Θετικά σινιάλα για την οικονομία από το Γραφείο Προϋπολογισμού της Βουλής - Ενστάσεις για το ασφαλιστικό
Θετικά σινιάλα για την οικονομία στέλνει το Γραφείο Προϋπολογισμού της Βουλής στην έκθεσή του για το τελευταίο τρίμηνο του προηγούμενου έτους, στέλνοντας, παράλληλα, μήνυμα υπέρ της αύξησης του κατώτατου μισθού, ενόψει των διαπραγματεύσεων που αναμένεται να ξεκινήσουν μεταξύ των κοινωνικών εταίρων για το θέμα αυτό, ενώ βγάζει κίτρινη κάρτα στο ασφαλιστικό νομοσχέδιο της κυβέρνησης.
Σε ό,τι αφορά τις δημοσιονομικές εξελίξεις του 2019 η έκθεση τονίζει ότι το 2019 η χώρα πέτυχε και με το παραπάνω, το στόχο για πρωτογενές πλεόνασμα του 3,5 % του ΑΕΠ παρά την επεκτατική πολιτική από την προηγούμενη και την σημερινή Κυβέρνηση.
Ο επικεφαλής του Γραφείου του Προΰπολογισμού του Κράτους στη Βουλή, Φραγκίσκος Κουτεντάκης, παρουσιάζοντας τα συμπεράσματα της έκθεσης του Γραφείου για το τέταρτο τρίμηνο του 2019 ανέφερε, ότι τα δημοσιονομικά δεδομένα δείχνουν ιδιαίτερα ενθαρρυντικά, αφού σύμφωνα με τα στοιχεία της γενικής κυβέρνησης και την εκτίμηση του Γραφείου Προϋπολογισμού, το πρωτογενές δημοσιονομικό αποτέλεσμα του 2019 φαίνεται ότι θα διαμορφωθεί κοντά στα επίπεδα του 2018.
«Αυτό καταδεικνύει τη δημοσιονομική ανθεκτικότητα της ελληνικής οικονομίας καθώς επιτυγχάνεται παρά τα επεκτατικά μέτρα που λήφθηκαν στη διάρκεια του έτους. Η διατήρηση της δημοσιονομικής σταθερότητας είναι ιδιαίτερα κρίσιμη, αφού αποτελεί τη βασική συνθήκη διασφάλισης της αξιοπιστίας του Ελληνικού Δημοσίου», υπογραμμίζεται στην έκθεση. Το Γραφείο Προϋπολογισμού εκτιμά ότι το Ενοποιημένο Πρωτογενές Αποτέλεσμα (πλεόνασμα) Γενικής Κυβέρνησης με προσαρμογές το δωδεκάμηνο Ιανουαρίου-Δεκεμβρίου του 2019 εμφανίζεται μικρότερο κατά 285 εκατ. ευρώ σε σχέση με το αντίστοιχο δωδεκάμηνο του προηγούμενου έτους και διαμορφώνεται στα 6,355 δισ. ευρώ, έναντι 6,640 δισ. ευρώ το 2018.
Σε αυτό το πλαίσιο, σημαντική θετική εξέλιξη αποτελεί η έκδοση 15ετούς ομολόγου με τρία πολύ ενθαρρυντικά χαρακτηριστικά, τη λήξη του ομολόγου πέραν του 2032, την ιδιαίτερα χαμηλή απόδοση και το υψηλό ποσοστό υπερκάλυψης.
Τα ανωτέρω, σε συνδυασμό με την πρόσφατη υποχώρηση των αποδόσεων των δεκαετών ελληνικών ομολόγων κάτω από το 1%, συνηγορούν στη βελτίωση της εμπιστοσύνης των αγορών στα ελληνικά ομόλογα, και καταδεικνύουν ότι οι διεθνείς επενδυτές θεωρούν το ελληνικό χρέος βιώσιμο και παραμένουν αισιόδοξοι για τη μελλοντική πορεία της ελληνικής οικονομίας.
Για τα ληξιπρόθεσμα του δημοσίου, σύμφωνα με την έκθεση έχουν μειωθεί κατά 59 εκατ. ευρώ. Όπως σημείωσε ο κ. Κουτεντάκης όσο υποχωρούν τα ληξιπρόθεσμα, τόσο πιο δύσκολη γίνεται η ουσιαστική συρρίκνωσή τους.
Επίσης ενθαρρυντική είναι η εικόνα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών που παρουσιάζεται βελτιωμένο κατά 1,7 δισ. ευρώ σε σχέση με το προηγούμενο 11μηνο.
Ενστάσεις για το ασφαλιστικό
Όσον αφορά στο νέο ασφαλιστικό νομοσχέδιο, το Γραφείο Προϋπολογισμού εκφράζει ενστάσεις για την αποσύνδεση των εισφορών από το εισόδημα για τους ελεύθερους επαγγελματίες και τους αγρότες, με τη θέσπιση έξι κατηγοριών εισφορών από τις οποίες μπορεί να επιλέξει ελεύθερα ο ασφαλισμένος. Τα στελέχη του Γραφείου θεωρούν πως η αλλαγή αυτή επανεισάγει μια ιδιαιτερότητα του παλαιότερου συστήματος και ευνοεί το παραδοσιακό μοντέλο της αυταπασχόλησης, που δεν διευκολύνει όμως την παραγωγικότητα.
«Πρόκειται ουσιαστικά για επαναφορά του καθεστώτος που τροποποίησε η ασφαλιστική μεταρρύθμιση του νόμου 4387/2016, στα πλαίσια εξορθολογισμού του συστήματος και ίσης μεταχείρισης των ασφαλισμένων, αυτοαπασχολούμενων ή μισθωτών. Η ακύρωση αυτής της μεταρρύθμισης επανεισάγει την ευνοϊκότερη μεταχείριση των ελεύθερων επαγγελματιών σε σχέση με τους υπόλοιπους εργαζόμενους, μια από τις βασικές αιτίες των ιδιαίτερα υψηλών ποσοστών αυτοαπασχόλησης (χωρίς προσωπικό) που καταγράφει διαχρονικά η χώρα μας (22% έναντι 9% στην Ευρωζώνη) με αρνητικές επιπτώσεις στη συνολική παραγωγικότητα και στα δημόσια έσοδα», τονίζεται στην έκθεση.
Θετικό στην αύξηση του κατώτατου μισθού
Ο Συντονιστής του Γραφείου εμφανίστηκε θετικός στην αύξηση του κατώτατου μισθού, επισημαίνοντας πως δεν υπήρξε κανένας αρνητικός αντίκτυπος από την προηγούμενη αύξησή του.
Μεταξύ άλλων, ανέφερε ότι δεν επιβεβαιώνονται οι ανησυχίες που είχαν εκφρασθεί σχετικά με ενδεχόμενες δυσμενείς επιδράσεις στην οικονομία και την απασχόληση από την αύξηση του κατώτατου μισθού, οπότε αυτό θα πρέπει να ληφθεί υπόψη στις διαπραγματεύσεις για τη νέα αναπροσαρμογή του κατώτατου μισθού.
Οι κίνδυνοι για την οικονομία
Οι κυριότεροι κίνδυνοι που βλέπει το Γραφείο Προϋπολογισμού για την ελληνική οικονομία είναι εξωγενείς και «συνδέονται, πέρα από τις γεωπολιτικές εντάσεις με την Τουρκία και την όξυνση του προσφυγικού και μεταναστευτικού προβλήματος, με τη γενικότερη επιβράδυνση και αβεβαιότητα που επικρατεί στην παγκόσμια οικονομία, που ενδέχεται να επιβαρύνει τον εγχώριο ρυθμό μεγέθυνσης μέσω της μείωσης των εξαγωγών. Η εξάπλωση του κορωνοϊού συνιστά έναν πρόσθετο κίνδυνο, καθώς, σε πρώτη φάση, αναμένεται να επηρεάσει αρνητικά τις τουριστικές εισπράξεις και την οικονομική δραστηριότητα. Παράλληλα, η αποχώρηση του Ηνωμένου Βασιλείου από την Ε.Ε. θα μπορούσε να επηρεάσει αρνητικά τις ελληνικές εξαγωγές αγαθών και υπηρεσιών, αν δεν επιτευχθεί μια εμπορική συμφωνία μεταξύ Ε.Ε. και Ηνωμένου Βασιλείου για την περίοδο από το 2021 και μετά. Επιπλέον, η αστάθεια στις διεθνείς κεφαλαιαγορές και η αύξηση της αποστροφής κινδύνου των διεθνών επενδυτών θα μπορούσε να αντιστρέψει την παρατηρούμενη συνεχιζόμενη υποχώρηση του κόστους δανεισμού για το Ελληνικό Δημόσιο και συνακόλουθα για τον ιδιωτικό τομέα». Από τους ενδογενείς κινδύνους ξεχωρίζουν το υψηλό ποσοστό μη εξυπηρετούμενων δανείων (42,1% του συνόλου των δανείων ως τον Σεπτέμβριο του 2019) και, σε πιο μακροπρόθεσμο ορίζοντα, το δημογραφικό πρόβλημα, το χαμηλό απόθεμα κεφαλαίου και η χαμηλή συνολική παραγωγικότητα.
Σε ό,τι αφορά τις δημοσιονομικές εξελίξεις του 2019 η έκθεση τονίζει ότι το 2019 η χώρα πέτυχε και με το παραπάνω, το στόχο για πρωτογενές πλεόνασμα του 3,5 % του ΑΕΠ παρά την επεκτατική πολιτική από την προηγούμενη και την σημερινή Κυβέρνηση.
Ο επικεφαλής του Γραφείου του Προΰπολογισμού του Κράτους στη Βουλή, Φραγκίσκος Κουτεντάκης, παρουσιάζοντας τα συμπεράσματα της έκθεσης του Γραφείου για το τέταρτο τρίμηνο του 2019 ανέφερε, ότι τα δημοσιονομικά δεδομένα δείχνουν ιδιαίτερα ενθαρρυντικά, αφού σύμφωνα με τα στοιχεία της γενικής κυβέρνησης και την εκτίμηση του Γραφείου Προϋπολογισμού, το πρωτογενές δημοσιονομικό αποτέλεσμα του 2019 φαίνεται ότι θα διαμορφωθεί κοντά στα επίπεδα του 2018.
«Αυτό καταδεικνύει τη δημοσιονομική ανθεκτικότητα της ελληνικής οικονομίας καθώς επιτυγχάνεται παρά τα επεκτατικά μέτρα που λήφθηκαν στη διάρκεια του έτους. Η διατήρηση της δημοσιονομικής σταθερότητας είναι ιδιαίτερα κρίσιμη, αφού αποτελεί τη βασική συνθήκη διασφάλισης της αξιοπιστίας του Ελληνικού Δημοσίου», υπογραμμίζεται στην έκθεση. Το Γραφείο Προϋπολογισμού εκτιμά ότι το Ενοποιημένο Πρωτογενές Αποτέλεσμα (πλεόνασμα) Γενικής Κυβέρνησης με προσαρμογές το δωδεκάμηνο Ιανουαρίου-Δεκεμβρίου του 2019 εμφανίζεται μικρότερο κατά 285 εκατ. ευρώ σε σχέση με το αντίστοιχο δωδεκάμηνο του προηγούμενου έτους και διαμορφώνεται στα 6,355 δισ. ευρώ, έναντι 6,640 δισ. ευρώ το 2018.
Σε αυτό το πλαίσιο, σημαντική θετική εξέλιξη αποτελεί η έκδοση 15ετούς ομολόγου με τρία πολύ ενθαρρυντικά χαρακτηριστικά, τη λήξη του ομολόγου πέραν του 2032, την ιδιαίτερα χαμηλή απόδοση και το υψηλό ποσοστό υπερκάλυψης.
Τα ανωτέρω, σε συνδυασμό με την πρόσφατη υποχώρηση των αποδόσεων των δεκαετών ελληνικών ομολόγων κάτω από το 1%, συνηγορούν στη βελτίωση της εμπιστοσύνης των αγορών στα ελληνικά ομόλογα, και καταδεικνύουν ότι οι διεθνείς επενδυτές θεωρούν το ελληνικό χρέος βιώσιμο και παραμένουν αισιόδοξοι για τη μελλοντική πορεία της ελληνικής οικονομίας.
Για τα ληξιπρόθεσμα του δημοσίου, σύμφωνα με την έκθεση έχουν μειωθεί κατά 59 εκατ. ευρώ. Όπως σημείωσε ο κ. Κουτεντάκης όσο υποχωρούν τα ληξιπρόθεσμα, τόσο πιο δύσκολη γίνεται η ουσιαστική συρρίκνωσή τους.
Επίσης ενθαρρυντική είναι η εικόνα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών που παρουσιάζεται βελτιωμένο κατά 1,7 δισ. ευρώ σε σχέση με το προηγούμενο 11μηνο.
Ενστάσεις για το ασφαλιστικό
Όσον αφορά στο νέο ασφαλιστικό νομοσχέδιο, το Γραφείο Προϋπολογισμού εκφράζει ενστάσεις για την αποσύνδεση των εισφορών από το εισόδημα για τους ελεύθερους επαγγελματίες και τους αγρότες, με τη θέσπιση έξι κατηγοριών εισφορών από τις οποίες μπορεί να επιλέξει ελεύθερα ο ασφαλισμένος. Τα στελέχη του Γραφείου θεωρούν πως η αλλαγή αυτή επανεισάγει μια ιδιαιτερότητα του παλαιότερου συστήματος και ευνοεί το παραδοσιακό μοντέλο της αυταπασχόλησης, που δεν διευκολύνει όμως την παραγωγικότητα.
«Πρόκειται ουσιαστικά για επαναφορά του καθεστώτος που τροποποίησε η ασφαλιστική μεταρρύθμιση του νόμου 4387/2016, στα πλαίσια εξορθολογισμού του συστήματος και ίσης μεταχείρισης των ασφαλισμένων, αυτοαπασχολούμενων ή μισθωτών. Η ακύρωση αυτής της μεταρρύθμισης επανεισάγει την ευνοϊκότερη μεταχείριση των ελεύθερων επαγγελματιών σε σχέση με τους υπόλοιπους εργαζόμενους, μια από τις βασικές αιτίες των ιδιαίτερα υψηλών ποσοστών αυτοαπασχόλησης (χωρίς προσωπικό) που καταγράφει διαχρονικά η χώρα μας (22% έναντι 9% στην Ευρωζώνη) με αρνητικές επιπτώσεις στη συνολική παραγωγικότητα και στα δημόσια έσοδα», τονίζεται στην έκθεση.
Θετικό στην αύξηση του κατώτατου μισθού
Ο Συντονιστής του Γραφείου εμφανίστηκε θετικός στην αύξηση του κατώτατου μισθού, επισημαίνοντας πως δεν υπήρξε κανένας αρνητικός αντίκτυπος από την προηγούμενη αύξησή του.
Μεταξύ άλλων, ανέφερε ότι δεν επιβεβαιώνονται οι ανησυχίες που είχαν εκφρασθεί σχετικά με ενδεχόμενες δυσμενείς επιδράσεις στην οικονομία και την απασχόληση από την αύξηση του κατώτατου μισθού, οπότε αυτό θα πρέπει να ληφθεί υπόψη στις διαπραγματεύσεις για τη νέα αναπροσαρμογή του κατώτατου μισθού.
Οι κίνδυνοι για την οικονομία
Οι κυριότεροι κίνδυνοι που βλέπει το Γραφείο Προϋπολογισμού για την ελληνική οικονομία είναι εξωγενείς και «συνδέονται, πέρα από τις γεωπολιτικές εντάσεις με την Τουρκία και την όξυνση του προσφυγικού και μεταναστευτικού προβλήματος, με τη γενικότερη επιβράδυνση και αβεβαιότητα που επικρατεί στην παγκόσμια οικονομία, που ενδέχεται να επιβαρύνει τον εγχώριο ρυθμό μεγέθυνσης μέσω της μείωσης των εξαγωγών. Η εξάπλωση του κορωνοϊού συνιστά έναν πρόσθετο κίνδυνο, καθώς, σε πρώτη φάση, αναμένεται να επηρεάσει αρνητικά τις τουριστικές εισπράξεις και την οικονομική δραστηριότητα. Παράλληλα, η αποχώρηση του Ηνωμένου Βασιλείου από την Ε.Ε. θα μπορούσε να επηρεάσει αρνητικά τις ελληνικές εξαγωγές αγαθών και υπηρεσιών, αν δεν επιτευχθεί μια εμπορική συμφωνία μεταξύ Ε.Ε. και Ηνωμένου Βασιλείου για την περίοδο από το 2021 και μετά. Επιπλέον, η αστάθεια στις διεθνείς κεφαλαιαγορές και η αύξηση της αποστροφής κινδύνου των διεθνών επενδυτών θα μπορούσε να αντιστρέψει την παρατηρούμενη συνεχιζόμενη υποχώρηση του κόστους δανεισμού για το Ελληνικό Δημόσιο και συνακόλουθα για τον ιδιωτικό τομέα». Από τους ενδογενείς κινδύνους ξεχωρίζουν το υψηλό ποσοστό μη εξυπηρετούμενων δανείων (42,1% του συνόλου των δανείων ως τον Σεπτέμβριο του 2019) και, σε πιο μακροπρόθεσμο ορίζοντα, το δημογραφικό πρόβλημα, το χαμηλό απόθεμα κεφαλαίου και η χαμηλή συνολική παραγωγικότητα.