερικά χρόνια πριν από τη δολοφονία της το 2012.Το 2018 η Κάθριν Ζέτα-Τζόουνς την υποδύθηκε στην ταινία «Cocaine Godmother», ενώ στα σκαριά βρίσκεται και μια νέα βιογραφική ταινία για τη δράση της με πρωταγωνίστρια την Τζένιφερ Λόπεζ. Η πιο φιλόδοξη παραγωγή, όμως, με θέμα τη ζωή της είναι η σειρά έξι επεισοδίων που έκανε πρεμιέρα στις 25 Ιανουαρίου στο Netflix με τίτλο «Griselda» και πρωταγωνίστρια τη Σοφία Βεργκάρα.
Δείτε αυτή τη δημοσίευση στο Instagram.
Η σειρά, που αποτελεί προϊόν των δημιουργών του «Narcos», επιχειρεί να παρουσιάσει μια πιο συμπαθητική εικόνα της «νονάς», παρότι πολλοί από αυτούς που τη γνώρισαν δυσκολεύονται να αποδεχτούν μια τέτοια συμπονετική ματιά.
Δημοσιεύθηκε στην Ontime