Άφαντη η κυβέρνηση από το Euroworking Group: Έρχεται... κατσάδα για τις παροχές
Την ίδια ώρα που η κυβέρνηση προχωρά σε αλλαγές στην κορυφή της Δικαιοσύνης,. Αντιθέτως, αποφασίζει να μην παραστεί καν στο Euroworking Group, παρά το ότι αύριο, Τετάρτη, δημοσιοποιείται η «καυτή» Έκθεση αξιολόγησης.
Και αυτό γιατί όπως φαίνεται η ελληνική κυβέρνηση δεν έκρινε απαραίτητο στο πρόσφατο Euroworking Group να εκπροσωπηθεί από κάποιο μέλος της και έτσι το ρόλο του αναπληρωτή υπουργού Οικονομικών, Γιώργου Χουλιαράκη, ανέλαβε ο Λ. Τσερκέζης, υψηλόβαθμο στέλεχος του Συμβουλίου Οικονομικών Εμπειρογνωμόνων.
Η «αντικατάσταση» αυτή – όπως σημειώνεται σε ρεπορτάζ του Γιώργου Παππού για το iefimerida.gr- έγινε με πρόσχημα ότι η Ελλάδα δεν ήταν στην επίσημη ατζέντα. Όμως αξίζει να σημειωθεί πως δεν θα ήταν η πρώτη φορά που το ελληνικό ζήτημα θα μπορούσε να συζητηθεί στο περιθώριο ή να ζητηθούν έστω κάποιες διευκρινίσεις εν όψει της δημοσιοποίησης της πολυσυζητημένης Έκθεσης.
Το προφανές είναι ότι μπαίνοντας στην τελική ευθεία για τις κάλπες, η κυβέρνηση επ’ ουδενί επιθυμεί να ανοίξει διάλογο με τους Ευρωπαίους, πόσο μάλλον να βρεθεί απολογούμενη, για τις παροχές που ήδη εφαρμόζει κι έχουν προκαλέσει αντιδράσεις.
Οι πληροφορίες από το ευρωπαϊκό στρατόπεδο αναφέρουν ότι οι τόνοι θα κρατηθούν χαμηλά. «Όπως πάντα» σημειώνουν πηγές, επισημαίνοντας ότι αυτά που αναγράφονται στην Έκθεση δεν χρειάζονται περισσότερα σχόλια. Όσον αφορά, δε, στο μείζον ερώτημα, δηλαδή εάν η Έκθεση θα «φωτογραφίζει» ή θα υπονοεί τη δημοσιονομική απόκλιση, στην οποία αναφέρθηκε ο επικεφαλής του ESM, οι πληροφορίες αναφέρουν ότι το Draft της Έκθεσης έχει αριθμούς, κοινώς τις πρώτες εκτιμήσεις των Ευρωπαίων για το κόστος και τις επιπτώσεις του «πακέτου», δηλαδή του ειδικού συνταξιοδοτικού επιδόματος (13η σύνταξη), των μειώσεων του ΦΠΑ, των δίδυμων ρυθμίσεων οφειλών σε ταμεία κι εφορίες.
Οι πληροφορίες από το ευρωπαϊκό στρατόπεδο επιμένουν ότι το κόστος μόνο για το 2019 υπολογίζεται σε 1% του ΑΕΠ, δηλαδή περίπου 1,9 δις ευρώ και αναλύεται ως επίπτωση 0,4% του ΑΕΠ από τις 120 δόσεις και 0,6% από τις παροχές. Το κόστος για το 2020 ανεβαίνει ως το 1,5% του ΑΕΠ, αν και η συζήτηση επ’ αυτού θεωρείται εξαιρετικά πρόωρη, καθώς θα αποτελέσει αντικείμενο των συζητήσεων το Σεπτέμβριο, ο οποίος θεωρείται εκ προοιμίου εξαιρετικά κρίσιμος.
Η κυβέρνηση θα αποφύγει το στενό μαρκάρισμα των Ευρωπαίων στις 13 Ιουνίου, στην προγραμματισμένη δηλαδή συνεδρίαση του Eurogroup, καθώς το ελληνικό ζήτημα βγήκε από την ατζέντα λόγω των επικείμενων εκλογών. Ανεπισήμως, πάντως, γίνεται συζήτηση στο ευρωπαϊκό στρατόπεδο για το πώς θα χειριστούν στην προεκλογική περίοδο και τα δύο κόμματα, τις δυσοίωνες εκτιμήσεις της Κομισιόν για το φετινό πλεόνασμα, κοινώς για το αν θα αναφερθούν στις εναλλακτικές λύσεις που θα πρέπει να εφαρμοστούν, εάν επιβεβαιωθούν τον Οκτώβριο- κατά την κατάθεση του Προσχεδίου του Προϋπολογισμού- αυτές οι εκτιμήσεις των Ευρωπαίων τεχνοκρατών.
Ήδη, στο πεδίο των ρυθμίσεων οφειλών, παρατηρείται ένα «φρενάρισμα» στο ρυθμό υποβολής αιτήσεων υπαγωγής στις 120 δόσεις προς την εφορία και μένει να φανεί στη συνέχεια αν αυτή η τάση είναι πρόσκαιρη και οφείλεται στη βεβαιότητα της παράτασης- που τελικά δόθηκε- ή αν υποκρύπτει δομικό πρόβλημα. Τα στοιχεία αναφέρουν ότι μέχρι χθες είχαν μπει στην «ομπρέλα» περίπου 76.000 φυσικά και νομικά πρόσωπα, ωστόσο ο στόχος της ρύθμισης 13 δις ευρώ, που είχε θέσει η αρμόδια υφυπουργός Οικονομικών, μοιάζει απλησίαστος…
Και αυτό γιατί όπως φαίνεται η ελληνική κυβέρνηση δεν έκρινε απαραίτητο στο πρόσφατο Euroworking Group να εκπροσωπηθεί από κάποιο μέλος της και έτσι το ρόλο του αναπληρωτή υπουργού Οικονομικών, Γιώργου Χουλιαράκη, ανέλαβε ο Λ. Τσερκέζης, υψηλόβαθμο στέλεχος του Συμβουλίου Οικονομικών Εμπειρογνωμόνων.
Η «αντικατάσταση» αυτή – όπως σημειώνεται σε ρεπορτάζ του Γιώργου Παππού για το iefimerida.gr- έγινε με πρόσχημα ότι η Ελλάδα δεν ήταν στην επίσημη ατζέντα. Όμως αξίζει να σημειωθεί πως δεν θα ήταν η πρώτη φορά που το ελληνικό ζήτημα θα μπορούσε να συζητηθεί στο περιθώριο ή να ζητηθούν έστω κάποιες διευκρινίσεις εν όψει της δημοσιοποίησης της πολυσυζητημένης Έκθεσης.
Το προφανές είναι ότι μπαίνοντας στην τελική ευθεία για τις κάλπες, η κυβέρνηση επ’ ουδενί επιθυμεί να ανοίξει διάλογο με τους Ευρωπαίους, πόσο μάλλον να βρεθεί απολογούμενη, για τις παροχές που ήδη εφαρμόζει κι έχουν προκαλέσει αντιδράσεις.
Χαμηλοί τόνοι στην Ε.Ε.
Οι πληροφορίες από το ευρωπαϊκό στρατόπεδο αναφέρουν ότι οι τόνοι θα κρατηθούν χαμηλά. «Όπως πάντα» σημειώνουν πηγές, επισημαίνοντας ότι αυτά που αναγράφονται στην Έκθεση δεν χρειάζονται περισσότερα σχόλια. Όσον αφορά, δε, στο μείζον ερώτημα, δηλαδή εάν η Έκθεση θα «φωτογραφίζει» ή θα υπονοεί τη δημοσιονομική απόκλιση, στην οποία αναφέρθηκε ο επικεφαλής του ESM, οι πληροφορίες αναφέρουν ότι το Draft της Έκθεσης έχει αριθμούς, κοινώς τις πρώτες εκτιμήσεις των Ευρωπαίων για το κόστος και τις επιπτώσεις του «πακέτου», δηλαδή του ειδικού συνταξιοδοτικού επιδόματος (13η σύνταξη), των μειώσεων του ΦΠΑ, των δίδυμων ρυθμίσεων οφειλών σε ταμεία κι εφορίες.
Οι πληροφορίες από το ευρωπαϊκό στρατόπεδο επιμένουν ότι το κόστος μόνο για το 2019 υπολογίζεται σε 1% του ΑΕΠ, δηλαδή περίπου 1,9 δις ευρώ και αναλύεται ως επίπτωση 0,4% του ΑΕΠ από τις 120 δόσεις και 0,6% από τις παροχές. Το κόστος για το 2020 ανεβαίνει ως το 1,5% του ΑΕΠ, αν και η συζήτηση επ’ αυτού θεωρείται εξαιρετικά πρόωρη, καθώς θα αποτελέσει αντικείμενο των συζητήσεων το Σεπτέμβριο, ο οποίος θεωρείται εκ προοιμίου εξαιρετικά κρίσιμος.
Εκτός ατζέντας το ελληνικό ζήτημα
Η κυβέρνηση θα αποφύγει το στενό μαρκάρισμα των Ευρωπαίων στις 13 Ιουνίου, στην προγραμματισμένη δηλαδή συνεδρίαση του Eurogroup, καθώς το ελληνικό ζήτημα βγήκε από την ατζέντα λόγω των επικείμενων εκλογών. Ανεπισήμως, πάντως, γίνεται συζήτηση στο ευρωπαϊκό στρατόπεδο για το πώς θα χειριστούν στην προεκλογική περίοδο και τα δύο κόμματα, τις δυσοίωνες εκτιμήσεις της Κομισιόν για το φετινό πλεόνασμα, κοινώς για το αν θα αναφερθούν στις εναλλακτικές λύσεις που θα πρέπει να εφαρμοστούν, εάν επιβεβαιωθούν τον Οκτώβριο- κατά την κατάθεση του Προσχεδίου του Προϋπολογισμού- αυτές οι εκτιμήσεις των Ευρωπαίων τεχνοκρατών.
Ήδη, στο πεδίο των ρυθμίσεων οφειλών, παρατηρείται ένα «φρενάρισμα» στο ρυθμό υποβολής αιτήσεων υπαγωγής στις 120 δόσεις προς την εφορία και μένει να φανεί στη συνέχεια αν αυτή η τάση είναι πρόσκαιρη και οφείλεται στη βεβαιότητα της παράτασης- που τελικά δόθηκε- ή αν υποκρύπτει δομικό πρόβλημα. Τα στοιχεία αναφέρουν ότι μέχρι χθες είχαν μπει στην «ομπρέλα» περίπου 76.000 φυσικά και νομικά πρόσωπα, ωστόσο ο στόχος της ρύθμισης 13 δις ευρώ, που είχε θέσει η αρμόδια υφυπουργός Οικονομικών, μοιάζει απλησίαστος…