Πιο αισιόδοξος από ποτέ ο Γιάννης Στουρνάρας για την οικονομία - Τι προβλέπει για τους ρυθμούς ανάπτυξης
Αναθεώρηση της Τραπέζης της Ελλάδος για άνοδο του ΑΕΠ πάνω από 7% και μέσο όρο ανάπτυξης στο 3,5%
Ακόμα και τις πιο αισιόδοξες προβλέψεις για την πορεία της ελληνικής οικονομίας φαίνεται πως διαψεύδουν οι οικονομικοί δείκτες του τελευταίου διαστήματος.
Είναι ενδεικτικό ότι η συνήθως μετριοπαθής Τράπεζα της Ελλάδος, σύμφωνα με απολύτως διασταυρωμένες πληροφορίες, διαφαίνεται πως θα αναθεωρήσει προς τα πάνω την άνοδο του ΑΕΠ για το 2021 και θα το πάει από 6%, που ήταν η αρχική πρόβλεψη, ίσως και πάνω από 7%. Η εικόνα καταδεικνύει πως έχει δημιουργηθεί ένα ιδανικό επενδυτικό περιβάλλον για τη χώρα μας, το οποίο σε πολύ μεγάλο βαθμό οφείλεται στη μεγάλη πτώση των τιμών στο real estate που είχε υπάρξει όλα τα προηγούμενα χρόνια.
«Το γεγονός αυτό τραβάει σαν μαγνήτης εγχώριους και ξένους επενδυτές», λέει στα «Π» κορυφαίος οικονομικός παράγοντας της χώρας, ο οποίος δεν κρύβει την αισιοδοξία του για την πορεία της οικονομίας και τη σημασία που αποδίδει στην άνοδο των τιμών στα ακίνητα. Με την εκτίμηση αυτή φαίνεται να συμφωνεί πλήρως και ο διοικητής της Τραπέζης της Ελλάδος.
Μάλιστα, άνθρωποι που γνωρίζουν τον τρόπο που σκέφτεται ο Γιάννης Στουρνάρας υπογραμμίζουν στα «Π» πως η τρέχουσα δεκαετία για την Ελλάδα μπορεί να είναι από τις καλύτερες σε οικονομικό επίπεδο. «Θα είναι μια εξαιρετικά καλή δεκαετία για την Ελλάδα, με τον συνολικό μέσο όρο στους ρυθμούς ανάπτυξης να κινείται περίπου στο 3,5%», αναφέρουν χαρακτηριστικά. Και αποδίδουν την αισιοδοξία του σε μια σειρά από παράγοντες που αθροιστικά διαμορφώνουν το πολύ θετικό οικονομικό περιβάλλον. Πρώτα και κύρια στέκονται στα τεράστια ποσά που θα πέσουν στην οικονομία τα επόμενα χρόνια, τα οποία υπολογίζεται ότι μπορεί να φτάσουν ακόμα και τα 70 δισ. ευρώ. Εκτιμάται ότι περίπου 30 δισ. ευρώ θα προκύψουν από το
Ταμείο Ανάκαμψης και άλλα 40 δισ. ευρώ από τα προγράμματα του ΕΣΠΑ.
Στα προαναφερθέντα πρέπει να προστεθούν η εξαιρετική πορεία του τουρισμού, το ενδιαφέρον για τις ιδιωτικοποιήσεις και η μείωση της ανεργίας. Για παράδειγμα, το μήνυμα από την ιδιωτικοποίηση, και κυρίως από το ποσό των 2,1 δισ. ευρώ για τον ΔΕΔΔΗΕ, ήταν ενδεικτικό των προοπτικών που ανοίγονται, αλλά και του ενδιαφέροντος των ξένων επενδυτών από πολλές και διαφορετικές χώρες. Οπως επίσης χαρακτηριστική είναι η μείωση κατά μία ποσοστιαία μονάδα της ανεργίας μέσα σε συνθήκες πανδημίας.
Ως προς τη στήριξη της απασχόλησης, άνθρωποι της αγοράς και της οικονομίας επισημαίνουν στα «Π» πως δεν τους ανησυχεί τι θα συμβεί όταν θα σταματήσουν τα μέτρα στήριξης των επιχειρήσεων λόγω του κορονοϊού. Και αυτό γιατί υποστηρίζουν πως το κενό που θα δημιουργηθεί θα καλυφθεί, καθώς «θα υπάρξει γέφυρα μέσω των υψηλών ρυθμών ανάπτυξης». Βεβαίως, το ζητούμενο, σύμφωνα με πηγές προσκείμενες στη διοίκηση της Τραπέζης της Ελλάδος, είναι τα χρήματα αυτά να κατευθυνθούν στο κομμάτι των επενδύσεων και της ανάπτυξης και όχι στη λογική των παροχών. Να δημιουργηθούν, δηλαδή, οι κατάλληλες αναπτυξιακές δομές, οι οποίες σε συνδυασμό με τις διαρθρωτικές αλλαγές και τις ιδιωτικοποιήσεις θα συμβάλουν στη ραγδαία βελτίωση της οικονομίας και κατ’ επέκταση του βιωτικού επιπέδου των Ελλήνων.
Με βάση όλα αυτά, άνθρωποι που γνωρίζουν πρόσωπα και καταστάσεις σε επίπεδο ευρωπαϊκής λειτουργίας των θεσμών υποστηρίζουν ότι η Ελλάδα αποτελεί πλέον ένα θετικό case study για όλους τους Ευρωπαίους, καθώς «από εκεί που ήταν μια χώρα καταδικασμένη να βγει από το ευρώ, τώρα είναι μια χώρα που βγαίνει μπροστά και δίνει το πιο ηχηρό μήνυμα επιβίωσης». Κατά την εκτίμηση κύκλων της Τραπέζης της Ελλάδος, τα όσα έχουν συμβεί τα τελευταία χρόνια, τόσο με την πανδημία όσο και με την κρίση στη χώρα μας, ήταν διδακτικά για όλη την Ευρώπη. Διότι, έπειτα από όλα αυτά, ακυρώθηκαν οι λογικές της απομόνωσης και των αποκλεισμών κρατών και κυριάρχησε η αντίληψη του «όλοι μαζί». Γνώστες της λειτουργίας τόσο της Ε.Ε. όσο και της ΕΚΤ δίνουν επίσης ιδιαίτερο βάρος στο γεγονός ότι εν μέσω της υγειονομικής κρίσης για πρώτη φορά υπήρξε συναντίληψη στο κομμάτι της νομισματικής πολιτικής με τη δημοσιονομική πολιτική.
Είναι ενδεικτικό ότι η συνήθως μετριοπαθής Τράπεζα της Ελλάδος, σύμφωνα με απολύτως διασταυρωμένες πληροφορίες, διαφαίνεται πως θα αναθεωρήσει προς τα πάνω την άνοδο του ΑΕΠ για το 2021 και θα το πάει από 6%, που ήταν η αρχική πρόβλεψη, ίσως και πάνω από 7%. Η εικόνα καταδεικνύει πως έχει δημιουργηθεί ένα ιδανικό επενδυτικό περιβάλλον για τη χώρα μας, το οποίο σε πολύ μεγάλο βαθμό οφείλεται στη μεγάλη πτώση των τιμών στο real estate που είχε υπάρξει όλα τα προηγούμενα χρόνια.
«Το γεγονός αυτό τραβάει σαν μαγνήτης εγχώριους και ξένους επενδυτές», λέει στα «Π» κορυφαίος οικονομικός παράγοντας της χώρας, ο οποίος δεν κρύβει την αισιοδοξία του για την πορεία της οικονομίας και τη σημασία που αποδίδει στην άνοδο των τιμών στα ακίνητα. Με την εκτίμηση αυτή φαίνεται να συμφωνεί πλήρως και ο διοικητής της Τραπέζης της Ελλάδος.
Μάλιστα, άνθρωποι που γνωρίζουν τον τρόπο που σκέφτεται ο Γιάννης Στουρνάρας υπογραμμίζουν στα «Π» πως η τρέχουσα δεκαετία για την Ελλάδα μπορεί να είναι από τις καλύτερες σε οικονομικό επίπεδο. «Θα είναι μια εξαιρετικά καλή δεκαετία για την Ελλάδα, με τον συνολικό μέσο όρο στους ρυθμούς ανάπτυξης να κινείται περίπου στο 3,5%», αναφέρουν χαρακτηριστικά. Και αποδίδουν την αισιοδοξία του σε μια σειρά από παράγοντες που αθροιστικά διαμορφώνουν το πολύ θετικό οικονομικό περιβάλλον. Πρώτα και κύρια στέκονται στα τεράστια ποσά που θα πέσουν στην οικονομία τα επόμενα χρόνια, τα οποία υπολογίζεται ότι μπορεί να φτάσουν ακόμα και τα 70 δισ. ευρώ. Εκτιμάται ότι περίπου 30 δισ. ευρώ θα προκύψουν από το
Ταμείο Ανάκαμψης και άλλα 40 δισ. ευρώ από τα προγράμματα του ΕΣΠΑ.
Ο ρόλος του Ταμείου Ανάκαμψης, το αυξημένο επενδυτικό ενδιαφέρον, η μείωση της ανεργίας και η ανέλπιστα θετική εικόνα του τουρισμού
Στα προαναφερθέντα πρέπει να προστεθούν η εξαιρετική πορεία του τουρισμού, το ενδιαφέρον για τις ιδιωτικοποιήσεις και η μείωση της ανεργίας. Για παράδειγμα, το μήνυμα από την ιδιωτικοποίηση, και κυρίως από το ποσό των 2,1 δισ. ευρώ για τον ΔΕΔΔΗΕ, ήταν ενδεικτικό των προοπτικών που ανοίγονται, αλλά και του ενδιαφέροντος των ξένων επενδυτών από πολλές και διαφορετικές χώρες. Οπως επίσης χαρακτηριστική είναι η μείωση κατά μία ποσοστιαία μονάδα της ανεργίας μέσα σε συνθήκες πανδημίας.
Ως προς τη στήριξη της απασχόλησης, άνθρωποι της αγοράς και της οικονομίας επισημαίνουν στα «Π» πως δεν τους ανησυχεί τι θα συμβεί όταν θα σταματήσουν τα μέτρα στήριξης των επιχειρήσεων λόγω του κορονοϊού. Και αυτό γιατί υποστηρίζουν πως το κενό που θα δημιουργηθεί θα καλυφθεί, καθώς «θα υπάρξει γέφυρα μέσω των υψηλών ρυθμών ανάπτυξης». Βεβαίως, το ζητούμενο, σύμφωνα με πηγές προσκείμενες στη διοίκηση της Τραπέζης της Ελλάδος, είναι τα χρήματα αυτά να κατευθυνθούν στο κομμάτι των επενδύσεων και της ανάπτυξης και όχι στη λογική των παροχών. Να δημιουργηθούν, δηλαδή, οι κατάλληλες αναπτυξιακές δομές, οι οποίες σε συνδυασμό με τις διαρθρωτικές αλλαγές και τις ιδιωτικοποιήσεις θα συμβάλουν στη ραγδαία βελτίωση της οικονομίας και κατ’ επέκταση του βιωτικού επιπέδου των Ελλήνων.
Με βάση όλα αυτά, άνθρωποι που γνωρίζουν πρόσωπα και καταστάσεις σε επίπεδο ευρωπαϊκής λειτουργίας των θεσμών υποστηρίζουν ότι η Ελλάδα αποτελεί πλέον ένα θετικό case study για όλους τους Ευρωπαίους, καθώς «από εκεί που ήταν μια χώρα καταδικασμένη να βγει από το ευρώ, τώρα είναι μια χώρα που βγαίνει μπροστά και δίνει το πιο ηχηρό μήνυμα επιβίωσης». Κατά την εκτίμηση κύκλων της Τραπέζης της Ελλάδος, τα όσα έχουν συμβεί τα τελευταία χρόνια, τόσο με την πανδημία όσο και με την κρίση στη χώρα μας, ήταν διδακτικά για όλη την Ευρώπη. Διότι, έπειτα από όλα αυτά, ακυρώθηκαν οι λογικές της απομόνωσης και των αποκλεισμών κρατών και κυριάρχησε η αντίληψη του «όλοι μαζί». Γνώστες της λειτουργίας τόσο της Ε.Ε. όσο και της ΕΚΤ δίνουν επίσης ιδιαίτερο βάρος στο γεγονός ότι εν μέσω της υγειονομικής κρίσης για πρώτη φορά υπήρξε συναντίληψη στο κομμάτι της νομισματικής πολιτικής με τη δημοσιονομική πολιτική.