Η ανάκτηση της επενδυτικής βαθµίδας αποτελεί αδιαπραγµάτευτη προτεραιότητα της κυβέρνησης και βασικό άξονα της οικονοµικής της πολιτικής.

Με τις αγορές να έχουν ήδη προεξοφλήσει την επενδυτική βαθµίδα για την Ελλάδα και µε πιθανότητες 50-50 αυτή να γίνει πραγµατικότητα, αν η DBRS έχει δώσει την πολυπόθητη αναβάθµιση στην αξιολόγηση της 8ης Σεπτεµβρίου χωρίς να αναµένει πρώτα τον χαρακτηρισµό των προοπτικών της ελληνικής οικονοµίας ως «θετικών» (κριτήριο που συνήθως αναµένουν οι οίκοι πριν από την απονοµή του investment grade), η επενδυτική βαθµίδα θα έχει έρθει µέχρι το τέλος του έτους. Αν όχι στις 15 Σεπτεµβρίου, οπότε αναµένεται η αξιολόγηση της Moody’s, καθώς ο οίκος κατατάσσει την Ελλάδα τρεις βαθµίδες χαµηλότερα από την επενδυτική, στις 20 Οκτωβρίου ή την 1η ∆εκεµβρίου το αργότερο, όταν αναµένονται οι αξιολογήσεις από την S&P και τη Fitch, αντιστοίχως.

Από την αρχή του 2023 και εν αναµονή της επενδυτικής βαθµίδας, ξένοι επενδυτές έχουν διοχετεύσει 3,4 δισ. ευρώ σε ελληνικές µετοχές και οµόλογα, ωθώντας και τις δύο αγορές να καταγράψουν από τις κορυφαίες επιδόσεις παγκοσµίως. Οι αναλυτές κάνουν λόγο για ένα κύµα επενδυτικών εισροών, καθώς περισσότερα από το δεκαπλάσιο των επενδυτικών κεφαλαίων που τοποθετούνταν µέχρι σήµερα στην Ελλάδα χωρίς να έχει το investment grade θα µπορούν να επενδύσουν στη χώρα µας. Πρόκειται για κεφάλαια που εκ του καταστατικού τους επενδύουν µόνο σε αγορές µε επενδυτική βαθµίδα, έχουν πολύ µεγαλύτερη «δύναµη πυρός» και µακροπρόθεσµο ορίζοντα. Εκτιµάται ότι η επενδυτική βαθµίδα θα φέρει αύξηση των ιδιωτικών επενδύσεων, που θα µπορούσαν να δώσουν ώθηση στο ΑΕΠ έως 0,5% το 2024.

Ηδη η ελληνική οικονοµία κινείται στον αστερισµό της επενδυτικής βαθµίδας. Και αυτό συµβαίνει από τα µέσα του Απριλίου, µε την εκτίµηση για πολιτική σταθερότητα που επιβεβαιώθηκε από το αποτέλεσµα των εκλογών του Μαΐου και του Ιουνίου, µε την επανεκλογή της Νέας ∆ηµοκρατίας µε ισχυρή πλειοψηφία. Η απόδοση των ελληνικών δεκαετών οµολόγων διαµορφώνεται στο 3,89%, έναντι 4,32% για τα αντίστοιχα ιταλικά, δηλαδή η χώρα µας δανείζεται χαµηλότερα από την Ιταλία, που φέρει την επενδυτική βαθµίδα (αξιολόγηση Ιταλίας ΒΒΒ-, Ελλάδας ΒΒ+). Παράλληλα, το κόστος δανεισµού της δεν απέχει πολύ από αυτό της Ισπανίας (απόδοση 10ετούς οµολόγου 3,64%), που έχει αξιολόγηση ΒΒΒ+, ή της Πορτογαλίας (απόδοση 10ετούς οµολόγου 3,31%), µε αξιολόγηση Α-, ενώ δανείζεται µόλις 78 και 130 µονάδες βάσης υψηλότερα από τις χώρες ΑΑΑ, Γαλλία και Γερµανία, αντίστοιχα.

Μόλις ανάψει το «πράσινο φως» για το investment grade, όσο και αν έχει ήδη προεξοφληθεί, οι αποδόσεις των κρατικών οµολόγων θα υποχωρήσουν περαιτέρω, µειώνοντας το κόστος δανεισµού και βελτιώνοντας τις συνθήκες ρευστότητας για το κράτος και τις τράπεζες. Σηµειώνεται ότι το χαµηλότερο κόστος δανεισµού ∆ηµοσίου και τραπεζών θα περάσει και στο κόστος δανεισµού επιχειρήσεων και νοικοκυριών.

Δημοσιεύτηκε στο MoneyPro των ΠΑΡΑΠΟΛΙΤΙΚΩΝ στις 9/9