Στεγαστικά δάνεια: Ανοίγει αύριο η πλατφόρμα στήριξης ευάλωτων δανειοληπτών - Τι προβλέπει το σχέδιο
Τα αναλογούντα ποσά εκτιμάται πως θα ξεκινήσουν να πιστώνονται στους λογαριασμούς των δικαιούχων τον Απρίλιο
Από αύριο, 1η Φεβρουαρίου 2023, οι δανειολήπτες θα μπορούν να υποβάλλουν τις αιτήσεις τους στην πλατφόρμα (στο link https://www.gov.gr/ipiresies/periousia-kai-phorologia/diakheirise-opheilon/bebaiose-eualotou-opheilete), προκειμένου να τύχουν της σχετικής στήριξης, με πρώτο βήμα την έκδοση σχετικής βεβαίωσης ευαλώτου δανειολήπτη μέσω του πληροφοριακού συστήματος της Ειδικής Γραμματείας Ιδιωτικού Χρέους, όπως ανακοίνωσαν οι τέσσερις συστημικές τράπεζες (Alpha Bank, Εθνική Τράπεζα, Eurobank και Τράπεζα Πειραιώς)
Υπενθυμίζεται πως το σχέδιο προβλέπει την επιδότηση ποσοστού 50% της αύξησης του επιτοκίου (με ημερομηνία αναφοράς για τον υπολογισμό της αύξησης την 30.6.2022) για διάστημα 12 μηνών, ενώ τα αναλογούντα ποσά εκτιμάται πως θα ξεκινήσουν να πιστώνονται στους λογαριασμούς των δικαιούχων τον Απρίλιο. Το σύνολο της δαπάνης για την υποστήριξη των ευάλωτων δανειοληπτών, θα καλυφθεί στο πλαίσιο των διακριτών δράσεων εταιρικής κοινωνικής υπευθυνότητας των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων, με ισόποσες εισφορές των τεσσάρων (4) συστημικών τραπεζών.
Παράλληλα, το ελληνικό τραπεζικό σύστημα αξιοποιεί τον εξωδικαστικό μηχανισμό ρύθμισης οφειλών ιδιωτών, ένα σημαντικό εργαλείο για τη διαχείριση του ιδιωτικού χρέους, και προβαίνει σε σειρά διμερών ρυθμίσεων στηρίζοντας δανειολήπτες που αντιμετωπίζουν παροδικές δυσκολίες στην εξυπηρέτηση των δανειακών τους υποχρεώσεων.
Σε ό,τι αφορά τον εξωδικαστικό συμβιβασμό, έχει αυξηθεί σημαντικά η εγκρισιμότητα από πλευράς τραπεζών για τα δάνεια που διατηρούν στα χαρτοφυλάκιά τους. Πλέον, το ποσοστό εγκρίσεων διαμορφώνεται για το σύνολο του τραπεζικού συστήματος στο 55%, υψηλότερο κατά 10 ποσοστιαίες μονάδες σε σχέση με τον Σεπτέμβριο του 2022, επιβεβαιώνοντας τη συνεχώς αυξανόμενη τάση στις εγκρισιμότητες. Από την έναρξη λειτουργίας της πλατφόρμας, έχουν εγκριθεί από τις συστημικές τράπεζες περί τις 2.800 αιτήσεις δανειοληπτών για συνολικές οφειλές που υπερβαίνουν τα 116 εκατ. ευρώ.
Επιπρόσθετα, με βάση τη διακριτή πολιτική κάθε τράπεζας επί του θέματος, οι τράπεζες έχουν προβεί κατά το παρελθόν και συνεχίζουν να υλοποιούν, διμερείς ρυθμίσεις δανείων, διασφαλίζοντας την ποιότητα των χαρτοφυλακίων τους και, κυρίως, προσφέροντας βιώσιμες λύσεις στους πελάτες τους. Μόνον κατά τη διάρκεια του 2022, ανταποκρινόμενες στην ανάγκη στήριξης νοικοκυριών και επιχειρήσεων, οι συστημικές τράπεζες της χώρας προχώρησαν σε διμερείς συμφωνίες με 86.350 δανειολήπτες, για δάνεια ύψους άνω των 5 δισ. ευρώ, εκ των οποίων τα 2,5 δισ. αφορούν στεγαστικά δάνεια, εξασφαλισμένα με ακίνητα.
Επιτόκια και προμήθειες τραπεζικών εργασιών
Ως προς το ζήτημα της επιτοκιακής και εμπορικής πολιτικής, οι τράπεζες, διακριτά και ανεξάρτητα με βάση την πολιτική κάθε μίας, αναπροσαρμόζουν συνεχώς τα επιτόκια καταθέσεων και χορηγήσεων, όπως αυτά καθορίζονται από την ΕΚΤ, και προχωρούν σε τακτική βάση στην επανεξέταση ή και μείωση προμηθειών που προβλέπονται για την παροχή τραπεζικών υπηρεσιών, σύμφωνα με την κείμενη ευρωπαϊκή νομοθεσία και τις συνθήκες ανταγωνισμού στην αγορά.
Ήδη, στους Έλληνες καταθέτες προσφέρεται σειρά επιλογών που συνδυάζουν ασφάλεια και αξιόλογες αποδόσεις, λαμβάνοντας υπόψη τις σχετικές αποφάσεις της ΕΚΤ και τις εσωτερικές πολιτικές κάθε τράπεζας. Για παράδειγμα, οι αποδόσεις των προθεσμιακών καταθέσεων διαρκείας ίσης ή μεγαλύτερης των 6 μηνών, έχουν αυξητική τάση κατά τη διάρκεια των τελευταίων μηνών, με τις αποδόσεις για περίοδο 12 μηνών και άνω να διαμορφώνονται σε επίπεδα άνω του 1%, ανάλογα με την τράπεζα και το ποσό της προθεσμιακής κατάθεσης.
Παράλληλα, οι ελληνικές τράπεζες προσφέρουν στο ευρύ κοινό, τηρώντας τους κανόνες MiFID, επενδυτικά προγράμματα ομολόγων με σημαντικά υψηλότερες αποδόσεις, που ενσωματώνουν την τάση των επιτοκίων στις διεθνείς αγορές.
Την ίδια στιγμή, το κόστος δανεισμού στην Ελλάδα αυξάνεται με χαμηλότερους ρυθμούς σε σχέση με την ευρωζώνη, τόσο για τα νοικοκυριά, όσο και για τις επιχειρήσεις, κι αυτό παρά το συγκριτικά υψηλότερο κόστος δανεισμού των ελληνικών τραπεζών και του ελληνικού Δημοσίου. Είναι χαρακτηριστικό πως από τον Οκτώβριο έως τον Νοέμβριο του 2022, σε αντίθεση με τις τάσεις στην ευρωζώνη, στην Ελλάδα καταγράφηκε καθαρή μείωση στο κόστος των νέων δανείων για τα νοικοκυριά.
Σε ό,τι αφορά, τέλος, τις προμήθειες των τραπεζικών εργασιών και προϊόντων, κάθε τράπεζα ξεχωριστά και με βάση την εμπορική της πολιτική, επανεξετάζει τακτικά την τιμολογιακή της πολιτικής, με στόχο τη διασφάλιση της ανταποδοτικότητας και τον περιορισμό των χρονικών και οικονομικών επιβαρύνσεων για επιχειρήσεις και ιδιώτες. Στη χώρα μας, οι ιδιώτες μπορούν πλέον να πραγματοποιούν – χωρίς κόστος – εμβάσματα ύψους έως 500 ευρώ ημερησίως, μέσω του κινητού τους τηλεφώνου και της υπηρεσίας IRIS.
Συγχρόνως, η κάθε τράπεζα, διακριτά και αυτόνομα από τις υπόλοιπες, έχει μειώσει ορισμένες επιπλέον προμήθειες τραπεζικών εργασιών. Τέτοιες αναπροσαρμογές είναι διαφορετικές ανά τράπεζα, ανάλογα με την εμπορική πολιτική της καθεμίας, αλλά ενδεικτικά αφορούν αγορά χρεογράφων του Ελληνικού Δημοσίου, αξιολόγηση αιτημάτων στεγαστικών δανείων, πληρωμή λογαριασμών, συνδρομή πιστωτικής κάρτας, κ.λπ.
Οι ελληνικές τράπεζες επενδύουν ετησίως εκατοντάδες εκατομμύρια ευρώ στην ενίσχυση της ασφάλειας και της λειτουργικότητας των τεχνολογικών τους υποδομών, ώστε να παρέχουν στους πελάτες τους τη δυνατότητα άμεσης πραγματοποίησης ενός αυξανόμενου αριθμού ψηφιακών τραπεζικών συναλλαγών με χαμηλότερο κόστος. Συμβάλλουν έτσι στην ενίσχυση των ηλεκτρονικών συναλλαγών και στην εμπέδωση μίας σύγχρονης συναλλακτικής συνείδησης.
Τέλος, η κάθε τράπεζα, ανάλογα με την εμπορική πολιτική της, διενεργεί καθ’ όλη τη διάρκεια του έτους στοχευμένες εμπορικές ενέργειες (προγράμματα επιβράβευσης των πελατών της για συναλλαγές μέσω χρεωστικών και πιστωτικών καρτών), σε συνεργασία με το λιανεμπόριο. Ειδικά για την περίοδο του Πάσχα, όπως και την πρόσφατη περίοδο των Χριστουγέννων, η κάθε τράπεζα ξεχωριστά σχεδιάζει ενέργειες με σημαντική αύξηση της επιβράβευσης και ανταποδοτικά οφέλη σε κατηγορίες που καλύπτουν βασικές ανάγκες των πελατών, όπως super market, καύσιμα, είδη ένδυσης κ.ά..