«Εμμονικοί» οι Ευρωπαίοι τεχνοκράτες: Οι «ντιρεκτίβες» Βρυξελλών και Φρανκφούρτης για τις οριζόντιες ενισχύσεις, τα πλεονάσματα και το ύψος του χρέους με ορίζοντα το 2027
Το «μέτωπο των Βορείων» και οι διαβουλεύσεις σε Κομισιόν - ΕΚΤ
Ανάμεσα στην ανάγκη να στηρίξει νοικοκυριά - επιχειρήσεις με το μέρισμα ανάπτυξης και να ξεφύγει από τις... τρικλοποδιές των Ευρωπαίων είναι υποχρεωμένη να κινηθεί η κυβέρνηση. Αν διαβάσει, μάλιστα, κανείς πίσω από τις γραμμές των ανακοινώσεων του Eurogroup και «τεντώσει τα αυτιά» προς την... παρέα του Βερολίνου, θα αντιληφθεί ότι στρώνεται μεθοδικά (και) για την Ελλάδα ένα... ναρκοπέδιο, που δεν θα δυσκολέψει απλώς τις κινήσεις των επόμενων μηνών, αλλά και τον σχεδιασμό της επόμενης τετραετίας.
«Συμμαζευτείτε» είναι η οδηγία-τελεσίγραφο προς τις κυβερνήσεις, με άλλοθι την υποχώρηση των τιμών στην ενέργεια, παρότι μια απλή ματιά στο ταμπλό δείχνει ότι το φυσικό αέριο πωλείται και αγοράζεται περίπου 200% ακριβότερα από τα προ κρίσης επίπεδα. Η πραγματική αιτία δεν είναι άλλη από τη μάχη που μαίνεται στο παρασκήνιο μεταξύ των «σκληρών» του Βορρά, που απορρίπτουν κατηγορηματικά ως «χαλαρό» το σχέδιο της Κομισιόν για την επόμενη ημέρα του Συμφώνου Σταθερότητας και απαιτούν αυστηρούς και οριζόντιους κανόνες, ειδικά για τις υπερχρεωμένες χώρες.
Τι ζητά το Eurogroup από τις κυβερνήσεις, με χρονικό «παράθυρο» έως το καλοκαίρι; Την άρση όλων των οριζόντιων μέτρων στήριξης και την αντικατάστασή τους από παρεμβάσεις που θα στοχεύουν αποκλειστικά και μόνο στους ευάλωτους. Με αυτό το δεδομένο, μέτρα όπως η οριζόντια μείωση του ΦΠΑ σε είδη ευρείας κατανάλωσης, η οποία εφαρμόζεται, π.χ., στην Ισπανία, μπαίνουν στο στόχαστρο, αλλά επί της ουσίας δεν αγγίζουν την Ελλάδα. Το ενδεχόμενο πρόβλημα για την ελληνική κυβέρνηση είναι η πίεση για δραστικές αλλαγές στον Μηχανισμό Επιδότησης των λογαριασμών του ρεύματος. Αρμόδιες ελληνικές πηγές υποστηρίζουν ότι η επιδότηση του ελληνικού Μηχανισμού δεν είναι οριζόντια, καθώς μετά τις 500 κιλοβατώρες η κρατική στήριξη αποκλιμακώνεται. Ο αντίλογος από το ευρωπαϊκό στρατόπεδο είναι ότι η επιδότηση -για όλες τις ευρωπαϊκές χώρες- θα πρέπει εφεξής να έχει κοινωνικά χαρακτηριστικά. Αυτό σημαίνει πως ο πήχης της επιδοτούμενης κατανάλωσης θα πρέπει να χαμηλώσει (π.χ. στις 300-400 κιλοβατώρες στα καθ’ ημάς) και από εκεί και πάνω οι χρεώσεις να υπολογίζονται με τις εμπορικές τιμές. Η ανταπάντηση από την ελληνική πλευρά είναι ότι η κιλοβατώρα θα συγκρατηθεί στα 17 λεπτά για όσο χρειαστεί και κάπως έτσι καταγράφεται το πρώτο σημείο τριβής.
«Συμμαζευτείτε» είναι η οδηγία-τελεσίγραφο προς τις κυβερνήσεις, με άλλοθι την υποχώρηση των τιμών στην ενέργεια, παρότι μια απλή ματιά στο ταμπλό δείχνει ότι το φυσικό αέριο πωλείται και αγοράζεται περίπου 200% ακριβότερα
Εν αναμονή της νέας αξιολόγησης -όπως φαίνεται λίγο πριν στηθούν οι κάλπες τον Απρίλιο- οι Ευρωπαίοι έχουν κάνει, επίσης, σαφές ότι δεν είναι αποδεκτά νέα μέτρα στήριξης που δεν θα είναι απολύτως στοχευμένα. Οι «νάρκες» αυτές είναι ήδη εμφανείς: Μπήκε «φρένο» στα σενάρια για οριζόντιες ρυθμίσεις οφειλών και αντ’ αυτών έχουμε αναβίωση παλαιότερων και διευκολύνσεις μόνο για νέα χρέη συνεπών φορολογουμένων.
Μπήκε απαγορευτικό στις επιδοτήσεις δανείων, αφού πέρα από τις επιβαρύνσεις των τραπεζικών ισολογισμών θα απαιτούνταν τουλάχιστον 1,5 δισ. ευρώ από τον κρατικό προϋπολογισμό.
Το σενάριο για παράταση του «Market Pass» μετά τον Ιούνιο «σκοντάφτει» ούτως ή άλλως στο υψηλό κόστος (περίπου 100 εκατ. ευρώ ανά μήνα), άρα θα εξεταστεί μόνο για ευάλωτα νοικοκυριά, ενώ ο μειωμένος ΦΠΑ 13% στην εστίαση και τον τουρισμό βαίνει προς την τελευταία παράταση ως το τέλος του χρόνου.
«Ομηρία» σε υψηλά πλεονάσματα
Η μεγαλύτερη πηγή ανησυχίας για το οικονομικό επιτελείο είναι η ενδεχόμενη «ομηρία» σε υψηλά πλεονάσματα για την επόμενη δεκαετία, η δε ανησυχία δεν είναι ανεδαφική, αν ανατρέξει κανείς στην τελευταία ανάλυση «Βιωσιμότητας του χρέους» από την Κομισιόν, η οποία ήδη έχει ανοίξει την... όρεξη στους «σκληρούς». Θεωρώντας δεδομένο ότι ο κανόνας του χρέους (60% του ΑΕΠ) θα μείνει στη θέση του, οι Ευρωπαίοι τεχνοκράτες έχουν στείλει μήνυμα ότι στο βασικό σενάριο η Ελλάδα θα πρέπει να πατήσει «γκάζι» μετά το 2024 και να πετύχει πλεόνασμα 2,5% το 2025, 2,8% το 2026 και 3% το 2027, έτσι ώστε το χρέος να πέσει στο 125% του ΑΕΠ το 2033, όταν και το πλεόνασμα θα πρέπει να είναι 3,2%, ενώ δεν είναι μυστικό ότι η Αθήνα επιδιώκει πλεόνασμα 2%-2,2% κατά μέσο όρο στη διάρκεια της επόμενης δεκαετίας.Το τι σημαίνει αυτό πρακτικά για τον σχεδιασμό των ελαφρύνσεων της επόμενης τετραετίας δεν χρειάζεται να είναι κανείς οικονομολόγος για να το καταλάβει. Η περαιτέρω μείωση των ασφαλιστικών εισφορών, η κατάργηση του τέλους επιτηδεύματος, η μείωση του ΦΠΑ κατά 2 μονάδες και η αναμόρφωση της φορολογικής κλίμακας θα απαιτήσουν δημοσιονομικό χώρο τουλάχιστον 3-4 δισ. ευρώ σωρευτικά και με τέτοιους δημοσιονομικούς στόχους θα απαιτηθούν ρυθμοί ανάπτυξης άνω του 3% ετησίως...
*Δημοσιεύθηκε στο ένθετο ''MoneyPro'' της εφημερίδας «Παραπολιτικά» στις 18/2