Τράπεζα της Ελλάδος: Ανάπτυξη 3,8% και πληθωρισμός 5,2% το 2022 - Τι προβλέπει το δυσμενές σενάριο
Επιβράδυνση κατά μία μονάδα της ανάπτυξης προβλέπει η Τράπεζα της Ελλάδος
Επιβράδυνση του ρυθμού ανάπτυξης κατά μία μονάδα – από εκτίμηση 4,8% πριν από τον πόλεμο σε 3,8% – αναμένει στο βασικό της σενάριο για το 2022 η Τράπεζα της Ελλάδος (ΤτΕ), με τον πληθωρισμό να εκτοξεύεται στο 5,2% έναντι αρχικών εκτιμήσεων για 4,1%, ενώ με το δυσμενές σενάριο, η ανάπτυξη θα πέσει στο 2,8%, με πληθωρισμό 7%.
«Αν και ο κύριος μοχλός ανάπτυξης για φέτος είναι η εγχώρια ζήτηση και ο τουρισμός, υπάρχει σημαντική αβεβαιότητα: η αρνητική επίδραση του πληθωρισμού στο πραγματικό διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών θα περιορίσει την αύξηση της ιδιωτικής καταναλωτικής δαπάνης. Το αυξημένο κόστος παραγωγής και η μικρότερη κατανάλωση θα επηρεάσουν αρνητικά την κερδοφορία των επιχειρήσεων και, μαζί με τη γενικευμένη αβεβαιότητα, θα οδηγήσουν σε αναβολή ή και ματαίωση επενδυτικών αποφάσεων.
Αβεβαιότητα επίσης υπάρχει όσον αφορά τις επιπτώσεις στις τουριστικές εισροές, κυρίως από την Ευρώπη και τις ΗΠΑ, λόγω της μείωσης της αγοραστικής δύναμης των νοικοκυριών στις χώρες προέλευσης, αλλά και λόγω της δημιουργίας ενός έντονου αισθήματος ανασφάλειας», τόνισε ο διοικητής της ΤτΕ, Γιάννης Στουρνάρας, μιλώντας στην 89η Ετήσια Τακτική Γενική Συνέλευση των Μετόχων, λίγο πριν παρουσιαστεί η έκθεσή του για την ελληνική οικονομία το 2021, για να προσθέσει: «Υπάρχουν όμως και αντίρροπες δυνάμεις που λειτουργούν αντισταθμιστικά και μετριάζουν τις αρνητικές επιπτώσεις του πολέμου στην Ουκρανία και διατηρούν την αναπτυξιακή δυναμική. Αυτές είναι: η έναρξη των επενδυτικών έργων του εθνικού Σχεδίου, η άνοδος της απασχόλησης, οι ήδη συσσωρευμένες αποταμιεύσεις και η συνεχιζόμενη αύξηση των εξαγωγών.
Οι προβλέψεις αυτές τελούν υπό μια σειρά προϋποθέσεων που αφορούν την πλήρη εξάλειψη του κινδύνου της πανδημίας, το σημαντικό περιορισμό της γεωπολιτικής αστάθειας, τη συνέχιση της ενίσχυσης του διεθνούς τουρισμού, την ανάκαμψη της ευρωζώνης, την επιτάχυνση των επενδύσεων και τη βαθμιαία εκτόνωση του πληθωρισμού».
«Εάν η διεθνής ενεργειακή κρίση οξυνθεί περαιτέρω και η αύξηση των ονομαστικών μισθών υπερβεί την αύξηση της παραγωγικότητας, ο ρυθμός ανόδου του γενικού επιπέδου των τιμών στην Ελλάδα, σε συνδυασμό μάλιστα με το αυξημένο κόστος στέγασης, θα ενισχυθεί περαιτέρω, τροφοδοτώντας τις πληθωριστικές προσδοκίες», εξήγησε, χαρακτηρίζοντας ζωτικής σημασίας για την περαιτέρω αναβάθμιση της πιστοληπτικής αξιολόγησης της χώρας και τη διατήρηση ευνοϊκών αναπτυξιακών προοπτικών την αποκατάσταση της δημοσιονομικής ισορροπίας και την επιστροφή στις αρχές της δημοσιονομικής σύνεσης και υπευθυνότητας.
«Η καλή πορεία των φορολογικών εσόδων, όπως άρχισε να διαγράφεται κατά τους τελευταίους μήνες του περασμένου έτους και το πρώτο δίμηνο του τρέχοντος έτους, ως αποτέλεσμα της ανόδου της οικονομικής δραστηριότητας, της αύξησης της ιδιωτικής κατανάλωσης και της απασχόλησης, και η σταδιακή απόσυρση των έκτακτων μέτρων στήριξης καθιστούν εφικτή τη δραστική μείωση του πρωτογενούς ελλείμματος το 2022», σημείωσε.
Ο κ. Στουρνάρας επανέλαβε πως το απόθεμα των ΜΕΔ ως ποσοστό των συνολικών δανείων (12,8%) παραμένει πολύ υψηλότερο του μέσου όρου στην ΕΕ (2,1%), ενώ περίπου το 39% του συνόλου των ΜΕΔ βρίσκεται σε καθεστώς ρύθμισης.
«Υψηλό ποσοστό δανείων σε καθεστώς ρύθμισης εμφάνισε πάλι καθυστέρηση. Εκτιμάται ότι, λόγω της πανδημίας αλλά και των επιπτώσεων του υψηλού πληθωρισμού, επιπλέον ποσοστό ρυθμισμένων δανείων ενδέχεται να καταγραφεί ως ΜΕΔ το 2022. Απαιτείται επομένως εντατικότερη προσπάθεια περαιτέρω μείωσης των ΜΕΔ, όταν μάλιστα δεν έχει ακόμη καταγραφεί η πλήρης επίδραση της πανδημικής κρίσης και του πληθωρισμού στην ποιότητα του δανειακού χαρτοφυλακίου των τραπεζών», πρόσθεσε, για να καταλήξει: «Δεδομένου δε ότι η μείωση των ΜΕΔ στους ισολογισμούς των τραπεζών επιτεύχθηκε κυρίως μέσω τιτλοποίησης και μεταβίβασης προς επενδυτικά ταμεία, το ύψος των ΜΕΔ εξακολουθεί να υφίσταται όσον αφορά την πραγματική οικονομία και να θέτει μεγάλο αριθμό οφειλετών εκτός χρηματοδότησης από το τραπεζικό σύστημα. Σημειώνεται τέλος ότι σε ορισμένες μη συστημικές τράπεζες η μείωση των ΜΕΔ ήταν πολύ περιορισμένη και το απόθεμα παραμένει σε υψηλά επίπεδα».
«Αν και ο κύριος μοχλός ανάπτυξης για φέτος είναι η εγχώρια ζήτηση και ο τουρισμός, υπάρχει σημαντική αβεβαιότητα: η αρνητική επίδραση του πληθωρισμού στο πραγματικό διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών θα περιορίσει την αύξηση της ιδιωτικής καταναλωτικής δαπάνης. Το αυξημένο κόστος παραγωγής και η μικρότερη κατανάλωση θα επηρεάσουν αρνητικά την κερδοφορία των επιχειρήσεων και, μαζί με τη γενικευμένη αβεβαιότητα, θα οδηγήσουν σε αναβολή ή και ματαίωση επενδυτικών αποφάσεων.
Αβεβαιότητα επίσης υπάρχει όσον αφορά τις επιπτώσεις στις τουριστικές εισροές, κυρίως από την Ευρώπη και τις ΗΠΑ, λόγω της μείωσης της αγοραστικής δύναμης των νοικοκυριών στις χώρες προέλευσης, αλλά και λόγω της δημιουργίας ενός έντονου αισθήματος ανασφάλειας», τόνισε ο διοικητής της ΤτΕ, Γιάννης Στουρνάρας, μιλώντας στην 89η Ετήσια Τακτική Γενική Συνέλευση των Μετόχων, λίγο πριν παρουσιαστεί η έκθεσή του για την ελληνική οικονομία το 2021, για να προσθέσει: «Υπάρχουν όμως και αντίρροπες δυνάμεις που λειτουργούν αντισταθμιστικά και μετριάζουν τις αρνητικές επιπτώσεις του πολέμου στην Ουκρανία και διατηρούν την αναπτυξιακή δυναμική. Αυτές είναι: η έναρξη των επενδυτικών έργων του εθνικού Σχεδίου, η άνοδος της απασχόλησης, οι ήδη συσσωρευμένες αποταμιεύσεις και η συνεχιζόμενη αύξηση των εξαγωγών.
Οι προβλέψεις αυτές τελούν υπό μια σειρά προϋποθέσεων που αφορούν την πλήρη εξάλειψη του κινδύνου της πανδημίας, το σημαντικό περιορισμό της γεωπολιτικής αστάθειας, τη συνέχιση της ενίσχυσης του διεθνούς τουρισμού, την ανάκαμψη της ευρωζώνης, την επιτάχυνση των επενδύσεων και τη βαθμιαία εκτόνωση του πληθωρισμού».
Το 2023 η αποκλιμάκωση του πληθωρισμού
Όπως ανέφερε ο κ. Στουρνάρας, το 2023 αναμένεται αποκλιμάκωση του πληθωρισμού, υπό την προϋπόθεση της πλήρους αποκατάστασης της λειτουργίας των διεθνών εφοδιαστικών αλυσίδων και υποχώρηση των τιμών της ενέργειας.«Εάν η διεθνής ενεργειακή κρίση οξυνθεί περαιτέρω και η αύξηση των ονομαστικών μισθών υπερβεί την αύξηση της παραγωγικότητας, ο ρυθμός ανόδου του γενικού επιπέδου των τιμών στην Ελλάδα, σε συνδυασμό μάλιστα με το αυξημένο κόστος στέγασης, θα ενισχυθεί περαιτέρω, τροφοδοτώντας τις πληθωριστικές προσδοκίες», εξήγησε, χαρακτηρίζοντας ζωτικής σημασίας για την περαιτέρω αναβάθμιση της πιστοληπτικής αξιολόγησης της χώρας και τη διατήρηση ευνοϊκών αναπτυξιακών προοπτικών την αποκατάσταση της δημοσιονομικής ισορροπίας και την επιστροφή στις αρχές της δημοσιονομικής σύνεσης και υπευθυνότητας.
«Η καλή πορεία των φορολογικών εσόδων, όπως άρχισε να διαγράφεται κατά τους τελευταίους μήνες του περασμένου έτους και το πρώτο δίμηνο του τρέχοντος έτους, ως αποτέλεσμα της ανόδου της οικονομικής δραστηριότητας, της αύξησης της ιδιωτικής κατανάλωσης και της απασχόλησης, και η σταδιακή απόσυρση των έκτακτων μέτρων στήριξης καθιστούν εφικτή τη δραστική μείωση του πρωτογενούς ελλείμματος το 2022», σημείωσε.
Προκλήσεις για τις τράπεζες
Στις νέες προκλήσεις που έχουν να αντιμετωπίσουν οι τράπεζες στο τρέχον περιβάλλον των μεταβαλλόμενων διεθνών χρηματοπιστωτικών συνθηκών, όπως ενδεικτικά τα νέα «κόκκινα» δάνεια που ενδέχεται να προκύψουν μετά την αναμενόμενη απόσυρση των μέτρων στήριξης λόγω πανδημίας, αλλά και εξαιτίας του υψηλού πληθωρισμού, την υποχρέωση κάλυψης της Ελάχιστης Απαίτησης Ιδίων Κεφαλαίων και Επιλέξιμων Υποχρεώσεων, την ανάγκη απορρόφησης των επιπτώσεων του Διεθνούς Προτύπου Χρηματοοικονομικής Αναφοράς 9, τις συνέπειες της κλιματικής αλλαγής και την υιοθέτηση νέων, ψηφιακών τεχνολογιών αναφέρθηκε ο διοικητής της ΤτΕ. «Συνεπώς, καθίσταται σαφές ότι οι προκλήσεις αυτές απαιτούν συνεχή επαγρύπνηση και εντατικότερη δράση εκ μέρους των τραπεζών με στόχο την περαιτέρω μείωση των ΜΕΔ, την ενίσχυση της κεφαλαιακής τους βάσης και την αξιοποίηση της αυξημένης ρευστότητας που διαθέτουν για τη χρηματοδότηση της οικονομίας».Ο κ. Στουρνάρας επανέλαβε πως το απόθεμα των ΜΕΔ ως ποσοστό των συνολικών δανείων (12,8%) παραμένει πολύ υψηλότερο του μέσου όρου στην ΕΕ (2,1%), ενώ περίπου το 39% του συνόλου των ΜΕΔ βρίσκεται σε καθεστώς ρύθμισης.
«Υψηλό ποσοστό δανείων σε καθεστώς ρύθμισης εμφάνισε πάλι καθυστέρηση. Εκτιμάται ότι, λόγω της πανδημίας αλλά και των επιπτώσεων του υψηλού πληθωρισμού, επιπλέον ποσοστό ρυθμισμένων δανείων ενδέχεται να καταγραφεί ως ΜΕΔ το 2022. Απαιτείται επομένως εντατικότερη προσπάθεια περαιτέρω μείωσης των ΜΕΔ, όταν μάλιστα δεν έχει ακόμη καταγραφεί η πλήρης επίδραση της πανδημικής κρίσης και του πληθωρισμού στην ποιότητα του δανειακού χαρτοφυλακίου των τραπεζών», πρόσθεσε, για να καταλήξει: «Δεδομένου δε ότι η μείωση των ΜΕΔ στους ισολογισμούς των τραπεζών επιτεύχθηκε κυρίως μέσω τιτλοποίησης και μεταβίβασης προς επενδυτικά ταμεία, το ύψος των ΜΕΔ εξακολουθεί να υφίσταται όσον αφορά την πραγματική οικονομία και να θέτει μεγάλο αριθμό οφειλετών εκτός χρηματοδότησης από το τραπεζικό σύστημα. Σημειώνεται τέλος ότι σε ορισμένες μη συστημικές τράπεζες η μείωση των ΜΕΔ ήταν πολύ περιορισμένη και το απόθεμα παραμένει σε υψηλά επίπεδα».