Στουρνάρας: Τεράστια ευκαιρία το Ταμείο Ανάκαμψης, να μην πάει χαμένη
Τι είπε ο διοικητής της ΕτΕ
Η πανδημική διαταραχή έχει σημαντικό κόστος, αλλά και οφέλη για την ελληνική οικονομία, δηλώνει σε συνέντευξή του ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος. Ο Γιάννης Στουρνάρας εξηγεί πως, σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης, ο Μηχανισμός Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας είναι το πρώτο, έστω και μικρό, βήμα προς μια πιο ομοσπονδιακή δημοσιονομική πολιτική στην Ευρώπη και ζητεί περαιτέρω πρωτοβουλίες στην κατεύθυνση της πολιτικής ενοποίησης, προκειμένου να μη μείνει πίσω η ΕΕ.
Μιλώντας στο περιοδικό «Greek Business File», επισημαίνει πως το σοκ που προκάλεσε η πανδημία στην παγκόσμια, την ευρωπαϊκή και την ελληνική οικονομία είναι πράγματι πολύ σοβαρό. Έχει ήδη σημαντικό κόστος: μείωση του προϊόντος της οικονομίας, άνοδο της ανεργίας, αλλά και αύξηση του δημόσιου χρέους και των μη εξυπηρετούμενων δανείων.
Με λίγα λόγια, ανέκοψε την ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας. Αλλά έχει και οφέλη, που έχουν να κάνουν με την αλλαγή στάση, κυρίως των πολιτικών και νομισματικών αρχών στην Ευρώπη. Κατά τον κ. Στουρνάρα, «οι ευρωπαϊκές αρχές συνειδητοποίησαν από νωρίς ότι χρειαζόμαστε κοινή δράση. Ότι χωρίς αυτή τα κράτη-μέλη με ευάλωτα δημόσια οικονομικά θα αντιμετώπιζαν πολύ σοβαρό κίνδυνο.
Γι’ αυτόν τον λόγο, εμείς στην ΕΚΤ αποφασίσαμε αμέσως μετά το ξέσπασμα της πανδημίας να ακολουθήσουμε μια νομισματική πολιτική που δεν θα είναι μόνο διευκολυντική, αλλά και ευέλικτη και χωρίς αποκλεισμούς - για παράδειγμα, τα ομόλογα του Ελληνικού Δημοσίου είναι πλέον επιλέξιμα για συμμετοχή στο έκτακτο πρόγραμμα αγοράς τίτλων λόγω πανδημίας (Pandemic Emergency Purchase Programme - PEPP), παρότι υπολείπονται ακόμη της επενδυτικής βαθμίδας. Επίσης, το Eurogroup αποφάσισε να αναστείλει την εφαρμογή του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης» δηλώνει.
Παράλληλα, υπογραμμίζει πως το Σύμφωνο Σταθερότητας και Ανάπτυξης αναμένεται να ξεκινήσει και πάλι να εφαρμόζεται μετά την πανδημία, «αλλά όχι με την ίδια μορφή. Νομίζω ότι αυτή τη στιγμή το Eurogroup καταβάλλει προσπάθειες ώστε να κάνει το Σύμφωνο πιο διαχειρίσιμο, πιο ρεαλιστικό και πιο αξιόπιστο.
Εκτός από τον δημοσιονομικό χώρο που δίνεται στα κράτη-μέλη, έχουμε τώρα και το ευρωπαϊκό μέσο ανάκαμψης Next Generation EU (NGEU), που έχει ως βάση το Μηχανισμό Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας, ο οποίος θεωρώ ότι είναι το πρώτο, έστω και μικρό, βήμα προς μια πιο ομοσπονδιακή ευρωπαϊκή δημοσιονομική πολιτική».
Ερωτηθείς εάν η αμοιβαιοποίηση του χρέους έχει ξεκινήσει στην Ευρώπη, ο διοικητής της ΤτΕ απαντά πως «μόλις ξεκίνησε. Παρόλο που δε μπορούμε να πούμε ότι η ζώνη του ευρώ έχει φθάσει σε "στιγμή Χάμιλτον", δε μπορεί να κάνει πίσω, παρά τις αντιδράσεις. Νομίζω ότι είναι ένα μικρό βήμα, που όμως μας οδηγεί μόνο μπροστά» εκτιμά.
Σε ερώτηση αν, με αφορμή την πανδημία, αξιοποιηθούν οι ευρωπαϊκοί πόροι πιο εποικοδομητικά απ' ό,τι στο παρελθόν, ώστε, εκτός από εισοδηματική ενίσχυση και κάποιου είδους ανακούφιση από τις επιπτώσεις της πανδημίας, να αφήσουν ως παρακαταθήκη και μια πιο αξιόπιστη προοπτική για διατηρήσιμη οικονομική ανάπτυξη, ο Γιάννης Στουρνάρας τονίζει πως «πρέπει να το αντιληφθούμε ότι μας παρουσιάζεται μια τεράστια ευκαιρία, ελπίζω να μην πάει χαμένη, στο παρελθόν είχαμε αρνητική εμπειρία χαμένων ευκαιριών.
Ελπίζω ο πολιτικός κι επιχειρηματικός κόσμος στην Ελλάδα - η κυβέρνηση, η αντιπολίτευση κι ο ιδιωτικός επιχειρηματικός τομέας - να μην την αφήσουν να χαθεί. Για παράδειγμα, το ποσό που θα λάβουμε από το NGEU θα είναι κυρίως με τη μορφή επιχορηγήσεων, όχι δανείων. Η συνολική χρηματοδότηση θα είναι υπερδιπλάσια της κλείδας μας στην ΕΕ. Η κλείδα συμμετοχής μας στο κεφάλαιο της ΕΚΤ είναι 2,1%. Βάσει αυτής, η ΕΚΤ πραγματοποιεί αγορές ελληνικών ομολόγων. Ωστόσο, το ποσό που θα λάβουμε από τον Μηχανισμό Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας είναι υπερδιπλάσιο. Είτε σε κατά κεφαλήν όρους, είτε σε όρους ΑΕΠ, η Ελλάδα, μαζί με δύο ή τρία άλλα κράτη-μέλη της ΕΕ, θα είναι ο μεγαλύτερος ωφελημένος» επισημαίνει.
Όπως συμπληρώνει, οι επενδυτικοί τομείς στους οποίους θα κατευθυνθεί η χρηματοδότηση «είναι ακριβώς αυτοί που χρειαζόμαστε. Ενδεικτικά αναφέρω τον ψηφιακό μετασχηματισμό, όπου η Ελλάδα βρίσκεται στην τελευταία, ίσως την προτελευταία, θέση στην ΕΕ. Ιδού, λοιπόν, η μεγάλη μας ευκαιρία για τον ψηφιακό μετασχηματισμό της ελληνικής οικονομίας, τόσο για τον δημόσιο, όσο και για τον ιδιωτικό τομέα. Το ίδιο ισχύει και για τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, που είναι ο άλλος σημαντικός κλάδος που θα χρηματοδοτηθεί μέσω του NGEU».
Ο διοικητής της ΤτΕ τονίζει πως δεν αρκεί να έχουν σχέδια οι αρχές και γενικότερα ο δημόσιος τομέας, αλλά χρειάζεται η συμμετοχή και του ιδιωτικού τομέα. Όπως λέει, οι επιχειρήσεις του ιδιωτικού τομέα θα πρέπει να έχουν προετοιμαστεί με κατάλληλα σχέδια για επενδύσεις σε έργα σχετικά με τον ψηφιακό μετασχηματισμό, τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, την εξοικονόμηση ενέργειας, τη διαχείριση απορριμμάτων, το «τρίγωνο της γνώσης» (καινοτομία-εκπαίδευση-έρευνα) κλπ. Η συντονισμένη δράση του δημόσιου τομέα είναι αναγκαία, αλλά όχι ικανή συνθήκη για την επιτυχία. Θα πρέπει να ανταποκριθεί αντίστοιχα και ο ιδιωτικός τομέας, θεωρεί.
Περαιτέρω, ο κ. Στουρνάρας εξηγεί πως οι πόροι είναι πλήρως διαθέσιμοι. «Οι νομισματικές και χρηματοδοτικές συνθήκες θα παραμείνουν διευκολυντικές τουλάχιστον μέχρι το τέλος του 2023, νομίζω και ακόμη περισσότερο. Αναμένω ο πληθωρισμός το 2023 να διαμορφωθεί πολύ κάτω του 2% στη ζώνη του ευρώ. Η νομισματική πολιτική θα εξακολουθήσει να είναι διευκολυντική, σύμφωνα με τα διαθέσιμα στοιχεία και προβλέψεις. Ως εκ τούτου, τα χρήματα θα υπάρχουν.
Το ερώτημα στην πραγματικότητα είναι κατά πόσον θα αξιοποιηθούν σωστά. Οι μεγάλες επιχειρήσεις που διαθέτουν τεχνογνωσία και εξειδίκευση μπορούν να απορροφήσουν αυτούς τους πόρους, αλλά θα πρέπει επίσης στον σχεδιασμό τους να μεριμνήσουν και για τις μικρότερες επιχειρήσεις, τους προμηθευτές τους, που λειτουργούν γύρω από αυτές. Πρέπει να δημιουργηθούν δίκτυα χρηματοδότησης, που θα επιτρέπουν σε μεγάλες επιχειρήσεις, αλλά και σε μικρομεσαίες γύρω τους, την πρόσβαση σε χρηματοδότηση» αναφέρει.
Ερωτηθείς αν οραματίζεται μια πολιτική ένωση στην Ευρώπη σε 20 χρόνια, απαντά πως «είκοσι χρόνια είναι πράγματι πολύς καιρός. Εάν δεν έχουμε πολιτική ένωση νωρίτερα, στα επόμενα δέκα χρόνια, ίσως να μην την έχουμε ποτέ. Υπάρχει ακόμη ευκαιρία να το πετύχουμε. Ελπίζω το κύμα λαϊκισμού που βιώσαμε τα προηγούμενα χρόνια να αποδυναμωθεί και τελικά να εκλείψει. Το Brexit είναι επίσης μια αρνητική εξέλιξη τόσο για το Ηνωμένο Βασίλειο, όσο και για την Ευρώπη, αλλά έχει κι ένα καλό: το Ηνωμένο Βασίλειο δεν μπορεί να ασκήσει βέτο στην πολιτική ένωση της Ευρώπης» υπογραμμίζει και συνεχίζει:
«Προφανώς, δεν έχουν ακόμη ωριμάσει οι συνθήκες για πολιτική ένωση. Μια πολιτική ένωση απαιτεί δραστικές αλλαγές στη Συνθήκη. Για να επιτύχουμε δημοσιονομική ένωση, με ένα ενιαίο υπουργείο Οικονομικών, ως εταίρο της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, απαιτούνται πολύ σημαντικές αλλαγές στη Συνθήκη. Δηλαδή, πρέπει να δημιουργηθεί μια ομοσπονδιακή δομή στον δημοσιονομικό τομέα, η οποία σήμερα δεν υπάρχει.
Αυτό χρειάζεται πολύ ισχυρότερη συναίνεση από αυτή που μπορούμε να πετύχουμε σήμερα. Αλλά για μένα αυτός είναι ο μόνος τρόπος για να προχωρήσουμε. Κι αν δεν το κάνουμε, τότε η Ευρώπη θα μείνει πίσω. Πίσω από τις Ηνωμένες Πολιτείες, πίσω από την Κίνα. Θα μείνει πίσω και τελικά θα οδηγηθεί σε μαρασμό».
Ο κ. Στουρνάρας θεωρεί πως η πανδημία λειτούργησε ως καταλύτης, ως μέσο αφύπνισης. «Πρακτικά, το πρώτο βήμα έχει γίνει με το NGEU. Θεωρώ ότι το επόμενο βήμα θα είναι μια πλήρης Τραπεζική Ένωση, με τη δημιουργία του ευρωπαϊκού συστήματος ασφάλισης καταθέσεων (European Deposit Insurance Scheme - EDIS). Πρόσφατα είδαμε ορισμένες θετικές κι ενθαρρυντικές αποφάσεις από πλευράς Ευρωπαϊκής Επιτροπής και Eurogroup, οι οποίες μπορεί να αποτελούν προάγγελο του EDIS» δηλώνει καταληκτικά.
Μιλώντας στο περιοδικό «Greek Business File», επισημαίνει πως το σοκ που προκάλεσε η πανδημία στην παγκόσμια, την ευρωπαϊκή και την ελληνική οικονομία είναι πράγματι πολύ σοβαρό. Έχει ήδη σημαντικό κόστος: μείωση του προϊόντος της οικονομίας, άνοδο της ανεργίας, αλλά και αύξηση του δημόσιου χρέους και των μη εξυπηρετούμενων δανείων.
Με λίγα λόγια, ανέκοψε την ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας. Αλλά έχει και οφέλη, που έχουν να κάνουν με την αλλαγή στάση, κυρίως των πολιτικών και νομισματικών αρχών στην Ευρώπη. Κατά τον κ. Στουρνάρα, «οι ευρωπαϊκές αρχές συνειδητοποίησαν από νωρίς ότι χρειαζόμαστε κοινή δράση. Ότι χωρίς αυτή τα κράτη-μέλη με ευάλωτα δημόσια οικονομικά θα αντιμετώπιζαν πολύ σοβαρό κίνδυνο.
Γι’ αυτόν τον λόγο, εμείς στην ΕΚΤ αποφασίσαμε αμέσως μετά το ξέσπασμα της πανδημίας να ακολουθήσουμε μια νομισματική πολιτική που δεν θα είναι μόνο διευκολυντική, αλλά και ευέλικτη και χωρίς αποκλεισμούς - για παράδειγμα, τα ομόλογα του Ελληνικού Δημοσίου είναι πλέον επιλέξιμα για συμμετοχή στο έκτακτο πρόγραμμα αγοράς τίτλων λόγω πανδημίας (Pandemic Emergency Purchase Programme - PEPP), παρότι υπολείπονται ακόμη της επενδυτικής βαθμίδας. Επίσης, το Eurogroup αποφάσισε να αναστείλει την εφαρμογή του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης» δηλώνει.
Παράλληλα, υπογραμμίζει πως το Σύμφωνο Σταθερότητας και Ανάπτυξης αναμένεται να ξεκινήσει και πάλι να εφαρμόζεται μετά την πανδημία, «αλλά όχι με την ίδια μορφή. Νομίζω ότι αυτή τη στιγμή το Eurogroup καταβάλλει προσπάθειες ώστε να κάνει το Σύμφωνο πιο διαχειρίσιμο, πιο ρεαλιστικό και πιο αξιόπιστο.
Εκτός από τον δημοσιονομικό χώρο που δίνεται στα κράτη-μέλη, έχουμε τώρα και το ευρωπαϊκό μέσο ανάκαμψης Next Generation EU (NGEU), που έχει ως βάση το Μηχανισμό Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας, ο οποίος θεωρώ ότι είναι το πρώτο, έστω και μικρό, βήμα προς μια πιο ομοσπονδιακή ευρωπαϊκή δημοσιονομική πολιτική».
Ερωτηθείς εάν η αμοιβαιοποίηση του χρέους έχει ξεκινήσει στην Ευρώπη, ο διοικητής της ΤτΕ απαντά πως «μόλις ξεκίνησε. Παρόλο που δε μπορούμε να πούμε ότι η ζώνη του ευρώ έχει φθάσει σε "στιγμή Χάμιλτον", δε μπορεί να κάνει πίσω, παρά τις αντιδράσεις. Νομίζω ότι είναι ένα μικρό βήμα, που όμως μας οδηγεί μόνο μπροστά» εκτιμά.
Σε ερώτηση αν, με αφορμή την πανδημία, αξιοποιηθούν οι ευρωπαϊκοί πόροι πιο εποικοδομητικά απ' ό,τι στο παρελθόν, ώστε, εκτός από εισοδηματική ενίσχυση και κάποιου είδους ανακούφιση από τις επιπτώσεις της πανδημίας, να αφήσουν ως παρακαταθήκη και μια πιο αξιόπιστη προοπτική για διατηρήσιμη οικονομική ανάπτυξη, ο Γιάννης Στουρνάρας τονίζει πως «πρέπει να το αντιληφθούμε ότι μας παρουσιάζεται μια τεράστια ευκαιρία, ελπίζω να μην πάει χαμένη, στο παρελθόν είχαμε αρνητική εμπειρία χαμένων ευκαιριών.
Ελπίζω ο πολιτικός κι επιχειρηματικός κόσμος στην Ελλάδα - η κυβέρνηση, η αντιπολίτευση κι ο ιδιωτικός επιχειρηματικός τομέας - να μην την αφήσουν να χαθεί. Για παράδειγμα, το ποσό που θα λάβουμε από το NGEU θα είναι κυρίως με τη μορφή επιχορηγήσεων, όχι δανείων. Η συνολική χρηματοδότηση θα είναι υπερδιπλάσια της κλείδας μας στην ΕΕ. Η κλείδα συμμετοχής μας στο κεφάλαιο της ΕΚΤ είναι 2,1%. Βάσει αυτής, η ΕΚΤ πραγματοποιεί αγορές ελληνικών ομολόγων. Ωστόσο, το ποσό που θα λάβουμε από τον Μηχανισμό Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας είναι υπερδιπλάσιο. Είτε σε κατά κεφαλήν όρους, είτε σε όρους ΑΕΠ, η Ελλάδα, μαζί με δύο ή τρία άλλα κράτη-μέλη της ΕΕ, θα είναι ο μεγαλύτερος ωφελημένος» επισημαίνει.
Όπως συμπληρώνει, οι επενδυτικοί τομείς στους οποίους θα κατευθυνθεί η χρηματοδότηση «είναι ακριβώς αυτοί που χρειαζόμαστε. Ενδεικτικά αναφέρω τον ψηφιακό μετασχηματισμό, όπου η Ελλάδα βρίσκεται στην τελευταία, ίσως την προτελευταία, θέση στην ΕΕ. Ιδού, λοιπόν, η μεγάλη μας ευκαιρία για τον ψηφιακό μετασχηματισμό της ελληνικής οικονομίας, τόσο για τον δημόσιο, όσο και για τον ιδιωτικό τομέα. Το ίδιο ισχύει και για τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, που είναι ο άλλος σημαντικός κλάδος που θα χρηματοδοτηθεί μέσω του NGEU».
Ο διοικητής της ΤτΕ τονίζει πως δεν αρκεί να έχουν σχέδια οι αρχές και γενικότερα ο δημόσιος τομέας, αλλά χρειάζεται η συμμετοχή και του ιδιωτικού τομέα. Όπως λέει, οι επιχειρήσεις του ιδιωτικού τομέα θα πρέπει να έχουν προετοιμαστεί με κατάλληλα σχέδια για επενδύσεις σε έργα σχετικά με τον ψηφιακό μετασχηματισμό, τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, την εξοικονόμηση ενέργειας, τη διαχείριση απορριμμάτων, το «τρίγωνο της γνώσης» (καινοτομία-εκπαίδευση-έρευνα) κλπ. Η συντονισμένη δράση του δημόσιου τομέα είναι αναγκαία, αλλά όχι ικανή συνθήκη για την επιτυχία. Θα πρέπει να ανταποκριθεί αντίστοιχα και ο ιδιωτικός τομέας, θεωρεί.
Περαιτέρω, ο κ. Στουρνάρας εξηγεί πως οι πόροι είναι πλήρως διαθέσιμοι. «Οι νομισματικές και χρηματοδοτικές συνθήκες θα παραμείνουν διευκολυντικές τουλάχιστον μέχρι το τέλος του 2023, νομίζω και ακόμη περισσότερο. Αναμένω ο πληθωρισμός το 2023 να διαμορφωθεί πολύ κάτω του 2% στη ζώνη του ευρώ. Η νομισματική πολιτική θα εξακολουθήσει να είναι διευκολυντική, σύμφωνα με τα διαθέσιμα στοιχεία και προβλέψεις. Ως εκ τούτου, τα χρήματα θα υπάρχουν.
Το ερώτημα στην πραγματικότητα είναι κατά πόσον θα αξιοποιηθούν σωστά. Οι μεγάλες επιχειρήσεις που διαθέτουν τεχνογνωσία και εξειδίκευση μπορούν να απορροφήσουν αυτούς τους πόρους, αλλά θα πρέπει επίσης στον σχεδιασμό τους να μεριμνήσουν και για τις μικρότερες επιχειρήσεις, τους προμηθευτές τους, που λειτουργούν γύρω από αυτές. Πρέπει να δημιουργηθούν δίκτυα χρηματοδότησης, που θα επιτρέπουν σε μεγάλες επιχειρήσεις, αλλά και σε μικρομεσαίες γύρω τους, την πρόσβαση σε χρηματοδότηση» αναφέρει.
Ερωτηθείς αν οραματίζεται μια πολιτική ένωση στην Ευρώπη σε 20 χρόνια, απαντά πως «είκοσι χρόνια είναι πράγματι πολύς καιρός. Εάν δεν έχουμε πολιτική ένωση νωρίτερα, στα επόμενα δέκα χρόνια, ίσως να μην την έχουμε ποτέ. Υπάρχει ακόμη ευκαιρία να το πετύχουμε. Ελπίζω το κύμα λαϊκισμού που βιώσαμε τα προηγούμενα χρόνια να αποδυναμωθεί και τελικά να εκλείψει. Το Brexit είναι επίσης μια αρνητική εξέλιξη τόσο για το Ηνωμένο Βασίλειο, όσο και για την Ευρώπη, αλλά έχει κι ένα καλό: το Ηνωμένο Βασίλειο δεν μπορεί να ασκήσει βέτο στην πολιτική ένωση της Ευρώπης» υπογραμμίζει και συνεχίζει:
«Προφανώς, δεν έχουν ακόμη ωριμάσει οι συνθήκες για πολιτική ένωση. Μια πολιτική ένωση απαιτεί δραστικές αλλαγές στη Συνθήκη. Για να επιτύχουμε δημοσιονομική ένωση, με ένα ενιαίο υπουργείο Οικονομικών, ως εταίρο της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, απαιτούνται πολύ σημαντικές αλλαγές στη Συνθήκη. Δηλαδή, πρέπει να δημιουργηθεί μια ομοσπονδιακή δομή στον δημοσιονομικό τομέα, η οποία σήμερα δεν υπάρχει.
Αυτό χρειάζεται πολύ ισχυρότερη συναίνεση από αυτή που μπορούμε να πετύχουμε σήμερα. Αλλά για μένα αυτός είναι ο μόνος τρόπος για να προχωρήσουμε. Κι αν δεν το κάνουμε, τότε η Ευρώπη θα μείνει πίσω. Πίσω από τις Ηνωμένες Πολιτείες, πίσω από την Κίνα. Θα μείνει πίσω και τελικά θα οδηγηθεί σε μαρασμό».
Ο κ. Στουρνάρας θεωρεί πως η πανδημία λειτούργησε ως καταλύτης, ως μέσο αφύπνισης. «Πρακτικά, το πρώτο βήμα έχει γίνει με το NGEU. Θεωρώ ότι το επόμενο βήμα θα είναι μια πλήρης Τραπεζική Ένωση, με τη δημιουργία του ευρωπαϊκού συστήματος ασφάλισης καταθέσεων (European Deposit Insurance Scheme - EDIS). Πρόσφατα είδαμε ορισμένες θετικές κι ενθαρρυντικές αποφάσεις από πλευράς Ευρωπαϊκής Επιτροπής και Eurogroup, οι οποίες μπορεί να αποτελούν προάγγελο του EDIS» δηλώνει καταληκτικά.