Η ελληνική «συνταγή» για τα ενεργειακά: Τα μοντέλα που οδηγούν στην απεξάρτηση από το ρωσικό αέριο και οι μάχες που έρχονται
Πώς αποδίδουν τα μέτρα της κυβέρνησης και γιατί δείχνουν τον δρόμο και στην Ευρώπη
Ενώ στις Βρυξέλλες συνεχίζονται τα «παζάρια» για το νέο κύμα μέτρων αντιμετώπισης της ενεργειακής κρίσης, στην Αθήνα και τις άλλες πρωτεύουσες οι πολιτικές ηγεσίες είναι αποφασισμένες να στηρίξουν νοικοκυριά και επιχειρήσεις με «τοπικές συνταγές». Η ελληνική κυβέρνηση, όπως προκύπτει από τις δηλώσεις ή παρεμβάσεις τόσο του πρωθυπουργού, Κυριάκου Μητσοτάκη, όσο και του αρμόδιου υπουργού Περιβάλλοντος και Ενέργειας, Κώστα Σκρέκα, θεωρεί πως τα ελληνικά μέτρα αποδίδουν. Γι’ αυτό, εξάλλου, έχει προτείνει και την πανευρωπαϊκή επέκτασή τους, όπως προτάθηκε προ ημερών με την επιστολή για έκτακτο τέλος 10 ευρώ ανά μεγαβατώρα που παράγεται με χρήση φυσικού αερίου.
Μέσα σε λίγες εβδομάδες η Αθήνα έχει προχωρήσει σε σειρά κινήσεων, όπως το μοντέλο άντλησης «υπερεσόδων» ανάλογα με την τεχνολογία παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας, το έκτακτο τέλος των 10 ευρώ ανά μεγαβατώρα στην ενέργεια που παράγεται με φυσικό αέριο κ.ά. Όπως είπε στα μέσα της εβδομάδας ο αρμόδιος υπουργός κ. Σκρέκας, «κάθε ημέρα ανακτούμε το 40%-50% του τζίρου της αγοράς, τα φορολογούμε στην πηγή. Το χρηματιστήριο ενέργειας μεταφέρει τα ποσά απευθείας στο Ταμείο Ενεργειακής Μετάβασης».
Θέμα ημερών είναι η οριστικοποίηση του μοντέλου για την αποθήκευση ποσοτήτων φυσικού αερίου στην Ιταλία, ενώ τελευταία κίνηση ήταν η συμφωνία της ΔΕΠΑ Εμπορίας με τη γαλλική Total Energies για την προμήθεια υγροποιημένου φυσικού αερίου (LNG) με δύο πλοία που θα δένουν κάθε μήνα στη Ρεβυθούσα, με δυνατότητα ακύρωσης στην περίπτωση που δεν χρειαστούμε κάποια από την ποσότητα που συμβασιοποιήθηκε.
Στελέχη της ενεργειακής αγοράς παραπέμπουν στη στάση της Γερμανίας, που άλλα υποστήριζε στην αρχή της κρίσης, άλλα έλεγε την περασμένη άνοιξη και άλλα πράττει τους τελευταίους μήνες, όταν η ακρίβεια και τα προβλήματα ρευστότητας χτύπησαν την πόρτα των δικών της επιχειρήσεων.
Το μεγάλο ζήτημα για την ελληνική πλευρά, όπως φαίνεται και από την πρόταση για το πανευρωπαϊκό ταμείο, ύψους 80 δισ. ευρώ, είναι η εξασφάλιση των πόρων για την αντιμετώπιση των επιπτώσεων από τις υψηλές τιμές του φυσικού αερίου και, ακολούθως, της ηλεκτρικής ενέργειας. Σε αυτό το μέτωπο αναμένεται να δοθούν αρκετές μάχες ακόμα, καθώς η χώρα μας έχει τη στήριξη και άλλων κρατών-μελών, που διαθέτουν περιορισμένο εθνικό «οπλοστάσιο».
Που επικεντρώνεται η ελληνική στρατηγική
Η ελληνική στρατηγική επικεντρώνεται στην εφαρμογή μέτρων που ταιριάζουν περισσότερο με τον χαρακτήρα της εγχώριας οικονομίας και επιχειρηματικότητας, με παράλληλη αναζήτηση μιας πανευρωπαϊκής «ομπρέλας», που θα προσφέρει δημοσιονομικό χώρο και κεφάλαια ώστε να συνεχιστεί η στήριξη για όσο διάστημα διαρκεί η κρίση. Η κυβέρνηση δεν κάθεται με σταυρωμένα χέρια περιμένοντας να τελειώσουν οι μαραθώνιες διαβουλεύσεις σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ενωσης, τμήμα των οποίων ήταν και η χθεσινή σύνοδος των υπουργών Ενέργειας. Αντίθετα, κινείται τόσο για την αντιμετώπιση της ενεργειακής ακρίβειας όσο και για την ασφάλεια εφοδιασμού της χώρας ενόψει του χειμώνα.Μέσα σε λίγες εβδομάδες η Αθήνα έχει προχωρήσει σε σειρά κινήσεων, όπως το μοντέλο άντλησης «υπερεσόδων» ανάλογα με την τεχνολογία παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας, το έκτακτο τέλος των 10 ευρώ ανά μεγαβατώρα στην ενέργεια που παράγεται με φυσικό αέριο κ.ά. Όπως είπε στα μέσα της εβδομάδας ο αρμόδιος υπουργός κ. Σκρέκας, «κάθε ημέρα ανακτούμε το 40%-50% του τζίρου της αγοράς, τα φορολογούμε στην πηγή. Το χρηματιστήριο ενέργειας μεταφέρει τα ποσά απευθείας στο Ταμείο Ενεργειακής Μετάβασης».
Θέμα ημερών είναι η οριστικοποίηση του μοντέλου για την αποθήκευση ποσοτήτων φυσικού αερίου στην Ιταλία, ενώ τελευταία κίνηση ήταν η συμφωνία της ΔΕΠΑ Εμπορίας με τη γαλλική Total Energies για την προμήθεια υγροποιημένου φυσικού αερίου (LNG) με δύο πλοία που θα δένουν κάθε μήνα στη Ρεβυθούσα, με δυνατότητα ακύρωσης στην περίπτωση που δεν χρειαστούμε κάποια από την ποσότητα που συμβασιοποιήθηκε.
Μείωση της εξάρτησης από το ρωσικό αέριο
Το πρώτο εξάμηνο του 2022 η εξάρτηση της Ελλάδας από το ρωσικό φυσικό αέριο μειώθηκε αισθητά, καθώς το μερίδιο επί των εισαγωγών φυσικού αερίου διαμορφώθηκε στο 34% (έναντι 45% το ίδιο διάστημα πέρυσι). Παράλληλα, έχουν ενισχυθεί σημαντικά οι εισαγωγές υγροποιημένου φυσικού αερίου (αύξηση 50% σε ετήσια βάση). Οι εισαγωγές LNG από τη Ρεβυθούσα αντιστοιχούν στο 44% των συνολικών εισαγωγών φυσικού αερίου, έναντι 31% τον περασμένο χρόνο. Στις Βρυξέλλες έχουν αποδεχθεί πως δεν υπάρχει μαγική ή ενιαία λύση για την αντιμετώπιση τόσο της ακρίβειας όσο και της ασφάλειας εφοδιασμού. Οι κινήσεις των ισχυρών κρατώνμελών δείχνουν, επίσης, πως σε μια τόσο δύσκολη στιγμή επικρατεί η στρατηγική «Ο σώζων εαυτόν σωθήτω».34% το μερίδιο επί των εισαγωγών φυσικού αερίου το πρώτο εξάμηνο του 2022, έναντι 45% το ίδιο διάστημα πέρυσι
Στελέχη της ενεργειακής αγοράς παραπέμπουν στη στάση της Γερμανίας, που άλλα υποστήριζε στην αρχή της κρίσης, άλλα έλεγε την περασμένη άνοιξη και άλλα πράττει τους τελευταίους μήνες, όταν η ακρίβεια και τα προβλήματα ρευστότητας χτύπησαν την πόρτα των δικών της επιχειρήσεων.
Το μεγάλο ζήτημα για την ελληνική πλευρά, όπως φαίνεται και από την πρόταση για το πανευρωπαϊκό ταμείο, ύψους 80 δισ. ευρώ, είναι η εξασφάλιση των πόρων για την αντιμετώπιση των επιπτώσεων από τις υψηλές τιμές του φυσικού αερίου και, ακολούθως, της ηλεκτρικής ενέργειας. Σε αυτό το μέτωπο αναμένεται να δοθούν αρκετές μάχες ακόμα, καθώς η χώρα μας έχει τη στήριξη και άλλων κρατών-μελών, που διαθέτουν περιορισμένο εθνικό «οπλοστάσιο».