Απελευθερωμένη από τα δεσμά της πολιτικής αβεβαιότητας κι έχοντας εκπλήξει ευχάριστα ακόμα και τους πιο αισιόδοξους εντός αλλά κι εκτός Ελλάδας, η κυβέρνηση Μητσοτάκη μετράει αντίστροφα για την ισχυρή εντολή ανανέωσης της θητείας της και προετοιμάζεται πυρετωδώς για τα πολλά και κρίσιμα ραντεβού που έχει μπροστά της.

Οι μάχες που θα δώσει η νέα κυβέρνηση θα είναι σε δύο μέτωπα, ωστόσο τα αποτελέσματα θα λειτουργούν σαν συγκοινωνούντα δοχεία, αφού κάθε επιτυχημένο τεστ θα ενισχύει τη θέση της χώρας. Από τη μια, η δοκιμασία των αγορών, με τον πήχη των προσδοκιών από τους ξένους παίκτες να τίθεται εξαρχής πολύ ψηλά. Από την άλλη, οι Ευρωπαίοι που ακόμα ψάχνονται για την κοινή πορεία μετά την περιπέτεια της πανδημίας και της ενεργειακής κρίσης, με ορατό τον κίνδυνο να διολισθήσουν στις ξεπερασμένες συνταγές του παρελθόντος.

Ασφάλεια

Η υποδοχή του εκλογικού αποτελέσματος από τις αγορές ήταν εντυπωσιακή. Από το ξημέρωμα της περασμένης Δευτέρας υπήρξε καταιγισμός θετικών εκθέσεων και αναλύσεων, με κοινό παρονομαστή ότι η ισχυρή κυβέρνηση που φαίνεται ότι θα προκύψει από τις δεύτερες κάλπες μπορεί να οδηγήσει με ασφάλεια τη χώρα στην επόμενη ημέρα. Οσο για την επενδυτική βαθμίδα, που λίγο έως πολύ είχε προεξοφληθεί, υπό την αίρεση ότι η χώρα δεν θα παγιδευθεί σε δίνη παρατεταμένης εκλογικής αβεβαιότητας, η αντίστροφη μέτρηση έχει ξεκινήσει.

Το πρώτο μετεκλογικό ραντεβού της χώρας με τους οίκους αξιολόγησης είναι σε λίγες ημέρες. Στις 9 Ιουνίου, η Fitch θα ξαναπεράσει από το μικροσκόπιο την ελληνική οικονομία και, παρά το ότι στο τιμόνι θα βρίσκεται υπηρεσιακή κυβέρνηση, το πολιτικό ρίσκο έχει μηδενιστεί. Μπορεί να κάνει η Fitch το τελευταίο βήμα και να δώσει την επενδυτική βαθμίδα; «Λογικά, κανείς δεν θα κινηθεί πριν σχηματιστεί η νέα κυβέρνηση, πριν κάνει τις προγραμματικές της δηλώσεις και πριν πάρουν σάρκα και οστά τα πρώτα μέτρα», σημειώνει στο «MP» πηγή με άμεση γνώση του τρόπου σκέψης και δράσης των οίκων αξιολόγησης, συμπληρώνοντας, όμως, ότι «δεν μπορούμε να αποκλείσουμε και την έστω μικρή πιθανότητα έκπληξης».

Προαπαιτούμενο

Τον περασμένο Ιανουάριο, η Fitch είχε θέσει ως προαπαιτούμενο αναβάθμισης δύο πράγματα: 1) Βιώσιμη και αξιόπιστη καθοδική τροχιά του χρέους μεσοπρόθεσμα. 2) Βελτίωση των προοπτικών της ανάπτυξης μέσω, π.χ., ισχυρότερης δυναμικής των επενδύσεων ή/και της εφαρμογής διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων. Στις 7 Ιουνίου, δηλαδή 48 ώρες πριν από την αξιολόγηση, η ΕΛ.ΣΤΑΤ. θα δώσει τις πρώτες εκτιμήσεις για το ΑΕΠ στο πρώτο τρίμηνο και, αν επιβεβαιωθεί η τάση που διαβάζουν στο Γενικό Λογιστήριο του Κράτους για ρυθμούς ανάπτυξης 3%, μένει να φανεί αν αυτό θα είναι αρκετό για τη Fitch ή θα περιμένει για το επόμενο ραντεβού της με την Ελλάδα, την 1η Δεκεμβρίου.

Η εκτίμηση -αν όχι πεποίθηση- ανθρώπων της αγοράς είναι ότι μέχρι τότε θα έχουν προλάβει τη Fitch οι δύο άλλοι οίκοι αξιολόγησης, οι οποίοι προηγούνται, και θα έχουν, πλέον, στα χέρια τους όχι μόνο συγκεκριμένα στοιχεία για τη δυναμική του ΑΕΠ και του φετινού πρωτογενούς πλεονάσματος, αλλά και πακέτο νομοθετημάτων. Ο καναδικός DBRS στις 8 Σεπτεμβρίου χαρακτηρίζεται ως το πρώτο πραγματικό ραντεβού για την επενδυτική βαθμίδα. Aν διστάσει, έπεται στις 20 Οκτωβρίου η S&P, η οποία επί της ουσίας κρατά την Ελλάδα μισό βήμα πριν από την επενδυτική βαθμίδα, καθώς έχει ήδη αναβαθμίσει τις προοπτικές της σε «θετικές».

Καθαρή εικόνα

Σημειωτέον ότι η S&P θα έχει ακόμα πιο καθαρή εικόνα έως τότε, αφού θα έχει προηγηθεί το Προσχέδιο Προϋπολογισμού για το 2024, με όλες τις μακροοικονομικές-δημοσιονομικές παραδοχές για τη φετινή και την επόμενη χρονιά. Και μια λεπτομέρεια, που μπορεί να λειτουργήσει ως καταλύτης: Στις 15 Σεπτεμβρίου είναι προγραμματισμένη η αξιολόγηση από τη Moody’s. Αν και οι Αμερικανοί κρατούν την Ελλάδα τρία σκαλοπάτια μακριά από την επενδυτική βαθμίδα, στη διόλου απίθανη περίπτωση που προχωρήσουν σε μονή ή διπλή αναβάθμιση, είναι βέβαιο ότι θα δώσουν σήμα στους οίκους που ακολουθούν.

Οι Ευρωπαίοι

Την ώρα που η ελληνική οικονομία θα περνάει από τα... κόσκινα των αγορών, θα γίνονται μάχες και σκληρά παζάρια με τους Ευρωπαίους, από την έκβαση των οποίων η Αθήνα προσδοκά ότι θα επιβεβαιώσει την επιστροφή της χώρας στην πλήρη κανονικότητα, χωρίς τις παράλογες δημοσιονομικές δεσμεύσεις που τη συνόδευσαν βγαίνοντας από τα Μνημόνια το καλοκαίρι του 2018. Μόνο τυχαίο δεν είναι ότι ο Κ. Μητσοτάκης θέλησε να επιταχύνει τις συνταγματικές διαδικασίες των διερευνητικών εντολών, έτσι ώστε οι δεύτερες κάλπες να στηθούν στις 25 Ιουνίου και όχι στις 2 Ιουλίου.

Στις 29 Ιουνίου είναι προγραμματισμένη η τελευταία Σύνοδος Κορυφής πριν από το καλοκαίρι και ήδη στο τραπέζι βρίσκονται πολλά ανοιχτά θέματα, όπως οι αλλαγές στο Σύμφωνο Σταθερότητας, ο πόλεμος στην Ουκρανία και η προετοιμασία της Ευρώπης για ακόμα έναν «ύπουλο» ενεργειακά χειμώνα. Η πεποίθηση του Κ. Μητσοτάκη είναι ότι θα ήταν ολέθριο να παραστεί η χώρα με υπηρεσιακό πρωθυπουργό σε μια τόσο κρίσιμη συνάντηση ηγετών, πόσω μάλλον όταν έχουν ήδη καταγραφεί ενστάσεις, επιφυλάξεις και διαφωνίες από τους Βόρειους για το πώς πρέπει να πλοηγηθεί το ευρωπαϊκό καράβι μετά τη φουρτούνα των τελευταίων, αλλεπάλληλων κρίσεων.

Με άλλον αέρα

Αυτό που επισημαίνουν πηγές από το ευρωπαϊκό στρατόπεδο είναι ότι με τη διαφαινόμενη ισχυρή εντολή που θα πάρει η νέα κυβέρνηση στις 25 Ιουνίου τόσο ο Κ. Μητσοτάκης όσο και ο νέος υπουργός Οικονομικών θα έχουν άλλον αέρα στα πολύ δύσκολα και σκληρά παζάρια, που αναμένεται να κορυφωθούν μέσα στο τελευταίο τετράμηνο του έτους. Πριν φτάσουμε, πάντως, στο φθινόπωρο, η κυβέρνηση θα πρέπει να είναι συνεπής σε δύο κρίσιμα ραντεβού.

Το αργότερο έως το τέλος Αυγούστου θα πρέπει να έχει υποβληθεί το τεκμηριωμένο αίτημα για τα επιπλέον 5 δισ. ευρώ από τα δάνεια του Ταμείου Ανάκαμψης, τα οποία θα χρηματοδοτήσουν ενεργειακές υποδομές. Παράλληλα, στόχος είναι αμέσως μετά τις εκλογές να τρέξει η πρόταση για την αναθεώρηση του ελληνικού Σχεδίου Ανάκαμψης και να μην εξαντληθεί η προβλεπόμενη προθεσμία της 31ης Δεκεμβρίου.

*Δημοσιεύτηκε στο Money Pro στις 27 Μαΐου 2023.