Στεγαστικά δάνεια: Ώρα αποφάσεων για τους δανειολήπτες - Τα διλήμματα μετά τις αυξήσεις στα επιτόκια
Oι νέες επιβαρύνσεις στις δόσεις των δανείων είναι δεδομένες.
Εξελίξεις με φόντο τα στεγαστικά δάνεια αναμένεται να σημειωθούν εντός των επόμενων τριών μηνών καθώς η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα φέρνει δυο ακόμα αυξήσεις επιτοκίων.
Και αυτό σημαίνει ότι το βασικό επιτόκιο θα αυξηθεί από το 2,5% που είναι σήμερα στο 3,5%, χωρίς ουδείς να μπορεί να προεξοφλήσει ότι αυτό θα είναι και το τέλος της αυξητικής πορείας κάτι που θα εξαρτηθεί από τον πληθωρισμό και την πορεία του.
Άρα, οι νέες επιβαρύνσεις στις δόσεις των δανείων είναι δεδομένες. Αυτό που δεν γνωρίζει κανείς είναι το πού θα φτάσουν τα επιτόκια της ΕΚΤ και το κυριότερο, πότε θα ξεκινήσει εκ νέου η αποκλιμάκωσή τους.
Με αυτά τα δεδομένα και τους "αγνώστους Χ" λοιπόν, θα πρέπει και τα νοικοκυριά που εξυπηρετούν στεγαστικά δάνεια να λάβουν τις αποφάσεις τους, αναφέρει ο ιστότοπος thetoc.gr. Ποια είναι τα διλήμματα; Θα επιμείνουν στο κυμαινόμενο επιτόκιο που έχουν σήμερα ή θα γυρίσουν τώρα σε σταθερό γνωρίζοντας βεβαίως ότι και τα σταθερά επιτόκια έχουν πάρει την ανιούσα; Και αν επιλέξουν το σταθερό επιτόκιο, για πόσα χρόνια θα επιλέξουν να ισχύσει αυτό;
Για να ληφθεί η τελική απόφαση θα πρέπει να σταθμιστούν τα ακόλουθα δεδομένα:
1. Τα σταθερά επιτόκια έχουν αυξηθεί ενώ όσο θα συνεχίζεται η άνοδος των επιτοκίων από την ΕΚΤ, θα αυξάνονται ακόμη περισσότερο. Το σταθερό 5ετίας κυμαίνεται αυτή τη στιγμή από 3,5% έως 4,15% ανάλογα με την πολιτική της κάθε τράπεζας όταν πριν από μερικούς μήνες είχε 2,9% ή και χαμηλότερα. Άρα, προς το παρόν, το σταθερό μπορεί να κυμαίνεται στα ίδια επίπεδα με το κυμαινόμενο που ενδεχομένως έχει κάποιος. Για παράδειγμα, κυμαινόμενο επιτόκιο συνδεδεμένο με το επιτόκιο της ΕΚΤ και spread 1% ή και 1,5% είναι φθηνότερο ή το ίδιο ακριβό με το σταθερό.
2. Η μετατροπή του επιτοκίου σε σταθερό έχει κόστος που κυμαίνεται στα 200-300 ευρώ ανά σύμβαση. Άρα, θα πρέπει να ληφθεί υπόψη. Το κυριότερο είναι να ληφθεί υπόψη το πόσα χρόνια απομένουν ακόμη για την πλήρη αποπληρωμή του δανείου. Αν είναι λίγα (2-3 χρόνια) δεν υπάρχει ουσιαστικός οικονομικός λόγος για την μετατροπή.
3. Ο δανειολήπτης πρέπει να ρωτήσει και να εξασφαλίσει τι θα γίνει μετά τη λήξη της περιόδου που θα ισχύσει το σταθερό επιτόκιο. Για παράδειγμα, αν σήμερα έχει ένα κυμαινόμενο επιτόκιο με περιθώριο κέρδους 1%, θα πρέπει να διασφαλίσει ότι αυτό θα παραμείνει στο ίδιο επίπεδο και μετά τη λήξη του σταθερού επιτοκίου. Υπάρχουν τράπεζες που ζητούν, μετά τη λήξη του σταθερού, να υιοθετηθεί το τρέχον περιθώριο κέρδους που σήμερα φτάνει και στο 3%.
Και αυτό σημαίνει ότι το βασικό επιτόκιο θα αυξηθεί από το 2,5% που είναι σήμερα στο 3,5%, χωρίς ουδείς να μπορεί να προεξοφλήσει ότι αυτό θα είναι και το τέλος της αυξητικής πορείας κάτι που θα εξαρτηθεί από τον πληθωρισμό και την πορεία του.
Άρα, οι νέες επιβαρύνσεις στις δόσεις των δανείων είναι δεδομένες. Αυτό που δεν γνωρίζει κανείς είναι το πού θα φτάσουν τα επιτόκια της ΕΚΤ και το κυριότερο, πότε θα ξεκινήσει εκ νέου η αποκλιμάκωσή τους.
Με αυτά τα δεδομένα και τους "αγνώστους Χ" λοιπόν, θα πρέπει και τα νοικοκυριά που εξυπηρετούν στεγαστικά δάνεια να λάβουν τις αποφάσεις τους, αναφέρει ο ιστότοπος thetoc.gr. Ποια είναι τα διλήμματα; Θα επιμείνουν στο κυμαινόμενο επιτόκιο που έχουν σήμερα ή θα γυρίσουν τώρα σε σταθερό γνωρίζοντας βεβαίως ότι και τα σταθερά επιτόκια έχουν πάρει την ανιούσα; Και αν επιλέξουν το σταθερό επιτόκιο, για πόσα χρόνια θα επιλέξουν να ισχύσει αυτό;
Για να ληφθεί η τελική απόφαση θα πρέπει να σταθμιστούν τα ακόλουθα δεδομένα:
1. Τα σταθερά επιτόκια έχουν αυξηθεί ενώ όσο θα συνεχίζεται η άνοδος των επιτοκίων από την ΕΚΤ, θα αυξάνονται ακόμη περισσότερο. Το σταθερό 5ετίας κυμαίνεται αυτή τη στιγμή από 3,5% έως 4,15% ανάλογα με την πολιτική της κάθε τράπεζας όταν πριν από μερικούς μήνες είχε 2,9% ή και χαμηλότερα. Άρα, προς το παρόν, το σταθερό μπορεί να κυμαίνεται στα ίδια επίπεδα με το κυμαινόμενο που ενδεχομένως έχει κάποιος. Για παράδειγμα, κυμαινόμενο επιτόκιο συνδεδεμένο με το επιτόκιο της ΕΚΤ και spread 1% ή και 1,5% είναι φθηνότερο ή το ίδιο ακριβό με το σταθερό.
2. Η μετατροπή του επιτοκίου σε σταθερό έχει κόστος που κυμαίνεται στα 200-300 ευρώ ανά σύμβαση. Άρα, θα πρέπει να ληφθεί υπόψη. Το κυριότερο είναι να ληφθεί υπόψη το πόσα χρόνια απομένουν ακόμη για την πλήρη αποπληρωμή του δανείου. Αν είναι λίγα (2-3 χρόνια) δεν υπάρχει ουσιαστικός οικονομικός λόγος για την μετατροπή.
3. Ο δανειολήπτης πρέπει να ρωτήσει και να εξασφαλίσει τι θα γίνει μετά τη λήξη της περιόδου που θα ισχύσει το σταθερό επιτόκιο. Για παράδειγμα, αν σήμερα έχει ένα κυμαινόμενο επιτόκιο με περιθώριο κέρδους 1%, θα πρέπει να διασφαλίσει ότι αυτό θα παραμείνει στο ίδιο επίπεδο και μετά τη λήξη του σταθερού επιτοκίου. Υπάρχουν τράπεζες που ζητούν, μετά τη λήξη του σταθερού, να υιοθετηθεί το τρέχον περιθώριο κέρδους που σήμερα φτάνει και στο 3%.