Οποιος έµεινε στην εικόνα του πανικού στα συµβολαιογραφικά γραφεία λόγω γονικών παροχών δεν έχει µπροστά του παρά µόνο ένα κοµµατάκι του χάρτη της κτηµαταγοράς, ο οποίος αναδιατάσσεται µε καταιγιστικούς ρυθµούς όσο βγαίνει η οικονοµία από το τούνελ της κρίσης.

Σύµφωνα µε την εικόνα που δίνουν µεγάλα συµβολαιογραφικά και µεσιτικά γραφεία, από τον Σεπτέµβριο έως σήµερα καταγράφεται πανελλαδικά µια αύξηση των πάσης φύσεως µεταβιβάσεων κατά 10%- 15%, ενώ σε σύγκριση µε πέρυσι η αύξηση είναι πάνω από 20%.

Πέρα, όµως, από τη λίγο έως πολύ αναµενόµενη ανάκαµψη της κτηµαταγοράς, η οποία ξεπέρασε και το σοκ της πανδηµίας, έχουν ενδιαφέρον τα ποιοτικά στοιχεία, που επιβεβαιώνουν την αναδιάταξη του χάρτη.

Τα στοιχεία δείχνουν κατ’ αρχάς ότι υπάρχει επενδυτικό-αγοραστικό ενδιαφέρον για την ευρύτερη περιοχή του κέντρου της Αθήνας, µε τις τιµές να «ίπτανται», καταγράφοντας διαφορές έως και 40% σε σχέση µε πέρυσι και πρόπερσι. Κολωνάκι, Αµπελόκηποι, Πλάκα, Παγκράτι και Ανω Κυψέλη έχουν «πάρει φωτιά», ενώ η αναβάθµιση υποδοµών στην ευρύτερη περιοχή του Γαλατσίου και του Ζωγράφου «φωτογραφίζει» το «next big thing» της αγοράς ακινήτων. Το ράλι που καταγράφεται, άλλωστε, στα νότια προάστια -λόγω Ελληνικού και Αθηναϊκής Ριβιέρας- δίνει τον τόνο.

Σύµφωνα µε τις µετρήσεις της Geoaxis, στα νεόδµητα διαµερίσµατα οι υψηλότερες αξίες καταγράφονται στον Χολαργό (2.784 ευρώ/τ.µ. από 2.589 ευρώ/τ.µ., µε ετήσια άνοδο 7,53%) και εν συνεχεία κατά σειρά στην περιοχή του Παλαιού Φαλήρου (2.465 ευρώ/τ.µ. από 2.262 ευρώ/τ.µ., µε ετήσια άνοδο 8,97%), στο Μαρούσι (2.267 ευρώ/τ.µ. από 2.085 ευρώ/τ.µ., µε ετήσια άνοδο 8,73%), στους Αµπελοκήπους (1.992 ευρώ/τ.µ. από 1.805 ευρώ/τ.µ., µε ετήσια άνοδο 10,36%) και, τέλος, στο Περιστέρι (1.615 ευρώ/τ.µ. από 1.520 ευρώ/τ.µ., µε ετήσια άνοδο 6,25%).



∆εν είναι, όµως, µόνο η Αθήνα που «καλπάζει». Τα στοιχεία δείχνουν ότι αντίστοιχο ενδιαφέρον υπάρχει και για τη Θεσσαλονίκη, ενώ η επόµενη ηµέρα αναδεικνύει την πόλη που κάνει την έκπληξη: τα Ιωάννινα. Σύµφωνα µε πληροφορίες, η αναβάθµιση του οδικού δικτύου που συνδέει τη Βόρεια µε τη Νότια και την Ανατολική µε τη ∆υτική Ελλάδα σε χρόνους που πριν από λίγα χρόνια έµοιαζαν µε σενάριο επιστηµονικής φαντασίας έχει καταστήσει την ούτως ή άλλως όµορφη πόλη των Ιωαννίνων πόλο έλξης.

Τα στοιχεία δείχνουν µια αύξηση της τάξης του 8%, αλλά µε τάση σαφώς ανοδική. Το δεύτερο στοιχείο που προκαλεί ιδιαίτερο ενδιαφέρον είναι το ποιος αγοράζει. Σε αντίθεση, λοιπόν, µε τα προηγούµενα χρόνια, όταν τον πρώτο λόγο είχαν οι ξένοι επενδυτές -λόγω βραχυχρόνιων µισθώσεων και Golden Visa-, πλέον είναι οι Ελληνες που αγοράζουν µανιωδώς, βλέποντας στην εγχώρια κτηµαταγορά το επόµενο «El Dorado».

Το ερώτηµα, φυσικά, που ανακύπτει είναι το «πόθεν», από τη στιγµή που τα στοιχεία των τραπεζών δείχνουν ότι οι καθαρές ροές στεγαστικών δανείων παραµένουν αρνητικές από το 2010 µέχρι σήµερα.

Η απάντηση από συµβολαιογραφική πηγή επιβεβαιώνει το... κοινό µυστικό. Η αγορά ακινήτων γίνεται µε κεφάλαια από τρεις πηγές:

1) από καταθέσεις σε τράπεζες,

2) από στεγαστικά δάνεια και

3) από το... σεντούκι, δηλαδή µε «µαύρο» χρήµα, που είχε φυγαδευτεί.

Το ότι οι Ελληνες έχουν πάρει το πάνω χέρι στις αγορές ακινήτων δεν σηµαίνει ότι δεν υπάρχει ενδιαφέρον των ξένων. Τουναντίον. Η άρση των αβεβαιοτήτων που έφερε η πανδηµία πυροδότησε εκ νέου το ενδιαφέρον για αγορές που δεν είναι κορεσµένες, άρα έχουν προοπτική υψηλών αποδόσεων.

Σύµφωνα µε στοιχεία από συµβολαιογραφικά και µεσιτικά γραφεία, η σύσφιγξη (και) των οικονοµικών σχέσεων µε το Ισραήλ έφερε στην εγχώρια κτηµαταγορά Ισραηλινούς αγοραστές, που ενδιαφέρονται κυρίως για το τουριστικό κοµµάτι, ακόµα και για ξενοδοχειακές µονάδες. Ψηλά στη λίστα των ξένων επενδυτών φιγουράρουν οι Κύπριοι, ενώ επανεµφανίζονται δειλά-δειλά και οι Κινέζοι.

Μικρό, αλλά αυξανόµενο, είναι το ενδιαφέρον από Βορειοευρωπαίους -κυρίως για εξοχικές κατοικίες-, ενώ αίσθηση έχει προκαλέσει η «εξαφάνιση» Τούρκων, Ρώσων και λοιπών Ανατολικών. Το µόνο σίγουρο είναι ότι η Ελλάδα δεν παίζει, πλέον, µόνη της και, ως εκ τούτου, τα φορολογικά και επενδυτικά κίνητρα θα πρέπει να γίνουν πιο ελκυστικά.

Σύµφωνα µε πηγές της αγοράς, ο ανταγωνισµός δεν έρχεται από τη Ρώµη ή το Παρίσι, όπου οι τιµές έχουν χτυπήσει προ πολλού «κόκκινο», αλλά από νέες αγορές. Η Λιουµπλιάνα, το Ζάγκρεµπ, ακόµα και η Βουδαπέστη εµφανίζουν τέτοια χαρακτηριστικά και ήδη οι τιµές στις συγκεκριµένες πόλεις ανταγωνίζονται στα ίσα αυτές της Αθήνας.