Economist 2022 - Ικανοποιημένοι οι εκπρόσωποι των ευρωπαϊκών θεσμών από την Ελλάδα - Προχωρά με μεταρρυθμίσεις
«Η Ελλάδα θα πρέπει να αποφύγει τα λάθη του παρελθόντος, όταν η δημόσια διοίκηση σταματούσε να δουλεύει εν όψει των εκλογών», ανέφερε ο αναπληρωτής διευθυντής Οικονοµικών και Χρηµατοδοτικών Υποθέσεων της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Declan Costello.
Δεν βλέπει προς το παρόν κάποια ουσιαστική χειροτέρευση της κατάστασης αναφορικά με τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια (ΜΕΔ) –λόγω των πιέσεων της νέα κρίσης– ο επικεφαλής του ESM για την Ελλάδα Paolo Fioretti μιλώντας από το βήμα της 26ης Συζήτησης Στρογγυλής Τραπέζης του ECONOMIST στο Λαγονήσι. Ερωτηθείς σχετικά εκτίμησε ότι είναι πιθανόν να φανεί επίπτωση στην αρχή του επόμενου έτους, κάτι που εξαρτάται όμως από τα σενάρια που τρέχει ο ESM. Προς το παρόν τρέχει το πρώτο βασικό σενάριο, αν και πλησιάζει ολοένα στο δεύτερο, ανέφερε. Σαφώς, όπως είπε, αν μπούμε σε φάση ύφεσης θα επηρεαστούν οι τράπεζες, οι οποίες είναι μεν πιο ισχυρές και πιο αποδοτικές, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι έχουν και ανοσία σε ό,τι αφορά την ποιότητα των περιουσιακών τους στοιχείων.
Ο κ. Fioretti τόνισε πάντως ότι έχει βελτιωθεί η διακυβέρνηση και η διαχείριση κινδύνου ως μια ασπίδα απέναντι σε μια ταχεία αύξηση των NPEs και τώρα πρέπει να υπάρχει μεγαλύτερη προσοχή στην ενσωμάτωση του ρίσκου κατά την έγκριση δανείων.
Για την επενδυτική βαθμίδα είπε ότι μπορεί να μην υπάρχει ανησυχία, αλλά η κυβέρνηση, οι επιχειρήσεις και οι πολίτες πρέπει να είναι προσεκτικοί στη διαχείριση οικονομίας και προϋπολογισμών. Επιβεβαίωσε ότι υφίσταται η προοπτική επιστροφής σε επενδυτική βαθμίδα, όχι τόσο βραχυπρόθεσμα, υποθέτοντας ότι η Ελλάδα μπορεί να φτάσει σε αυτό το ορόσημο το 2023 περί τα μέσα ή στο δεύτερο μισό του έτους, αλλά –όπως σχολίασε– εξαρτάται από τα γεγονότα κι αυτό είναι και ένα κίνητρο για μεταρρυθμίσεις και καλύτερη διαχείριση της κατάστασης.
Η εμπιστοσύνη πάντως έχει αποκατασταθεί στον τραπεζικό τομέα, σύμφωνα με τον Paolo Fioretti, ο οποίος αναφέρθηκε στις θεσμικές αλλαγές που προωθήθηκαν σε ευρωπαϊκό επίπεδο κατά τη διάρκεια της προηγούμενης κρίσης. Έγιναν βήματα, όπως είπε, στο θέμα της ευρωπαϊκής τραπεζικής ένωσης, με τον Ενιαίο Μηχανισμό Εξυγίανσης (SRM) και το Ενιαίο Ταμείο Εξυγίανσης (SRF), τον ESM, ενώ η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα θέσπισε αυστηρό πλαίσιο ρευστότητας συνεισφέροντας στην ανθεκτικότητα των τραπεζών και στην αποκατάσταση της εμπιστοσύνης. Μπορούν να γίνουν περισσότερα, είπε ο κ. Fioretti, ενώ έδωσε έμφαση μεταξύ άλλων και στις επενδύσεις στην ψηφιοποίηση.
Δεν θα μπορούσαν να γίνουν περισσότερα αναφορικά με την ένταξη της οικονομίας σε επενδυτική βαθμίδα, εκτίμησε η επικεφαλής της αποστολής για την Ελλάδα της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Julia Lendvai, η οποία απαντώντας σε σχετική ερώτηση σημείωσε ότι δεν υπάρχει λόγος ανησυχίας λόγω της συγκυρίας. Τα αυξανόμενα επιτόκια, πρόσθεσε, ποτέ δεν είναι μια καλή είδηση στις ανεπτυγμένες χώρες, αλλά αυτό που φαίνεται από την ανάλυση της βιωσιμότητας του χρέους είναι ότι ο πληθωρισμός βοήθησε, διότι αύξησε τον παρονομαστή και δεδομένης της διάρθρωσης του ελληνικού δημόσιου χρέους η άνοδος των επιτοκίων δεν έχει ουσιαστικό αντίκτυπο ακόμη. Οι προοπτικές είναι πολύ καλές και –όπως είπε– το κλειδί είναι οι μεταρρυθμίσεις ευελπιστώντας σε θετικές εξελίξεις τον επόμενο χρόνο. Ενδεικτικά, η κ. Lendvai αναφέρθηκε στην πρόοδο που έχει επιτευχθεί με τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια (ΜΕΔ) που ήταν στο 40% το 2019, πήγαν στο 30% στο τέλος του 2020 και τώρα είναι στο 10%. Πρόκειται για τεράστιο βήμα προς τα εμπρός σε συνδυασμό με την αύξηση της κερδοφορίας, είπε. Αναφέρθηκε επίσης σε προκλήσεις όπως η βελτίωση στον τομέα της διακυβέρνησης, της ανθεκτικότητας και της ποιότητας των κεφαλαίων.
Η κ. Lendvai σημείωσε ότι η ισχυρή χρηματοοικονομική επίδοση θα συνεχιστεί αρκεί να συνεχιστούν οι μεταρρυθμίσεις, κάτι που συνδέεται με ισχυρές επιδόσεις της οικονομίας. Έδωσε συγχαρητήρια στην ομάδα που συνεργάστηκε σχεδόν 1,5 χρόνο στο πλαίσιο του RRF και τόνισε τα οφέλη για τις τράπεζες, καθώς ένα σημαντικό μέρος χρηματοδότησης του πακέτου, 12,5 δισ. ευρώ, θα διοχετευθεί στην αγορά μέσω των τραπεζών.
«Μπορείς να δανείζεις αλεύρι σε όποιον έχει σιτάρι», είπε με νόημα από το βήμα του συνεδρίου του Economist ο επικεφαλής της ομάδας της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας για την Ελλάδα Martin Bijsterbosch μιλώντας για τις προκλήσεις του χρηματοπιστωτικού τομέα και εξηγώντας ότι δανείζεις όποιον έχει δυνατότητα να πληρώσει.
Αναφέρθηκε στις μεταρρυθμίσεις που έχουν γίνει τα τελευταία χρόνια, από το φιλικό επενδυτικό περιβάλλον μέχρι την ψηφιοποίηση, που έχουν θέσει θεμέλια για την οικονομική ανάπτυξη στην Ελλάδα. Ανέφερε ότι έγιναν άλματα και από τις τράπεζες στον τομέα των μη εξυπηρετούμενων δανείων (ΜΕΔ), αλλά τόνισε πως οι μεταρρυθμίσεις πρέπει να συνεχιστούν. Πρόσθεσε ότι η γραμμή τερματισμού φαίνεται, αλλά δεν έχουμε φτάσει ακόμη εκεί και προειδοποίησε για τον κίνδυνο δημιουργίας νέων ΜΕΔ. Στο πλαίσιο αυτό, ο κ. Bijsterbosch αναφέρθηκε ειδικότερα στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις, πολλές από τις οποίες είναι πιο ευάλωτες στις υψηλές τιμές και περιέγραψε κατηγορίες ΜΕΔ που πρέπει να διευθετηθούν. Πάντως, παραδέχθηκε ότι έχει αλλάξει η νοοτροπία τα τελευταία δύο χρόνια και υπάρχει αισιοδοξία για το μέλλον, που βασίζεται σε πραγματικά στοιχεία βελτίωσης. Ο κ. Bijsterbosch τόνισε ωστόσο ότι δεν πρέπει να επαναλάβουμε τα λάθη του παρελθόντος.
«Η Ελλάδα θα πρέπει να αποφύγει τα λάθη του παρελθόντος, όταν η δημόσια διοίκηση σταματούσε να δουλεύει εν όψει των εκλογών. Όποτε και να γίνουν οι εκλογές, η διοίκηση θα πρέπει να δουλεύει», σχολίασε στο συνέδριο του Economist ο αναπληρωτής διευθυντής Οικονοµικών και Χρηµατοδοτικών Υποθέσεων της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Declan Costello, τονίζοντας ότι οι πόροι του Ταμείου Ανάκαμψης θα είναι διαθέσιμοι μέχρι το 2026: «Αν οι επενδύσεις δεν θα έχουν υλοποιηθεί μέχρι τότε, τα λεφτά σταματούν να εκταμιεύονται. Δεν θα υπάρχει τρόπος να το επεκτείνουμε. Θα απαιτούσε την ομόφωνη απόφαση όλων των 27 χωρών της ΕΕ και αντίστοιχη έγκριση από τα εθνικά τους κοινοβούλιο, το οποίο δεν θα ήταν ρεαλιστικό».
Σύμφωνα με τον κ. Costello, η Ελλάδα έχει «ένα καλό σχέδιο και το κυριότερο έναν καλό ρυθμό και ποιότητα παράδοσης των μεταρρυθμίσεων», προσθέτοντας ότι «είναι κρίσιμο να συνεχίσει έτσι, ώστε να στείλει το μήνυμα στις αγορές πως τα πράγματα δουλεύουν». Ο ίδιος επεσήμανε ότι 6,1 δις - 3% του ΑΕΠ της - έχει μεταφερθεί ήδη στην Ελλάδα. «Δουλευουμε με την κυβέρνηση ώστε τον Σεπτέμβριο να έρθει ακόμη 1,7 δις και θα ακολουθήσει ακόμη ένα αίτημα για 3,5 δις στο τέλος του έτους».
Ο κ. Costello παρατήρησε ότι το Ταμείο Ανάκαμψης δημιουργήθηκε μεν στην πανδημία, αλλά ταιριάζει απόλυτα στη διαχείριση της σημερινής ενεργειακής και πληθωριστικής κρίσης. «Αν δεν υπήρχε, θα φτιάχναμε κάτι παρόμοιο», ανέφερε χαρακτηριστικά, τονίζοντας ότι το πρόγραμμα ήδη περιλαμβάνει μετάβαση στις ΑΠΕ και βιώσιμες επενδύσεις.
Σύμφωνα με τον κ. Costello, σε επίπεδο Ε.Ε.:
25 σχέδια ανάκαμψης έχουν ήδη εγκριθεί
11 αιτήματα για πληρωμές έχουν καταβληθεί και έχουν ήδη αποπληρωθεί τα 7
100 δις ευρώ έχουν εκταμιευτεί τους τελευταίους 12 μήνες, ποσό ίσο με το άθροισμα των πόρων για την κοινή αγροτική πολιτική και των πόρων για τα προγράμματα συνοχής.
Το Ταμείο Ανάκαμψης παρέχει περισσότερα καρότα παρά μαστίγια, αποκαθιστώντας στη συνείδηση πολιτών και κυβερνήσεων τα προβλήματα που προκύπτουν από την εκχώρηση εθνικής κυριαρχίας όπως αυτή απορρέει από τη συμμετοχή σε μια νομισματική ένωση. Στην παρατήρηση αυτή προέβη ο πρώην πρόεδρος της Euro Working Group Thomas Wieser, ο οποίος στάθηκε σε δύο παράγοντες που κατά τη γνώμη του κρίνουν την επιτυχία μιας χώρας: οι μεταρρυθμιστικοί στόχοι να είναι ρεαλιστικοί και να διασφαλίζεται μια αποτελεσματική κουλτούρα διακυβέρνησης από το πολιτικό σύστημα αλλά και από τα ΜΜΕ. «Η αναβάθμιση της δημόσιας διοίκησης στην Ελλάδα είναι προϋπόθεση για να επωφεληθεί η χώρα από το Ταμείο Ανάκαμψης. Η Ελλάδα έχει αποδείξει στο παρελθόν ότι μπορεί να είναι ικανή για μεγάλα πράγματα, αρκεί να το θέλουν οι πολιτικοί και τα οικονομικά συμφέροντα στη χώρα. Υπάρχει μια πιθανότητα να το πετύχει. Ας το ελπίσουμε», σχολίασε ο κ. Wieser.
Η Ευρώπη στάθηκε όρθια στην αντιμετώπιση της covid, αναγνώρισε ο Chris Allen, εκπρόσωπος στην Αθήνα της Γενικής Διεύθυνσης Οικονομικών και Χρηματοδοτικών Υποθέσεων της Ευρωπαϊκής Επιτροπής (DG ECFIN), υπενθυμίζοντας ότι η Ε.Ε. είναι ο μεγαλύτερος εξαγωγέας εμβολίων σε όλο τον κόσμο. Αναφέρθηκε επίσης στα διδάγματα που αντλήθηκαν από την υγειονομική κρίση, τα οποία απαρίθμησε ως εξής: α) η ανάγκη για έναν κοινό σχεδιασμό έκτακτης ανάγκης και ο συντονισμός σε ευρωπαϊκό επίπεδο με κοινές προμήθειες εμβολίων και προμηθειών, β) η ανάπτυξη νέων τεχνολογιών και θεραπειών αλλά και η αναθεώρηση της φαρμακευτικής νομοθεσίας, με επιτάχυνση του χρόνου έγκρισης από τις ρυθμιστικές αρχές και κίνητρα για νέα φάρμακα, γ) οι αλλαγές στα συστήματα υγείας όλης της Ευρώπης, καθώς στο ευρωπαϊκό πρόγραμμα προβλέπονται 5 δισ. ευρώ και στο Ταμείο Ανάκαμψης 25 δισ. ευρώ για την ενίσχυση της πρωτοβάθμιας υγείας.
Στα κονδύλια του RepowerEU για τον ενεργειακό μετασχηματισμό αναφέρθηκε, μεταξύ άλλων, ο κύριος σύμβουλος και συντονιστής του Ευρωπαϊκού Εξαμήνου του Recovery and Resilience Task Force (RECOVER) της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Johannes Luebking. Εστίασε στην ανάγκη να επιταχυνθεί η απανθρακοποίηση, να προωθηθούν οι πράσινες πηγές ενέργειας, να διαφοροποιηθεί η προμήθεια ενέργειας, ενώ επίσης αναφέρθηκε στην απανθρακοποίηση της βιομηχανίας και την επέκταση της χρήσης υδρογόνου. Ο κ. Luebking τόνισε ότι η Ελλάδα έχει αυξήσει σημαντικά το ποσοστό των ΑΠΕ στο ενεργειακό της μείγμα. Επίσης, εστίασε στην ανάγκη βελτιστοποίησης των δεξιοτήτων που έχουν σχέση με την πράσινη ενέργεια και σημείωσε ότι το φθινόπωρο θα υπάρξουν συζητήσεις με όλα τα κράτη-μέλη της ΕΕ ώστε να προχωρήσει η νομοθέτηση και η υλοποίηση των μέτρων πολιτικής που αφορούν την ενεργειακή στρατηγική της ΕΕ.
*Τα parapolitika.gr είναι Communication supporter του 26th Annual Economist Government Roundtable.
*Τα parapolitika.gr είναι Communication supporter του 26th Annual Economist Government Roundtable.