Απογειώθηκαν το α’ τρίµηνο οι τράπεζες: Αύξηση εσόδων και κερδών φέρνει η άνοδος των επιτοκίων - Θωρακίζονται τα συστηµικά ιδρύµατα της χώρας
Οι αυξήσεις επιτοκίων από την ΕΚΤ θα έχουν ως αποτέλεσµα ένα πολύ καλό πρώτο τρίµηνο για τις ελληνικές τράπεζες
Τη «σφραγίδα» της ανόδου των επιτοκίων θα φέρουν τα αποτελέσµατα α’ τριµήνου 2023 των τεσσάρων συστηµικών τραπεζών που ανακοινώνονται µέσα στον Μάιο (η Τράπεζα Πειραιώς ανακοίνωσε αποτελέσµατα χθες, 5 Μαΐου, τη ∆ευτέρα 8/5 αναµένονται οι ανακοινώσεις από Alpha Bank και Εθνική Τράπεζα και στις 17 του µηνός ανακοινώνει η Eurobank). Οι αυξήσεις επιτοκίων από την ΕΚΤ θα έχουν ως αποτέλεσµα ένα πολύ καλό πρώτο τρίµηνο για τις ελληνικές τράπεζες -το οποίο έρχεται έπειτα από ένα θεαµατικό δ’ τρίµηνο του 2022-, µε αύξηση εσόδων και κερδών, που, συνδυαστικά µε την υψηλή ρευστότητα και την επάρκεια κεφαλαίων, τις θωρακίζει απέναντι στις αναταράξεις που προκαλεί στις αγορές η τραπεζική κρίση στις ΗΠΑ. Η τάση του α’ τριµήνου εκτιµάται ότι θα συνεχιστεί και στο τρίµηνο που διανύουµε, µε το β’ εξάµηνο του έτους να παραµένει ακόµη «αχαρτογράφητο», καθώς µεσολαβούν και οι εθνικές εκλογές.
Οπως αναφέρουν στο «ΜΡ» αναλυτές της αγοράς, η αύξηση των επιτοκίων από την ΕΚΤ αναµένεται να αποφέρει στις τράπεζες αύξηση των καθαρών επιτοκιακών εσόδων σε µονοψήφιο ποσοστό από το δ’ τρίµηνο του 2022. Σε ετήσια βάση, όµως, συγκριτικά µε το α’ τρίµηνο του 2022, η αύξηση των καθαρών επιτοκιακών εσόδων αναµένεται ιλιγγιώδης, καθώς υπολογίζεται ότι µπορεί να υπερβεί και το 40% σε µέσο όρο.
Το ερώτηµα που θα απασχολήσει τους αναλυτές και τους επενδυτές κατά τις επαφές τους µε τις διοικήσεις των τραπεζών µετά τις ανακοινώσεις των αποτελεσµάτων α’ τριµήνου θα έχει να κάνει, ωστόσο, µε την άλλη πλευρά, δηλαδή µε το κόστος, της ανόδου των επιτοκίων. Αφενός σε επίπεδο καταθέσεων, καθώς οι τράπεζες περνούν πλέον στους καταθέτες µεγαλύτερο ποσοστό της ανόδου των επιτοκίων της ΕΚΤ, πληρώνοντας ακριβότερα τις προθεσµιακές καταθέσεις. Αφετέρου, µε την επίπτωση της αύξησης των επιτοκίων στην ποιότητα του ενεργητικού. Στο σκέλος αυτό, οι τραπεζίτες θα αναφέρουν ότι µέχρι στιγµής δεν παρατηρείται ουσιώδης επιδείνωση στα δανειακά χαρτοφυλάκια, µε τα νέα «κόκκινα» δάνεια να παρουσιάζουν αµελητέα αύξηση. Το δεδοµένο αυτό αναµένεται και για το τρέχον τρίµηνο, αλλά όχι και για το β’ εξάµηνο. Ως εκ τούτου, οι τράπεζες θα ανακοινώσουν τη διατήρηση συντηρητικών (υψηλών) προβλέψεων έναντι του σχηµατισµού νέων επισφαλειών. Αυτό σηµαίνει ότι οι προβλέψεις θα παραµείνουν υψηλότερες σε σχέση µε τις πραγµατικές ανάγκες κάλυψης επισφαλειών, αν και αναµένεται να υποχωρήσουν σε υψηλό µονοψήφιο ποσοστό σε τριµηνιαία βάση.
Οι αυξήσεις των επιτοκίων της ΕΚΤ αναµένεται να έχουν θετική επίδραση επίσης στα χρηµατοοικονοµικά έσοδα του α’ τριµήνου, όπως και στα έσοδα από τα χαρτοφυλάκια οµολόγων. Και στις δύο περιπτώσεις, πάντως, τα έσοδα αναµένονται χαµηλότερα από αυτά του περασµένου έτους. Η ίδια τάση αναµένεται και στα έσοδα από προµήθειες, τα οποία, αν και υψηλά, θα επιβραδυνθούν, ως αποτέλεσµα της χαµηλότερης πιστωτικής επέκτασης το α’ τρίµηνο του 2023. Μάλιστα, οι εκτιµήσεις των αναλυτών κάνουν λόγο για αρνητική πιστωτική επέκταση το α’ τρίµηνο, καθώς οι νέες χορηγήσεις των τραπεζών θα υπολείπονται των αποπληρωµών υφιστάµενων δανείων.
Στα πολύ θετικά του α’ τριµήνου 2023 θα είναι και η κεφαλαιακή επάρκεια των τραπεζών (ο δείκτης βασικών εποπτικών κεφαλαίων CET 1 κινείται στο 14,9%), η οποία ενισχύεται όσο αυξάνεται η κερδοφορία τους. Οι εκτιµήσεις για τα κέρδη που θα παρουσιάσουν οι τράπεζες το φετινό α’ τρίµηνο κάνουν λόγο για διψήφιο ποσοστό αύξησης σε ετήσια βάση.
*Δημοσιεύθηκε στο ένθετο ‘’MoneyPro’’ της εφημερίδας «Παραπολιτικά» στις 6/5/23
Οπως αναφέρουν στο «ΜΡ» αναλυτές της αγοράς, η αύξηση των επιτοκίων από την ΕΚΤ αναµένεται να αποφέρει στις τράπεζες αύξηση των καθαρών επιτοκιακών εσόδων σε µονοψήφιο ποσοστό από το δ’ τρίµηνο του 2022. Σε ετήσια βάση, όµως, συγκριτικά µε το α’ τρίµηνο του 2022, η αύξηση των καθαρών επιτοκιακών εσόδων αναµένεται ιλιγγιώδης, καθώς υπολογίζεται ότι µπορεί να υπερβεί και το 40% σε µέσο όρο.
Το ερώτηµα που θα απασχολήσει τους αναλυτές και τους επενδυτές κατά τις επαφές τους µε τις διοικήσεις των τραπεζών µετά τις ανακοινώσεις των αποτελεσµάτων α’ τριµήνου θα έχει να κάνει, ωστόσο, µε την άλλη πλευρά, δηλαδή µε το κόστος, της ανόδου των επιτοκίων. Αφενός σε επίπεδο καταθέσεων, καθώς οι τράπεζες περνούν πλέον στους καταθέτες µεγαλύτερο ποσοστό της ανόδου των επιτοκίων της ΕΚΤ, πληρώνοντας ακριβότερα τις προθεσµιακές καταθέσεις. Αφετέρου, µε την επίπτωση της αύξησης των επιτοκίων στην ποιότητα του ενεργητικού. Στο σκέλος αυτό, οι τραπεζίτες θα αναφέρουν ότι µέχρι στιγµής δεν παρατηρείται ουσιώδης επιδείνωση στα δανειακά χαρτοφυλάκια, µε τα νέα «κόκκινα» δάνεια να παρουσιάζουν αµελητέα αύξηση. Το δεδοµένο αυτό αναµένεται και για το τρέχον τρίµηνο, αλλά όχι και για το β’ εξάµηνο. Ως εκ τούτου, οι τράπεζες θα ανακοινώσουν τη διατήρηση συντηρητικών (υψηλών) προβλέψεων έναντι του σχηµατισµού νέων επισφαλειών. Αυτό σηµαίνει ότι οι προβλέψεις θα παραµείνουν υψηλότερες σε σχέση µε τις πραγµατικές ανάγκες κάλυψης επισφαλειών, αν και αναµένεται να υποχωρήσουν σε υψηλό µονοψήφιο ποσοστό σε τριµηνιαία βάση.
Πτωτική τάση
Η γενικότερη τάση των µη εξυπηρετούµενων ανοιγµάτων θα παραµείνει πτωτική, µε περαιτέρω µείωση του δείκτη ΝΡΕ το φετινό α’ τρίµηνο. Σηµειώνεται ότι ο δείκτης ρευστότητας (LCR) των ελληνικών τραπεζών κινείται στο 200%, όντας από τους υψηλότερους στην Ε.Ε. Οπως αναφέρεται χαρακτηριστικά στο «ΜΡ», οι καταθέσεις του ιδιωτικού τοµέα έχουν αυξηθεί στα 186 δισ. ευρώ, αντιστοιχώντας στο 97% του ελληνικού ΑΕΠ το 2022, πράγµα που δεν συναντάται σε καµία άλλη χώρα της Ε.Ε. Στο πλαίσιο αυτό, ο δείκτης δανείων προς καταθέσεις παίρνει επίσης «χρυσό µετάλλιο», καθώς διαµορφώνεται στο 61,5%.40% και πλέον αναµένεται η αύξηση, κατά µέσο όρο, των καθαρών επιτοκιακών εσόδων σε ετήσια βάση συγκριτικά µε το α' τρίµηνο του 2022
Οι αυξήσεις των επιτοκίων της ΕΚΤ αναµένεται να έχουν θετική επίδραση επίσης στα χρηµατοοικονοµικά έσοδα του α’ τριµήνου, όπως και στα έσοδα από τα χαρτοφυλάκια οµολόγων. Και στις δύο περιπτώσεις, πάντως, τα έσοδα αναµένονται χαµηλότερα από αυτά του περασµένου έτους. Η ίδια τάση αναµένεται και στα έσοδα από προµήθειες, τα οποία, αν και υψηλά, θα επιβραδυνθούν, ως αποτέλεσµα της χαµηλότερης πιστωτικής επέκτασης το α’ τρίµηνο του 2023. Μάλιστα, οι εκτιµήσεις των αναλυτών κάνουν λόγο για αρνητική πιστωτική επέκταση το α’ τρίµηνο, καθώς οι νέες χορηγήσεις των τραπεζών θα υπολείπονται των αποπληρωµών υφιστάµενων δανείων.
Στα πολύ θετικά του α’ τριµήνου 2023 θα είναι και η κεφαλαιακή επάρκεια των τραπεζών (ο δείκτης βασικών εποπτικών κεφαλαίων CET 1 κινείται στο 14,9%), η οποία ενισχύεται όσο αυξάνεται η κερδοφορία τους. Οι εκτιµήσεις για τα κέρδη που θα παρουσιάσουν οι τράπεζες το φετινό α’ τρίµηνο κάνουν λόγο για διψήφιο ποσοστό αύξησης σε ετήσια βάση.
*Δημοσιεύθηκε στο ένθετο ‘’MoneyPro’’ της εφημερίδας «Παραπολιτικά» στις 6/5/23