Οι Βόρειοι πιέζουν για πλεόνασμα 2,2% το 2024 - Ανατροπές στον σχεδιασμό για το Πρόγραμμα Σταθερότητας
Ειδικές οδηγίες από το Ecofin για αυστηρούς δημοσιονομικούς κανόνες
Οι γνωστές εμμονές των Γερμανών και των λοιπών Βορείων τίναξαν στον αέρα τον προγραμματισμό της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για έναν «καθαρό» οδικό χάρτη όσον αφορά τις δημοσιονομικές υποχρεώσεις των κυβερνήσεων. Και κάπως έτσι ο σχεδιασμός και της Αθήνας για το 2024 αποκτά χαρακτηριστικά πρόκλησης, και μάλιστα διπλής, αν αναλογιστεί κανείς ότι το υπουργείο Οικονομικών θα πρέπει να «φιλτράρει» τα όσα θα γίνουν πίσω από τις «κλειστές πόρτες» στις Βρυξέλλες και να υποβάλει Πρόγραμμα Σταθερότητας με φόντο την «καυτή» προεκλογική σκακιέρα.
Οι πληροφορίες αναφέρουν ότι τη Δευτέρα και την Τρίτη, στο Eurogroup και το Ecofin, θα δοθούν οι πρώτες «μάχες» Βορείων - Νοτίων. Το μόνο σίγουρο είναι ότι ο αρχικός σχεδιασμός της Κομισιόν, να επικαιροποιηθεί εγκαίρως το Σύμφωνο Σταθερότητας, έχει πάει... περίπατο κι έτσι πάμε σε λύση «μπάλωμα». Με δεδομένο, λοιπόν, ότι φέτος είναι η τελευταία χρονιά που ισχύει η «ρήτρα διαφυγής» από τους κανόνες για τα πλεονάσματα, το Συμβούλιο των υπουργών Οικονομικών και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή θα πρέπει να συμφωνήσουν στις κατευθύνσεις δημοσιονομικής πολιτικής για το 2024. Δηλαδή, με απλά λόγια, πόσο γρήγορα θα πρέπει να συμμαζευτούν οι κυβερνήσεις, ποια μέτρα μπορούν να εφαρμόσουν και ποια πρέπει να καταργήσουν από αυτά που ενεργοποιήθηκαν για την αντιμετώπιση της ενεργειακής κρίσης.
Στην Αθήνα δεν αιφνιδιάστηκαν από τα «μπρος - πίσω» των Ευρωπαίων. Αρμόδιες πηγές αναφέρουν ότι έχουν ξεκινήσει προ πολλού οι προπαρασκευαστικές διαδικασίες για την υποβολή του Προγράμματος Σταθερότητας έως τις 30 Απριλίου, ανεξαρτήτως του χρονοδιαγράμματος των εκλογών, καθώς πρόκειται για υποχρέωση που απορρέει από το ευρωπαϊκό εξάμηνο. Στο πρόγραμμα που θα στείλει στις Βρυξέλλες η σημερινή ηγεσία του υπουργείου Οικονομικών θα ενσωματωθούν οι κατευθύνσεις πολιτικής από τις Βρυξέλλες, ωστόσο ήδη έχει αποφασιστεί ότι θα κινηθούμε συντηρητικά στις προβλέψεις μας, έτσι ώστε η αξιολόγηση του προγράμματος τον Μάιο να μην αντιμετωπίσει ενστάσεις.
Η τακτική
Κατ’ αρχάς, το φετινό ΑΕΠ έχει αναπτύξει δυναμική να «πιάσει» τουλάχιστον 2%, αφού, πέρα από τις διαφαινόμενες θετικές εξελίξεις στο πεδίο της ενέργειας και του τουρισμού, τα ποιοτικά στοιχεία της περσινής χρονιάς -επιτάχυνση των επενδύσεων και των εξαγωγών εν μέσω κρίσης φανερώνουν θετικό «carry over» στο 2023. Στο υπουργείο Οικονομικών θα ακολουθήσουν, ωστόσο, την τακτική του «βλέποντας και κάνοντας», ήτοι θα υιοθετήσουν το συντηρητικό σενάριο των Βρυξελλών για ανάπτυξη 1,2% φέτος και 2,2% του χρόνου, έως ότου τα στοιχεία αποδείξουν -όπως έγινε και πέρυσι- ότι η δυναμική είναι μεγαλύτερη.
Το στοίχημα των πρωτογενών πλεονασμάτων είναι σαφώς πιο σύνθετο, καθώς συνδέεται και με την ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας. Για φέτος το υπουργείο Οικονομικών θα επιμείνει στη μάλλον συντηρητική πρόβλεψη για πλεόνασμα 0,7%, παρά το ότι ακόμα και το «ξινό» ΔΝΤ «βλέπει» δυναμική έως και 0,9%. Για το 2024 ο πήχης θα τεθεί σίγουρα πιο ψηλά -τουλάχιστον στο 2,2%- ωστόσο πολλά θα κριθούν τόσο από τις κατευθύνσεις του Μαΐου όσο και από τις ζυμώσεις για την αναθεώρηση του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Ενέργειας.
Οπως εξηγούν οι ίδιες πηγές, η υποχώρηση του ενεργειακού κόστους σε διαχειρίσιμα επίπεδα δεν πρέπει να δημιουργεί την ψευδαίσθηση ότι θα επιστρέψουμε στα προ πανδημίας επίπεδα για τα επόμενα 3-5 χρόνια. Αν και είναι δεδομένη η πρόθεση στήριξης των πιο ευάλωτων νοικοκυριών σε αυτήν την κρίσιμη περίοδο, είναι προφανές ότι δεν μπορούν να αφεθούν στην τύχη τους τα μικρομεσαία εισοδηματικά στρώματα, αφού υπάρχει απτός κίνδυνος διεύρυνσης των κοινωνικών ανισοτήτων και φτωχοποίησης μιας μεγάλης μάζας νοικοκυριών. Υπό αυτήν την έννοια, η «μάχη» για το νέο Σύμφωνο Σταθερότητας και τους δημοσιονομικούς κανόνες θα δίνεται παράλληλα με τη «μάχη» για την αλλαγή του ισχύοντος μοντέλου, που ουσιαστικά συνδέει την τιμή του φυσικού αερίου με την τιμή του ρεύματος.
Τα στρατόπεδα
Ολως τυχαίως, και στις δύο «μάχες» τα αντίπαλα στρατόπεδα είναι ίδια. Γερμανία, Αυστρία, Ολλανδία, Δανία και Σουηδία εκφράζουν επιφυλάξεις ή και αντιρρήσεις για τη σκοπιμότητα αλλαγής του Ευρωπαϊκού Μοντέλου, όπως άλλωστε «μπλόκαραν» συστηματικά επί μήνες τις προτάσεις για «κόφτη» στην τιμή του φυσικού αερίου και για πλατφόρμα κοινής προμήθειας φυσικού αερίου. Οι ίδιοι «μπλοκάρουν» και την πρόταση της Κομισιόν για διμερή συμβόλαια με τα κράτη-μέλη, και δη τα υπερχρεωμένα, αναφορικά με την «ταχύτητα» μείωσης του χρέους τους, άρα και την ανάγκη επίτευξης πρωτογενών πλεονασμάτων μεσομακροπρόθεσμα, επιχειρώντας να διατηρήσουν εν ζωή τους ξεπερασμένους, οριζόντιους κανόνες, οι οποίοι, αν εφαρμοστούν ως έχουν, απειλούν με «ασφυξία» όχι μόνο την Ελλάδα, αλλά και την Ιταλία.
Το «παζάρι», λοιπόν, θα γίνει σε δύο «μέτωπα» και η Αθήνα έχει κάθε λόγο να επιθυμεί να κριθούν όλα στο δεύτερο εξάμηνο του έτους, όταν η προεδρία της Ένωσης θα περάσει από τα σουηδικά στα ισπανικά χέρια...
Δημοσιεύτηκε στο MoneyPro των ΠΑΡΑΠΟΛΙΤΙΚΩΝ στις 13/3
Οι πληροφορίες αναφέρουν ότι τη Δευτέρα και την Τρίτη, στο Eurogroup και το Ecofin, θα δοθούν οι πρώτες «μάχες» Βορείων - Νοτίων. Το μόνο σίγουρο είναι ότι ο αρχικός σχεδιασμός της Κομισιόν, να επικαιροποιηθεί εγκαίρως το Σύμφωνο Σταθερότητας, έχει πάει... περίπατο κι έτσι πάμε σε λύση «μπάλωμα». Με δεδομένο, λοιπόν, ότι φέτος είναι η τελευταία χρονιά που ισχύει η «ρήτρα διαφυγής» από τους κανόνες για τα πλεονάσματα, το Συμβούλιο των υπουργών Οικονομικών και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή θα πρέπει να συμφωνήσουν στις κατευθύνσεις δημοσιονομικής πολιτικής για το 2024. Δηλαδή, με απλά λόγια, πόσο γρήγορα θα πρέπει να συμμαζευτούν οι κυβερνήσεις, ποια μέτρα μπορούν να εφαρμόσουν και ποια πρέπει να καταργήσουν από αυτά που ενεργοποιήθηκαν για την αντιμετώπιση της ενεργειακής κρίσης.
Στην Αθήνα δεν αιφνιδιάστηκαν από τα «μπρος - πίσω» των Ευρωπαίων. Αρμόδιες πηγές αναφέρουν ότι έχουν ξεκινήσει προ πολλού οι προπαρασκευαστικές διαδικασίες για την υποβολή του Προγράμματος Σταθερότητας έως τις 30 Απριλίου, ανεξαρτήτως του χρονοδιαγράμματος των εκλογών, καθώς πρόκειται για υποχρέωση που απορρέει από το ευρωπαϊκό εξάμηνο. Στο πρόγραμμα που θα στείλει στις Βρυξέλλες η σημερινή ηγεσία του υπουργείου Οικονομικών θα ενσωματωθούν οι κατευθύνσεις πολιτικής από τις Βρυξέλλες, ωστόσο ήδη έχει αποφασιστεί ότι θα κινηθούμε συντηρητικά στις προβλέψεις μας, έτσι ώστε η αξιολόγηση του προγράμματος τον Μάιο να μην αντιμετωπίσει ενστάσεις.
Η τακτική
Κατ’ αρχάς, το φετινό ΑΕΠ έχει αναπτύξει δυναμική να «πιάσει» τουλάχιστον 2%, αφού, πέρα από τις διαφαινόμενες θετικές εξελίξεις στο πεδίο της ενέργειας και του τουρισμού, τα ποιοτικά στοιχεία της περσινής χρονιάς -επιτάχυνση των επενδύσεων και των εξαγωγών εν μέσω κρίσης φανερώνουν θετικό «carry over» στο 2023. Στο υπουργείο Οικονομικών θα ακολουθήσουν, ωστόσο, την τακτική του «βλέποντας και κάνοντας», ήτοι θα υιοθετήσουν το συντηρητικό σενάριο των Βρυξελλών για ανάπτυξη 1,2% φέτος και 2,2% του χρόνου, έως ότου τα στοιχεία αποδείξουν -όπως έγινε και πέρυσι- ότι η δυναμική είναι μεγαλύτερη. Το στοίχημα των πρωτογενών πλεονασμάτων είναι σαφώς πιο σύνθετο, καθώς συνδέεται και με την ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας. Για φέτος το υπουργείο Οικονομικών θα επιμείνει στη μάλλον συντηρητική πρόβλεψη για πλεόνασμα 0,7%, παρά το ότι ακόμα και το «ξινό» ΔΝΤ «βλέπει» δυναμική έως και 0,9%. Για το 2024 ο πήχης θα τεθεί σίγουρα πιο ψηλά -τουλάχιστον στο 2,2%- ωστόσο πολλά θα κριθούν τόσο από τις κατευθύνσεις του Μαΐου όσο και από τις ζυμώσεις για την αναθεώρηση του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Ενέργειας.
Οπως εξηγούν οι ίδιες πηγές, η υποχώρηση του ενεργειακού κόστους σε διαχειρίσιμα επίπεδα δεν πρέπει να δημιουργεί την ψευδαίσθηση ότι θα επιστρέψουμε στα προ πανδημίας επίπεδα για τα επόμενα 3-5 χρόνια. Αν και είναι δεδομένη η πρόθεση στήριξης των πιο ευάλωτων νοικοκυριών σε αυτήν την κρίσιμη περίοδο, είναι προφανές ότι δεν μπορούν να αφεθούν στην τύχη τους τα μικρομεσαία εισοδηματικά στρώματα, αφού υπάρχει απτός κίνδυνος διεύρυνσης των κοινωνικών ανισοτήτων και φτωχοποίησης μιας μεγάλης μάζας νοικοκυριών. Υπό αυτήν την έννοια, η «μάχη» για το νέο Σύμφωνο Σταθερότητας και τους δημοσιονομικούς κανόνες θα δίνεται παράλληλα με τη «μάχη» για την αλλαγή του ισχύοντος μοντέλου, που ουσιαστικά συνδέει την τιμή του φυσικού αερίου με την τιμή του ρεύματος.
Τα στρατόπεδα
Ολως τυχαίως, και στις δύο «μάχες» τα αντίπαλα στρατόπεδα είναι ίδια. Γερμανία, Αυστρία, Ολλανδία, Δανία και Σουηδία εκφράζουν επιφυλάξεις ή και αντιρρήσεις για τη σκοπιμότητα αλλαγής του Ευρωπαϊκού Μοντέλου, όπως άλλωστε «μπλόκαραν» συστηματικά επί μήνες τις προτάσεις για «κόφτη» στην τιμή του φυσικού αερίου και για πλατφόρμα κοινής προμήθειας φυσικού αερίου. Οι ίδιοι «μπλοκάρουν» και την πρόταση της Κομισιόν για διμερή συμβόλαια με τα κράτη-μέλη, και δη τα υπερχρεωμένα, αναφορικά με την «ταχύτητα» μείωσης του χρέους τους, άρα και την ανάγκη επίτευξης πρωτογενών πλεονασμάτων μεσομακροπρόθεσμα, επιχειρώντας να διατηρήσουν εν ζωή τους ξεπερασμένους, οριζόντιους κανόνες, οι οποίοι, αν εφαρμοστούν ως έχουν, απειλούν με «ασφυξία» όχι μόνο την Ελλάδα, αλλά και την Ιταλία. Το «παζάρι», λοιπόν, θα γίνει σε δύο «μέτωπα» και η Αθήνα έχει κάθε λόγο να επιθυμεί να κριθούν όλα στο δεύτερο εξάμηνο του έτους, όταν η προεδρία της Ένωσης θα περάσει από τα σουηδικά στα ισπανικά χέρια...
Δημοσιεύτηκε στο MoneyPro των ΠΑΡΑΠΟΛΙΤΙΚΩΝ στις 13/3