Ακίνητα: Ανθεκτική η ελληνική αγορά παρά το ''φρένο'' στις συναλλαγές
Τι λέει για τα ακίνητα ο κ. Γιάννης Παρασκευόπουλος, γενικός διευθυντής της Danos – BNP Paribas Real Estate.
Νέα δεδομένα έχουν διαμορφωθεί στην ελληνική αγορά ακινήτων φέτος, καθώς οι απανωτές αυξήσεις των επιτοκίων έχουν «φρενάρει» τον αριθμό των συναλλαγών σε σχέση με το 2022. Οι αγοραστές σήμερα έχουν την απαίτηση για μεγαλύτερες αποδόσεις, γεγονός που δεν αναγνωρίζεται από τους πωλητές. Το μέγεθος, ωστόσο, των συναλλαγών που έχουν γίνει μέχρι στιγμής είναι αισθητά μεγαλύτερο σε σχέση με πέρυσι, καθώς η αγορά φαίνεται να είναι ανθεκτική, εξαιτίας και του γεγονότος πως δημιουργείται μεγαλύτερο απόθεμα ποιοτικών οικιστικών και εμπορικών ακινήτων, που κατά το παρελθόν δεν υπήρχε. Αυτό υποστηρίζει στο powergame.gr και τη Μαρία Καλούδη o κ. Γιάννης Παρασκευόπουλος, γενικός διευθυντής της Danos – BNP Paribas Real Estate.
Διαβάστε ακόμα: Ακίνητα: Οι πιο ακριβές και οι πιο φθηνές περιοχές της Ελλάδας, ''φωτιά'' τα ενοίκια
Η άνοδος των τιμών τα τελευταία χρόνια οφείλεται σε ένα σύνολο διαφορετικών παραγόντων
Σε ό,τι αφορά τις κατοικίες, σύμφωνα με τον κ. Παρασκευόπουλο, η άνοδος των τιμών τα τελευταία χρόνια οφείλεται σε ένα σύνολο διαφορετικών παραγόντων, όπως η αύξηση του κόστους γης, η μικρή προσφορά αποθέματος σε σχέση με τη ζήτηση, το υψηλό κατασκευαστικό κόστος, αλλά και στο γεγονός ότι ένας μεγάλος αριθμός μετρητών δεν επέστρεψε ποτέ πίσω στις τράπεζες μετά την κρίση. Οι υψηλότερες τιμές των κατοικιών παρατηρούνται στο κέντρο και στα Νότια Προάστια. Ειδικότερα, στην Αθηναϊκή Ριβιέρα καθοριστικό ρόλο στη διαμόρφωση των τιμών αναμένεται να παίξουν και οι νέες οικιστικές αναπτύξεις του Ελληνικού, οι οποίες θα έχουν πιο προσιτό χαρακτήρα και θα μπουν στο παιχνίδι του ανταγωνισμού. Σύμφωνα με τον ίδιο, εντυπωσιακή είναι και η αύξηση των τιμών στα Βόρεια Προάστια, τα οποία βρήκαν ξανά τη χαμένη δυναμική τους. Σε περιοχές όπως η Αγία Παρασκευή, τα Μελίσσια και τα Βριλήσσια οι τιμές κινούνται σε υψηλά επίπεδα, ενώ η πλειονότητα των ενδιαφερόμενων είναι Έλληνες, σε σχέση με τα Νότια Προάστια όπου περί το 50% είναι κυρίως ξένοι επενδυτές. Οι τιμές ωστόσο των κατοικιών δύσκολα θα δείξουν περαιτέρω σημαντική άνοδο, αλλά μάλλον βαδίζουμε προς τη σταθεροποίησή τους. Όπως υποστηρίζει και ο κ. Παρασκευόπουλος: «Δεν υπάρχει περιθώριο μεγάλων αυξήσεων μέχρι το 2024, καθώς, σε αντίθεση με το παρελθόν, που η ανοικοδόμηση ήταν μηδαμινή, σήμερα δημιουργείται μεγάλος αριθμός ακινήτων στα νότια και στα βόρεια προάστια, αυξάνοντας σημαντικά την προσφορά».
Μεγάλη ζήτηση στην ελληνική αγορά έχουν και οι γραφειακοί χώροι, οι οποίοι αποτελούν και από τις πρώτες επιλογές για επενδύσεις. Τα ενοίκια των γραφείων σήμερα κινούνται επίσης σε υψηλά επίπεδα, έχοντας, ωστόσο, μια τάση σταθεροποίησης. Οι ακριβότερες περιοχές είναι το Μαρούσι, που διαθέτει ποιοτικό προϊόν, και το κέντρο, έχοντας ωστόσο πιο παλαιωμένο απόθεμα. Όπως υποστηρίζει ο ίδιος, η προσδοκία ότι τα καινούργια γραφεία θα μισθώνονται σε επίπεδα άνω των 30 ευρώ το τ.μ. προς το παρόν δεν ικανοποιείται, καθώς λίγες θα είναι οι μισθώσεις που θα ξεπεράσουν τη συγκεκριμένη τιμή και αυτό θα γίνει σε μικρότερης επιφάνειας γραφειακούς χώρους. Σε γραφειακούς χώρους άνω των 1.000 τετραγωνικών μέτρων οι τιμές των μισθωμάτων σε κέντρο και Μαρούσι κυμαίνονται μεταξύ 25 έως 28 ευρώ το τ.μ., ενώ χαμηλότερα είναι τα ενοίκια στα Νότια Προάστια, όπου ωστόσο αυξάνεται το γραφειακό απόθεμα με νέες αναπτύξεις, όπως μεταξύ άλλων της Ten Brinke και της Lamda Development στο Ελληνικό. Σύμφωνα με τον ίδιο, «πριν από την κρίση και συγκεκριμένα το διάστημα μεταξύ 2003-2006, στη Λεωφόρο Βασίλης Σοφίας τα γραφεία κόστιζαν 35 με 40 ευρώ το τ.μ. μηνιαίως, στην Κηφισιά οι τιμές διαμορφώνονταν στα 25-30 ευρώ ανά τ.μ. μηνιαίως. Σήμερα είμαστε κοντά εκεί που ήμασταν πριν από την κρίση, με ένα πολύ καλύτερο, ωστόσο, προϊόν».
Ιδιαίτερη δυναμική καταγράφουν σήμερα και τα εμπορικά καταστήματα, ενώ υπάρχει μια μεγάλη ροή προς τα εμπορικά κέντρα. Σύμφωνα με τον κ. Παρασκευόπουλο, oι σημαντικότερες κύριες εμπορικές αγορές (High Street retail) στην Ελλάδα είναι η Ερμού στην Αθήνα, η Μεταξά στη Γλυφάδα και η Τσιμισκή στη Θεσσαλονίκη. Στους συγκεκριμένους εμπορικούς δρόμους δεν υπάρχουν διαθέσιμα ακίνητα, καθώς ό,τι βγαίνει στην αγορά μισθώνεται αμέσως. Παράλληλα, ένας μεγάλος αριθμός ξένων αλυσίδων επιλέγουν να ανοίξουν τα καταστήματά τους στην Ελλάδα, αναζητώντας άδεια ακίνητα στους μεγάλους εμπορικούς δρόμους. Μεγάλη κινητικότητα παρατηρείται και στα Big Boxes, ενώ έντονο είναι το ενδιαφέρον και για τα retail parks, καθώς βρίσκονται στο επίκεντρο των επενδυτικών εξελίξεων, με το πιο πρόσφατο παράδειγμα να αποτελεί το deal της Trade Estates με τη Reds για το Smart Park.
Ισχυρό το ενδιαφέρον των ξένων επενδυτών για τα ελληνικά ακίνητα
Ισχυρό εξακολουθεί να είναι το επενδυτικό ενδιαφέρον των ξένων επενδυτών για την ελληνική αγορά ακινήτων. Σύμφωνα με τον ίδιο, «κατά το παρελθόν δεν βρίσκαμε εύκολα θεσμικούς επενδυτές που θα ερχόντουσαν στην Ελλάδα για να επενδύσουν τα χρήματά τους, σήμερα όμως βρίσκουν στη χώρα πρόσφορο έδαφος, ενώ τους ενδιαφέρει κυρίως ο τομέας των ξενοδοχείων και των Logistics».
Συγκεκριμένα, στον τομέα των ξενοδοχείων, ο χάρτης της Ελλάδας αναμένεται να αλλάξει ριζικά, καθώς πολλά ξένα brands στον τομέα της φιλοξενίας βολιδοσκοπούν την ελληνική αγορά, ψάχνοντας τόσο το κατάλληλο ακίνητο, όσο και τον κατάλληλο επενδυτή, καθώς τα brands προχωρούν σε management contracts ή franchise agreements, ενώ το τελευταίο διάστημα δέχονται να προχωρήσουν και σε μισθωτικές συμφωνίες. Μέχρι σήμερα στην εγχώρια αγορά της φιλοξενίας κυριαρχούν πολλές οικογενειακές επιχειρήσεις, ενώ, σε αντίθεση με το εξωτερικό, δεν υπάρχουν πολλά ισχυρά διεθνή ξενοδοχειακά brands. Ακόμη, οι ξένοι επενδυτές ενδιαφέρονται και για άλλες κατηγορίες ξενοδοχείων, όπως τα hostels και τα discount & budget hotels, που τώρα έχουν ξεκινήσει να αναπτύσσονται στην ελληνική αγορά.
Πηγή: powergame.gr