ΕΚΤ: Νέα αύξηση επιτοκίων κατά 50 μ.β., παρά τη μείωση του πληθωρισμού
Είχαν προηγηθεί δύο αυξήσεις κατά 75 μ.β.
Επιβεβαιώνοντας τις προβλέψεις, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) προχώρησε σε νέα αύξηση των επιτοκίων της κατά 50 μονάδες βάσης (0,50%) την Πέμπτη. Το ενδιαφέρον στρέφεται τώρα στις δηλώσεις της επικεφαλής της Τράπεζας, Κριστίν Λαγκάρντ, με τις αγορές να αναμένουν ένα «σήμα» τόσο για τις επόμενες αυξήσεις, όσο και για τη νομισματική πολιτική που θα ακολουθηθεί τους επόμενους μήνες.
Το τελευταίο διάστημα άρχισε να διαφαίνεται μια «διχογνωμία» στους κόλπους των αξιωματούχων της ΕΚΤ. Από τη μία, τα «γεράκια», που επιμένουν ότι οι επιθετικές αυξήσεις θα πρέπει να συνεχιστούν για όσο χρειαστεί (ακόμη και κατά 75 μονάδες βάσης), ώστε να διασφαλιστεί η επιστροφή στον στόχο για πληθωρισμό 2%. Από την άλλη πλευρά, τα «περιστέρια», που υποστηρίζουν μια ηπιότερη προσέγγιση, με ορισμένους από αυτούς να φτάνουν στο σημείο να λένε ότι δεν απέχουμε από το σημείο τερματισμού του κύκλου των αυξήσεων. Πάντως, η Κριστίν Λαγκάρντ από την πλευρά της έχει επαναλάβει ότι το κόστος δανεισμού θα πρέπει να αυξηθεί σημαντικά και με σταθερό ρυθμό. Σε κάθε περίπτωση, οι τραπεζίτες της ΕΚΤ έχουν επισημάνει ότι πρόκειται για μια διαδικασία που προχωρεί βήμα-βήμα, συνυπολογίζοντας κάθε φορά τα υφιστάμενα δεδομένα για την πορεία της οικονομίας και τον κίνδυνο ύφεσης. Τα βλέμματα των αγορών είναι πλέον στραμμένα στην επόμενη συνεδρίαση, τον Μάρτιο, και στις επόμενες κινήσεις της ΕΚΤ.
Σημειώνεται ότι η σημερινή ήταν η 2η διαδοχική αύξηση κατά 50 μ.β. Είχαν προηγηθεί δύο αυξήσεις κατά 75 μ.β., ενώ η αρχή έγινε με μία αύξηση κατά 0,50%, που έβαλε τέλος στα μηδενικά επιτόκια της ΕΚΤ. Αναλυτές εκτιμούν ότι θα ακολουθήσει ακόμη μία αύξηση 50 μ.β. τον Μάρτιο, για να καταλήξουμε σε μία –πιθανότατα τελευταία– αύξηση 25 μ.β. τον Μάιο. Αν επιβεβαιωθούν αυτές οι εκτιμήσεις, το κόστος δανεισμού θα διαμορφωθεί σε ένα εύρος 3,25%-3,5%.
Τα μακροοικονομικά της Ευρωζώνης υποδεικνύουν αποκλιμάκωση του πληθωρισμού και μια σχετική «ανθεκτικότητα» της οικονομίας, παρά την επιβράδυνση των επιμέρους δεικτών. Τον Ιανουάριο ο πληθωρισμός στην Ευρωζώνη επιβραδύνθηκε στο 8,5% από 9,2% έναν μήνα νωρίτερα, έχοντας πιάσει «ταβάνι» τον Οκτώβριο στο 10,6%. Η οικονομία της Ευρωζώνης, διαψεύδοντας τις εκτιμήσεις, έκλεισε το δ' τρίμηνο του 2022 με -αναιμική έστω- ανάπτυξη κατά 0,1%. Σε σύνολο έτους, το ΑΕΠ της Ευρωζώνης σημείωσε ανάπτυξη 3,5%, ξεπερνώντας για πρώτη φορά ύστερα από πολλά χρόνια ΗΠΑ και Κίνα.
Λίγες ώρες νωρίτερα είχαν προηγηθεί οι ανακοινώσεις από την Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ, με τη Fed να κατεβάζει ταχύτητα, προχωρώντας σε αύξηση 25 μονάδων βάσης (0,25%). Σημειώνεται, ωστόσο, ότι το κόστος δανεισμού της Fed διαμορφώνεται εξαιρετικά υψηλότερα, στο εύρος του 4,5%-4,75%.
Σε νέα αύξηση του βασικού επιτοκίου προχώρησε η Τράπεζα της Αγγλίας (BoE). Το βασικό επιτόκιο έφτασε σε υψηλό 15 ετών, στο 4% από 3,5%, εν μέσω της απέλπιδος μάχης που δίνει η κεντρική τράπεζα για τον περιορισμό του πληθωρισμού.
Ειδικότερα, η ανακοίνωση της ΕΚΤ αναφέρει:
Το Διοικητικό Συμβούλιο θα συνεχίσει την πορεία του προς τη σημαντική αύξηση των επιτοκίων με σταθερό ρυθμό και τη διατήρησή τους σε επίπεδα που είναι επαρκώς περιοριστικά, προκειμένου να διασφαλιστεί η έγκαιρη επαναφορά του πληθωρισμού στον μεσοπρόθεσμο στόχο του 2%. Κατά συνέπεια, το Διοικητικό Συμβούλιο αποφάσισε σήμερα να αυξήσει τα τρία βασικά επιτόκια της ΕΚΤ κατά 50 μονάδες βάσης και αναμένει ότι θα τα αυξήσει περαιτέρω. Λόγω των πιέσεων σε σχέση με τον υποκείμενο πληθωρισμό, το Διοικητικό Συμβούλιο σκοπεύει να αυξήσει τα επιτόκια κατά 50 μονάδες βάσης ακόμα στην επόμενη συνεδρίασή του για τη νομισματική πολιτική τον Μάρτιο και στη συνέχεια θα αξιολογήσει την πορεία που θα ακολουθήσει η νομισματική του πολιτική.
Η διατήρηση των επιτοκίων σε περιοριστικά επίπεδα θα μειώσει με την πάροδο του χρόνου τον πληθωρισμό, περιορίζοντας τη ζήτηση, και θα αποτρέψει επίσης τον κίνδυνο επίμονης μετατόπισης προς τα πάνω των προσδοκιών για τον πληθωρισμό. Σε κάθε περίπτωση, οι μελλοντικές αποφάσεις του Διοικητικού Συμβουλίου για τα επιτόκια πολιτικής θα εξακολουθούν να εξαρτώνται από τα στοιχεία και να ακολουθούν μια προσέγγιση σύμφωνα με την οποία οι αποφάσεις θα λαμβάνονται από συνεδρίαση σε συνεδρίαση.
Το Διοικητικό Συμβούλιο αποφάσισε επίσης σήμερα τις λεπτομερείς ρυθμίσεις για τη μείωση των τίτλων που διακρατεί το Ευρωσύστημα, στο πλαίσιο του προγράμματος αγοράς στοιχείων ενεργητικού (asset purchase programme – APP). Όπως ανακοινώθηκε τον Δεκέμβριο, το χαρτοφυλάκιο APP θα μειώνεται με ρυθμό 15 δισ. ευρώ μηνιαίως κατά μέσο όρο από τις αρχές Μαρτίου μέχρι το τέλος του Ιουνίου 2023 και στη συνέχεια ο ρυθμός αυτής της μείωσης θα καθορίζεται με την πάροδο του χρόνου.
Οι μερικές επανεπενδύσεις θα διενεργούνται γενικότερα σύμφωνα με την τρέχουσα πρακτική. Συγκεκριμένα, οι εναπομείνασες επανεπενδύσεις θα κατανέμονται κατ’ αναλογίαν προς το μερίδιο εξόφλησης τίτλων μεταξύ των συστατικών προγραμμάτων του APP και, στο πλαίσιο του προγράμματος αγοράς τίτλων του δημόσιου τομέα (public sector purchase programme – PSPP), κατ’ αναλογίαν προς το μερίδιο εξόφλησης τίτλων κάθε χώρας και μεταξύ των κρατών-εκδοτών και των υπερεθνικών εκδοτών.
Σε ό,τι αφορά τις αγορές εταιρικών ομολόγων που διενεργεί το Ευρωσύστημα, οι εναπομείνασες επανεπενδύσεις θα στρέφονται περισσότερο προς εκδότες που έχουν καλύτερες κλιματικές επιδόσεις. Με την επιφύλαξη του στόχου της ΕΚΤ για τη σταθερότητα των τιμών, αυτή η προσέγγιση θα στηρίξει τη σταδιακή απεξάρτηση των εταιρικών ομολόγων που διακρατεί το Ευρωσύστημα από τον άνθρακα, σύμφωνα με τους στόχους της συμφωνίας του Παρισιού.
Οι λεπτομερείς ρυθμίσεις για τη μείωση των τίτλων που διακρατούνται στο πλαίσιο του APP παρουσιάζονται σε ξεχωριστό δελτίο Τύπου, που θα δημοσιευθεί στις 15:45 ώρα κεντρικής Ευρώπης.
Το Διοικητικό Συμβούλιο αποφάσισε να αυξήσει τα τρία βασικά επιτόκια της ΕΚΤ κατά 50 μονάδες βάσης. Κατά συνέπεια, το επιτόκιο των πράξεων κύριας αναχρηματοδότησης, καθώς και τα επιτόκια της διευκόλυνσης οριακής χρηματοδότησης και της διευκόλυνσης αποδοχής καταθέσεων, θα αυξηθούν σε 3,00%, 3,25% και 2,50% αντιστοίχως, με ισχύ από τις 8 Φεβρουαρίου 2023.
Το Διοικητικό Συμβούλιο σκοπεύει να συνεχίσει να επανεπενδύει πλήρως τα ποσά κεφαλαίου από την εξόφληση τίτλων που αποκτήθηκαν στο πλαίσιο του προγράμματος APP κατά τη λήξη τους μέχρι το τέλος του Φεβρουαρίου 2023. Στη συνέχεια, το χαρτοφυλάκιο APP θα μειωθεί με μετρημένο και προβλέψιμο ρυθμό, καθώς το Ευρωσύστημα δεν θα επανεπενδύει όλα τα ποσά από την εξόφληση τίτλων κατά τη λήξη τους. Η μείωση θα διαμορφωθεί σε 15 δισ. ευρώ μηνιαίως κατά μέσο όρο μέχρι το τέλος του Ιουνίου 2023 και στη συνέχεια ο ρυθμός της θα καθορίζεται με την πάροδο του χρόνου.
Σε ό,τι αφορά το πρόγραμμα PEPP, το Διοικητικό Συμβούλιο σκοπεύει να επανεπενδύει τα ποσά κεφαλαίου από την εξόφληση τίτλων που αποκτήθηκαν στο πλαίσιο του προγράμματος κατά τη λήξη τους τουλάχιστον μέχρι το τέλος του 2024. Σε κάθε περίπτωση, η μελλοντική σταδιακή μείωση (roll-off) του χαρτοφυλακίου PEPP θα ρυθμιστεί κατά τρόπο ώστε να αποφευχθούν παρεμβολές στην ενδεδειγμένη κατεύθυνση της νομισματικής πολιτικής.
Το Διοικητικό Συμβούλιο θα συνεχίσει να εφαρμόζει ευελιξία στις επανεπενδύσεις ποσών από την εξόφληση τίτλων του χαρτοφυλακίου PEPP, καθώς φθάνουν στη λήξη τους, με σκοπό να αντιμετωπιστούν οι κίνδυνοι για τον μηχανισμό μετάδοσης της νομισματικής πολιτικής που σχετίζονται με την πανδημία.
Καθώς οι τράπεζες θα αποπληρώνουν τα ποσά που δανείστηκαν στο πλαίσιο των στοχευμένων πράξεων πιο μακροπρόθεσμης αναχρηματοδότησης, το Διοικητικό Συμβούλιο θα αξιολογεί τακτικά το πώς οι στοχευμένες πράξεις χρηματοδότησης συνεισφέρουν στην κατεύθυνση της νομισματικής πολιτικής του.
Το Διοικητικό Συμβούλιο είναι έτοιμο να προσαρμόσει όλα τα μέσα που έχει στη διάθεσή του εντός των ορίων της εντολής που του έχει ανατεθεί, προκειμένου να διασφαλίσει ότι ο πληθωρισμός θα επανέλθει στον στόχο του 2% μεσοπρόθεσμα. Το μέσο για την προστασία της μετάδοσης (Transmission Protection Instrument –TPI) είναι διαθέσιμο για να αντισταθμιστούν ανεπιθύμητες, άτακτες εξελίξεις στην αγορά, που θέτουν σοβαρή απειλή για τη μετάδοση της νομισματικής πολιτικής σε όλες τις χώρες της ζώνης του ευρώ, επιτρέποντας έτσι στο Διοικητικό Συμβούλιο να εκπληρώσει πιο αποτελεσματικά την αποστολή του για τη σταθερότητα των τιμών.
Η Πρόεδρος της ΕΚΤ θα αναλύσει τις σκέψεις που οδήγησαν στη λήψη αυτών των αποφάσεων στη διάρκεια συνέντευξης Τύπου που θα πραγματοποιηθεί σήμερα στις 14:45 (ώρα κεντρικής Ευρώπης).
Το τελευταίο διάστημα άρχισε να διαφαίνεται μια «διχογνωμία» στους κόλπους των αξιωματούχων της ΕΚΤ. Από τη μία, τα «γεράκια», που επιμένουν ότι οι επιθετικές αυξήσεις θα πρέπει να συνεχιστούν για όσο χρειαστεί (ακόμη και κατά 75 μονάδες βάσης), ώστε να διασφαλιστεί η επιστροφή στον στόχο για πληθωρισμό 2%. Από την άλλη πλευρά, τα «περιστέρια», που υποστηρίζουν μια ηπιότερη προσέγγιση, με ορισμένους από αυτούς να φτάνουν στο σημείο να λένε ότι δεν απέχουμε από το σημείο τερματισμού του κύκλου των αυξήσεων. Πάντως, η Κριστίν Λαγκάρντ από την πλευρά της έχει επαναλάβει ότι το κόστος δανεισμού θα πρέπει να αυξηθεί σημαντικά και με σταθερό ρυθμό. Σε κάθε περίπτωση, οι τραπεζίτες της ΕΚΤ έχουν επισημάνει ότι πρόκειται για μια διαδικασία που προχωρεί βήμα-βήμα, συνυπολογίζοντας κάθε φορά τα υφιστάμενα δεδομένα για την πορεία της οικονομίας και τον κίνδυνο ύφεσης. Τα βλέμματα των αγορών είναι πλέον στραμμένα στην επόμενη συνεδρίαση, τον Μάρτιο, και στις επόμενες κινήσεις της ΕΚΤ.
Σημειώνεται ότι η σημερινή ήταν η 2η διαδοχική αύξηση κατά 50 μ.β. Είχαν προηγηθεί δύο αυξήσεις κατά 75 μ.β., ενώ η αρχή έγινε με μία αύξηση κατά 0,50%, που έβαλε τέλος στα μηδενικά επιτόκια της ΕΚΤ. Αναλυτές εκτιμούν ότι θα ακολουθήσει ακόμη μία αύξηση 50 μ.β. τον Μάρτιο, για να καταλήξουμε σε μία –πιθανότατα τελευταία– αύξηση 25 μ.β. τον Μάιο. Αν επιβεβαιωθούν αυτές οι εκτιμήσεις, το κόστος δανεισμού θα διαμορφωθεί σε ένα εύρος 3,25%-3,5%.
Τα μακροοικονομικά της Ευρωζώνης υποδεικνύουν αποκλιμάκωση του πληθωρισμού και μια σχετική «ανθεκτικότητα» της οικονομίας, παρά την επιβράδυνση των επιμέρους δεικτών. Τον Ιανουάριο ο πληθωρισμός στην Ευρωζώνη επιβραδύνθηκε στο 8,5% από 9,2% έναν μήνα νωρίτερα, έχοντας πιάσει «ταβάνι» τον Οκτώβριο στο 10,6%. Η οικονομία της Ευρωζώνης, διαψεύδοντας τις εκτιμήσεις, έκλεισε το δ' τρίμηνο του 2022 με -αναιμική έστω- ανάπτυξη κατά 0,1%. Σε σύνολο έτους, το ΑΕΠ της Ευρωζώνης σημείωσε ανάπτυξη 3,5%, ξεπερνώντας για πρώτη φορά ύστερα από πολλά χρόνια ΗΠΑ και Κίνα.
Λίγες ώρες νωρίτερα είχαν προηγηθεί οι ανακοινώσεις από την Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ, με τη Fed να κατεβάζει ταχύτητα, προχωρώντας σε αύξηση 25 μονάδων βάσης (0,25%). Σημειώνεται, ωστόσο, ότι το κόστος δανεισμού της Fed διαμορφώνεται εξαιρετικά υψηλότερα, στο εύρος του 4,5%-4,75%.
Σε νέα αύξηση του βασικού επιτοκίου προχώρησε η Τράπεζα της Αγγλίας (BoE). Το βασικό επιτόκιο έφτασε σε υψηλό 15 ετών, στο 4% από 3,5%, εν μέσω της απέλπιδος μάχης που δίνει η κεντρική τράπεζα για τον περιορισμό του πληθωρισμού.
Ειδικότερα, η ανακοίνωση της ΕΚΤ αναφέρει:
Το Διοικητικό Συμβούλιο θα συνεχίσει την πορεία του προς τη σημαντική αύξηση των επιτοκίων με σταθερό ρυθμό και τη διατήρησή τους σε επίπεδα που είναι επαρκώς περιοριστικά, προκειμένου να διασφαλιστεί η έγκαιρη επαναφορά του πληθωρισμού στον μεσοπρόθεσμο στόχο του 2%. Κατά συνέπεια, το Διοικητικό Συμβούλιο αποφάσισε σήμερα να αυξήσει τα τρία βασικά επιτόκια της ΕΚΤ κατά 50 μονάδες βάσης και αναμένει ότι θα τα αυξήσει περαιτέρω. Λόγω των πιέσεων σε σχέση με τον υποκείμενο πληθωρισμό, το Διοικητικό Συμβούλιο σκοπεύει να αυξήσει τα επιτόκια κατά 50 μονάδες βάσης ακόμα στην επόμενη συνεδρίασή του για τη νομισματική πολιτική τον Μάρτιο και στη συνέχεια θα αξιολογήσει την πορεία που θα ακολουθήσει η νομισματική του πολιτική.
Η διατήρηση των επιτοκίων σε περιοριστικά επίπεδα θα μειώσει με την πάροδο του χρόνου τον πληθωρισμό, περιορίζοντας τη ζήτηση, και θα αποτρέψει επίσης τον κίνδυνο επίμονης μετατόπισης προς τα πάνω των προσδοκιών για τον πληθωρισμό. Σε κάθε περίπτωση, οι μελλοντικές αποφάσεις του Διοικητικού Συμβουλίου για τα επιτόκια πολιτικής θα εξακολουθούν να εξαρτώνται από τα στοιχεία και να ακολουθούν μια προσέγγιση σύμφωνα με την οποία οι αποφάσεις θα λαμβάνονται από συνεδρίαση σε συνεδρίαση.
Το Διοικητικό Συμβούλιο αποφάσισε επίσης σήμερα τις λεπτομερείς ρυθμίσεις για τη μείωση των τίτλων που διακρατεί το Ευρωσύστημα, στο πλαίσιο του προγράμματος αγοράς στοιχείων ενεργητικού (asset purchase programme – APP). Όπως ανακοινώθηκε τον Δεκέμβριο, το χαρτοφυλάκιο APP θα μειώνεται με ρυθμό 15 δισ. ευρώ μηνιαίως κατά μέσο όρο από τις αρχές Μαρτίου μέχρι το τέλος του Ιουνίου 2023 και στη συνέχεια ο ρυθμός αυτής της μείωσης θα καθορίζεται με την πάροδο του χρόνου.
Οι μερικές επανεπενδύσεις θα διενεργούνται γενικότερα σύμφωνα με την τρέχουσα πρακτική. Συγκεκριμένα, οι εναπομείνασες επανεπενδύσεις θα κατανέμονται κατ’ αναλογίαν προς το μερίδιο εξόφλησης τίτλων μεταξύ των συστατικών προγραμμάτων του APP και, στο πλαίσιο του προγράμματος αγοράς τίτλων του δημόσιου τομέα (public sector purchase programme – PSPP), κατ’ αναλογίαν προς το μερίδιο εξόφλησης τίτλων κάθε χώρας και μεταξύ των κρατών-εκδοτών και των υπερεθνικών εκδοτών.
Σε ό,τι αφορά τις αγορές εταιρικών ομολόγων που διενεργεί το Ευρωσύστημα, οι εναπομείνασες επανεπενδύσεις θα στρέφονται περισσότερο προς εκδότες που έχουν καλύτερες κλιματικές επιδόσεις. Με την επιφύλαξη του στόχου της ΕΚΤ για τη σταθερότητα των τιμών, αυτή η προσέγγιση θα στηρίξει τη σταδιακή απεξάρτηση των εταιρικών ομολόγων που διακρατεί το Ευρωσύστημα από τον άνθρακα, σύμφωνα με τους στόχους της συμφωνίας του Παρισιού.
Οι λεπτομερείς ρυθμίσεις για τη μείωση των τίτλων που διακρατούνται στο πλαίσιο του APP παρουσιάζονται σε ξεχωριστό δελτίο Τύπου, που θα δημοσιευθεί στις 15:45 ώρα κεντρικής Ευρώπης.
Βασικά επιτόκια της ΕΚΤ
Το Διοικητικό Συμβούλιο αποφάσισε να αυξήσει τα τρία βασικά επιτόκια της ΕΚΤ κατά 50 μονάδες βάσης. Κατά συνέπεια, το επιτόκιο των πράξεων κύριας αναχρηματοδότησης, καθώς και τα επιτόκια της διευκόλυνσης οριακής χρηματοδότησης και της διευκόλυνσης αποδοχής καταθέσεων, θα αυξηθούν σε 3,00%, 3,25% και 2,50% αντιστοίχως, με ισχύ από τις 8 Φεβρουαρίου 2023.
Πρόγραμμα αγοράς στοιχείων ενεργητικού (APP) και έκτακτο πρόγραμμα αγοράς στοιχείων ενεργητικού λόγω πανδημίας (PEPP)
Το Διοικητικό Συμβούλιο σκοπεύει να συνεχίσει να επανεπενδύει πλήρως τα ποσά κεφαλαίου από την εξόφληση τίτλων που αποκτήθηκαν στο πλαίσιο του προγράμματος APP κατά τη λήξη τους μέχρι το τέλος του Φεβρουαρίου 2023. Στη συνέχεια, το χαρτοφυλάκιο APP θα μειωθεί με μετρημένο και προβλέψιμο ρυθμό, καθώς το Ευρωσύστημα δεν θα επανεπενδύει όλα τα ποσά από την εξόφληση τίτλων κατά τη λήξη τους. Η μείωση θα διαμορφωθεί σε 15 δισ. ευρώ μηνιαίως κατά μέσο όρο μέχρι το τέλος του Ιουνίου 2023 και στη συνέχεια ο ρυθμός της θα καθορίζεται με την πάροδο του χρόνου.Σε ό,τι αφορά το πρόγραμμα PEPP, το Διοικητικό Συμβούλιο σκοπεύει να επανεπενδύει τα ποσά κεφαλαίου από την εξόφληση τίτλων που αποκτήθηκαν στο πλαίσιο του προγράμματος κατά τη λήξη τους τουλάχιστον μέχρι το τέλος του 2024. Σε κάθε περίπτωση, η μελλοντική σταδιακή μείωση (roll-off) του χαρτοφυλακίου PEPP θα ρυθμιστεί κατά τρόπο ώστε να αποφευχθούν παρεμβολές στην ενδεδειγμένη κατεύθυνση της νομισματικής πολιτικής.
Το Διοικητικό Συμβούλιο θα συνεχίσει να εφαρμόζει ευελιξία στις επανεπενδύσεις ποσών από την εξόφληση τίτλων του χαρτοφυλακίου PEPP, καθώς φθάνουν στη λήξη τους, με σκοπό να αντιμετωπιστούν οι κίνδυνοι για τον μηχανισμό μετάδοσης της νομισματικής πολιτικής που σχετίζονται με την πανδημία.
Πράξεις αναχρηματοδότησης
Καθώς οι τράπεζες θα αποπληρώνουν τα ποσά που δανείστηκαν στο πλαίσιο των στοχευμένων πράξεων πιο μακροπρόθεσμης αναχρηματοδότησης, το Διοικητικό Συμβούλιο θα αξιολογεί τακτικά το πώς οι στοχευμένες πράξεις χρηματοδότησης συνεισφέρουν στην κατεύθυνση της νομισματικής πολιτικής του.Το Διοικητικό Συμβούλιο είναι έτοιμο να προσαρμόσει όλα τα μέσα που έχει στη διάθεσή του εντός των ορίων της εντολής που του έχει ανατεθεί, προκειμένου να διασφαλίσει ότι ο πληθωρισμός θα επανέλθει στον στόχο του 2% μεσοπρόθεσμα. Το μέσο για την προστασία της μετάδοσης (Transmission Protection Instrument –TPI) είναι διαθέσιμο για να αντισταθμιστούν ανεπιθύμητες, άτακτες εξελίξεις στην αγορά, που θέτουν σοβαρή απειλή για τη μετάδοση της νομισματικής πολιτικής σε όλες τις χώρες της ζώνης του ευρώ, επιτρέποντας έτσι στο Διοικητικό Συμβούλιο να εκπληρώσει πιο αποτελεσματικά την αποστολή του για τη σταθερότητα των τιμών.
Η Πρόεδρος της ΕΚΤ θα αναλύσει τις σκέψεις που οδήγησαν στη λήψη αυτών των αποφάσεων στη διάρκεια συνέντευξης Τύπου που θα πραγματοποιηθεί σήμερα στις 14:45 (ώρα κεντρικής Ευρώπης).