Γιατί δεν θα φτάσουν τα 72 δισ. ευρώ στους πολίτες
Ο πακτωλός χρημάτων του Ταμείου Ανάκαμψης και του ΕΣΠΑ, αποτελούν την τελευταία ευκαιρία της Ελλάδας να ανέβει στο τρένο της ανάπτυξης και να μειώσει το χάσμα που την χωρίζει από τις υπόλοιπες ευρωπαϊκές χώρες. Όπως πολύ σωστά είχε επισημάνει ο Κυριάκος Μητσοτάκης, τα χρήματα αυτά δεν πρέπει να τα σκορπίσουμε σαν νεόπλουτοι και όπως επίσης είχε παρατηρήσει μιλώντας στη Γενική Συνέλευση του ΣΕΒ, βασικός στόχος πρέπει να είναι η επαναβιομηχάνιση της χώρας.
Η Ελλάδα σκότωσε τις τελευταίες δεκαετίες τις βιομηχανίες της. Το ποσοστό συμμετοχής της βιομηχανικής παραγωγής στο ΑΕΠ είναι μόλις 9,5% με τον ευρωπαϊκό μέσο όρο να ξεπερνά το 15%. Ο στόχος της Κυβέρνησης Μητσοτάκη είναι να ανέβει στο 12% στο τέλος της τετραετίας και στο 15% το 2030.
Ολ’ αυτά εξηγούν το γιατί τα χρήματα που θα έρθουν εντός των επόμενων τριών ετών από την Ε.Ε. δεν θα φτάσουν απευθείας στους χειμαζόμενους πολίτες. Ο στόχος είναι η αλλαγή του παραγωγικού μοντέλου και όχι η μοιρασιά των χρημάτων. Η χώρα για να μπορέσει να ελπίζει ότι θα απολαμβάνει υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης χρειάζεται βιομηχανία, παραγωγή και εξαγωγές.
Το μοντέλο της μοιρασιάς -έστω και αν είναι δίκαιη- στην πραγματικότητα θα στερήσει από τη χώρα τη βιώσιμη ανάπτυξη. Είναι φυσικά πειρασμός για κάθε πολιτικό, καθώς οι πολίτες θα τον αποθεώσουν. Ακόμη και σήμερα, στελέχη του ΠΑΣΟΚ αναφέρουν ότι “επί ΠΑΣΟΚ ο λαός έζησε καλά”. Αναμφίβολα. Όμως τα χρήματα των κοινοτικών επιδοτήσεων (όπως π.χ. τα διαβόητα πακέτα Ντελόρ) φαγώθηκαν εν ριπή οφθαλμού και στέρησαν από τη χώρα τον παραγωγικό της ιστό, ο οποίος περιορίστηκε στις υπηρεσίες.
Η απόφαση για τόνωση της βιομηχανίας και της μεγάλης κλίμακας πρωτογενούς παραγωγής είναι σε μεγάλο βαθμό ειλημμένη και επιβεβλημένη. Ειλημμένη από την Κυβέρνηση, υπό τις οδηγίες μάλιστα της επιτροπής Πισσαρίδη. Επιβεβλημένη από τις Βρυξέλλες που έχει την πείρα της κακοδιαχείρισης των προηγούμενων επιδοτήσεων και ταυτόχρονα τα μάτια της ανοιχτά, μήπως και οι Έλληνες τα ξαναμοιράσουν σε προεκλογικές παροχές.
Αυτό που θα φθάσει στους πολίτες -με κάποια καθυστέρηση- είναι το αποτέλεσμα αυτών των πολιτικών. Μεγάλες βιομηχανίες σημαίνει καλοπληρωμένες δουλειές. Αν τις συγκρίνει κανείς με τα μεροκάματα τρόμου που δίνουν οι ευκαιριακές επιχειρήσεις παροχής υπηρεσιών που έχουν κατακλύσει την Ελλάδα. Σημαίνει ασφαλιστικά δικαιώματα και όχι μαύρη εργασία. Μόνο αν είσαι ΚΚΕ πιστεύεις ότι οι μεγάλες επιχειρήσεις μπορούν να καταπατούν ευκολότερα τους νόμους. Σε γενικές γραμμές οι μεγάλες επιχειρήσεις υποχρεούνται και είναι τελικά πιο τυπικές.
Θα ωφεληθούν επίσης και όσοι τολμήσουν τη μεγέθυνση. Μικρού και μεσαίου μεγέθους επιχειρήσεις θα μπορούν να κάνουν χρήση κινήτρων για να αλλάξουν επίπεδο. Όχι φυσικά ανεξέλεγκτα και όχι χωρίς κόστος. Ίσως υποχρεωθούν να συγχωνευθούν με ομοειδείς και ανταγωνιστικές επιχειρήσεις. Θα χάσουν έτσι τον πλήρη έλεγχο και το δικαίωμα να λαμβάνουν αποφάσεις ανεξέλεγκτα.
Παρόμοια θα είναι η κατάσταση στην αγροτική παραγωγή. Οι μικροί κλήροι της Ελλάδας δεν ευνοούν την ανταγωνιστικότητα. Συνεταιριστικές επιχειρήσεις όμως μπορούν να γίνουν ανταγωνιστικές και να πάψουν να πωλούν “χύμα” τα αγαθά τους σε εμπόρους του εξωτερικού, χαρίζοντάς τους την υπεραξία της παραγωγής τους.
Αυτό κατά βάση είναι το σχέδιο. Αν υλοποιηθεί η Ελλάδα έχει μια μοναδική ευκαιρία να δημιουργήσει συνθήκες ευημερίας για τις επόμενες γενιές. Αν αντίθετα η Κυβέρνηση υποκύψει σε μικροπολιτικά ρουσφέτια και λαϊκιστικές πιέσεις, θα δαπανήσει τα χρήματα σε ανούσιες επιδοτήσεις και ουσιαστικά θα υποθηκεύσει το μέλλον των παιδιών μας.
Η Ελλάδα σκότωσε τις τελευταίες δεκαετίες τις βιομηχανίες της. Το ποσοστό συμμετοχής της βιομηχανικής παραγωγής στο ΑΕΠ είναι μόλις 9,5% με τον ευρωπαϊκό μέσο όρο να ξεπερνά το 15%. Ο στόχος της Κυβέρνησης Μητσοτάκη είναι να ανέβει στο 12% στο τέλος της τετραετίας και στο 15% το 2030.
Ολ’ αυτά εξηγούν το γιατί τα χρήματα που θα έρθουν εντός των επόμενων τριών ετών από την Ε.Ε. δεν θα φτάσουν απευθείας στους χειμαζόμενους πολίτες. Ο στόχος είναι η αλλαγή του παραγωγικού μοντέλου και όχι η μοιρασιά των χρημάτων. Η χώρα για να μπορέσει να ελπίζει ότι θα απολαμβάνει υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης χρειάζεται βιομηχανία, παραγωγή και εξαγωγές.
Το μοντέλο της μοιρασιάς -έστω και αν είναι δίκαιη- στην πραγματικότητα θα στερήσει από τη χώρα τη βιώσιμη ανάπτυξη. Είναι φυσικά πειρασμός για κάθε πολιτικό, καθώς οι πολίτες θα τον αποθεώσουν. Ακόμη και σήμερα, στελέχη του ΠΑΣΟΚ αναφέρουν ότι “επί ΠΑΣΟΚ ο λαός έζησε καλά”. Αναμφίβολα. Όμως τα χρήματα των κοινοτικών επιδοτήσεων (όπως π.χ. τα διαβόητα πακέτα Ντελόρ) φαγώθηκαν εν ριπή οφθαλμού και στέρησαν από τη χώρα τον παραγωγικό της ιστό, ο οποίος περιορίστηκε στις υπηρεσίες.
Η απόφαση για τόνωση της βιομηχανίας και της μεγάλης κλίμακας πρωτογενούς παραγωγής είναι σε μεγάλο βαθμό ειλημμένη και επιβεβλημένη. Ειλημμένη από την Κυβέρνηση, υπό τις οδηγίες μάλιστα της επιτροπής Πισσαρίδη. Επιβεβλημένη από τις Βρυξέλλες που έχει την πείρα της κακοδιαχείρισης των προηγούμενων επιδοτήσεων και ταυτόχρονα τα μάτια της ανοιχτά, μήπως και οι Έλληνες τα ξαναμοιράσουν σε προεκλογικές παροχές.
Αυτό που θα φθάσει στους πολίτες -με κάποια καθυστέρηση- είναι το αποτέλεσμα αυτών των πολιτικών. Μεγάλες βιομηχανίες σημαίνει καλοπληρωμένες δουλειές. Αν τις συγκρίνει κανείς με τα μεροκάματα τρόμου που δίνουν οι ευκαιριακές επιχειρήσεις παροχής υπηρεσιών που έχουν κατακλύσει την Ελλάδα. Σημαίνει ασφαλιστικά δικαιώματα και όχι μαύρη εργασία. Μόνο αν είσαι ΚΚΕ πιστεύεις ότι οι μεγάλες επιχειρήσεις μπορούν να καταπατούν ευκολότερα τους νόμους. Σε γενικές γραμμές οι μεγάλες επιχειρήσεις υποχρεούνται και είναι τελικά πιο τυπικές.
Θα ωφεληθούν επίσης και όσοι τολμήσουν τη μεγέθυνση. Μικρού και μεσαίου μεγέθους επιχειρήσεις θα μπορούν να κάνουν χρήση κινήτρων για να αλλάξουν επίπεδο. Όχι φυσικά ανεξέλεγκτα και όχι χωρίς κόστος. Ίσως υποχρεωθούν να συγχωνευθούν με ομοειδείς και ανταγωνιστικές επιχειρήσεις. Θα χάσουν έτσι τον πλήρη έλεγχο και το δικαίωμα να λαμβάνουν αποφάσεις ανεξέλεγκτα.
Παρόμοια θα είναι η κατάσταση στην αγροτική παραγωγή. Οι μικροί κλήροι της Ελλάδας δεν ευνοούν την ανταγωνιστικότητα. Συνεταιριστικές επιχειρήσεις όμως μπορούν να γίνουν ανταγωνιστικές και να πάψουν να πωλούν “χύμα” τα αγαθά τους σε εμπόρους του εξωτερικού, χαρίζοντάς τους την υπεραξία της παραγωγής τους.
Αυτό κατά βάση είναι το σχέδιο. Αν υλοποιηθεί η Ελλάδα έχει μια μοναδική ευκαιρία να δημιουργήσει συνθήκες ευημερίας για τις επόμενες γενιές. Αν αντίθετα η Κυβέρνηση υποκύψει σε μικροπολιτικά ρουσφέτια και λαϊκιστικές πιέσεις, θα δαπανήσει τα χρήματα σε ανούσιες επιδοτήσεις και ουσιαστικά θα υποθηκεύσει το μέλλον των παιδιών μας.