Ζοφερός, κρύος και ακριβός προμηνύεται ο επικείμενος χειμώνας για την Ευρώπη, αλλά και όλο τον κόσμο μετά την εκτίναξη των τιμών ενέργειας και την ενεργειακή κρίση που έχει αρχίσει και πλήττει ήδη τον κόσμο, ενώ προσπαθεί να συνέλθει από τη γροθιά του κορωνοϊού. Οι τιμές του φυσικού αερίου έχουν τετραπλασιαστεί μέσα σε λίγους μήνες.

Βασικός συντελεστής αυτής της αύξησης αποτελεί η ακόρεστη δίψα της Κίνας για ολοένα και μεγαλύτερες ποσότητες προκειμένου να εντατικοποιήσει την ενεργοβόρα βιομηχανική παραγωγή της μετά το slow down που επέφερε η πανδημική κρίση και κατόπιν να περάσει το αυξημένο κόστος παραγωγής στις τελικές τιμές χονδρικής των προϊόντων. Κινδυνεύοντας με μπλακ άουτ, «σκούπισε» την παγκόσμια αγορά από οποιεσδήποτε ποσότητες μπορούν να βρεθούν, ωθώντας την τιμή στο τετραπλάσιο.

Τι φοβούνται Ινδία και Λίβανος

Η Ινδία φοβάται πως τα εργοστάσιά της θα μείνουν επίσης από καύσιμα, ενώ ο Λίβανος ήδη έχει βυθιστεί στο απόλυτο σκοτάδι και 6 εκατομμύρια άνθρωποι έμειναν χωρίς ηλεκτρικό, καθώς οι 2 βασικοί σταθμοί παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας ξέμειναν από καύσιμα. Στις περισσότερες περιοχές της χώρας σημειώνονται διακοπές ρεύματος, οι οποίες προβλέπεται ότι θα κρατήσουν μέρες. Η σοβαρή ενεργειακή κρίση του Λιβάνου επιδεινώνεται από την εξάρτηση της χώρας από τα εισαγόμενα καύσιμα, με τις εταιρείες ρεύματος να πασχίζουν να εξασφαλίσουν προμήθειες, εν μέσω μίας πρωτοφανούς κατάρρευσης του εθνικού νομίσματος.

Στην Ευρώπη, η μία μετά την άλλη οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις προωθούν μέτρα στήριξης -στη μορφή επιδομάτων για να μπορέσουν οι πολίτες να αντέξουν οικονομικά τις ανατιμήσεις των τιμών πετρελαίου και φυσικού αερίο, ενώ οι Ηνωμένες Πολιτείες αξιολογούν κατά πόσο θα επαναφέρουν την απαγόρευση εξαγωγών πετρελαίου που εξέπνευσε το 2015, μετά από 40 χρόνια εφαρμογής της. Κάποιοι υποστηρίζουν ότι η εκτίναξη τιμών θα εξομαλυνθεί στους επόμενους μήνες, ωστόσο έρχεται χειμώνας στην Ευρώπη και το ενεργειακό πρόβλημα δείχνει πολύ βαθύτερο. Ουσιαστικά, η ΕΕ εξωθεί τις χώρες-μέλη της σε μια μετάβαση προς τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας με εξαιρετική ταχύτητα, με στρατηγικό καύσιμο μετάβασης το φυσικό αέριο.

Η μετάβαση αυτή θα διαρκέσει 30 χρόνια. Όμως η ΕΕ επέλεξε να μη χρηματοδοτήσει επενδύσεις σε υποδομές φυσικού αερίου. Αυτό σημαίνει ότι δεν υπάρχουν επαρκείς δεξαμενές αποθήκευσης στρατηγικών αποθεμάτων ενός μηνός σε φυσικό αέριο, κάτι το οποίο η ΕΕ θα πληρώσει ακριβά με τιμολογιακές αναταράξεις σε πιθανή εκτόξευση της τιμής του, όπως τώρα, αλλά και μακροπρόθεσμα καθώς οι αγωγοί φυσικού αερίου πιθανόν να είναι επαναχρησιμοποιήσιμοι, όταν θα επέλθει η οικονομία του υδρογόνου που θα παράγεται με τη χρήση ανανεώσιμης ενέργειας.

*Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα On Time