Το μεγάλο «αγκάθι» των πλειστηριασμών - Τι θα κάνει η κυβέρνηση με τον πτωχευτικό κώδικα
40.000 πλειστηριασµοί είναι προγραμματισμένοι για το 2022
Σε συµπληγάδες πέτρες βρίσκεται η κυβέρνηση αναφορικά µε το θέµα των πλειστηριασµών, οι οποίοι διενεργούνται µε το σταγονόµετρο, υπό τον φόβο των κοινωνικών αρνητικών αντιδράσεων. Το 2022 είναι προγραµµατισµένο να πραγµατοποιηθούν 40.000 πλειστηριασµοί και, παρότι η προστασία ακόµα και της πρώτης κατοικίας έχει καταργηθεί, προκύπτουν διαρκώς νέα προσκόµµατα, µε αποτέλεσµα να υπάρχουν διαρκώς αναβολές.
Τα προσκόµµατα έχουν, υποτίθεται, ως κίνητρο την προστασία των ευάλωτων, αλλά από την 1η/7/2021, οπότε ισχύει ο νέος Πτωχευτικός, µόλις 20 συνάνθρωποί µας αναζήτησαν προστασία επί συνόλου τουλάχιστον 100.000 υποθέσεων που εκκρεµούν. Ο απίστευτα χαµηλός αριθµός δανειοληπτών που ζήτησαν και πέτυχαν να χαρακτηριστούν «ευάλωτοι» δικαιώνει όσους παράγοντες της τραπεζικής αγοράς µιλούσαν εδώ και χρόνια για «στρατηγικούς κακοπληρωτές». ∆ηλαδή, για δανειολήπτες που σταµάτησαν να πληρώνουν τις υποχρεώσεις τους χωρίς απαραίτητα να βρίσκονται σε οικονοµική δυσχέρεια.
Ο αριθµός των 40.000 πλειστηριασµών (οι 20.000 αφορούν στεγαστικά δάνεια) φαντάζει τεράστιος µε βάση τα δεδοµένα της προηγούµενης δεκαετίας, ωστόσο δεν είναι. Πριν από την επιλογή του καθεστώτος «ελεγχόµενης χρεοκοπίας» διενεργούνταν περίπου 60.000 πλειστηριασµοί κατ’ έτος, χωρίς να δηµιουργείται κανένα πρόβληµα.
Οι πλειστηριασµοί, άλλωστε, είναι µέρος της τραπεζικής διαδικασίας και η µη διενέργειά τους δηµιουργεί «ηθικό πρόβληµα» και ενθαρρύνει τους κακοπληρωτές. Η αντιπολίτευση, βεβαίως, δεν θα χάσει την ευκαιρία να εκµεταλλευτεί το status quo και να κατηγορήσει την κυβέρνηση για αναλγησία, ασχέτως αν τελικά αυτοί που δεν πληρώνουν τα δάνειά τους δεν βρίσκονται σε δυσχέρεια.
Η Eurostat υποστηρίζει ότι η µη διενέργεια των πλειστηριασµών θα έχει ως συνέπεια να καταπέσουν οι εγγυήσεις και το ελληνικό ∆ηµόσιο θα υποχρεωθεί να εγγράψει το σύνολο του ποσού στο δηµόσιο χρέος. ∆ηλαδή, να προσθέσει επιπλέον 23 δισ. ευρώ στα 341,08 δισ. ευρώ (206,3% του ΑΕΠ) που ήταν το χρέος τον Οκτώβριο, σύµφωνα µε την ΕΛ.ΣΤΑΤ.
Ουσιαστικά, δηλαδή, εάν οι πλειστηριασµοί δεν γίνουν, οι κρατικές εγγυήσεις θα καταπέσουν και τα 23 δισ. ευρώ θα τα επιβαρυνθεί το σύνολο των φορολογουµένων. Στην κυβέρνηση εµφανίζονται καθησυχαστικοί. Το βασικό επιχείρηµα σε σχέση µε όσα δυσοίωνα υποστηρίζει η Eurostat είναι ότι το σχέδιο του προγράµµατος «Ηρακλής» είχε εγκριθεί από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, αν και, σύµφωνα µε πληροφορίες των «Π», είχαν εκφραστεί και τότε αντιρρήσεις, οι οποίες κάµφθηκαν και µε τη βοήθεια των συνεπειών της πανδηµίας. Αυτό που δεν είχε συµφωνηθεί βεβαίως είναι ότι δεν θα διενεργούνται µαζικά πλειστηριασµοί, όπως συµβαίνει ακόµα και τώρα. Μάλιστα, για να ηρεµήσουν τα πνεύµατα µεταξύ Eurostat και υπουργείου Οικονοµικών, την υπόθεση «πήρε πάνω του» ο ίδιος ο πρωθυπουργός.
Η αποχή των δικηγόρων από τους πλειστηριασµούς πρώτης κατοικίας προς το παρόν συνεχίζει να κρατά παγωµένη τη διαδικασία µέχρι και το τέλος του έτους, όπως ζήτησαν στις αρχές του µήνα µε επιστολή τους οι πρόεδροι των δικηγορικών συλλόγων. Ορισµένοι ευρωπαϊκοί παράγοντες σχολιάζουν πικρόχολα ότι η υφιστάµενη κατάσταση βολεύει την κυβέρνηση. Στο υπουργείο Οικονοµικών εκτιµούν ότι µε τη βοήθεια των συνθηκών που δηµιουργεί η πανδηµία το θέµα των πλειστηριασµών δεν θα προκύψει πιεστικά µέχρι να στηθούν οι κάλπες. Ακόµα και αν έχουν δίκιο ή ο ίδιος ο πρωθυπουργός κατορθώσει να πείσει τους θεσµούς, δεν µπορεί κανείς να διασφαλίσει ότι θα συµβεί το ίδιο και µε τους διεθνείς οίκους αξιολόγησης, που βλέπουν το τραπεζικό σύστηµα να µην µπορεί να εξυγιανθεί, επηρεάζοντας την οικονοµία στο σύνολό της.
Τα προσκόµµατα έχουν, υποτίθεται, ως κίνητρο την προστασία των ευάλωτων, αλλά από την 1η/7/2021, οπότε ισχύει ο νέος Πτωχευτικός, µόλις 20 συνάνθρωποί µας αναζήτησαν προστασία επί συνόλου τουλάχιστον 100.000 υποθέσεων που εκκρεµούν. Ο απίστευτα χαµηλός αριθµός δανειοληπτών που ζήτησαν και πέτυχαν να χαρακτηριστούν «ευάλωτοι» δικαιώνει όσους παράγοντες της τραπεζικής αγοράς µιλούσαν εδώ και χρόνια για «στρατηγικούς κακοπληρωτές». ∆ηλαδή, για δανειολήπτες που σταµάτησαν να πληρώνουν τις υποχρεώσεις τους χωρίς απαραίτητα να βρίσκονται σε οικονοµική δυσχέρεια.
40.000 πλειστηριασµοί είναι προγραμματισμένοι για το 2022Αλλωστε, η προστασία που παρείχε για πολλά χρόνια ο Νόµος Κατσέλη ξεκαθάρισε σε µεγάλο βαθµό τις υποθέσεις ανθρώπων που δεν µπορούσαν να ανταποκριθούν στις υποχρεώσεις τους. Πλέον, ο νέος Πτωχευτικός Κώδικας δίνει τη δυνατότητα σε δανειολήπτες που βρέθηκαν σε πραγµατική δυσχέρεια να προστατευθούν, εφόσον πληρούν εισοδηµατικά, οικογενειακά και άλλα κριτήρια. Οπως προαναφέρθηκε και σύµφωνα µε πληροφορίες από την τραπεζική αγορά, µόλις 20 άνθρωποι προσέτρεξαν για προστασία. Παρότι για το επόµενο έτος είναι προγραµµατισµένες 40.000 υποθέσεις, η πολιτική συγκυρία καθιστά διστακτικούς αρκετούς εντός της κυβερνητικής παράταξης. Υπενθυµίζεται ότι, ακόµα και αν ο Κυριάκος Μητσοτάκης εξαντλήσει την τετραετία, το 2022 είναι προεκλογική χρονιά.
Ο αριθµός των 40.000 πλειστηριασµών (οι 20.000 αφορούν στεγαστικά δάνεια) φαντάζει τεράστιος µε βάση τα δεδοµένα της προηγούµενης δεκαετίας, ωστόσο δεν είναι. Πριν από την επιλογή του καθεστώτος «ελεγχόµενης χρεοκοπίας» διενεργούνταν περίπου 60.000 πλειστηριασµοί κατ’ έτος, χωρίς να δηµιουργείται κανένα πρόβληµα.
Οι πλειστηριασµοί, άλλωστε, είναι µέρος της τραπεζικής διαδικασίας και η µη διενέργειά τους δηµιουργεί «ηθικό πρόβληµα» και ενθαρρύνει τους κακοπληρωτές. Η αντιπολίτευση, βεβαίως, δεν θα χάσει την ευκαιρία να εκµεταλλευτεί το status quo και να κατηγορήσει την κυβέρνηση για αναλγησία, ασχέτως αν τελικά αυτοί που δεν πληρώνουν τα δάνειά τους δεν βρίσκονται σε δυσχέρεια.
H Eurostat εκτιµά ότι οι πλειστηριασµοί δεν θα γίνουν - «Nτόµινο» συνεπειών
Εξυπακούεται βέβαια ότι για κάθε δάνειο που δεν αποπληρώνεται βαρύνονται συνολικά οι φορολογούµενοι. Στην κυβέρνηση θα προτιµούσαν να «θάψουν» το θέµα των πλειστηριασµών µέχρι τις επόµενες εκλογές και να ασχοληθούν µαζί του την επαύριο της κάλπης. Κάτι τέτοιο δεν είναι όµως καθόλου εύκολο να συµβεί. Ηδη τον περασµένο µήνα η Eurostat διεµήνυσε στην ελληνική κυβέρνηση πως εκτιµά ότι οι πλειστηριασµοί δεν θα γίνουν και αυτό θα έχει ένα «ντόµινο» συνεπειών. Καθώς η συντριπτική πλειονότητα των δανείων πωλήθηκε από τις τράπεζες σε «διαχειριστές δανείων» (servicers) µε εγγυήσεις που έδωσε το ελληνικό ∆ηµόσιο (µέσω του προγράµµατος «Ηρακλής»), οι εγγυήσεις αυτές τίθενται εν αµφιβόλω. Τα συνολικά κεφάλαια που αφορούσε ο «Ηρακλής» ήταν 65 δισ. ευρώ και το ∆ηµόσιο έδωσε εγγυήσεις ύψους 23 δισ. ευρώ.Η Eurostat υποστηρίζει ότι η µη διενέργεια των πλειστηριασµών θα έχει ως συνέπεια να καταπέσουν οι εγγυήσεις και το ελληνικό ∆ηµόσιο θα υποχρεωθεί να εγγράψει το σύνολο του ποσού στο δηµόσιο χρέος. ∆ηλαδή, να προσθέσει επιπλέον 23 δισ. ευρώ στα 341,08 δισ. ευρώ (206,3% του ΑΕΠ) που ήταν το χρέος τον Οκτώβριο, σύµφωνα µε την ΕΛ.ΣΤΑΤ.
Ουσιαστικά, δηλαδή, εάν οι πλειστηριασµοί δεν γίνουν, οι κρατικές εγγυήσεις θα καταπέσουν και τα 23 δισ. ευρώ θα τα επιβαρυνθεί το σύνολο των φορολογουµένων. Στην κυβέρνηση εµφανίζονται καθησυχαστικοί. Το βασικό επιχείρηµα σε σχέση µε όσα δυσοίωνα υποστηρίζει η Eurostat είναι ότι το σχέδιο του προγράµµατος «Ηρακλής» είχε εγκριθεί από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, αν και, σύµφωνα µε πληροφορίες των «Π», είχαν εκφραστεί και τότε αντιρρήσεις, οι οποίες κάµφθηκαν και µε τη βοήθεια των συνεπειών της πανδηµίας. Αυτό που δεν είχε συµφωνηθεί βεβαίως είναι ότι δεν θα διενεργούνται µαζικά πλειστηριασµοί, όπως συµβαίνει ακόµα και τώρα. Μάλιστα, για να ηρεµήσουν τα πνεύµατα µεταξύ Eurostat και υπουργείου Οικονοµικών, την υπόθεση «πήρε πάνω του» ο ίδιος ο πρωθυπουργός.
Η αποχή των δικηγόρων από τους πλειστηριασµούς πρώτης κατοικίας προς το παρόν συνεχίζει να κρατά παγωµένη τη διαδικασία µέχρι και το τέλος του έτους, όπως ζήτησαν στις αρχές του µήνα µε επιστολή τους οι πρόεδροι των δικηγορικών συλλόγων. Ορισµένοι ευρωπαϊκοί παράγοντες σχολιάζουν πικρόχολα ότι η υφιστάµενη κατάσταση βολεύει την κυβέρνηση. Στο υπουργείο Οικονοµικών εκτιµούν ότι µε τη βοήθεια των συνθηκών που δηµιουργεί η πανδηµία το θέµα των πλειστηριασµών δεν θα προκύψει πιεστικά µέχρι να στηθούν οι κάλπες. Ακόµα και αν έχουν δίκιο ή ο ίδιος ο πρωθυπουργός κατορθώσει να πείσει τους θεσµούς, δεν µπορεί κανείς να διασφαλίσει ότι θα συµβεί το ίδιο και µε τους διεθνείς οίκους αξιολόγησης, που βλέπουν το τραπεζικό σύστηµα να µην µπορεί να εξυγιανθεί, επηρεάζοντας την οικονοµία στο σύνολό της.